
Η Ανατολική Μεσόγειος δεν έπαψε ποτέ να είναι πεδίο γεωπολιτικών ανταγωνισμών, αλλά σήμερα οι προκλήσεις της περιοχής επανέρχονται με νέους όρους. Από τις κρίσεις στη Μέση Ανατολή και τις ενεργειακές διεκδικήσεις, μέχρι την κλιμακούμενη αβεβαιότητα στα ελληνοτουρκικά και το διαρκώς ανοιχτό Κυπριακό, η περιοχή αποτελεί ταυτόχρονα απειλή και ευκαιρία. Η Ελλάδα καλείται να αποδείξει ότι δεν είναι απλώς ένας παθητικός παρατηρητής ή ένας ανασφαλής «αμυντικός παίκτης», αλλά μια δύναμη ήπιας επιρροής που μπορεί να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, να μεσολαβεί και να οικοδομεί γέφυρες.
Η σχέση Ελλάδας–Τουρκίας παραμένει κρίσιμος άξονας για τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι ιστορικές μνήμες και τα άλυτα ζητήματα συχνά θολώνουν την εικόνα και γεννούν φοβικά αντανακλαστικά. Κι όμως, σε μια εποχή που οι μεγάλες δυνάμεις αναδιατάσσονται και η Ε.Ε. αναζητά στρατηγική αυτονομία, ο ελληνοτουρκικός διάλογος μπορεί να είναι και εργαλείο ισχύος. Η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει ότι ο διάλογος δεν σημαίνει υποχώρηση αλλά υπευθυνότητα. Ότι η συνεννόηση δεν αναιρεί τα κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά τα κατοχυρώνει σε συνθήκες σταθερότητας. Και κυρίως ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας είναι οι πιο ισχυρές γραμμές άμυνας απέναντι σε τυχαίες κρίσεις που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε ανεξέλεγκτες συγκρούσεις.
Η Κύπρος παραμένει η μεγάλη εκκρεμότητα της περιοχής. Μια αδικία που διαιωνίζεται και μια δοκιμασία για το διεθνές δίκαιο και την ευρωπαϊκή πολιτική. Η Ελλάδα οφείλει να υποστηρίζει έμπρακτα τις προσπάθειες επανέναρξης ουσιαστικών συνομιλιών, με τόλμη και ευελιξία, χωρίς να υποκύπτει σε ρητορική εθνολαικισμου ή αδράνειας. Το Κυπριακό δεν είναι μόνο ελληνοκυπριακή υπόθεση. Είναι ευρωπαϊκή υπόθεση. Η Ε.Ε. δεν μπορεί να μιλά για διεθνές δίκαιο στην Ουκρανία και να παραβλέπει τις παραβιάσεις στην Κύπρο. Η Ελλάδα πρέπει να το υπενθυμίζει σταθερά και να συνδέει το Κυπριακό με την ευρύτερη ατζέντα ασφάλειας και ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η έκρυθμη κατάσταση στη Γάζα, οι ανακατατάξεις στη Συρία και η αντιπαράθεση Ιράν–Ισραήλ υπενθυμίζουν ότι η Μέση Ανατολή παραμένει κοντά μας — και μας αφορά άμεσα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να λειτουργεί ως θεατής ούτε να αρκείται σε «αυτόματες ευθυγραμμίσεις». Ο ρόλος της πρέπει να είναι η φωνή της λογικής, της αποκλιμάκωσης και του σεβασμού του ανθρωπιστικού δικαίου. Μια φωνή που συνομιλεί με όλους και προτείνει λύσεις, όχι μόνο ευχολόγια.
Σε έναν κόσμο όπου η στρατιωτική ισχύς δεν αρκεί, η Ελλάδα πρέπει να επενδύσει στο μεγαλύτερο πλεονέκτημά της: τη φήμη της ως σταθερής δημοκρατίας, μέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, γέφυρας μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Με πρωτοβουλίες διαλόγου, συμμετοχή σε ειρηνευτικές διαδικασίες, στήριξη ανθρωπιστικών δράσεων και έξυπνη ενεργειακή διπλωματία, η Ελλάδα μπορεί να λειτουργήσει ως δύναμη ήπιας ισχύος — μια σταθερή άγκυρα στην ταραγμένη Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ιστορία μας διδάσκει ότι οι χώρες που κλείνονται στον εαυτό τους, αναπαράγοντας φοβικά σύνδρομα, χάνουν ευκαιρίες. Η Ελλάδα έχει σήμερα την ευκαιρία να δείξει αυτοπεποίθηση, ευελιξία και στρατηγική φαντασία. Να αποδείξει ότι το μέγεθος δεν καθορίζεται μόνο από το έδαφος ή τον στρατό, αλλά από την ικανότητα να εμπνέεις εμπιστοσύνη και να χτίζεις συμμαχίες. Η Ανατολική Μεσόγειος δεν χρειάζεται νέες εστίες έντασης — χρειάζεται γέφυρες. Και η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να είναι αυτή που θα τις χτίσει.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
