• Πολιτισμός

    Χρόνης Μπότσογλου: Ο ζωγράφος των ανθρώπων στην Άνδρο

    Χρόνης Μπρότσογλου «Γυναίκα και άνδρας σε κόκκινο χώρο», 1984

    Χρόνης Μπρότσογλου «Γυναίκα και άνδρας σε κόκκινο χώρο», 1984


    «Ζωγραφίζω ανθρώπους επειδή είναι το ωραιότερο πράγμα που υπάρχει», είχε πει ο Χρόνης Μπότσογλου (1941-2022) και πράγματι η εμβάθυνσή του στον άνθρωπο, όπως παρουσιάζεται μέσα από τα πορτρέτα του κατορθώνει να κάνει αισθητούς τους ψίθυρους της ψυχής. Πολλά από αυτά τα πορτρέτα, μαζί με μεγάλο αριθμό άλλων έργων του –συνολικά περισσότερα από εκατό – παρουσιάζονται φέτος στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή στην Άνδρο.

    Με τίτλο «Χρόνης Μπότσογλου – Η αδιάλλακτη ειλικρίνεια της ενσυναίσθησης», σχέδια με μολύβι, παστέλ, ελαιογραφίες, ακουαρέλες, μπρούντζινα, ορειχάλκινα και γύψινα έργα αυτού του σημαντικού παραστατικού καλλιτέχνη θα περιμένουν τους επισκέπτες από τις 2 Ιουλίου ως την 1η Οκτωβρίου στο μουσείο. Πρόκειται για έργα, τα οποία καλύπτουν την περίοδο από το 1953 έως το 2018, δηλαδή περισσότερα από εξήντα πέντε χρόνια μιας εξαιρετικά γόνιμης καλλιτεχνικής διαδρομής.

    «Αυτοπροσωπογραφία», 1970-1973 περίπου
    «Αυτοπροσωπογραφία», 1970-1973 περίπου

    Οι δάσκαλοι

    Άξιος διάδοχος των δασκάλων του Βίνσεντ βαν Γκογκ, Αλμπέρτο Τζιακομέτι και Φράνσις Μπέικον, ο Μπότσογλου τοποθέτησε τον άνθρωπο στο κέντρο του έργου του και έθεσε σκοπό του να αποδώσει τους τρόπους με τους οποίους τον αντιλαμβανόταν με τη μεγαλύτερη δυνατή υποκειμενικότητα. Τα έργα του εξάλλου, είναι κατ’ εικόνα των γραπτών κειμένων του. Γεννήθηκαν δηλαδή μέσα στον ασκητισμό, στην οδύνη και σε μια γνήσια έγνοια για ειλικρίνεια.

    Αυτή η αδιάλλακτη ειλικρίνεια, την οποία επέβαλλε συχνά και απέναντι στον ίδιο τον εαυτό του, δεν έπαψε ποτέ να συνοδεύεται από ενσυναίσθηση. Αλλά το στοιχείο του εύθραυστου, του τρωτού που αναδύεται από τα έργα του δεν έχει να κάνει μόνο με το μοντέλο που ποζάρει κάθε φορά. Αφοπλίζει επίσης τον θεατή, ο οποίος, μπροστά σε μια αλήθεια τόσο ωμή, αναγνωρίζει και δικά του στοιχεία στο υλικό που έχει χρησιμοποιήσει ο καλλιτέχνης.

    «Γυμνό», 1986. Μπρούντζος με πράσινη πατίνα
    «Γυμνό», 1986. Μπρούντζος με πράσινη πατίνα

    Τα ζωγραφικά κεφάλαια

    Μια αγάπη για τον κόσμο, έμπλεη από μια τρυφερότητα εντελώς απαλλαγμένη από κάθε είδους συγκατάβαση, επαναλαμβάνεται σε μια σειρά θεματικών που αγαπούσε ο Μπότσογλου.

