• Πολιτισμός

    Σωτήρης Φέλιος: «Δεν πρόσεξα ποτέ την οικονομική όψη της τέχνης»

    Σωτήρης Φέλιος (φωτό Βαγγέλης Ζαβός)


    Σαν αφήγημα περί Ηθικής έμοιασε η συνομιλία με τον Σωτήρη Φέλιο. Ο δικηγόρος (φιλόσοφος του δικαίου;) και σημαντικότερος συλλέκτης μοντέρνας και σύγχρονης ελληνικής τέχνης συνδυάζει την ιδιοφυία με τον ιδεαλισμό.

    Παρότι τυπικά του αρμόζει ο χαρακτηρισμός του μαικήνα, ο ίδιος τον αποστρέφεται. «Όχι, όχι είναι μια μ… αυτό», επιμένει εμφατικά.

    Η συνέντευξη οργανώνεται με αφορμή την πρόσφατη συμμετοχή της  Συλλογής Σωτήρη Φέλιου στην πλατφόρμα Google Arts and Culture. Μαζί με το ΜΟΜΑ και την Εθνική Πινακοθήκη (inter alia) φιγουράρει πλέον μπροστά στα αμέτρητα μάτια των φιλότεχνων (και μη) του διαδικτύου.

    Η συζήτηση προχωράει με αφηγήσεις και περιστατικά από μια πλούσια ζωή «γεμάτη περιπέτεια, γεμάτη γνώση» και ατόφια ιδανικά.

    Οι ευφυείς συλλογισμοί του παλινδρομούν ανάμεσα στο συγκεκριμένο και το αφαιρετικό αγγίζοντας συχνά την ποίηση. Αυτή συμβαδίζει κατά περίεργο τρόπο με τη διασκεδαστική, παιγνιώδη αθυροστομία του.

    Γιώργος Ρόρρης

    Για τα φοιτητικά χρόνια

    Η συζήτηση μοιραία ξεκίνησε με τον καθηγητή στο Πάντειο Ολύμπιο Δαφέρμο. Στα χρόνια όπου βρέθηκαν συναγωνιστές στο Πολυτεχνείο. Ο Σωτήρης Φέλιος στη Νομική Αθηνών, ο φίλος του στο ΕΜΠ.

    Υπήρξε ένας από τους 42 φοιτητές της Νομικής που προσέφυγαν στο Πρωτοδικείο το 1972 με αίτημα το διορισμό διοίκησης για να διεξαχθούν ελεύθερες εκλογές στο πανεπιστήμιο. Το δικαίωμα να εκλέγουν οι ίδιοι τους εκπροσώπους τους.

    Ο αγώνας αυτός διεξαγόταν μέσω της δικαστικής οδού (προσφυγές στο Πρωτοδικείο) αλλά και με ποικίλες άλλες μορφές: Δημοσιοποίηση επιστολών και υπομνημάτων, εκλογή επιτροπών, καταγγελίες σε ατομικό ή ομαδικό επίπεδο, στην προσπάθεια των σπουδαστών για αντιπροσωπευτική αυτοδιοίκηση.

    «Υπήρχε φόβος πολύς. Κουβαλάγαμε έναν αφόρητο λεγκαλισμό, θέλαμε να τα κάνουμε όλα by the book. Τι by the book; Εδώ μας πάνε γ…

    Ψάχναμε μια δικαιολογία πρώτα σε εμάς ότι το κάναμε σωστά.

    Ο Πετυχάκης έβγαζε σημειώσεις βιβλίων. Στις γενικές αρχές αστικού υπήρχε ένα παράδειγμα γενικής συνέλευσης. Νομίζαμε ότι τα είχαμε δει όλα…

    Αυτό που έριξε το λιθάρι στο νερό ήταν οι 42. Να πάνε στο δικαστήριο να ρίξουν τη διορισμένη Θέμιδα. Βέβαια μέσα στο μυαλό μας ξέραμε τι γίνεται και πιστεύαμε ότι αυτό θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά».

