Η σεζόν του νταμπλ, το ευρωπαϊκό τρόπαιο και τα συνεχόμενα sold out στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» δεν ήταν απλώς στιγμές δόξας για τον Ολυμπιακό.

Ήταν το σημείο καμπής που οδήγησε τον Βαγγέλη Μαρινάκη στην απόφαση ότι η ιστορική έδρα του Ολυμπιακού δεν αρκεί πια για τις ανάγκες και τις φιλοδοξίες του συλλόγου.

1

Με φόντο τα 20 sold out σε μία χρονιά – σε πρωτάθλημα και Ευρώπη – το μήνυμα ήταν καθαρό: ο κόσμος «ξεχειλίζει» το γήπεδο, το brand του Ολυμπιακού έχει μεγαλώσει, οι απαιτήσεις έχουν αλλάξει. Και ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ, αντί να ψάξει για κρατικά κονδύλια, ΕΣΠΑ ή «συμπράξεις» που έχουμε συνηθίσει σε άλλα έργα, επιλέγει να κάνει αυτό που έχουν μάθει οι φίλοι του Ολυμπιακού να περιμένουν από αυτόν: να βάλει ο ίδιος το χέρι βαθιά στην τσέπη.

Το πλάνο είναι σαφές: ένα νέο, ριζικά ανακαινισμένο Καραϊσκάκη, με χωρητικότητα γύρω στις 50.000 θέσεις (η τρέχουσα είναι στις 33.334), νέες σουίτες, χώρους φιλοξενίας και εμπορικές χρήσεις, στα πρότυπα των πλέον σύγχρονων ευρωπαϊκών γηπέδων. Και όλα αυτά με απόλυτη χρηματοδότηση από τον Ολυμπιακό και τον Βαγγέλη Μαρινάκη, χωρίς ευρώ από Πολιτεία, Περιφέρεια ή κράτος.

Επένδυση δεκάδων εκατομμυρίων

 Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία και τις διαρροές, το ύψος της επένδυσης υπολογίζεται τουλάχιστον στα 50 εκατ. ευρώ, με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις να κάνουν λόγο ακόμη και για πάνω από 60 εκατ. ευρώ, δηλαδή ποσό μεγαλύτερο από το κόστος της μεγάλης ανακατασκευής του 2004. Μιλάμε δηλαδή για ένα project που σε καθαρή αξία επένδυσης βάζει τον Ολυμπιακό στη σφαίρα των κορυφαίων ευρωπαϊκών κλαμπ που αναβαθμίζουν ριζικά τις εγκαταστάσεις τους.

Το κρίσιμο σημείο δεν είναι μόνο το νούμερο, αλλά ο τρόπος: ο Μαρινάκης αναλαμβάνει να καλύψει εξ ολοκλήρου το κόστος, είτε απευθείας από την ΠΑΕ είτε μέσω των εταιρειών που θα συνεργαστούν μαζί της στο project. Χωρίς «γέφυρες» κρατικών επιχορηγήσεων, χωρίς πολύχρονα παζάρια με κυβερνήσεις, χωρίς να φορτωθεί ο Έλληνας φορολογούμενος το λογαριασμό.

Σε μια εποχή που σχεδόν όλα τα μεγάλα γήπεδα στην Ευρώπη και στην Ελλάδα έχουν σε κάποιο βαθμό δημόσια συμμετοχή ή διευκολύνσεις, ο Ολυμπιακός ποντάρει σε ένα καθαρά ιδιωτικό μοντέλο επένδυσης. Το μήνυμα προς την αγορά είναι σαφές: ο σύλλογος λειτουργεί ως σοβαρός ποδοσφαιρικός και επιχειρηματικός οργανισμός, με ιδιοκτήτη που δεν φοβάται τα μεγάλα έργα όταν πιστεύει ότι αυτά θα εκτοξεύσουν την αξία του brand.

«Σαν Μαμές»… made in Piraeus

Το αρχιτεκτονικό και λειτουργικό πρότυπο είναι επίσης ξεκάθαρο. Στο λιμάνι κοιτάζουν προς τη Χώρα των Βάσκων. Το νέο «Σαν Μαμές» της Αθλέτικ Μπιλμπάο, έδρα και περσινού τελικού του Europa League, αποτελεί το μοντέλο για το νέο Καραϊσκάκη: ένα compact, κάθετο, ποδοσφαιρικό γήπεδο με δυνατή ακουστική, υψηλού επιπέδου hospitality και εμπορικές ζώνες που δουλεύουν πέρα από τις 90 αγωνιστικά λεπτά.