    Αυτά τα ζωγραφικά κεφάλαια, όπως ο ίδιος ο καλλιτέχνης τα όρισε στα γραπτά κείμενά του, ιδίως στη συλλογή «Το χρώμα της σπουδής», είναι όλα παρόντα σ’ αυτή την αναδρομική έκθεση. Η γενναιόδωρη συμμετοχή της οικογένειας του ζωγράφου, ο οποίος έφυγε από τη ζωή τον περασμένο χρόνο, όπως και πολλών συλλεκτών, ιδιωτών και θεσμών, επέτρεψε στο ίδρυμα να συγκεντρώσει τόσο τα έργα-ορόσημα του καλλιτέχνη όσο και πολλά άλλα, που εκτίθενται για πρώτη φορά.

    «Ο συνταξιούχος (δίπτυχο)», 1974. Λάδι σε καμβά
    «Ο συνταξιούχος (δίπτυχο)», 1974. Λάδι σε καμβά

    Η επιμέλεια της έκθεσης είναι της Μαρίας Κουτσομάλλη-Moreau, υπεύθυνης της Συλλογής Ιδρύματος Β&Ε Γουλανδρή

    Οι αυτοπροσωπογραφίες

    Ο Μπότσογλου αγάπησε τον άνθρωπο χωρίς τίποτε να στιγματίσει τη μοναδική ικανότητά του να αποκαλύπτει τον άλλο σαν να ήταν ο ίδιος ο εαυτός του. Μπορούσε να μπαίνει στη θέση του, να εκθέτει τον εσώτερο εαυτό του, χωρίς παραχωρήσεις ούτε εξωραϊσμούς, αλλά με μια καλοπροαίρετη διάθεση κατανόησης.

    «Μετρό-τούνελ (δίπτυχο)», 1971. Ακρυλικό σε χαρτί
    «Μετρό-τούνελ (δίπτυχο)», 1971. Ακρυλικό σε χαρτί

    Η ειλικρίνεια όμως του Μπότσογλου γίνεται ακόμη πιο αδιάλλακτη απέναντι στον εαυτό του. Το μαρτυρούν οι πολλές αυτοπροσωπογραφίες του, είδος στο οποίο θα επιδοθεί από πολύ νεαρή ηλικία. Με την πάροδο των χρόνων έτσι, το πρόσωπό του φέρει προοδευτικά τα σημάδια του χρόνου. Το σώμα του αφήνεται σε μια αργή, αναπόφευκτη γήρανση, αλλά το βλέμμα έχει μείνει ίδιο. Ένα βλέμμα διαπεραστικό, αποφασιστικό και ασυμβίβαστο, που αφήνει το θεατή να διαβάσει, με τρόπο απότομο και άναρχο, τις σκέψεις ενός ανθρώπου, που δεν προσπαθεί να κρυφτεί.

    «Αυτοπροσωπογραφία», 2016. Λάδι σε καμβά
    «Αυτοπροσωπογραφία», 2016. Λάδι σε καμβά

    Έτσι με αυτή την απόλυτη αποδοχή των ατελειών και αδυναμιών του, ο Μπότσογλου εμφανίζεται, όπως ακριβώς είναι, με ό,τι πιο επονείδιστο, πιο συμπλεγματικό, αλλά και πιο γενναιόδωρο κρύβει μέσα της. Η συχνή γύμνια των σωμάτων καταλήγει να είναι σεμνότερη από την προκλητική γύμνια των βλεμμάτων.

    «Το τρίπτυχο του κίτρινου κύκλου», 1990. Λάδι σε καμβά
    «Το τρίπτυχο του κίτρινου κύκλου», 1990. Λάδι σε καμβά

    Ο έρωτας

    Το 1986 άρχισε ο Μπότσογλου αρχίζει να φτιάχνει ερωτικά σχέδια, αλλά μόνο μία δεκαετία αργότερα βρίσκει τις πλαστικές λύσεις, που του επιτρέπουν να εξερευνήσει πλήρως το θέμα.

