ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Από τις αστικές ρωγμές μέχρι τα αρχαία θαύματα της τεχνολογίας, ο Κωνσταντίνος Πάτσιος υφαίνει έναν ποιητικό διάλογο ανάμεσα στη φύση και τον άνθρωπο, αποδεικνύοντας πως η τέχνη παραμένει το πιο φωτεινό πεδίο αντίστασης στη λήθη και στη φθορά.
Μόλις επέστρεψε από τη Βουδαπέστη. Για πέμπτη φορά συμμετείχε στο Art Market Budapest, ένα διεθνές Art Fair αφιερωμένο στη σύγχρονη τέχνη, όπου συγκεντρώνονται γκαλερί απ’ όλο τον κόσμο. Αυτή τη φορά παρουσίασε ένα σώμα νέων έργων με την Belart Gallery, μια σημαντική σερβική γκαλερί με την οποία συνεργάζεται στενά. Η ενέργεια της διοργάνωσης, όπως λέει, ήταν «εκρηκτική — γεμάτη δημιουργούς που πιστεύουν ακόμη στην τέχνη ως μέσο επικοινωνίας και όχι απλώς ως προϊόν».
Η συνέντευξη με τον Κωνσταντίνο Πάτσιο είχε κάτι από εκείνη τη σιωπηλή ένταση που προηγείται πάντα της δημιουργίας. Στο ατελιέ του, τα έργα του έμοιαζαν να αναπνέουν: ζώα και άνθρωποι, μηχανές και αστικά τοπία, όλα σε μια παράξενη συμφωνία ύλης και φαντασίας. Η αφορμή για τη συνάντηση ήταν η νέα του διατομική έκθεση “Nature inside the walls” στο Μουσείο Ηρακλειδών, σε συνεργασία με τον Μάριο Φούρναρη και επιμέλεια της Νίνας Φραγκοπούλου. Μια έκθεση που, όπως λέει, «διερευνά την αστική βιοποικιλότητα μέσω της αλληλεπίδρασης της με την πόλη, τη μηχανή και την ανθρώπινη αντίληψη».

Από την πρώτη κιόλας ερώτηση, ο Πάτσιος μιλά για τη διαδικασία σαν να περιγράφει ένα ζωντανό οργανισμό:
«Το οικοσύστημα αυτό γεννιέται ολιστικά – και, θα έλεγα, μέσα από πολλά “ολισθήματα”. Είναι αποτέλεσμα του τρόπου που εκφράζομαι, της μεθόδου εργασίας και της ίδιας της αντίληψής μου για το τι είναι ένα έργο τέχνης. Δημιουργείται τόσο συνειδητά όσο και ασυνείδητα, άλλοτε ως μια επίπονη Οδύσσεια, άλλοτε ως ένας χαλαρός περίπατος».
Το στούντιό του λειτουργεί σαν μικρόκοσμος, όπου η ύλη, η μνήμη και η πόλη συγχωνεύονται. Ο Πάτσιος αναζητά την ισορροπία ανάμεσα στο ένστικτο και το σχέδιο, στην ορατή και στην αφανή πλευρά της δημιουργίας. «Η διαδικασία αυτή», λέει, «είναι για μένα ένα ζωντανό πεδίο αλληλεπίδρασης, όπου τα στοιχεία αλληλοσυμπληρώνονται και συγκρούονται, δημιουργώντας νέες αφηγήσεις».

Η ύλη ως φορέας νοήματος
Όταν τον ρωτώ τι είναι αυτό που «τον καλεί» πρώτο σε ένα έργο, η απάντησή του είναι αποκαλυπτική:
«Με καλούν ταυτόχρονα πολλά πράγματα – ίσως όλα όσα αναφέρατε. Μπορεί να είναι ένα τυχαίο αντικείμενο, ένα κομμάτι χαρτί, μια φωτογραφία ή απλώς μια διάθεση που προβάλλεται πάνω στην ύλη. Νομίζω πως είναι κυρίως η εσωτερική μου κατάσταση που ενεργοποιεί τα υλικά και με παρασύρει στη διαδικασία της δημιουργίας».
Στην πράξη αυτό σημαίνει πως τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ένα παλιό κομμάτι σίδερο, μια φωτογραφία από μια αθηναϊκή ταράτσα, ένα αντικείμενο του δρόμου — όλα μπορούν να μετατραπούν σε σύμβολα, σε νέα νοήματα. «Εκεί όπου η ύλη μετατρέπεται σε φορέα νοήματος και συναισθήματος», όπως το θέτει.