Σχεδιαστικά, το πλάνο προβλέπει διώροφες εξέδρες, επέκταση της χωρητικότητας προς τα πάνω, αλλά και σοβαρή αναβάθμιση των εσωτερικών χώρων. Νέες VIP σουίτες, σύγχρονα lounge για χορηγούς και επιχειρηματικούς πελάτες, συνεδριακοί χώροι, αίθουσες εκδηλώσεων και – φυσικά – πιο άνετοι, ασφαλείς και λειτουργικοί κοινόχρηστοι χώροι για τον απλό φίλαθλο. Με λίγα λόγια, ο Ολυμπιακός δεν θέλει απλώς να προσθέσει 15-18.000 καρέκλες. Θέλει να μετατρέψει το Καραϊσκάκη σε ένα πολυλειτουργικό hub αθλητισμού και ψυχαγωγίας, που θα λειτουργεί ως καθημερινός προορισμός και όχι μόνο ως τόπος αγώνα κάθε δεύτερη Κυριακή.

Η Ολυμπιακή Πολιτεία

Γύρω από το νέο Καραϊσκάκη, το όραμα είναι ακόμη πιο ευρύ: η δημιουργία μιας Ολυμπιακής Πολιτείας. Γήπεδα για όλα τα σπορ του συλλόγου, σύγχρονο κολυμβητήριο, προοπτική για κλειστό χάντμπολ και βόλεϊ, το νέο γήπεδο μπάσκετ που ήδη χτίζεται, όλα ενταγμένα σε έναν ενιαίο αθλητικό και ψυχαγωγικό πυρήνα στο Φάληρο.

Η ιδέα είναι ο κόσμος του Ολυμπιακού να μπορεί να «κατεβαίνει» στο Νέο Φάληρο ένα Σαββατοκύριακο και να βρίσκει εκεί όλο τον σύλλογο: ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϊ, κολύμβηση, εκδηλώσεις, εμπορικά καταστήματα, εστίαση. Ένα mini campus, όπου ο Ολυμπιακός δεν είναι απλώς ομάδα, αλλά τρόπος ζωής. Σε αυτό το πλαίσιο, η επένδυση στο γήπεδο είναι ο κεντρικός πυλώνας μιας ευρύτερης στρατηγικής, που μετατρέπει την περιοχή σε οργανωμένη «καρδιά» του συλλόγου. Και πάλι, με την υπογραφή και τη χρηματοδοτική σφραγίδα Μαρινάκη.

Χρονοδιάγραμμα, ονοματοδοσία και… ΟΑΚΑ

Επισήμως, η διοίκηση κρατά χαμηλά την μπάλα στο θέμα των ημερομηνιών. Υπάρχει εσωτερικό χρονοδιάγραμμα, αλλά – όπως έχει διαρρεύσει – δεν είναι για το μακρινό 2035. Ο ίδιος ο Κώστας Καραπαπάς έχει αφήσει να εννοηθεί ότι, γνωρίζοντας τον τρόπο που κινείται ο Μαρινάκης, ακόμη και τα 3-4 χρόνια μοιάζουν πολλά.

Το βέβαιο είναι ότι την περίοδο των βασικών εργασιών ο Ολυμπιακός θα χρειαστεί να μετακομίσει. Το ΟΑΚΑ προβάλλει ως η πιο ρεαλιστική λύση για τα εντός έδρας παιχνίδια σε πρωτάθλημα και Ευρώπη, είτε σε πλήρη είτε σε μερική βάση, ανάλογα με την τεχνική λύση που θα προκριθεί για την ανακατασκευή. Το ζητούμενο είναι να συνεχιστεί χωρίς διακοπή η ευρωπαϊκή πορεία και η αγωνιστική δυναμική, ενώ «τρέχει» το έργο.