    Το 2001 έτσι, σε ηλικία ήδη 60 χρονών, εκπλήσσει τους πάντες, επιστρέφοντας στην ερωτική ζωγραφική με μια σειρά ανάγλυφων και έργων σε χαρτί. Αντλώντας φύρδην μίγδην από τις παραδόσεις της αρχαίας Ελλάδας, της Ρώμης, αλλά και της Ιαπωνίας και της Ινδίας, χλευάζει τη σύγχρονη σεμνοτυφία, που ξέρει να κλείνει τα μάτια μπροστά στη χυδαιότητα, αλλά όχι στην αναισχυντία.

    «Γυναίκα στον χώρο του λιοτριβιού», 1983. Λάδι σε καμβά
    «Γυναίκα στον χώρο του λιοτριβιού», 1983. Λάδι σε καμβά

    Η αγάπη του για το ανθρώπινο σώμα αναδεικνύεται κι εδώ με μια αδιάλλακτη ειλικρίνεια, που παραμερίζει όλα τα άλλα. Αποφεύγει σκόπιμα να συμμετέχει στην όλο και μεγαλύτερη αισθητοποίηση της ερωτικής πράξης. Αναπαριστώντας την όμως με τον μεγαλύτερο δυνατό ρεαλισμό γίνεται στα μάτια του ο πιο εύγλωττος, ο πιο πιστός φόρος τιμής σε αυτή τη στιγμή που προσφέρει στον άνθρωπο τη φευγαλέα ευκαιρία να αρνηθεί τον θάνατο.

    Με αυτόν τον τρόπο, ακολουθεί τον δρόμο που είχε πάρει πριν από αυτόν ο Φράνσις Μπέικον, τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα, και ο οποίος είχε πει: «Το κάλλος είναι εχθρός του σεξ».

    «Ο ασβεστάς», 1991. Μεικτή τεχνική και ασβέστης
    «Ο ασβεστάς», 1991. Μεικτή τεχνική και ασβέστης

    Η Νέκυια

    Η σειρά «Νέκυια» άρχισε το 1993 κι όταν ο ζωγράφος την ολοκλήρωσε, το 2000, την θεώρησε ως ένα πολύπτυχο αποτελούμενο από 26 έργα.

    Πηγή έμπνευσης είναι η ραψωδία λ΄ της Οδύσσειας, στην οποία ο Οδυσσέας –που προσπαθεί απεγνωσμένα να καλέσει τον νεκρό μάντη Τειρεσία από τον κάτω κόσμο για να μάθει αν θα επιστρέψει στην Ιθάκη– μυείται από την Κίρκη στην τελετουργία της νεκρομαντείας, που συνίσταται στην προσωρινή επιστροφή των νεκρών από το βασίλειο του Άδη.

    «Μια προσωπική Νέκυια αρ. 26: Τειρεσίας», 1993-2000. Λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί επικολλημένο σε μουσαμά
    «Μια προσωπική Νέκυια αρ. 26: Τειρεσίας», 1993-2000. Λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί επικολλημένο σε μουσαμά

    Με αυτόν τον τρόπο, ο Μπότσογλου ζωγραφίζει τις αναμνήσεις του από πρόσωπα που υπήρξαν αγαπητά, όπως οι γονείς του, ο θείος και η θεία του, ο ποιητής Νίκος Καββαδίας, οι ζωγράφοι Νίκος Παραλής, Λευτέρης Κανακάκης (ως «Ψαράς της Σαντορίνης») και Ασαντούρ Μπαχαριάν. Στην πρώτη προσωπογραφία της σειράς, «Ο νεκρομάντης», δίνει τα δικά του χαρακτηριστικά.