Η πολυφωνία των μέσων είναι χαρακτηριστική του έργου του: ζωγραφική, φωτογραφία, ready-made, κολάζ. «Κάθε μέσο εμπεριέχει έναν ξεχωριστό διάλογο», εξηγεί.
«Το σημαντικό, όμως, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο καλλιτέχνης τιθασεύει και μετουσιώνει τα υλικά του. Οι προθέσεις του, το βλέμμα του, είναι αυτά που καθορίζουν το τελικό αποτέλεσμα – εκεί όπου το ίδιο το μέσο υπερβαίνεται, και το έργο αποκτά αυτόνομη φωνή».
Η φύση μέσα στο τσιμέντο
Η κουβέντα στρέφεται στη σχέση φύσης και πόλης – έναν πυρήνα της τωρινής του δουλειάς. Στα έργα του, η Αθήνα γίνεται ένα τοπίο που «φιλοξενεί και αποκλείει την άγρια ζωή». Όταν τον ρωτώ τι τον ανησυχεί περισσότερο, χαμογελά:
«Η λανθάνουσα παρουσία της φύσης πίσω από το τσιμέντο κρύβει πάντα μια ελπίδα – την υπόσχεση μιας αναγέννησης. Αντίθετα, η πλήρης απουσία της είναι ένα τετελεσμένο γεγονός, θλιβερό και αμετάκλητο».
Εκεί βρίσκεται και η ποίηση της δουλειάς του: στη λεπτή γραμμή ανάμεσα στο φανερό και το λανθάνον, στο χαμένο και το δυνητικά επανεμφανιζόμενο. Αυτή η αντίφαση –της ζωής που επιμένει να αναβλαστάνει κάτω από το αστικό βάρος– είναι που του δίνει έμπνευση.
Όταν του ζητώ να χαρτογραφήσει την Αθήνα ως οικοσύστημα, απαντά με σχεδόν ποιητικό τρόπο:
«Η Αθήνα, με τα κτίριά της, μοιάζει με ένα δάσος από τείχη και κύβους, πυκνά τοποθετημένους. Κι όμως, ανάμεσά τους ξεπροβάλλουν μικρές πράσινες αναλαμπές, νησίδες ζωής… Οι λόφοι της, τα πάρκα και οι αυλές που ανθίζουν αθόρυβα είναι, για μένα, η ενσάρκωση της “φύσης μέσα στα τείχη” — μικρές πράξεις αντίστασης μέσα στην πόλη».
Ο διάλογος με την αρχαιότητα

Η έκθεση του στο Μουσείο Ηρακλειδών φέρνει τα έργα του σε συνομιλία με τα τεχνολογικά επιτεύγματα των Αρχαίων Ελλήνων. «Η συνάντηση αυτή της τέχνης με τη γνώση», λέει, «είναι ένας διάλογος ανάμεσα στην ευαισθησία και τη λογική· ανάμεσα στη φαντασία και την ακριβή παρατήρηση του κόσμου».
Δεν είναι τυχαίο ότι τον εμπνέει βαθιά το ίδιο το μουσείο:
«Ολόκληρο το Μουσείο Ηρακλειδών υπήρξε πηγή έμπνευσης – από τα αντικείμενα και τα τεχνουργήματά του μέχρι τη χρονική αφήγηση που χαρτογραφεί την εξέλιξη του ελληνικού πολιτισμού. Από την αρχαία ναυπηγική μέχρι τα αποχετευτικά συστήματα, όλα αποτελούν για μένα αποδείξεις ενός πολιτισμού που συνδύαζε το μέτρο, τη λειτουργικότητα και την ποίηση».
Τον ρωτώ αν οι αρχαίοι είχαν πράγματι μια πιο οικολογική ματιά από τον σύγχρονο άνθρωπο. Χωρίς δισταγμό απαντά:
«Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν να αντιμετωπίσουν τη βιομηχανική υπερπαραγωγή ούτε το καπιταλιστικό αίτημα της αέναης κερδοφορίας… Ο μύθος του Ερυσίχθονα, που κόβει το ιερό δέντρο της Δήμητρας και καταδικάζεται σε ατελείωτη πείνα, είναι μια προειδοποίηση ότι την ύβρη απέναντι στη φύση τη διαδέχεται πάντα η νέμεσις».
Το φως ως σύμβολο

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά μοτίβα στο έργο του είναι το φως — άλλοτε φυσικό, άλλοτε τεχνητό, πάντοτε υπαινικτικό. «Η όψη του φωτός, όποια μορφή κι αν πάρει, είναι ο τρόπος μου να κάνω ορατό αυτό που συχνά παραμένει αφανές», εξηγεί.
