Στέφανος Τζανάκης. Αρθρογράφος
Με την αγορά του σήματος του «Μέγκα» από τον Βαγγέλη Μαρινάκη – και την επικείμενη αναβίωσή του – κλείνει ένα σκοτεινό κεφάλαιο στην Ιστορία των ελληνικών ΜΜΕ . Πρόκειται για την περίοδο που ξεκίνησε στα τέλη Ιανουαρίου του 2015 και ολοκληρώθηκε στις εκλογές της 7ης Ιουλίου: τα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Από τα μέσα του 2014 – μετά από τις ευρωεκλογές και τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ – οι πάντες στην χώρα μας γνώριζαν ότι η επόμενη κυβέρνηση θα φτιαχνόταν από τον Αλέξη Τσίπρα. Επρόκειτο για μία εξέλιξη που είχε να κάνει με τον θυμό της ελληνικής κοινωνίας , που έκλεινε τότε μία πενταετία στα Μνημόνια.
Για πρώτη φορά, ο δικομματισμός της μεταπολίτευσης έχανε το παιχνίδι από ένα κόμμα της Αριστεράς.
Τα ΜΜΕ είχαν βρει τον ρόλο τους ως το 2010 – όταν η Ελλάδα αντιμετώπισε την μεγαλύτερη μεταπολεμική κρίση: οι εφημερίδες περισσότερο και τα τηλεοπτικά κανάλια , τα ραδιόφωνα και τα sites λιγότερο , είτε είχαν μία γραμμή συμπολιτευτική , είτε μία γραμμή αντιπολίτευσης με την εκάστοτε κυβέρνηση, χωρίς σημαντικά παρατράγουδα , πέρα από την περίοδο του 1988 – 1989 , όταν τα χτυπήματα κάτω από το τραπέζι έδιναν και έπαιρναν.
Αλλά αυτή τη φορά, τα πράγματα θα έπαιρναν άλλη τροπή…
Τα ΜΜΕ είχαν – όπως είναι φυσικό – ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με όλα τα κόμματα . Και βεβαίως, είχαν με τον ΣΥΡΙΖΑ , ο ηγέτης του οποίου ήταν ένας νέος άνθρωπος που γοήτευε στην επαφή του με τον κόσμο.
Ο Σταύρος Ψυχάρης , ιδιοκτήτης – τότε – του ΔΟΛ , έχει αποκαλύψει μέσω του Βήματος τα των μυστικών συναντήσεών του με τον Αλέξη Τσίπρα , που είχαν τα αποτελέσματά τους στην «γραμμή» των δύο εφημερίδων που εξέδιδε , ώσπου ξεκίνησαν οι διώξεις εναντίον του για τα δάνεια του Οργανισμού.
Το ότι αθωώθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, μόνον ιστορική αξία έχει τώρα πια – έμειναν μόνον τα δημοσιεύματα για την «γάτα Ιαμαλαΐων» για να θυμίζουν μία συμφωνία που μόνον η μία πλευρά θεώρησε ότι υπήρχε…
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την διακυβέρνηση με το δόγμα ότι «δεν υπάρχουν φίλοι στα ΜΜΕ» , με την προσθήκη ότι ακόμα κι αν υπάρχουν , αυτό δεν κάνει καλό στον ΣΥΡΙΖΑ».
Επομένως, η προσπάθειά τους θα εστιαζόταν στην ανάληψη του ρόλου του εκδότη σε όσα περισσότερα ΜΜΕ γινόταν όχι από φίλους ή συνομιλητές, αλλά από αφοσιωμένους στο κόμμα.
Σήμερα, ξέρουμε ότι η επιχείρηση εκείνη απέτυχε σε όλα – παρά το γεγονός ότι κάποιοι παραδοσιακοί εκδότες έδωσαν γη και ύδωρ προκειμένου να διασώσουν τις επιχειρήσεις τους, που είχαν σχεδόν καταρρεύσει κυκλοφοριακά λόγω των μνημονιακών περικοπών στα εισοδήματα …
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης και ο πόλεμος εναντίον του
Το πώς παίχτηκε το παιχνίδι , το έχει περιγράψει πριν από τις ευρωεκλογές του περασμένου Μαΐου , ο ίδιος ο Βαγγέλης Μαρινάκης , ο οποίος πριν γίνει ο «Νο1 υπόδικος, ναρκέμπορας και αρχιδιαπλεκόμενος» ήταν συνομιλητής της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ: τα κυβερνητικά στελέχη είχαν επιχειρήσει να τον βάλουν να τους αγοράσει τηλεοπτικό κανάλι μέσω του κ. Καλογρίτσα – και όταν αρνήθηκε , ξεκίνησε ο πόλεμος εναντίον του …
Πρώτη γραμμή άμυνας του Μαρινάκη ήταν η αγορά των σημάτων του ΔΟΛ, για την οποία δαπάνησε 23 εκατομμύρια ευρώ.
Τα περισσότερα από τα χρήματα αυτά πήγαν για την αγορά του ποσοστού που είχε ο Οργανισμός στο Μέγκα – ένα κανάλι για το οποίο η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ευνοούσε για συμβολικούς λόγους το «λουκέτο» , μιας και ήταν ο σημαιοφόρος της μνημονιακής πολιτικής.
Όπως και έγινε – ώσπου ο εφοπολιστής νίκησε στον πλειστηριασμό για το λογότυπο του καναλιού που έκλεισε έχοντας μια τηλεθέαση γύρω στο 7% παίζοντας αποκλειστικά «κονσέρβες» από την περίφημη ταινιοθήκη του…
Από πολλές πλευρές, η επιστροφή του Μέγκα είναι – για τον χώρο των ΜΜΕ – η επαναφορά μιας κανονικότητας, με την έννοια ότι το δίλημμα για τους εκδότες παύει να είναι «υποταγή ή πόλεμος».
Κι αυτό επειδή ο πόλεμος έγινε – και νίκησε ο Βαγγέλης Μαρινάκης…