Νέο αρχαιολογικό χώρο αποκτά το κέντρο της Αθήνας με την ανάδειξη των ευρημάτων, που έχουν έρθει στο φως από τις ανασκαφές στην Βασιλίσσης Όλγας. Συγκεκριμένα πρόκειται για την περιοχή, που βρίσκεται στο όριο του Εθνικού Κήπου και απέναντι από το Ολυμπιείο στην συμβολή με την λεωφόρο Αμαλίας. Σημείο γνωστό αρχαιολογικά ήδη από τον 19ο αιώνα, με τον εντοπισμό σημαντικών αρχαίων καταλοίπων, που έχουν επιβεβαιώσει την συνεχή χρήση του από τους υπομυκηναϊκούς χρόνους έως την οθωνική περίοδο.

Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο, η ανάδειξη, η οποία αποφασίσθηκε χθες, 13 Μαΐου, από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αφορά στις αρχαιότητες που αποκαλύφθηκαν κατά τις τελευταίες ανασκαφές στο πλαίσιο του έργου «Ανάπλαση της Λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας στην Αθήνα» του δήμου Αθηναίων. Ένα έργο, ας σημειωθεί, που έχει δημιουργήσει προστριβές μεταξύ της προηγούμενης και την νυν δημοτικής Αρχής, αναφορικά με την παραχώρηση ή όχι του δρόμου στην κυκλοφορία. Κάτι που, όπως φαίνεται, θα επιτευχθεί μερικώς μόνον, καθώς η απόφαση του ΚΑΣ προβλέπει τη δημιουργία πεζόδρομου στον οποίο θα είναι ενταγμένες οι αρχαιότητες και ενός δρόμου ήπιας κυκλοφορίας για οχήματα έκτακτης ανάγκης και τραμ.

1

Σε κάθε περίπτωση όμως, η ανάδειξη των αρχαίων και συγκεκριμένα ενός πολυτελούς συγκροτήματος της Ρωμαϊκής εποχής, όταν ο ελληνολάτρης αυτοκράτορας Αδριανός κόσμησε την Αθήνα με μεγάλα έργα, δημιουργεί μια επιπλέον νησίδα ιστορίας και πολιτισμού για την πόλη.

Η ανασκαφή στην Βασιλίσσης Όλγας. Αριστερά το άγαλμα του Βύρωνα
Η ανασκαφή στην Βασιλίσσης Όλγας. Αριστερά το άγαλμα του Βύρωνα

Η «ενοποίηση» με το Ολυμπιείο

Το συγκρότημα, που κτίστηκε στην περίοδο που ο Αδριανός επέκτεινε την πόλη προς τα Ανατολικά, είχε μεγάλη περίστυλη αυλή (40χ35 μέτρα) και διέθετε τουλάχιστον εξήντα δωμάτια, πολλά από τα οποία είχαν τοίχους επενδυμένους με μαρμάρινες πλάκες και μαρμάρινα ή ψηφιδωτά δάπεδα. Διατηρήθηκε μάλιστα και μετά από την εισβολή και τις καταστροφές των Ερούλων στην Αθήνα, το 267 μ.Χ. Ήδη όμως σήμερα από το οικοδόμημα αυτό, είναι ορατό, στα ανατολικά του αγάλματος του Βύρωνα, τμήμα ημικυκλικής στοάς με ψηφιδωτό δάπεδο του πρώτου μισού του 5ου μ.Χ. αιώνα.

Η ανάδειξη των νέων ευρημάτων, όπως αποφασίσθηκε από το ΚΑΣ θα γίνει χωρίς στέγαστρο, προκειμένου να προσφέρεται για καλύτερη θέαση αλλά και να «ενοποιείται» με τον αρχαιολογικό χώρο, οπτικά τουλάχιστον, του Ολυμπιείου.

Επιπλέον και καθώς το ρωμαϊκό συγκρότημα εκτείνεται στον χώρο –περίπου μήκους 48μ. και πλάτους 40μ.- στον οποίο αναπτύσσονται σήμερα οι εγκαταστάσεις του Γεωπονικού Τμήματος του Ζαππείου προτείνεται, σε συμφωνία με την Επιτροπή Ολυμπίων & Κληροδοτημάτων να αποδεσμευτεί λωρίδα πλάτους περίπου 7μ. για την διαμόρφωση διαδρομής κατά μήκος της βόρειας πλευράς της ανασκαφής.

Κι αυτό, γιατί στόχος είναι η δημιουργία στο σημείο εκείνο ενός υπερυψωμένου χώρου θέασης, ο οποίος θα βρίσκεται σε οπτική επαφή με την Ακρόπολη, το Ολυμπιείο και τον Αρδηττό, παρέχοντας έτσι την δυνατότητα αντίληψης του συνόλου των μνημείων και της τοπογραφίας της αρχαίας Αθήνας. Ήπιας διαμόρφωσης αυτή η ζώνη θα καταλήγει στον περιφραγμένο αρχαιολογικό χώρο –πλησίον του αγάλματος του Βύρωνα- με τα κατάλοιπα της ημικυκλικής στοάς. Τέλος προβλέπεται και ο φωτισμός του χώρου για την νυχτερινή ανάδειξή του.

