• Business

    Πλαφόν στο φυσικό αέριο: Αντίστροφη μέτρηση για τη μεγάλη ρήξη- Κίνδυνοι και παρενέργειες

    Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας

    Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας


    Σε κορύφωση της ρήξης Δύσης-Ρωσίας για το φυσικό αέριο οδηγεί η επιβολή πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου που δρομολογεί η Ευρώπη, φέρνοντας πολύ κοντά  το ενδεχόμενο  διακοπής ροής του ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη.

    Οι επόμενες μέρες όπως και η μέρα της Συνόδου των υπουργών Ενέργειας, η Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου είναι κρίσιμες, καθώς αναμένονται αντιδράσεις που θα σηματοδοτήσουν τις συνέπειες των εξελίξεων που έρχονται και πώς θα αντιδράσουν οι τιμές. Ταυτόχρονα γίνεται μεγάλη συζήτηση για τις ενδεχόμενες παρενέργειες της θέσπισης ενός τέτοιου μέτρου παρέμβασης και ζυγίζονται τα υπέρ και τα κατά.

    Κι ενώ η Ευρώπη ετοιμάζεται για έναν χειμώνα χωρίς το ρωσικό αέριο, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια τις επιδράσεις ενός πλαφόν στις τιμές αν επιβληθεί και αν θα επιτευχθεί μείωση κατανάλωσης αερίου αλλά και ποιες θα είναι τελικά οι επιπτώσεις στην οικονομία των κρατών μελών.

    Ήδη η Ρωσία την Παρασκευή αποφάσισε να διακόψει δηλαδή επ΄αόριστον τη ροή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, μέσω του αγωγού Nord Stream 1, προκαλώντας ενεργειακή ασφυξία στη Γηραιά Ήπειρο, ενόψει του χειμώνα, μετά την επιβεβαίωση της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν ότι η Κομισιόν προετοιμάζεται για την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου που εισάγεται μέσω αγωγών.

    Η ανάγκη για διπλό πλαφόν σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο κρίνεται απαραίτητη καθώς πρέπει η Ευρώπη κάπως να αντιδράσει στο γεγονός ότι η Ρωσία  εξασφαλίζει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, μειώνοντας τεχνητά τις διαθέσιμες ποσότητες σε ορυκτά καύσιμα και αναγκάζοντας τις δυτικές κοινωνίες να το αγοράζουν σε όποια τιμή. Ανοιγοκλείνοντας τις κάνουλες της ροής του φυσικού αερίου και προκαλώντας ανά πάσα στιγμή τεχνητές κρίσεις η Ρωσία καταφέρνει να αποκομίζει τεράστια οφέλη από την έκρηξη των τιμών με αποτέλεσμα τα ορυκτά καύσιμα (φυσικό αέριο και πετρέλαιο) να αποδίδουν το 50% των συνολικών εσόδων στα ρωσικά ταμεία. Με χρήματα από τη Δύση από τα υπερκέρδη από τα ορυκτά καύσιμα που χειραγωγεί η Ρωσία πετυχαίνει στη χρηματοδότηση  του πολέμου στην Ουκρανία.

    Το πλαφόν, μια πρόταση του Μάριο Ντράγκι

    Μια πρόταση για πλαφόν στο φυσικό αέριο που εισάγεται από τη Ρωσία, υποβλήθηκε από τον απερχόμενο Ιταλό πρωθυπουργό Μάριο Ντράγκι, και αφορά ένα ανώτατο όριο στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου που αγοράζεται από εταιρείες ενέργειας της ΕΕ. Τη διαφορά μέχρι την τιμή που διαμορφώνεται κάθε μέρα θα την καλύπτουν επιδοτήσεις.

    Μια τέτοια κίνηση θα περιόριζε τη διαπραγματευτική ισχύ της Μόσχας έναντι της ΕΕ. Παράλληλα όμως, θα διακινδύνευε και το ενδεχόμενο να δούμε ρωσικά «αντίποινα» όπως για παράδειγμα την πλήρη διακοπή των ροών ρωσικού φυσικού αερίου προς την ΕΕ από την πλευρά της Μόσχας (δείγματα της οποίας έχουμε ήδη δει μέσα από τις αλλεπάλληλες – ενδεχομένως προσχηματικές – διακοπές στις ρωσικές ροές μέσω του Nord Stream 1).