    Πράγματι το Φεβρουάριο του 1973 «μας πήρε χαμπάρι η Ασφάλεια. Μας μαζεύουν, μας αποβάλλουν, μας στρατεύουν και γίνεται της π… το κάγγελο μετά: “Φέρτε πίσω τα αδέλφια μας…”. Πήγαμε μέχρι το Πολυτεχνείο έτσι».

    Αυτή η περίοδος της ζωής του γύρω από το Πολυτεχνείο και τους συναγωνιστές του αξίζουν ξεχωριστή μνεία. Ευκαιρίας δοθείσης, με τον δικό του γλαφυρό τρόπο αφήγησης.

    Κώστας Παπανικολάου

    Στο Παρίσι

    Το Σεπτέμβριο του 1975 φεύγει για το Παρίσι, για μεταπτυχιακό στη Σορβόννη, στο Paris II. Μελέτησε τις ανώνυμες εταιρείες.

    «Όταν πήγα εκεί δεν μίλαγα Γαλλικά, μίλαγα μόνο Αγγλικά», θυμάται. «Έπρεπε λοιπόν να διαβάζω 24 ώρες το 24ωρο Γαλλικά».

    Όταν πήγε στο Παρίσι έμεινε στην πανεπιστημιούπολη, γύρω από τη Σορβόννη για να μελετάει.

    «Όμως εκεί κουβάλαγαν τη μοναξιά τους (δεν θα πω τα ονόματά τους), πολλοί γνωστοί σήμερα Έλληνες, που ήταν και αυτοί εκεί. Και εμένα μου τη βάραγε όταν μου έλεγαν, “Σου ήρθε Το Βήμα;” Και απαντούσα: “Ρε μ… πήγαινε πάρε καμιά άλλη εφημερίδα. Είσαι στο Παρίσι!”».

    Εκείνη την εποχή υπήρχε έλεγχος συναλλάγματος. Έπαιρνε κανείς μεταπτυχιακό με έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος. Τότε 450 γαλλικά φράγκα. Σκέφτηκε την περιστασιακή εργασία…

    Οι επιλογές του μετρημένες. Είτε θα καθάριζε ταβέρνες στο Καρτιέ Λατέν ή θα γινόταν καστανάς με τη φουφού (για λίγο είχε συνεννοηθεί με την καστανού πίσω από την πλάτη του καστανά, να της δίνει ένα φράγκο για κάστανα και να του δίνει ρέστα ένα δεκάρικο).

    Κάποια στιγμή τον πληροφόρησαν ότι υπάρχει μια άλλη, πιο καλοπληρωμένη δουλειά.

    Έτσι «έκανα το μοντέλο στη Beaux Arts», τη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι. «Ήθελε πολλή πειθαρχία. Γιατί σε έβαζαν σε μια θέση και σου έλεγαν: έτσι! Μέτα από κάποια ώρα ποζαρίσματος ένιωθα να βγαίνουν βελόνες έξω από το κορμί μου».

    Τάσος Μαντζαβίνος

    Στην πλευρά του δικαίου

    Μόλις γύρισε από το Παρίσι, μπήκε αμέσως στον συνδικαλισμό -«με έτρωγε ο π… μου επειδή είχα και αυτήν την αναφορά από τη δικτατορία». Εκλέχθηκε στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και «εκλεγόμουν για τριάντα χρόνια».

    Το 1999 εκλέθηκε και πρόεδρος στον Ευρωπαϊκό Δικηγορικό Σύλλογο. Σε αυτό το πλαίσιο, με αφορμή μια εμπειρία συνεργασίας με την Κομισιόν, αμερικανούς δικηγόρους και το ιαπωνικό σύστημα δικαιοσύνης, δοκίμασε αυτό το κράμα «πειθαρχίας και προοπτικής». Κατά τη γνώμη του, σημαντικό μάθημα για να πετύχει κανείς.

    Δεν ορρωδούσε προ ουδενός. Ή με δικά του λόγια, «δεν κό…α πουθενά». Η δικηγορία του χάρισε φήμη και λεφτά.