Οι οικοδομικές φάσεις του συγκροτήματος

Η ανασκαφή διενεργήθηκε από την Εφορεία Πόλης Αθηνών σε ζώνη μήκους περίπου 68 μ. και πλάτους 11 στο σημείο όπου ο αρχαιολόγος Στέφανος Κουμανούδης είχε εντοπίσει αρχικά το συγκρότημα, το 1888-89. Τα αρχαία αποκαλύφθηκαν κάτω από την ασφαλτόστρωση και το πεζοδρόμιο και όπως διαπιστώθηκε ανήκαν σε τρεις διαφορετικές οικοδομικές φάσεις με την πρώτη να χρονολογείται περί τον 2ο μ.Χ. αιώνα.

Η δεύτερη ήταν ισχυρότερης κατασκευής και από το στρώμα καταστροφής της πρόεκυψαν τμήματα γυάλινων αγγείων, σιδερένια καρφιά και μεγάλη ποσότητα κεραμικής του 3ου και 4ου μ.Χ. αιώνα, όπως θραύσματα από αμφορείς, πρόχους, λεκάνες, λυχνάρια, πινάκια και μαγειρικά σκεύη, κυρίως χύτρες αλλά και κεραμίδες στέγης, πλίνθοι και αργοί λίθοι, λίγα τμήματα μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών, θραύσματα από μαρμάρινα πλακίδια και πλάκες και άλλα.

Στην τρίτη οικοδομική φάση όλα ήταν πιο περιορισμένα με μικρότερα δωμάτια και φτωχότερα υλικά κατασκευής ενώ θραύσματα γλυπτών και αρχιτεκτονικών μελών αξιοποιήθηκαν σε δεύτερη χρήση.

Η ανασκαφική έρευνα στη Βασιλίσσης Όλγας
Η ανασκαφική έρευνα στη Βασιλίσσης Όλγας

Αποθηκευτικές δεξαμενές, ρωμαϊκή οδός και βαλανείο

Το δυτικό τμήμα του συγκροτήματος είχε αναπτυχθεί πάνω στις επιχώσεις της αμυντικής τάφρου (πλάτους 10μ. και βάθους περίπου 3μ.), που είχε διανοιχθεί κατά μήκος του Θεμιστόκλειου τείχους στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα. Ενώ δύο παράλληλοι τοίχοι που βρέθηκαν στον πυθμένα της θεωρείται, ότι μπορεί να στήριζαν μια γέφυρα για την είσοδο στην πόλη περνώντας μέσα από πυλίδα. Στα ανατολικά αυτής της τάφρου εξάλλου, σ΄ ένα χώρο, μήκους περί τα 11,5 μέτρα πιθανότατα διαμορφωνόταν μια αυλή με πηγάδι στο οποίο βρέθηκαν και οι εγκοπές κατάβασης.

Στην Βυζαντινή εποχή όλα αλλάζουν πάλι, καθώς στο ανατολικό τμήμα αναπτύχθηκαν τα υπόγεια σημαντικών κατοικιών ή εμπορικών οίκων, κάτι που φαίνεται από την παρουσία δεκαπέντε κτιστών αποθηκευτικών δεξαμενών σε σχήμα πίθου αλλά και τεσσάρων μεγάλων πήλινων πίθων. Να σημειωθεί εξάλλου, ότι μεγάλος αριθμός αποθηκευτικών σιρών είχε αποκαλυφθεί τόσο στις ανασκαφές του Κουμανούδη όσο και στις ανασκαφές για το Μετρό.

Τέλος περιορισμένες ανασκαφές σε μικρό βάθος έγιναν και νοτίως της κεντρικής εισόδου του Ζαππείου, σε λωρίδα μήκους 18μ. και πλάτους 6μ., όπου αποκαλύφθηκαν οικοδομικά κατάλοιπα της ύστερης αρχαιότητας.

Να προστεθεί όμως ακόμη, ότι στην νοτιοδυτική άκρη του Ζαππείου στον χώρο όπου έχει κατασκευαστεί το φρέαρ του Μετρό έχει αποκαλυφθεί μία ρωμαϊκή οδός αλλά και ένα μεγάλο βαλανείο, το οποίο διατηρείται σήμερα ορατό. Το βαλανείο χρονολογείται στα τέλη του 3ου ή αρχές του 4ου αιώνα, στην συνέχεια καταστράφηκε για να ακολουθήσει όμως η επισκευή και επέκτασή του τον 5ο – 6ο αιώνα.

Διαβάστε επίσης 

Ένα αρχαίο εργαστήριο γλυπτικής στην Πάρο

«Είσαι ό,τι φοράς»: Μια σπουδαία έκθεση με την… αύρα της Σοφίας Κοκοσαλάκη

Φως μέσα στο σκοτάδι – Ο Παρθενώνας και ο μυστηριακός φωτισμός του σε νέα μελέτη