• Πολιτισμός

    Κατερίνα Κοσκινά – Κατερίνα Γρέγου: Δύο ξένες στην ίδια πόλη

    Κατερίνα Κοσκινά


    Γένους θηλυκού αποδεικνύονται σταθερά οι εικαστικές τέχνες στην Ελλάδα, με δύο γυναίκες να ετοιμάζονται, από θέσεις – κλειδιά, να παίξουν σημαντικό ρόλο στα πολιτιστικά πράγματα της χώρας.

    Με την κυρία Κατερίνα Κοσκινά, τέως διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, να έχει αναλάβει πλέον τη θέση συμβούλου σε θέματα πολιτισμού δίπλα στο δήμαρχο Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη. Και την κυρία Κατερίνα Γρέγου να αναμένεται τώρα για την διεύθυνση του ΕΜΣΤ, καταλαμβάνοντας δηλαδή την θέση που, έως πριν από ενάμιση περίπου χρόνο, κατείχε η πρώτη.

    Η ιστορία κάνει κύκλους, είναι γεγονός και η αλήθεια είναι ότι το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης υπήρξε, εδώ και πολλά χρόνια, πεδίο συγκρούσεων και αυταρχικών επεμβάσεων της πολιτείας, πριν καν ανοίξει. Σε κάθε περίπτωση, όμως, σήμερα υπάρχουν νέα δεδομένα και οι άνθρωποι δοκιμάζονται και κρίνονται σ΄αυτά.

    Η κυρία Κοσκινά στον δήμο Αθηναίων, όπου η εμπειρία της μπορεί να είναι πολύτιμη για την αναμόρφωση του πολιτιστικού τοπίου στην πρωτεύουσα και η κυρία Γρέγου σε έναν φορέα πολυσυζητημένο, από τον οποίο αναμένονται πολλά.

    Λιγότερο από δύο μήνες πριν, στις 24 Φεβρουαρίου συγκεκριμένα, όταν οι ειδήσεις για την επιδημία του ιού στην Κίνα φόβιζαν μεν και την Ελλάδα, αλλά χωρίς, τουλάχιστον ο απλός κόσμος, να φαντάζεται τη δυναμική της, το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης άνοιγε για πρώτη φορά πλήρως.

    Με τις μόνιμες συλλογές του, το καφέ και το πωλητήριό του, με ό,τι τέλος πάντων πρέπει να διαθέτει ένα μουσείο, αλλά …χωρίς διευθυντή. Μια ιδιομορφία -ανωμαλία για κάποιους- που, εκείνη την ημέρα, η υπουργός Πολιτισμού διαβεβαίωνε ότι, εντός ολίγου, θα διευθετηθεί.

    Αναμένοντας τα επίσημα εγκαίνια από τον πρωθυπουργό, σε λίγες μέρες δηλαδή, θα είχε ανακοινωθεί και ο νέος διευθυντής. Φυσικά, η ζωή τα έφερε αλλιώς κι όχι μόνον για την Ελλάδα, τίποτε από τα ανωτέρω δεν έγινε, αλλά το όνομα της κυρίας Κατερίνας Γρέγου για τη συγκεκριμένη θέση είχε ήδη ακουσθεί.

    Πληροφορίες εξάλλου, προ πολλών μηνών, ήθελαν την κυρία Γρέγου και ως υποψήφια για τη θέση του γενικού γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού στο υπουργείο Πολιτισμού, κάτι που δεν προχώρησε.

    Το βιογραφικό και οι δυσκολίες

    Από τις Βρυξέλλες, όπου ζει μόνιμα και έχει ως έδρα για την δραστηριοποίησή της στα εικαστικά σε όλη την Ευρώπη, η κυρία Γρέγου, ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια, αναμένεται τώρα και με την προοδευτική άρση των περιοριστικών μέτρων λόγω της πανδημίας, να καταλάβει πράγματι τη θέση.