    Τα γλυπτά έργα του Μπότσογλου εξάλλου, μαρτυρούν τις ίδιες ανησυχίες με τα ζωγραφικά. Η μορφή της γυναίκας του Ελένης είναι παρούσα παντού, όπως και της μητέρας του, την προοδευτική κατάπτωση της οποίας, εξ αιτίας ασθένειας θα απεικονίζει για πολλά χρόνια.

    Φανταστικά πορτρέτα

    «Μια προσωπική Νέκυια αρ. 15», 1993-2000. Λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί επικολλημένο σε καμβά
    «Μια προσωπική Νέκυια αρ. 15», 1993-2000. Λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί επικολλημένο σε καμβά

    Φόρο τιμής στους δασκάλους του, δημιουργώντας φανταστικά πορτραίτα τους αποτίει ο Χρόνης Μπότσογλου με τη σειρά «Αναφορές», που αρχίζει το 2003. Αν και ανάμεσα στις επιρροές του έχει αναφέρει ήδη πολλά ονόματα κάθε εθνικότητας και εποχής, σε αυτή τη σειρά περιορίζεται σε αναπαραστάσεις των Γιαννούλη Χαλεπά, Γιώργου Μπουζιάνη, Βίνσεντ βαν Γκογκ, Αλμπέρτο Τζιακομέτι, Φράνσις Μπέικον και Σαΐμ Σουτίν.

    Και εδώ, η πιστότητα των χαρακτηριστικών είναι απατηλή. Μέσω αυτών των αποστασιοποιημένων συνθέσεων, ο Μπότσογλου αναφέρεται σε εκείνους τους κορυφαίους ζωγράφους με όλη την ταπεινότητα, που τον χαρακτηρίζει. Η απουσία εγκωμιασμού δεν τους κάνει λιγότερο εντυπωσιακούς, κάθε άλλο: όλοι μοιάζουν να κουβαλάνε το ίδιο βαρύ φορτίο στους ώμους τους, φορτίο που επέτρεψε ωστόσο στους διαδόχους τους να βρουν πλαστικές λύσεις ικανές να υπηρετήσουν με τη μεγαλύτερη δυνατή πιστότητα τις καλλιτεχνικές επιθυμίες τους.

    Από το ρεαλισμό στον υπαρξισμό

    Επιστρέφοντας από το Παρίσι το 1972, ο Μπότσογλου ήταν ένας πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης, έτοιμος να καταγγείλει τις ακρότητες της δικτατορίας και του καπιταλισμού. Προσχώρησε έτσι, σε πολλές καλλιτεχνικές ομάδες, προσπαθώντας να εντάξει την καθημερινότητα στην τέχνη και προσέγγισε το κίνημα του Νέου Ρεαλισμού, που τοποθετεί τη φωτογραφία στη βάση της καλλιτεχνικής έμπνευσης.

    Η απογοήτευσή του όμως, από την πολιτική στα τέλη της δεκαετίας του 1970 θα τον οδηγήσει σε βαθιά προσωπική κρίση, η οποία θα έχει ωστόσο και μια θετική πλευρά. Γιατί θα του δώσει τη δυνατότητα να αφαιρέσει από την τέχνη του καθετί επιφανειακό και να κρατήσει μόνο το ουσιώδες. Παράγει έτσι, μια ζωγραφική τραχιά, ηθελημένα επώδυνη, επικεντρωμένη στον άνθρωπο και στα ίχνη που αφήνει στο πέρασμά του.

    Σε αυτό θα βοηθήσει σημαντικά η διαμονή του για συνεχόμενα καλοκαίρια στη Λέσβο. Εκεί, σε ένα παλιό και ετοιμόρροπο ελαιοτριβείο, όπου ζει σαν ασκητής, παραμορφώνει σκόπιμα την προοπτική για να μετατρέψει τον χώρο σε ένα κουκούλι πότε προστατευτικό και πότε αποπνικτικό, μέσα στο οποίο ο άνθρωπος, είτε είναι ο ζωγράφος είτε το μοντέλο του, εμφανίζεται μέσα σε όλη την εύθραυστη λάμψη της συνθήκης του.

