
Στην πολυσέλιδη αναφορά της για την ελληνική οικονομία που περιέχεται στην έκθεση για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, η Επιτροπή κάνει μία σημαντική παρατήρηση που λίγο προέβαλαν η κυβέρνηση αλλά και τα ΜΜΕ.
Συγκεκριμένα γράφει ότι: «στην τελευταία δεκαετία, η Ελλάς πέτυχε σημαντική βελτίωση στην ανταγωνιστικότητα κυρίως μέσω της μείωση των αμοιβών στην περίοδο 2010-2019. Για να συνεχίσει να είναι ανταγωνιστική (από πλευράς κόστους) στο μέλλον, μπορεί να είναι ωφέλιμο για την Ελλάδα να εξετάσει τρόπους αύξησης της παραγωγικότητας και άλλων στοιχείων της ανταγωνιστικότητας, περιλαμβανομένης της τεχνολογικής υστέρησης σε σχέση με την Ε.Ε. καθώς η περαιτέρω μείωση των απολαβών μπορεί να γίνει κοινωνικά ανέφικτη».
Αυτά γράφονται σε περιβάλλον όπου το ισοζύγιο πληρωμών που το 2024 έφτασε στο 6,4% του ΑΕΠ, να κτυπά καμπανάκι, αντανακλώντας το γεγονός ότι σε μακροοικονομικό επίπεδο η συνεχιζόμενη χαμηλή και πτωτική πλέον ιδιωτική αποταμίευση μερικώς μόνο εξισορροπείται από τα μειωμένα πρωτογενή ελλείμματα (αυξημένα πλεονάσματα) του προϋπολογισμού.
Γεγονότα που εξηγούν μερικώς την κάμψη των ιδιωτικών επενδύσεων—καθώς υπάρχουν και τα τεράστια προβλήματα που δημιουργεί το κράτος με ανεχόμενο (και το ίδιο συμβάλλοντας) στην ύπαρξη μίας μη ανταγωνιστικής αγοράς.
Επ’ αυτού θα επανέλθουμε, σήμερα όμως, η στήλη θα αναδείξει το θέμα της παραγωγικότητας.
Γράφοντας στις 28/7 με τον τίτλο «Και όχι τόσο ξαφνικά το μοντέλο ανάπτυξης, υπογραμμίζαμε ότι «Την έννοια της ανάπτυξης έχουμε ξεχάσει. Ανάπτυξη δεν είναι να λες ότι το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά χ% σ’ ένα χρόνο και ο ρυθμός αυτός είναι καλύτερος, π.χ., από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ανάπτυξη είναι να αυξάνεται η παραγωγικότητα, ώστε να δίνονται αμοιβές χωρίς να δημιουργείται πληθωρισμός κι αυτή η άνοδος της παραγωγικότητας να είναι σταθερά, διαχρονικά, μεγαλύτερη από αυτήν, π.χ., των εταίρων μας στην Ευρώπη».
Συνολικά η Ευρώπη διακρίνεται για χαμηλούς ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας.
Δεν διαφέρουμε ως προς αυτό, εμείς όμως έχουμε το περιθώριο να πετύχουμε υψηλότερους ρυθμούς ανόδου της αν αποφασίσουμε να ασχοληθούμε με το υψηλό κομματικό-πολιτικό κόστος των πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Δεν είναι άγνωστο το πρόβλημα. Ας θυμηθούμε την έκθεση Πισσαρίδη (που βολικά ξεχάσαμε) όπου σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε και επιβεβαιώθηκαν από την ΕΛΣΤΑΤ ενώ στο σύνολο του ο επιχειρηματικός τομέας παράγει ανά εργαζόμενο 21.000 ευρώ σε ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, στις μικρές επιχειρήσεις (αυτές που απασχολούν από 1-9 άτομα) το ποσό ανέρχεται σε μόλις 8.000 ευρώ και είναι το μικρότερο στην Ε.Ε.
Βάζοντας το θέμα με αναφορά σε συγκριτικά στοιχεία η εικόνα είναι η εξής: Με ποσοστό σχεδόν 50%, οι μικρομεσαίες (ΜμΕ) επιχειρήσεις (μέχρι 9 άτομα) έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην Ε.Ε.
Ως προς την απασχόληση εργασίας, με την χαμηλότερη παραγωγικότητα εργασίας (8% σε σύγκριση π.χ. με την Ιταλία που είναι στο 30% ή την Ιρλανδία στο 90%) αλλά απασχολούν το 62% του εργατικού δυναμικού (στην Ε.Ε. ο μέσος όρος είναι 30%).
Συνολικά, για την ελληνική οικονομία η παραγωγικότητα εργασίας μας βάζει στην 5η θέση από το τέλος στην Ε.Ε.
Η διαπίστωση ότι δεν υπάρχουν κοινωνικά περιθώρια (διάβαζε και πολιτικά/κομματικά) για περαιτέρω μειώσεις των αμοιβών έχει γίνει απόλυτα κατανοητό από την κυβέρνηση, γι’ αυτό και προσπαθεί να αυξήσει τα κατώτατα όρια και τα «συμπληρώνει» με επιδόματα.
Βλέπετε, η άσκηση δεν είναι εύκολη, καθώς η Ε.Ε. ήδη παρατήρησε ότι υπάρχει τάση αύξησης των καθαρών δημοσίων δαπανών που μπορεί να ξεφύγει από τα αποδεκτά (με βάση τους νέους κανονισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας) όρια.
Η μοναδική λύση, λοιπόν, αν θέλουμε να συνεχίσουμε στην πορεία της σταθερής ανάπτυξης, να αποφύγουμε τους σκοπέλους του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, του δημόσιου χρέους και της χαμηλής ιδιωτικής αποταμίευσης, είναι να αντιμετωπίσουμε με όλα τα μέσα και με κομματικό κόστος την ανάγκη να αυξηθεί ο ρυθμός ανόδου της παραγωγικότητας.
Κι αυτό, με την σειρά του, πέρα από τα πολλά και ποικίλα διοικητικά κυρίως μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, απαραίτητα συνεπάγεται μία επανάσταση στο χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων – η αναφορά είναι πάντα στις μονάδες που δεν απασχολούν πάνω από 9 άτομα, αλλά ειδικά σ’ εκείνες που εμφανίζονται με 1-3 άτομα.
Κι αυτό θα αποτελέσει θέμα επόμενης στήλης.
Διαβάστε επίσης:
Ανδρουλάκης, Φάμελλος, Κανέλλη, Κωνσταντοπούλου – όλος ο θίασος ρεζίλι επί σκηνής
Πώς σύσσωμη η αντιπολίτευση αυτόεγκλωβίστηκε σε πολιτικά αδιέξοδα
Το κράτος ως ρυθμιστής: θεατής, παίχτης, διαιτητής – ο ιδιώτης ως γκρινιάρης
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Autohellas: Με το βλέμμα στο α΄ εξάμηνο και τιμή στόχο στα 16,02 ευρώ ανά μετοχή
- Το στυλ αγγίζει το νερό: Η Kith και η Cigarette Racing επαναπροσδιορίζουν την ταχύτητα εν πλω
- Νίκος Ρασσιάς (RAFARM): Το κυνήγι της επιτυχίας και η διαδρομή από το Γεωργίτσι με «όπλο» την εντιμότητα – Η βιογραφία του
- Μάχη στα 4play πακέτα – Τι δίνουν Cosmote Telekom – Nova – Vodafone