    Κατερίνα Γρέγου

    Εξάλλου, μπορεί τα μουσεία να μην ανοίγουν αμέσως, αλλά αυτό όσον αφορά στο κοινό, καθώς, ως δημόσιες υπηρεσίες, εξακολουθούν να λειτουργούν. Και το ΕΜΣΤ έχει πολλά θέματα προς επίλυση. Το πλούσιο βιογραφικό της κυρίας Γρέγου στην καλλιτεχνική διεύθυνση και επιμέλεια ευρωπαϊκών εκθέσεων αποτέλεσε, το δίχως άλλο, το διαβατήριο για την επιλογή της στην καρέκλα, η οποία πάντως έχει υπάρξει στο παρελθόν «ηλεκτρική».

    Από την άλλη, έλλειμμα θεωρείται το γεγονός, ότι δεν διαθέτει διοικητική προϋπηρεσία σε ανάλογο φορέα, κάτι που ως απαράβατος όρος περιλαμβανόταν πάντα σε κάθε διαγωνισμό για τη θέση του διευθυντή. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, δεν μιλάμε για διαγωνισμό, αλλά για διορισμό.

    Έτσι, τέτοιοι όροι μπορεί να παρακάμπτονται. Επίσης, η χρονική θητεία επίσης του νέου διευθυντή θα είναι περιορισμένη. Γιατί, όπως είχε ανακοινώσει η κυρία Μενδώνη, εκείνη την ημέρα στο άνοιγμα του ΕΜΣΤ, ο νέος διευθυντής θα έχει διετή θητεία και, ακολούθως, θα προκηρυχθεί ο διαγωνισμός, στον οποίο θα μπορεί να λάβει μέρος και αυτός.

    «Αν έμενα στην Ελλάδα, θα ήμουν άνεργη αυτή τη στιγμή», είχε δηλώσει, πάντως, πριν από χρόνια σε μια συνέντευξή της η κυρία Γρέγου, που έχει εγκατασταθεί στις Βρυξέλλες από το 2006. Παρ΄ ότι είχε διατελέσει ήδη διευθύντρια του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ και επιμελήτρια της Συλλογής του Δάκη Ιωάννου (1997-2002), επέλεξε στην κατάλληλη στιγμή την μετακίνησή της προς την κεντρική Ευρώπη, καθώς οι δυνατότητες που μπορούσε να προσφέρει η Ελλάδα ήταν και είναι περιορισμένες.

    Κατερίνα Γρέγου

    Με σπουδές ιστορίας στο Courtauld Institute of Art του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και μουσειολογίας στο City University, έχει υπάρξει, ως σήμερα, από πλευράς θεσμικών θέσεων, καλλιτεχνική διευθύντρια της Art Brussels στις Βρυξέλλες (2012-2016), καλλιτεχνική διευθύντρια του Argos Centre for Art & Media, στις Βρυξέλλες επίσης (2006 και 2007) και, από το 2016, είναι υπεύθυνη του εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος Schwarz, το οποίο δραστηριοποιείται και στην Σάμο, με εκθέσεις και διεθνές Φεστιβάλ διαπολιτισμικής μουσικής.

    Πέρυσι, εξάλλου, ήταν επιμελήτρια του εθνικού περιπτέρου της Κροατίας στην 58η  Μπιενάλε της Βενετίας, όπου είχε ξαναπάει ως επιμελήτρια του περιπτέρου της Δανίας το 2011, ενώ το 2018 ήταν καλλιτεχνική διευθύντρια της 1ης Διεθνούς Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης της Ρίγας στη Λετονία.

    Παράλληλα, ως επιμελήτρια μεγάλων εκθέσεων και μπιενάλε, εργάσθηκε στην Εσθονία, τη Γαλλία, στη Σουηδία, την Αυστρία και στην Ελλάδα στην Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης.

    Elefsina Mon Amour

    «Οι εκθέσεις μου διερευνούν τη σχέση τέχνης, κοινωνίας και πολιτικής, με επίκεντρο τα ζητήματα της δημοκρατίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, του καπιταλισμού, της κρίσης και των μεταβαλλόμενων διαδρομών της παγκόσμιας παραγωγής», έχει πει η ίδια για τη δουλειά της, δηλώνοντας επίσης ότι: «Δεν με ενδιαφέρει η «τέχνη για την τέχνη», και θεωρώ ότι μερικά από τα πιο συναρπαστικά και γόνιμα για τη σκέψη έργα τέχνης, αναφέρονται στην κοινωνικοπολιτική σφαίρα».