    «Ο ζωγράφος Φράνσις Μπέικον / Ο Μπέικον που ζωγραφίζει (η θεατρικότητα)», 2005. Λάδι σε καμβά
    «Ο ζωγράφος Φράνσις Μπέικον / Ο Μπέικον που ζωγραφίζει (η θεατρικότητα)», 2005. Λάδι σε καμβά

    Το τοπίο

    Ο Μπότσογλου άρχισε να ενδιαφέρεται σοβαρά για τη θεματική του τοπίου, όταν πια είχε μπει στην έβδομη δεκαετία της ζωής του. Θαυμαστής του έργου του Σεζάν βλέπει αυτό το θέμα σαν την «τελευταία πρόκληση». Θα βρει λοιπόν, το δικό του όρος Σαιντ-Βικτουάρ στο Πετρί της Λέσβου. Κι από τα παράθυρα του οικογενειακού σπιτιού, έρχεται αντιμέτωπος με τους γύρω λόφους και γίνεται αρχιτέκτονας του βράχου.

    Εξισορροπώντας ανόργανη ύλη, ουρανό και βλάστηση, ο καλλιτέχνης κατορθώνει να αποδώσει τα χρώματα της Μεσογείου με εξαιρετική πιστότητα. Και όσο κι αν αυτά τα χρώματα συντρίβονται από την ανελέητη δύναμη του ήλιου, ξέρουν να ξεγλιστράνε από την επαγρύπνησή του για να προσφέρουν αλησμόνητες αποχρώσεις της ώχρας, του πράσινου και του γαλάζιου. Μια παλέτα του Σεζάν, προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις του ελληνικού καλοκαιριού.

    Πέρα από το βλέμμα

    Από έξι χρονών σχεδίαζε ο Μπότσογλου, ένα πρώιμο ταλέντο δηλαδή στη ζωγραφική, αφού εξέθεσε τα πρώτα έργα του στην ηλικία των δεκαπέντε.

    Παρά τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας, οι γονείς του τον ενθάρρυναν να ζωγραφίζει και να γράφει. Οι σπουδές του στη συνέχεια στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα, και στη συνέχεια στο Παρίσι, του προσέφεραν την ακαδημαϊκή βάση που χρειαζόταν για να βρει τον δρόμο του.

    Εμπνεόμενος τόσο από φωτογραφίες όσο και από αυθόρμητες στιγμιαίες πόζες, απαθανατίζει τους αγαπημένους του ανθρώπους, όπως και το πρόσωπό του με ενσυναίσθηση, που συγχρόνως φανερώνει την ανάγκη του να πάει πέρα από το βλέμμα ή μάλλον το «κουτί του κρανίου», όπως θα έλεγε το πρότυπό του, ο Αλμπέρτο Τζιακομέτι.

    «Απέναντι του βουνού (3η απόπειρα)», 2008. Λάδι σε καμβά
    «Απέναντι του βουνού (3η απόπειρα)», 2008. Λάδι σε καμβά

    Info:

    -Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης: Χώρα, Άνδρος 84500, Τ: 22820 22444, [email protected]
    -Έκθεση: «Χρόνης Μπότσογλου – Η αδιάλλακτη ειλικρίνεια της ενσυναίσθησης»
    -Διάρκεια: 2 Ιουλίου – 1 Οκτωβρίου 2023

     

    Διαβάστε επίσης:

    Η Τέιλορ Σουίφτ, ο Σαλβαδόρ Νταλί, η εκατομμυριούχος και μία έπαυλη

    Γιάννης Μπεχράκης – Ο αυτόπτης μάρτυρας των σημαντικότερων γεγονότων του κόσμου

    Αλέν Ντελόν: Η Τ. Αγγελόπουλου με τον θρύλο της 7ης τέχνης

    ──────────────────

    Εκλογές 2023



    ΣΧΟΛΙΑ