    «Πώς λειτουργεί η εμπιστοσύνη ανάμεσα στον πελάτη, εσένα και εμένα; Γιατί εμπιστεύεσαι εμένα και έρχεσαι και μου λες, να η καρδούλα μου, σου τα είπα όλα; Αυτό ακουμπάει και τη μαγεία: Γιατί κάποιος εμπιστεύεται κάποιον».

    Από τη νομική επιστήμη αγάπησε «μια αίσθηση του να είμαι δέκα πόντους μπροστά από τον άλλον: Υπερασπιστής δηλαδή, αυτό λέω. Όχι μόνο στο ποινικό αλλά και στο εμπορικό, στα ανθρώπινα δικαιώματα. Και ο τελευταίος τον οποίο συλλαμβάνουν και έχουν σε αστυνομικό τμήμα, έχει δικηγόρο. Τα έχουν κάνει σκ…, αλλά είναι κατάκτηση του πολιτισμού ο δικηγόρος».

    Επίσης, «μπορούσα να μιλάω στο πόπολο… Αυτοσαρκάζομαι… Το ότι μπορούσα ήταν απότοκο μιας κάποιας γνώσης αλλά κυρίως τσαμπουκά, θάρρους, αυτοπεποίθησης που ανάβλυζε».

    Υπήρχε όμως και ένας πυρήνας που δικαιολογούσε αυτά τα χαρακτηριστικά, θα μπορούσε κανείς να προσθέσει.

    «Έχει να κάνει με δύο αναφορές: Η μία αναφορά είχε να κάνει με την αίσθηση ότι είμαι στην πλευρά του δίκαιου. Με έχει απασχολήσει και με αποσχολεί το δίκαιο», ομολογεί.

    Και το άλλο, «ότι ήταν γοητευτικό».

    Χρήστος Μποκόρος

    Η Τρίπολη και το όνειρο φυγής

    Προέρχεται από εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του βιοτέχνης, κηροπλάστης, πολύ πλούσιος για τα δεδομένα της Τρίπολης.

    «Ο πατέρας μου ως απειλή είχε ότι “θα σας σταματήσω από το σχολείο αν δεν είστε πρώτοι. Φέρνεις το 20; κάνε ό,τι θες. Γύρνα ξεβράκωτος, σπάστα όλα”».

    Όμως, εκείνος σήμερα δεν συμφωνεί με αυτήν την παιδαγωγική παρότι μόνο σε καλό του βγήκε.

    «Εκείνη την ώρα εγώ ανακάλυπτα τον κόσμο. Ήμουν πιθανότητα το μόνο παιδί που όταν έμπαινε ο δάσκαλος και ανακοίνωνε θα πάμε εκδρομή στα Δερβενάκια, όλα ή σχεδόν όλα τα παιδάκια επιφυλασσόντουσαν, να ρωτήσουν τους γονείς τους πρώτα. Εγώ ήμουν ο πρώτος που γραφόμουν στον κατάλογο».

    Στην Τρίπολη υπήρχε η Παιδαγωγική Ακαδημία. Την ίδρυσε ο Ευάγγελος Παπανούτσος για τους φοιτητές παιδαγωγικής. Είχε φτιάξει δύο τμήματα (το πρώτο και το δεύτερο) στα οποία οι δάσκαλοι θα πραγματοποιούσαν τις λεγόμενες υποδειγματικές διδασκαλίες.

    Φορούσαν ναυτικά. «Πλάκωνα τα παιδιά που νόμιζα ότι με ειρωνευόντουσαν».

    Στη δευτέρα δημοτικού, τούς δίδασκαν και τραγουδούσαν τον Ναμπούκο (Nabucco) του Βέρντι.

    «Εγώ πιστεύω ότι τέλειωσα το Γυμνάσιο με αυτά που είχα πάρει στο δημοτικό», υπογραμμίζει σήμερα.

