• Άρθρα

    Ταμείο Ανάκαμψης: Eλπίδες και ρεαλισμός

    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Το Ταμείο Ανάκαμψης σταδιακά αποκτά σχεδόν μυθικές διαστάσεις αναφορικά με την έξοδο της χώρας από την κρίση που προκάλεσε η πανδημία και την προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης που δημιουργεί.

    Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει το υπουργείο οικονομικών εκτιμάται ότι η Ελλάδα θα λάβει επιδοτήσεις ύψους 18,2 δισ. ευρώ και δάνεια ύψους 12,8 δισ. ευρώ, συνολικά 31 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι με τα χρήματα αυτά μπορεί να μοχλεύσει (δηλαδή να κινητοποιήσει) πρόσθετους πόρους αξίας 26,5 δισ. –συνολικά δηλαδή 57,5 δισ. ευρώ στην περίοδο 2021-2026. Θεωρητικά, σε μία ίση κατανομή αυτό θα σήμαινε περίπου 9,6 δισ. ευρώ το χρόνο, όπου με βάση το ΑΕΠ του 2020 θα ισοδυναμούσε με πρόσθετη ένεση της τάξης του 6% του ΑΕΠ.

    Δύο σημείο απαιτούν προσοχή. Πρώτο, η οριστική κατανομή των πόρων πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2023, αλλά οι πληρωμές από την Ε.Ε. προς τα κράτη-μέλη θα πραγματοποιηθούν σταδιακά στην περίοδο μέχρι το 2026.

    Δεύτερο, τα ποσά που έχουν εγκριθεί ανέρχονται σε 750 δισ. ευρώ. Αλλά, τα ποσά για το Ταμείο Ανάκαμψης και ειδικά για το Recovery & Resiliency Fund (RRF) ανέρχονται σε 672 δισ. Επιπλέον, αυτά τα μεγέθη εκφράζονται σε τιμές του 2018. Για την εκταμίευση, η Ε.Ε. εκτιμά την αύξηση τους κατά 2% το χρόνο – στην ουσία ενσωματώνει πληθωρισμό της τάξης του 2% το χρόνο – άσχετα με ποιος θα είναι ο πραγματικός ρυθμός αύξηση των τιμών.

    Σε τρέχουσες τιμές, λοιπόν, οι επιδοτήσεις ανέρχονται σε 337 δισ. και τα δάνεια σε 390 δις. για ένα σύνολο 727 δισ. για το RRF και 795 δισ. για το σύνολο της χρηματοδότησης που θα προσφέρει η Ε.Ε.

    Τα κεφάλαια (επιδοτήσεις και δάνεια) θα εισρεύσουν βάση ενός αλγορίθμου και δεν είναι ισομερώς κατανεμημένα χρονικά. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που έχει κάνει το think tank Bruegel, η εικόνα για την Ελλάδα είναι η ακόλουθη (τα ποσοστά είναι – πολύ σωστά — επί του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος (ΑΕΕ) και όχι επί του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) και τα ποσά είναι σε δισεκατομμύρια ευρώ):

    Η φήμη του Bruegel, μας επιτρέπει να κρίνουμε ότι αυτή η εικόνα αντανακλά σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα—οπότε εύκολα προκύπτουν ορισμένες σκέψεις και συμπεράσματα.

    Το πρώτο φανερό συμπέρασμα είναι πως τα κρίσιμα για την χώρα χρόνια είναι το 2023 και το 2024. Τότε θα έχει την μεγαλύτερη εισροή κεφαλαίων από πλευράς πληρωμών και εγγυήσεων. Για την καταβολή των δανείων, αντίθετα, τα πιο κρίσιμα χρόνια είναι η διετία 2022-2023.

    Ουσιαστικά το παιγνίδι θα παιχτεί στην τριετία 2022-2024. Ο χρόνος είναι συντετμημένος. Αυτό εξηγεί πρώτο, την σπουδή της κυβέρνησης να ετοιμάσει το πρόγραμμα, να το συζητήσει έγκαιρα με την Ε,Ε, και στην πράξη να έχει ήδη πάρει την έγκριση. Εξηγεί, επίσης, την απόφαση να κινητοποιήσει πρόσθετους πόρους, με βάση τα ευρωπαϊκά κεφάλαια. Όπως παρατηρεί σχετικό σημείωμα του Ινστιτούτου Bruegel, από τις τέσσερις μεγάλες χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία) μόνο η τελευταία κινείται στην ίδια λογική μόχλευσης πρόσθετων πόρων με την Ελλάδα.

    Το ερώτημα που ακολουθεί είναι αν η δημόσια διοίκηση είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις τεράστιες απαιτήσεις που προκύπτουν. Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε ορισμένα δημοσιεύματα, η εμπειρία με τα ΕΣΠΑ δεν είναι ενθαρρυντική. Βέβαια, η ποιότητα της ηγεσίας έχει σημασία. Αλλά, όσο γνώστης και με ηγετικά προσόντα να είναι ο επικεφαλής, αν τα μέλη της ομάδας δεν είναι κατάλληλα, το αποτέλεσμα δεν θα είναι το επιθυμητό.

    Δεν πρέπει να παραβλέπεται, εξάλλου, ότι η Ε.Ε. θα παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή την υλοποίηση των έργων και ανάλογα με την συνέπεια τους θα εκταμιεύει ή θα παρακρατεί πόρους.

    Για να αποφευχθούν εξαιρετικά δυσάρεστες εκπλήξεις, μήπως θα έπρεπε να δημιουργήσει η κυβέρνηση μία νέα ειδική υπηρεσία, με στελέχη που δεν θα προσληφθούν υποχρεωτικά με τις διαδικασίες του δημοσίου και που θα είναι επιφορτισμένα με την τήρηση των ποιοτικών, ποσοτικών και χρονικών προδιαγραφών των έργων;

    Τέλος, ένα πολιτικό θέμα: οι επόμενες εκλογές θα γίνουν το 2023. Μέχρι τότε θα έχει οριστικοποιηθεί το πρόγραμμα –με την έννοια του commitment των πόρων. Όποια κυβέρνηση και να προκύψει θα έχει τα χέρια της δεμένα. Ευτυχώς.



    ΣΧΟΛΙΑ