«Μέσα από χρωματικές μετατοπίσεις, αντανακλάσεις και απρόσμενους συνδυασμούς – όπως έκαναν οι Ιμπρεσιονιστές, εμπνεόμενοι από τις θεωρίες του Chevreul – το φως υφίσταται σαν μια ασάφεια, που κρατά τον θεατή σε εγρήγορση».
Δεν τον ενδιαφέρει μόνο η αισθητική διάσταση, αλλά και η ηθική της οικολογίας. «Με ενδιαφέρει τόσο η αισθητική όσο και η ηθική διάσταση της οικολογίας», λέει. «Γιατί εν τέλει καμία τους δεν υφίσταται χωρίς την άλλη».
Η τέχνη ως πράξη αντίστασης
Όταν του ζητώ να τοποθετηθεί απέναντι στο μεγάλο ερώτημα —αν η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο συνειδητοποίησης σε μια εποχή οικολογικού άγχους— η απάντηση έρχεται χωρίς περιστροφές:
«Η τέχνη έχει τη δύναμη να αφυπνίζει. Δεν είναι διακοσμητική ή παρηγορητική· είναι εκεί για να φωτίζει ό,τι η καθημερινότητα αποσιωπά. Όπως μου έλεγε ο δάσκαλός μου στη Γλυπτική, “ο καλλιτέχνης είναι ελεύθερος να διαπράξει όσους φόνους χρειάζεται” – εννοώντας ότι μέσα στο έργο του μπορεί να καταλύσει κάθε νόμο, προκειμένου να αποκαλύψει μια νέα αλήθεια».
Κάπως έτσι αντιμετωπίζει και την κλιματική αλλαγή: όχι ως πανικό, αλλά ως μια νέα πηγή φωτός — «ένα αλλόκοτο φως που διαχέεται στο τοπίο». Στο έργο του, το ανθρώπινο ίχνος που «όσο εξελίσσεται τόσο συρρικνώνει τον φυσικό κόσμο» γίνεται συμβολικό σχόλιο πάνω στη φθορά, αλλά και στην αντοχή. «Ίσως η τέχνη να είναι ο πιο αισιόδοξος τρόπος να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα», λέει. «Μια πράξη δημιουργικής αντίστασης απέναντι στη φθορά».
Η ανάγκη για λύτρωση
Η έννοια της λύτρωσης διατρέχει ολόκληρο το έργο του. Ο Πάτσιος παραδέχεται:
«Υπάρχει πράγματι αυτή η ανάγκη λύτρωσης, η αναζήτηση μιας αρμονικής συνύπαρξης με τη φύση, όπως στον μυθικό κήπο της Εδέμ πριν την Πτώση. Στα έργα μου, η φύση δεν είναι διακοσμητικό υπόβαθρο αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που μας περιβάλλει, μας αντικατοπτρίζει και μας δοκιμάζει».
Η συζήτηση φτάνει αναπόφευκτα στο μέλλον. «Η εικόνα ενός ελέφαντα και ενός ουρανοξύστη που ισορροπούν πάνω σε μια οπτική ίνα», λέει, «λειτουργεί σαν υπενθύμιση ότι η πρόοδος δεν είναι ποτέ ουδέτερη». Και προσθέτει με νόημα:
«Αν η τεχνολογία εξελιχθεί χωρίς μέτρο και ηθική, θα ζήσουμε έναν νέο Μεσαίωνα, όπως προειδοποιούσε ο Γκόγια με το αριστούργημά του “Ο ύπνος της λογικής γεννά τέρατα”».
Η ευθύνη του καλλιτέχνη
Πίσω από τις μεγάλες θεματικές του έργου του —φύση, τεχνολογία, φως— κρύβεται πάντα ένα βαθιά ανθρώπινο αίτημα: η ευθύνη.
«Η ευθύνη είναι μια καθημερινή πράξη – απέναντι στους άλλους ανθρώπους, στα έμβια όντα, στην ίδια την πόλη. Ο καλλιτέχνης δεν είναι έξω από αυτό το πλαίσιο· είναι μέρος του. Μέσα από το έργο του μπορεί να επανατοποθετήσει το βλέμμα μας πάνω στη ζωή και να μας υπενθυμίσει ότι η ομορφιά δεν είναι ποτέ ουδέτερη, αλλά βαθιά ηθική».