    Στο Γυμνάσιο ασχολήθηκε «…με άλλα. Αυτά λοιπόν τα άλλα ήταν κλασσικά εικονογραφημένα, η Εγκυκλοπαίδεια του Ελευθερουδάκη στο σπίτι, η δημοτική βιβλιοθήκη όπου εκεί πρωτοδιάβασα την Ιστορία του Διονυσίου Κόκκινου και εκεί πρωτοείδα πίνακες ζωγραφικής, τέσσερις που υπήρχαν -κάποια τοπία. Αυτή ήταν η διέξοδός μου. Εκεί σκεφτόμουν αλλιώς. Απ’ έξω, θα ξεκωλονόμουν στο ποδόσφαιρο με τους άλλους. Θα έδερνα ή θα με έδερναν. Αλλά δεν έφτανε μόνο αυτό», παρατηρεί σε μια αποστροφή του λόγου.

    Ύστερα «έκλεβε» τη μητέρα του προκειμένου να πηγαίνει σινεμά. Και πήγαινε «σαν παλαβός» κρυφά. Δηλαδή, όχι στην απογευματική παράσταση. Εκείνος αναζητούσε τα αμερικάνικα, τα αστυνομικά, τα καουμπόικα, τα ιστορικά έργα, τους Σταυρούς στο Μέτωπο του Κιούμπρικ.

    «Αυτό ήταν συνδυασμένο με ένα όνειρο φυγής. Να πας παραπέρα. Στην Τρίπολη τους ήξερα και με ήξεραν με το μικρό μου όνομα».

    Εδουάρδος Σακαγιάν

    Η ΕΤΕΡΟΓOΝΙΑ ΤΩΝ ΣΚΟΠΩΝ

    Η αγάπη για την τέχνη λοιπόν υπήρχε μέσα του κατά κάποιο τρόπο.

    Τυπικά ξεκίνησε «κυνηγώντας μια μικρή, που ήταν στην Καλών Τεχνών. Είναι η ετερογoνία των σκοπών. Εκείνη πήγαινε στη Σχολή και εγώ πήγαινα για αυτήν. Αλλά βλέποντας, έβλεπα. Και έβλεπα πράγματα που ήταν μαγικά. Ιδίως ως προς την επικοινωνία. Το πόσα σου άνοιγαν. Αν υποτεθεί ότι πρόσεχες».

    Η τέχνη ως έκφραση της απροσδιοριστίας της ψυχής, που πλησιάζει την ποίηση.

    Αναπότρεπτα γίνεται λόγος για το έργο 5.000 days του δημιουργού Μπιπλ (Beeple). Πουλήθηκε πρόσφατα για 69 εκατομμύρια δολάρια σε δημοπρασία των Christie’s.

    Ο μεγάλος οίκος δημοπρασιών δέχτηκε να εισπράξει την αξία του έργου σε κρυπτονομίσματα της μορφής Ether. Έργα που δεν έχουν υλικότητα αλλά ψηφιακή υπογραφή ή Non Fungible Token (NFT).

    «Αυτό είναι κάτι άλλο. Είναι ένα πράγμα. Το δημιουργήσαμε. Πάει να φτιαχτεί ένα μηχανάκι. Και νομίζω ότι σε αυτήν την κατεύθυνση είναι και τα δημοσιεύματα. Να δημιουργήσουν μια αίσθηση περιέργειας και κάποιος να τσιμπήσει», παρατηρεί.

    Εκείνος βέβαια ξέρει «πώς λειτουργεί το μηχανάκι αλλά δεν πρόσεξα ποτέ την οικονομική όψη».

    Τι προσδίδει άραγε αξία σε ένα έργο για τον Σωτήρη Φέλιο;

    «Ξέρω το κάθε έργο. Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν πήρα το έργο επειδή μου το συνέστησε η ειδικός Δαφέρμου. Την ακούω. Αλλά αν δεν μου μιλήσει εμένα…».

    Δεύτερον, «ότι είναι αυτό που θα λέγαμε “ελληνική ζωγραφική”. Σε εισαγωγικά το λέω».

    Και το τρίτο «έχει να κάνει με εμένα. Δηλαδή αυτό που βλέπω είναι αντιπαραβολή δική μου. Και έτσι μπορώ να πω χίλια πεντακόσια πράγματα γιατί επέλεξα ετούτο και όχι το άλλο».

    Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ σε αντίθεση με άλλους συλλέκτες, εκείνος παρουσιάζει τη Συλλογή Σωτήρης Φέλιος. Αλλά δεν πουλάει ποτέ έργα του.

    «Έρχονται και μου λένε: Έπαιρνες Μποκόρο, έπαιρνες Σακαγιάν. Πού το ήξερες; Λέω, μου μιλάει το μαξιλάρι μου το βράδυ».

    Χρόνης Μπότσογλου

    ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ

    Αρχίζει να αγοράζει έργα περίπου ταυτόχρονα με τη δημιουργία του δικηγορικού του γραφείου (Felios Law Firm) το 1979.

    «Έβγαζα λεφτά από τη δικηγορία. Θα μπορούσα να πάω να πάρω Τσαρούχη. Χωρίς να μυκτηρίσω ποτέ -τον σέβομαι, τον αγαπάω. Δεν είπα να πάω να πάρω Τσαρούχη. Κάτι μέσα μου μού έλεγε βάλε στοίχημα με τον εαυτό σου. Και πήρα Μποκόρο και πήρα Ρόρρη και πήρα Παπανικολάου».

    Όλα ξεκίνησαν με τον Κυπρίνο του Χρήστου Μποκόρου που αγοράστηκε από την Γκαλερί 24 στην οδο Κλεομένους.

    Βρίσκεται λοιπόν ένα βράδυ στο σπίτι του ζωγράφου στο Κολωνάκι. «Κάπου εκεί ξανοίχτηκα. Παρότι δίνω διαφορετική εντύπωση, είμαι μαζεμένος με τον άλλο άνθρωπο. Νομίζω ότι είσαι ο καλύτερος ζωγράφος. Είπα περίπου αυτό. Μου λέει, θέλεις να γνωρίσεις τον καλύτερο ζωγράφο;».

    Έχει αφηγηθεί ξανά πώς πήραν το παλιό τογιότα του Μποκόρου, διέσχισαν τη Σόλωνος και την Αλεξάνδρας και βρέθηκαν στον έβδομο όροφο μιας πολυκατοικίας σε ένα μονόχωρο δωμάτιο.

    Εκεί έμενε ο Κώστας Παπανικολάου. «Μου λέει αυτός είναι ο καλύτερος ζωγράφος. Εκείνο το βράδυ παίρνω τη Βάντα από τις ζωγραφιές του Κώστα».

    Κάνοντας παρέα μαζί του, μία φορά του πρότεινε να έχει κατά νου έναν ακόμη εξαιρετικό ζωγράφο.

    «Ήταν φανερό από τον τρόπο που μιλάγαμε ότι δεν με έκανε πάσα, δεν ήταν συνεννόηση για να πάει κάποιος να αγοράσει. Με παίρνει και πάμε στον Ματζαβίνο».

    Στο ατελιέ του πια, «εγώ ήμουν δεν ήμουν παρόν, στα τέτοια του τού Τάσου. Ο Κώστας λέει: “Τάσο το παιδί αγοράζει Μποκόρο”. Τότε ο Ματζαβίνος δεν ήθελε να ακούει τη λέξη Μποκόρος. Λέει ο Ματζαβίνος: Καλά αν είναι “μ…” γιατί δεν πάει στο Μοναστηράκι να αγοράσει Γύζη; Σήμερα στη συλλογή συγκριτικά, τα περισσότερα έργα είναι του Ματζαβίνου», καταλήγει ο συλλέκτης.

    Από την αρχή είχε αρχίσει να αγοράζει έργα του Χρόνη Μπότσογλου. Κάποια στιγμή συναντιούνται στο ατελιέ του.

    Ο ζωγράφος σηκώνει την κουρελού που σκέπαζε τα φρέσκα του έργα. Ήταν η Νέκυια. Το γνωστότερο  (πολλαπλό) έργο του καλλιτέχνη και ένα από τα πιο σημαντικά της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής.

