
Νομίζω πως μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η χώρα πρέπει να κυβερνάται – από πολιτικό σχήμα με ιδεολογική συνάφεια, εφικτούς στόχους και συμφωνημένες μεθόδους. Είναι ένα ελάχιστο υπόβαθρο που με την απλή λογική εξασφαλίζει ένα ελάχιστα αποδεκτό επίπεδο αποτελεσματικής διακυβέρνησης.
Νομίζω πως δεν υπάρχει αντίρρηση στην διαπίστωση πως με βάση τα σημερινά δεδομένα αυτές οι ελάχιστες προϋποθέσεις δεν προκύπτουν από εκλογική διαδικασία – είτε αυτή συμβεί σήμερα είτε, κατά αμφισβητούμενο πάντως τεκμήριο, πραγματοποιηθεί αύριο.
Νομίζω, τέλος, ότι είναι ισχυρή η θεώρηση των πολιτών πως στην πάντα βαθιά παθιασμένη Ελληνική κοινωνία, οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν ευδοκιμούν.
Το κρίσιμο ερώτημα, λοιπόν, είναι γιατί ο ηγέτης του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης επιμένει με μανία να οδηγεί την σύγκρουση με τη Ν.Δ. στα άκρα. Θα μπορούσε να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι εδώ έχουμε μία περίπτωση «έπεα πτερόεντα». Στο κάτω-κάτω η σύγκρουση Ανδρέα Παπανδρέου- Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε φτάσει στα άκρα. Και οι δύο ηγέτες, όμως, μολονότι στηρίζονταν σε ευρείες κοινωνικές μάζες που αντανακλούσαν τον τότε κοινωνικό-πολιτικό διχασμό, αμοιβαία επέλεξαν να κάνουν πίσω από τον γκρεμό. Γιατί ο Νίκος Ανδρουλάκης εμμένει σε σύγκρουση που δεν αποφέρει ούτε καν πρόσκαιρα αποτελέσματα—πολλώ δεν μάλλον μακρόχρονα και θεσμικά που θα μπορούσαν να διευκολύνουν το άνοιγμα του δρόμου προς την εξουσία. Γιατί χρησιμοποιεί τόσο ακραίες εκφράσεις που δεν αφήνουν περιθώριο για μελλοντικό διάλογο.
Ποικίλλουν οι ερμηνείες—από την ίδια την προσωπικότητα του, που δεν μπορεί παρά να είναι μόνιμα θυμωμένος καλύπτοντας έτσι την έλλειψη αυτοπεποίθησης, μέχρι τον φόβο πως είναι ηγέτης του ΠΑΣΟΚ υπό μόνιμη αίρεση. Από την αδυναμία του να δώσει στο ΠΑΣΟΚ ένα σύγχρονο όραμα που να δελεάσει την ελληνική κοινωνία μέχρι την παγκόσμια ανικανότητα της σοσιαλδημοκρατίας να προσφέρει σ’ ένα βαθιά χειμαζόμενο κόσμο ιδεολογικό διέξοδο από τον αυτοκαταστροφικό χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό. Από την αδυναμία του διαχειριστεί με επάρκεια την άνοδο του σ’ έναν ιστορικό θρόνο μέχρι τον συνειδητό φόβο πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μπορέσει και πάλι να «βγάλει λαγό» από την εκλογική κάλπη, καθώς διατηρεί την κυριαρχία του στον χώρο του κέντρου.
Δημοσκόποι και αναλυτές της πολιτικής σκηνής θεωρούν πως η ίδρυση κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα ή τον Αντώνη Σαμαρά ή και τους δύο, αποτελεί φάντασμα τρόμου για τον Νίκο Ανδρουλάκη. Στο θέμα αυτό δεν είναι μόνος. Ο ίδιος τρόμος διακατέχει τον Σωκράτη Φάμελλο. Ως ηγέτες, ως ρήτορες, ως κοινοβουλευτική παρουσία, ως πολιτικό βάρος Σαμαράς και Τσίπρας κατά παρασάγγας πλεονεκτούν απέναντι στους Ανδρουλάκη και Φάμελλο. Δεν έχει σημασία αν το ένα, το άλλο ή και τα δύο πιθανά κόμματα θα αποσπάσουν υψηλά ή χαμηλά ποσοστά. Αρκεί μόνο το γεγονός της ενεργούς παρουσίας τους στα πολιτικά και κοινοβουλευτικά δρώμενα για να ανατρέψουν τις κομματικές ισορροπίες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ και να στείλουν τις προσωπικές φιλοδοξίες των δύο σημερινών αρχηγών στα αζήτητα.
Ανδρουλάκης και Φάμελλος έχουν ουσιαστικά εγκλωβιστεί στην παράδοση του άκρατου λαϊκισμού που κληρονόμησε ο Τσίπρας και στην συγκριτικά διαχειριστική επάρκεια που ανέδειξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Εμφανίζονται έτσι ως κακέκτυπα αντίγραφα, καθώς ο λαϊκισμός του Αλέξη Τσίπρα λόγω της απόλυτης ανηθικότητας του δεν αντιγράφεται, ενώ η προσπάθεια υπονόμευσης της διαχειριστικής ικανότητας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, παρά τα λάθη της, απορρίπτεται από τους πολίτες ως ευκαιριακή και έτσι μη πιστευτή. Ποια είναι, εξάλλου, τα διαπιστευτήρια είτε του Ανδρουλάκη είτε του Φάμελλου; Καταφεύγουν, έτσι, στον εύκολο δρόμο της ακραίας κριτικής –με φράσεις και πράξεις—χάνοντας έτσι καθημερινά αλλά σταθερά τα λίγα ερείσματα που θα μπορούσαν ίσως να φέρουν στον δρόμο για την διακυβέρνηση.
Η ακρότητα και των δύο, αλλά ιδιαίτερα του Ανδρουλάκη, ίσως αυτό να αντανακλά: πως αμφότεροι δεν έχουν πολιτικό μέλλον.
Διαβάστε επίσης:
Το «κρυφό» μήνυμα Δένδια και οι «ανάποδες» κόκκινες γραμμές Μητσοτάκη
Καινοτομία σε ομηρία: Θεοδωρικάκος, Θεοδωρόπουλος και Ζαχαράκη στο μικροσκόπιο
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