Δεν πρόκειται, λοιπόν, για ένα θεωρητικό οικολογικό μανιφέστο, αλλά για μια στάση ζωής. «Η σύγχρονη τέχνη οφείλει να θέτει ερωτήματα, όχι απαραίτητα να δίνει απαντήσεις», σημειώνει. «Στην εποχή μετά τον Duchamp, τέχνη και ζωή βρίσκονται σε μια συνεχή διαλεκτική· το ένα καθρεφτίζει και ανασχηματίζει το άλλο».

“Nature inside the walls” – στο βάθος, κήπος
Όταν του ζητώ να συμπυκνώσει το μήνυμα της έκθεσης σε μια φράση, απαντά χωρίς δισταγμό:
«Nature inside the walls – ή, όπως θα έλεγα ποιητικά, “στο βάθος, κήπος”. Αυτή είναι η ουσία της έκθεσης: η αναζήτηση της φύσης μέσα στα όρια του ανθρώπινου κατασκευάσματος».
Τον ρωτώ ποια εικόνα θα διάλεγε για να αποδώσει αυτή την ισορροπία.
«Μια “Madonna” του Ραφαήλ θα μπορούσε να αποδώσει το τρίπτυχο της αρμονίας – άνθρωπος, φύση, πνεύμα – με εκείνη τη λεπτότητα που μετατρέπει το ιερό σε καθημερινό και το καθημερινό σε ιερό».
Στο τέλος, μιλά για την τέχνη ως μέσο επαναφοράς της ιερότητας απέναντι στη φύση:
«Αν ο άνθρωπος αλλάξει τη στάση του απέναντι στο περιβάλλον, θα αλλάξει και η τέχνη του. Είναι παράλληλες πορείες. Η ιστορία μάς δείχνει ότι υπήρξαν έργα –όπως του Delacroix– που λειτούργησαν ως σπίθες κοινωνικής και πνευματικής αφύπνισης».

Οι πόλεις του μέλλοντος και η τέχνη στους δρόμους
Στο φινάλε της συζήτησης, ο Πάτσιος κοιτάζει μπροστά:
«Οι πόλεις του μέλλοντος θα είναι, ελπίζω, πιο πολυφωνικές, θα ενσωματώνουν τη φύση, την τεχνολογία και τον άνθρωπο σε νέες ισορροπίες. Ζούμε σ’ ένα σταυροδρόμι ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή, και αυτό το γεωγραφικό μεταίχμιο μπορεί να γίνει πηγή έμπνευσης για νέες μορφές αστικής ζωής».
Και αν μπορούσε να τοποθετήσει ένα έργο του στον δημόσιο χώρο; «Θα τοποθετούσα ένα έργο όπως τον ελέφαντα που ακροβατεί ή το πορτρέτο του Δαρβίνου σε μια υπόγεια στοά της Αθήνας», λέει. «Εκεί όπου το βλέμμα του περαστικού μπορεί ξαφνικά να σταματήσει και να αναρωτηθεί: τι μέλλον γενέσθαι;»
Η φράση αυτή συνοψίζει ίσως και το νόημα της συνομιλίας μας: η τέχνη του Πάτσιου δεν προτείνει απαντήσεις, αλλά ανοίγει περάσματα. Ανάμεσα στη φύση και την τεχνολογία, στο φως και το σκοτάδι, στον άνθρωπο και τον καθρέφτη του.
Η έκθεση “Nature inside the walls” στο Μουσείο Ηρακλειδών (7 Νοεμβρίου 2025 – 18 Ιανουαρίου 2026) είναι μια πρόσκληση να ξαναδούμε τον κόσμο μας όχι όπως είναι, αλλά όπως θα μπορούσε να γίνει — στο βάθος, κήπος.
Διαβάστε επίσης:
Ο κήπος του Stanley Whitney: Η Αθήνα υποδέχεται τον θρύλο της αφηρημένης ζωγραφικής στην Gagosian
«Αποχρώσεις: Ημερολόγια Θέρους» – Όταν το φως και η μνήμη ζωντανεύουν στην καρδιά της Αθήνας
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- SKY express: Νέα απευθείας σύνδεση Αθήνα–Λισαβόνα
- Αλεξάνδρα Νίκα: Φωτογραφίζει τον γιο της με την ελληνική σημαία
- Σδούκου: Όσοι προσπάθησαν να καπηλευτούν τις εθνικές επετείους για μικροπολιτικά οφέλη, απέτυχαν
- Χατζηβασιλείου: Ό,τι είπε η κυβέρνηση για την εθνική άμυνα, το έκανε πράξη – Οι συσχετισμοί ισχύος με την Τουρκία δεν αλλάζουν