Στο τραπέζι βρίσκεται και η ονοματοδοσία του νέου γηπέδου, πάντα με σεβασμό στην ιστορική ονομασία «Γεώργιος Καραϊσκάκης». Η διεθνής πρακτική δείχνει προς συνδυαστικά μοντέλα, όπου ένα μεγάλο brand αγοράζει τα naming rights, χωρίς να σβήνεται το ιστορικό όνομα. Με δεδομένο το μέγεθος του Ολυμπιακού και τη δυναμική του Μαρινάκη, δεν θα είναι έκπληξη αν το νέο Καραϊσκάκη προσελκύσει διεθνείς εταιρείες που βλέπουν στο Λιμάνι μια εξαιρετική πλατφόρμα προβολής.

Από τα τσιμέντα σε project εκατομμυρίων

Πριν γίνει «case study» ιδιωτικής επένδυσης, naming rights και hospitality, το Καραϊσκάκη ήταν – και παραμένει – ένας τόπος φορτισμένος ιστορικά. Από τα πρώτα χρόνια ως ποδηλατοδρόμιο και στη συνέχεια ως έδρα του Ολυμπιακού, το γήπεδο στο Φάληρο συνδέθηκε με την ποδοσφαιρική και κοινωνική ιστορία του Πειραιά.

Εκεί γράφτηκαν οι μεγάλες βραδιές των δεκαετιών του ’60, του ’70 και του ’80. Εκεί το ποδόσφαιρο μπερδεύτηκε με την καθημερινότητα της εργατούπολης, με τα καράβια στο φόντο και τις γειτονιές να αδειάζουν κάθε φορά που ο Ολυμπιακός έπαιζε σπίτι του. Το παλιό, τσιμεντένιο Καραϊσκάκη μπορεί να μην είχε σουίτες, LED οθόνες και business lounge, αλλά είχε κάτι που δεν αγοράζεται: την αίσθηση ότι πατάς σε γη ιερών ραντεβού.

Η μεγάλη ανακατασκευή του 2004, ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων, έφερε το γήπεδο στη νέα εποχή: πιο λειτουργικό, πιο σύγχρονο, με επαγγελματικές υποδομές που αντιστοιχούσαν πλέον σε ένα κλαμπ ευρωπαϊκού επιπέδου. Για την εποχή εκείνη, το ποσό των περίπου 60 εκατ. ευρώ ήταν τεράστιο. Σήμερα, η συζήτηση γίνεται για έργο αντίστοιχου ή και μεγαλύτερου ύψους, με τον ίδιο σύλλογο να ανεβάζει μόνος του τον πήχη.

Παράδοση και μέλλον στην ίδια εξέδρα

Το στοίχημα του νέου Καραϊσκάκη είναι ακριβώς αυτό: να ενώσει την παράδοση με το μέλλον. Να κρατήσει την καυτή, πειραιώτικη ατμόσφαιρα που γνωρίζει όλη η Ευρώπη και ταυτόχρονα να προσφέρει τις υπηρεσίες, τις υποδομές και την εικόνα που απαιτεί το σύγχρονο ποδοσφαιρικό business.

Για τον Μαρινάκη, η επένδυση είναι και συναισθηματική. Ένα γεμάτο, σύγχρονο γήπεδο 50.000 θέσεων σημαίνει μεγαλύτερα έσοδα από εισιτήρια, μεγαλύτερη αξία για χορηγούς και συνεργάτες, περισσότερες εμπορικές δυνατότητες. Σημαίνει επίσης καλύτερο «χαρτί» στο τραπέζι των ευρωπαϊκών διοργανώσεων και των τηλεοπτικών συμφωνιών. Για τον κόσμο του Ολυμπιακού, όμως, σημαίνει κάτι ακόμη πιο απλό: ότι ο ιδιοκτήτης του συλλόγου δεν αρκείται στα εύκολα, δεν επαναπαύεται στα κεκτημένα και είναι διατεθειμένος να βάλει δεκάδες εκατομμύρια για να δει την ομάδα του να παίζει σε ένα γήπεδο αντάξιο της ιστορίας της.

Αν όλα εξελιχθούν όπως σχεδιάζονται, σε λίγα χρόνια ο Πειραιάς θα έχει ένα νέο Καραϊσκάκη, πιο μεγάλο, πιο σύγχρονο, πιο «ευρωπαϊκό». Το ζητούμενο είναι να παραμείνει το ίδιο πράγμα στον πυρήνα του: η έδρα του Ολυμπιακού. Το σπίτι όπου το κόκκινο παραμένει το μόνο πραγματικό χρώμα στις εξέδρες, όσα εκατομμύρια κι αν πέσουν στο σκυρόδεμα.