    Κατερίνα Γρέγου

    Άγνωστο πάντως, αν παρόμοιο θα είναι το περιεχόμενο της έκθεσης «Elefsina Mon Amour» -σε παράφραση του τίτλου «Χιροσίμα αγάπη μου»- που ετοιμάζει, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του θεσμού «Ελευσίνα – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2021».

    «Ο κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε υφίσταται έναν πρωτοφανή, ραγδαίο συστημικό μετασχηματισμό», λέει η κυρία Γρέγου. «Η ταχύτητα της επιστημονικής εξέλιξης και τεχνολογικής προόδου, οι καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, καθώς και νέες μορφές ανισότητας είναι ζητήματα που απαιτούν άμεση λύση. Πιστεύω, λοιπόν, ότι είναι πολύ σημαντικό τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή να μιλούν οι καλλιτέχνες για την πολιτική, αν το ενδιαφέρον τους γι’ αυτή είναι γνήσιο».

    Κατερίνα Γρέγου

    Μένει να αποδειχθεί αν όλα αυτά μπορεί να βρουν ισχύ και στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Κι αυτό, γιατί εκεί η κυρία Κατερίνα Γρέγου θα έχει να αντιμετωπίσει μία δεδομένη κατάσταση, συλλογές ήδη διαμορφωμένες, έργα που έχουν ήδη λάβει τη θέση τους στο χώρο. Ένα μουσείο έτοιμο δηλαδή, που επιπλέον, αφενός κουβαλάει μια δύσκολη προϊστορία και, αφετέρου, κοινό και καλλιτέχνες έχουν μεγάλες προσδοκίες από αυτό.

    Οι διάδοχοι

    Στην κυρία Κοσκινά οφείλεται, όπως θυμίζουμε, η μουσειολογική μελέτη, με την οποία άνοιξε το μουσείο. Από την άλλη, βέβαια, στην προκάτοχό της, κυρία Άννα Καφέτση, η οποία βάρβαρα εκδιώχθηκε από την θέση, ανήκουν τα εύσημα, όχι μόνον για την δημιουργία του μουσείου, αλλά και για την κυρίως συγκρότηση της συλλογής.

    Έτσι, όταν «ήρθε η σειρά» και της κυρίας Κοσκινά να αποπεμφθεί κι αυτή άκομψα από το μουσείο, τον Οκτώβρη του 2018, από την τότε υπουργό Πολιτισμού, κυρία Μυρσίνη Ζορμπά, το έργο της ολοκλήρωσης της μουσειολογικής μελέτης ανατέθηκε και υλοποιήθηκε, με τροποποιήσεις πάντως, από «μεταβατικό διευθυντή».

    Συγκεκριμένα, τον αρχιτέκτονα κ. Δημήτρη Αντωνακάκη και την ιστορικό τέχνης Συραγώ Τσιάρα, ως μεταβατική αναπληρώτρια διευθύντρια, τους οποίους η κυρία Κοσκινά δεν είχε διστάσει να χαρακτηρίσει απαξιωτικά ως «εργολάβους», δεδομένου ότι θα εφάρμοζαν την δική της μελέτη και δουλειά.

    Κατερίνα Κοσκινά

    Έτσι κι αλλιώς, επρόκειτο για μία μεσοβέζικη κατάσταση, που διατήρησε και η σημερινή ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, με το λογικό πάντως επιχείρημα της ολοκλήρωσης του έργου, προκειμένου να ανοίξει το από εικοσαετίας αναμενόμενο μουσείο.

    Γέννημα θρέμμα της Κέρκυρας, με σπουδές Ελληνικής και Γαλλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και, στη συνέχεια, μεταπτυχιακά στην Ιστορία της Τέχνης και της Αρχαιολογίας, της Μοντέρνας Ελληνικής Λογοτεχνίας και Φιλοσοφίας της Τέχνης στη Σορβόννη, καθώς και σπουδές στη Σχολή του Λούβρου, η κυρία Κοσκινά είχε βάλει κι εκείνη ως στοίχημα το άνοιγμα του ΕΜΣΤ, αλλά δε μπόρεσε να το εκπληρώσει.