    Άρχισαν να συζητούν: «Κάποια στιγμή είμαστε μπροστά στο έργο όπου η μάνα του (σ.σ. του Μπότσογλου) βγαίνει μέσα από μια μηχανή Singer. Του λέω, Χρόνη αυτή η σκηνή είναι από τον Όμηρο. Ο Οδυσσέας έχει κατέβει στον κάτω κόσμο, βλέπει τη μάνα του, παει να την αγκαλιάσει και περνάνε τα χέρια του μέσα από τη σκιά της. Και βάζει τα κλάματα. Μου λέει τη Νέκυια έχω φτιάξει, με φίλους μου».

    Κάθε έργο έχει τις διαστάσεις μιας πόρτας. «Λέω, Χρονάκο αυτό είναι ένα έργο. Να το πάρω εγώ; Με αγκαλιάζει, με φιλάει και φεύγω. Μόλις βγαίνω έξω με βαράει ο ήλιος. Και λέω βρε μ… πόσο κάνει; Δεν γυρίζω πίσω να ρωτήσω. Σε επόμενο χρόνο, βρήκαμε άκρη».

    Μεγάλη αναδρομική της Νέκυιας παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μπενάκη στην έκθεση Χρόνης Μπότσογλου – Μια προσωπική Νέκυια (1993-2000) το Δεκέμβριο 2002 – Ιανουάριο 2003.

    Αλλά το Μουσείο έχει παρουσιάσει και συνολικά τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου στην έκθεση Το βλέμμα του Χρόνου. Ιστορίες εικόνων, Πίνακες από τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου το 2009.

    Μαριλίτσα Βλαχάκη

    Το παλιότερο είδος συλλέκτη

    Αρχικά δεν υπήρχε συνειδητή πρόθεση να δημιουργήσει συλλογή, πολλώ δε μάλλον σύγχρονης ελληνικής τέχνης.

    «Ήθελα πίνακες για μένα. Σκέφτηκα ότι θα έπρεπε λογικά να μπουν κάποια όρια αλλιώς είναι οι κόκκοι της άμμου, και αυτό και τούτο και το άλλο. Έπρεπε να πω κάτι, που ήταν τεχνικό…».

    Αλλά τελικά όχι και τόσο τεχνικό αφού «πιστεύω ότι αυτό που βγήκε από τη Σχολή Καλών Τεχνών το ’75 και κάτι, είναι ό,τι πιο προικισμένο πέρασε. Βρέθηκαν πολύ καλοί δάσκαλοι και εξαιρετικά ταλέντα».

    Αγόραζε πάντως προτού αποκτήσουν τη μεγάλη φήμη τους οι ζωγράφοι του. Συνέβαλε έτσι στην ανάπτυξη της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής. Ίσως όσο κανείς άλλος. Με άδηλο, πούρο αίσθημα αγάπης για όλα όσα επικοινωνούσαν τα έργα και οι δημιουργοί τους.

    «Ήταν κάτι αλληλοδιάδοχο. Διότι το πήγαινα παραπέρα. Με την έννοια ότι θα σου έλεγα, “έλα εδώ, έλα εδώ να σου δείξω…”. Το γραφείο μου έχει επαφές με ξένα δικηγορικά γραφεία, καλά δικηγορικά γραφεία και με ανθρώπους οι οποίοι είναι νοματαίοι. Και όταν τους είχα εδώ, γέμιζα πίνακες, έστελνα καταλόγους, όλοι είναι δίγλωσσοι».

    Κωνσταντίνος Κερεστετζής

    Κάποτε οραματίστηκε για το νεότερο εαυτό του να ξεφύγει από το γεωγραφικό του όριο. Το ίδιο ίσως επιθυμεί και για τα έργα του.

    «Η Τέιτ Μόντερν με τον τρόπο της λέει εγώ θα σας πω τι είναι σήμερα σημαντικό. Δεν λέει ποτέ αυτή τη φράση….  Είναι μια από τις εξηγήσεις γιατί η ελληνική ζωγραφική δεν έχει πάει πέρα από τα σύνορά της».