    Μια άλλη παραλλαγή είναι να μπει πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ανεξαρτήτως χώρας προελεύσεως. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι κυβερνήσεις της ΕΕ θα πλήρωναν στις ενεργειακές εταιρείες τη διαφορά μεταξύ αυτού του πλαφόν και της υψηλότερης τιμής του φυσικού αερίου, έτσι ώστε οι εταιρείες να μην χρειάζεται να μετακυλίουν το κόστος στους καταναλωτές.

    Σημειώνεται ότι πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου  στην Ευρώπη έχει ήδη τεθεί σε ισχύ από τον Ιούνιο σε Ισπανία και Πορτογαλία που έχουν πάρει το πράσινο φως από τις Βρυξέλλες για την πιλοτική εφαρμογή αυτού του συστήματος. Ωστόσο, όπως σημειώνει στην ανάλυσή του το Gzero, η Ιβηρική Χερσόνησος δεν αγοράζει μεγάλες ποσότητες ρωσικού αερίου είναι σε έναν βαθμό αποσυνδεδεμένη από την ευρύτερη αγορά χονδρικής της ΕΕ.

    Ρωσική αντίδραση

    Μετά τις ανακοινώσεις για το πλαφόν, ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ δήλωσε πως η Ρωσία θα επιβάλει εμπάργκο σε όσες χώρες υποστηρίξουν την πρόταση της Ουάσιγκτον για ανώτατο όριο στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου. Χαρακτήρισε άλλωστε «παράλογο» το σχέδιο, ενώ την ίδια απειλή επανέλαβε και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, τονίζοντας ότι δεν θα παράσχει η Ρωσία πετρέλαιο και πετρελαιοειδή σε όσες χώρες ενταχθούν στο σχέδιο, καθώς «απλούστατα δεν θα συνεργαστούμε μαζί τους». Αλλά και ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ δήλωσε ότι η Μόσχα θα διακόψει τις προμήθειες στην Ευρώπη εάν οι Βρυξέλλες επιβάλλουν ένα τέτοιο ανώτατο όριο. Ακολούθησε το πάγωμα α επ’ αόριστον την προμήθεια της Ευρώπης με φυσικό αέριο, από τον αγωγό Nord Stream 1, εξέλιξη απολύτως αναμενόμενη.

    Σημειώνεται ότι η Ουγγαρία, που διατηρεί στενές σχέσεις με τη Ρωσία έχει διαμηνύσει πως θα αντιταχθεί στην επιβολή πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου. Εξάλλου, ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς επιμένει πως το πλαφόν μπορεί να λειτουργήσει μόνο αν επιβληθεί σε παγκόσμιο επίπεδο και συμμετάσχουν και χώρες εκτός G7, όπως η Ινδία και η Τουρκία. 

    Παρενέργειες και διαφωνίες

    Οι πολέμιοι της θέσπισης ενός πλαφόν στο αέριο στην Ευρώπη, τονίζουν τις διάφορες παρενέργειες που μπορεί να έχει. Όπως τονίζουν, το τεχνιτά «φθηνό» αέριο μπορεί να μην φέρει αποσυμπίεση στις τιμές.  Θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους Ευρωπαίους να καταναλώνουν περισσότερο μόλις ένα μήνα αφότου τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν να μειώσουν «εθελοντικά» την κατανάλωση κατά 15% μέχρι τον Απρίλιο του 2023. Σε μια τέτοια περίπτωση, η μεγαλύτερη ζήτηση θα ωθούσε τις τιμές προς τα πάνω καθιστώντας έτσι, με την πάροδο του χρόνου,  την επιδότηση μη βιώσιμη για τις κυβερνήσεις.

    Η κάλυψη της υψηλής τιμής ουσιαστικά από προϋπολογισμούς, σημαίνει ότι χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία που είναι ήδη υπερχρεωμένες  θα έμπαιναν ακόμη πιο βαθιά μέσα σε χρέη εάν δανείζονταν περισσότερα χρήματα για να προστατεύσουν τους πολίτες τους από τους υπερβολικά υψηλούς λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος.

    Άλλες  φωνές υποστηρίζουν πως όλη αυτή η συζήτηση υπονομεύει τους σχεδιασμούς της ΕΕ περί κλιματικής ουδετερότητας με ορίζοντα το 2050, καθώς ουσιαστικά επιδοτούνται όχι μόνο τους καταναλωτές αλλά και τα ορυκτά καύσιμα και ότι, ως εκ τούτου, τα δημόσια κεφάλαια θα ήταν καλύτερο να δαπανηθούν για την επιτάχυνση της μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.



    ΣΧΟΛΙΑ