    «Όταν σπούδαζα στη Γαλλία, ήλπιζα και ευχόμουν κάποτε να δουλέψω για το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της χώρας μου, που τότε δεν υπήρχε», λέει σε μία συνέντευξή της. Ούτε και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα μουσείο υπήρχε. Εκείνη, όμως, εργάσθηκε από το 1988 και για μία τετραετία ως ειδική σύμβουλος και επιμελήτρια των προγραμμάτων Καλών Τεχνών στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, «το πρώτο κεφάλαιο του επαγγελματικού μου βίου που ήταν καθοριστικό για εμένα», όπως λέει.

    Στη Συλλογή της Alpha Bank

    Η σοβαρότερη σταδιοδρομία της, πάντως, θα άρχιζε το 1992, όταν ανέλαβε επιμελήτρια του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου, της Συλλογής Έργων Τέχνης της Alpha Bank και καλλιτεχνική σύμβουλος της Διοίκησης.

    Κατερίνα Κοσκινά

    Και, όπως λέει σήμερα, «Το Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου ήταν το δεύτερο σπίτι μου και η μισή ζωή μου. Έμεινα πάνω από 22 χρόνια και εργαζόμουν με ιδανικές συνθήκες». Ήταν η εποχή, που η Συλλογή της Alpha Bank θα έφθανε τα 5000 έργα, υπό την εποπτεία του φιλότεχνου, εκτός από πρωτοπόρου τραπεζίτη, Γιάννη Κωστόπουλου.

    Η ίδια ξεχωρίζει επίσης την δωδεκαετή συνεργασία της με την Αττικό Μετρό για την τοποθέτηση έργων στους σταθμούς, ενώ αναφέρει πάντα και το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, όπου δούλεψε εθελοντικά για έξι χρόνια, αποκομίζοντας εμπειρίες από τη δημόσια διοίκηση, ενώ, από το 2000 έως το 2004, διετέλεσε και καλλιτεχνική σύμβουλος της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων / Αθήνα 2004.

    Παράλληλα, πάντως, ήταν και η εθνική επίτροπος της 23ης Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 1996 και της 51ης Μπιενάλε της Βενετίας το 2005, καθώς και διευθύντρια της 3ης και της 4ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (2011 και 2013), έχοντας βεβαίως επιμεληθεί και πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις τέχνης.

    «Κάθε νέο επαγγελματικό κεφάλαιο είναι λίγο πιο δύσκολο από το προηγούμενο. Είναι σαν να υπάρχει ένα κρεσέντο δυσκολίας», έχει πει, αλλά σίγουρα η δυσκολία του ΕΜΣΤ είναι αξεπέραστη.

    Γιατί, ανεξαρτήτως πεπραγμένων και ευθυνών που της καταλογίζονται για το γεγονός ότι το μουσείο δεν άνοιξε ούτε επί των ημερών της, δεν μπορεί να προσπεράσει κανείς εύκολα και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίσθηκε από υπουργούς της προηγούμενης κυβέρνησης.

    Κατερίνα Κοσκινά

    Αρχής γενομένης από την αγοραία συμπεριφορά του τέως αν. υπουργού Πολιτισμού, κ. Νίκου Ξυδάκη, ο οποίος, αφού είχε προκαλέσει συναγερμό στο κτήριο του ΕΜΣΤ ανάβοντας το πούρο του, είχε αναφέρει επίσης, παρουσία της, ότι το μουσείο θα έπρεπε να αποκτήσει έναν διευθυντή που να του αξίζει!

    Ή, όταν ήρθε η δεύτερη απαξίωση, αυτή τη φορά από την κυρία Ζορμπά, με την κυρία Κοσκινά να μιλά πλέον για «δολοφονίες χαρακτήρων και για την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών και άλλων στόχων»…



    ΣΧΟΛΙΑ