    Στο μέτρο των (μεγάλων) δυνατοτήτων του, ο ίδιος φροντίζει για αυτό. Το 2010 οδήγησε μέρος της Συλλογής Σωτήρης Φέλιος στο Σισμανόγλειο Μέγαρο στην Κωνσταντινούπολη.

    Πριν οκτώ χρόνια ταξίδεψε στο μεγαλύτερο μουσείο της Ρώμης Κομπλέσο ντε Βιτοριάνο (Complesso del Vittoriano) για την μεγάλη έκθεση Ellenico Plurale (27/11/2012-11/01/2013).

    Απολαυστική ιστορία γύρω από το πώς πραγματοποιήθηκε. Με την επιμονή του συμβούλου για τα πολιτιστικά του τότε προέδρου της ιταλικής Δημοκρατίας και καθηγητή Λουί Γκοντάρ.

    Γνωρίστηκαν κατά τύχη στη Ρώμη και μιλούσαν γαλλικά για πολλή ώρα. Ο δικηγόρος δεν γνώριζε ακόμη ούτε το επίσημο επάγγελμά του ούτε την ειδικότητά του: Το ότι υπήρξε περίφημος επιγραφολόγος και ανέσκαπτε την Κρήτη επί 18 χρόνια. Άρα και ότι μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Ο Γκοντάρ ουσιαστικά επέβαλε την έκθεση αυτή στον διευθυντή του Μουσείου Αλεσάντρο Νικοζία. Την έκθεση επιμελήθηκε ο ιστορικός τέχνης Τζουλιάνο Σεραφίνι.

    Η Ellenico Plurale πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Ίδρυμα Η άλλη Αρκαδία (διαχειρίζεται τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου) και την ελληνική πρεσβεία στη Ρώμη.

    Η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα σημείωσε ότι ο Σωτήρης Φέλιος συλλέγει «γιατί ερωτεύεται τα έργα που αγοράζει και θέλει να τα αποκτήσει ώστε να τα λατρεύει για πάντα. Δεν συμβουλεύεται ειδικούς. Αυτός είναι ίσως ο αρχαιότερος και πιο αγνός τύπος συλλέκτη».

    Η Corriere de la Sera σημείωνε τότε στο πρωτοσέλιδό της: Έχουμε σήμερα εμείς στην Ιταλία τέτοια τέχνη;

    Στην ίδια λογική εντάσσεται και η έκθεση ορισμένων έργων από τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου στην πλατφόρμα Google Arts and Culture. Την επιμέλεια της έκθεσης ανέλαβε εξολοκλήρου η διευθύντρια της Συλλογής Σωτήρη Φέλιου Δάφνη Πολίτη.

    «Δεν μπορείς να αφήσεις πίσω την τεχνολογία», επισημαίνει ο δικηγόρος. «Πρέπει να είμαστε παρόντες για να μην καταπίνουμε αμάσητο ό,τι έρχεται».

    Κάπου εδώ ίσως συγκλίνουν πάλι το δημοκρατικό του πνεύμα και το αίσθημά του περί δικαίου.

    Σύμφωνα με στοιχεία της Google Analytics, 3000 άτομα επισκέφτηκαν το πρώτο δεκαπενθήμερο (μέσα στο Μάρτιο) την ψηφιακή «έκθεση» του συλλέκτη. Η ελληνική τέχνη βγαίνει από τα σύνορά της.

    Σε αντίθεση με την πολιτική των μεγάλων μουσείων και ιδρυμάτων, «έρχεται η τεχνολογία και λέει: κοίτα, μπορεί να υπάρχει και μια άλλη διαμεσολάβηση, ευθεία. Μπές μέσα, δες».

    Εμμανουήλ Μπιτσάκης

    Περισσότερες πληροφορίες:

    felioscollection.gr

    Και https://16fokionosnegri.gr για τον (προσωρινά κλειστό) μη κερδοσκοπικό, εκθεσιακό χώρο του Ιδρύματος «Η άλλη Αρκαδία».



    ΣΧΟΛΙΑ