• Άρθρα

    Μία κομματική, πολύ μακριά από θεσμική, σύγκρουση

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Ιστορικά, ήταν οι πρέσβεις που αποτελούσαν την πηγή πληροφοριών ενός κράτους για ένα άλλο. Αυτοί ήταν οι αρχικατάσκοποι της εποχής πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά περίπτωση, υπήρξαν ιδιαίτερα χαρισματικά άτομα που λειτούργησαν ως αρχικατάσκοποι, αλλά – συχνά παραβλέπεται – η οργανωμένη και σε ευρεία διάσταση κρατική κατασκοπία και αντικατασκοπία είναι πρωταρχικά προϊόν που εμφανίστηκε αμέσως μετά τον Πόλεμο. Στην αρχή επικεντρώθηκε στην λεγόμενη «ανθρώπινη πληροφόρηση» αλλά, στην συνέχεια, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, η διαδικασία πέρασε στην εποχή της «ψηφιακής πληροφόρησης». Αυτή η εποχή οδήγησε στην σημερινή πολιτική σύγκρουση με αφορμή την παρακολούθηση Ανδρουλάκη.

    Δυστυχώς, για μία ακόμη φορά, η σύγκρουση – πρωταρχικά με ευθύνη της αντιπολίτευσης—εξελίχθηκε σε μία άγονη ισοπεδωτική διαδικασία, που κατέδειξε ότι ο βασικός σκοπός της ήταν για μεν τον ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει από το δημοσκοπικό αδιέξοδο του, για δε το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να αποκτήσει αντικείμενο για να ξεφύγει από την αφωνία του.

    Στην ουσία, από την συζήτηση στην Βουλή διαπιστώθηκε μεταξύ άλλων ότι οι δύο πλευρές έχουν απόλυτα διαφορετική αντίληψη για την αλήθεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πώς το κάθε κόμμα ερμηνεύει την έξοδο από τα μνημόνια. Ή, την ιστορία Novartis. Ή, τον διαγωνισμό για τα τηλεοπτικά κανάλια. Επομένως, a priori συμφωνία για την «αλήθεια» των παρακολουθήσεων δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

    Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με την κυβέρνηση που έσπευσε να σταθεί απέναντι στην κρίση παραδεχόμενη το λάθος,  λαμβάνοντας ορισμένα μέτρα διασφάλισης του ελέγχου της ΕΥΠ  και ζητώντας την συμβολή όλων για να βελτιωθούν αυτές οι διαδικασίες ακόμη περισσότερο, το μεν ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ κατέφυγε στην θεωρία, ο δε ΣΥΡΙΖΑ αφιέρωσε δια του αρχηγού της ακριβώς 2 λεπτά για να υποβάλει εποικοδομητικές προτάσεις.

    Το βασικό πρόβλημα, όμως, επικεντρώνεται στην ερμηνεία της διάκρισης των εξουσιών.

    Σε όλες τις μορφές διακυβέρνησης υπάρχουν πρακτικές που υποχρεωτικά μένουν στο γκρίζο περιθώριο. Αυτό θεωρείται απαραίτητο – είναι οι «κρυφοί φύλακες» του καθεστώτος. Στις δημοκρατίες το θέμα είναι οι έλεγχοι που πρέπει να υπάρχουν – όπως τίθεται με την κλασσική φράση «ποιος φυλάει τους φύλακες;» Στα απολυταρχικά καθεστώτα το θέμα δεν προκύπτει, βέβαια – διότι οι «φύλακες» αποτελούν το σκληρό, και απόλυτα ελεγχόμενο χέρι του ίδιου του κράτους.

    Ο πρωθυπουργός ορθά υποστήριξε πως δεν έχει το συνταγματικό δικαίωμα να γνωρίζει το τι κάνει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ). Θεσμικά η υποχρέωση του είναι διπλή: να φροντίσει να υπάρχουν αποτελεσματικές δομές τελείως ανεξάρτητου ελέγχου και ο κατασταλτικός έλεγχος εκ μέρους της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας. Αυτό αποτελεί πάγια τακτική των δημοκρατικών διαδικασιών, ακριβώς για να αποφεύγονται οι πρακτικές απολυταρχικών καθεστώτων.

    Η αντιπολίτευση απέδειξε πως δεν υιοθετεί αυτήν την γραμμή. Ζητώντας από τον πρωθυπουργό να απαντήσει σε ερωτήματα στα οποία δεν έχει το δικαίωμα αλλά και ούτε την γνώση (που δεν οφείλει και δεν πρέπει να έχει) να απαντήσει, επιδιώκοντας να πάρει πληροφορίες που η αποκάλυψη τους δεν συνάδει υποχρεωτικά με την διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, κατέδειξε τρία πράγματα:

    • Πρώτο, ότι τόσο για τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το κομματικό συμφέρον υπερκαλύπτει το εθνικό
    • Δεύτερο, ότι η αντιδημοκρατική νοοτροπία διακατέχει τον ΣΥΡΙΖΑ—που κόπτεται μεν για τις υποκλοπές της ΕΥΠ επί Ν.Δ. αλλά δικαιολογεί τις παρεμβάσεις στους ίδιους τους θεσμούς στις οποίες ο ίδιος επιδόθηκε στην διάρκεια της δικής του διακυβέρνησης. Αναρωτιέται κανείς, πότε κινδυνεύει περισσότερο η δημοκρατία: με τις υποκλοπές τηλεφωνημάτων ή με την υπονόμευση των θεσμών που έχουν ιδρυθεί και ταχθεί στην υπεράσπιση της δημοκρατίας;
    • Τρίτο, η αντιπολίτευση ουδόλως ενδιαφέρεται για τα χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΥΠ, παλαιότερα η ΚΥΠ? Κι αυτό διότι παρά τις λίγες θετικές προτάσεις που με δυσκολία ακούστηκαν μέσα στον ορυμαγδό των αλληλοκατηγοριών, και με εξαίρεση τον πρόεδρο της Ελληνικής Λύσης που μίλησε για την αναδιοργάνωση της ΕΥΠ στα πρότυπα της Mossad παραβλέποντας όμως το γεγονός ότι αυτή είναι ίσως η πιο μυστική και η πιο ανεξέλεγκτη μυστική υπηρεσία της Δύσης, δεν υπήρξε καμία αναφορά στα δύο βασικά πρόβλημα της ΕΥΠ: τις διαρροές και τον μη διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Διότι, οι πιο ώριμες δημοκρατίες έχουν αναγνωρίσει την ανάγκη να υπάρχει αυτή η διαφορά που οροθετείται με Κινεζικά Τείχη: άλλο η ΜΙ5 και άλλο η ΜΙ6. Άλλο το FBI και άλλη η CIA.

    Δεν έπεισε η αντιπολίτευση ότι κόπτεται για την δημοκρατία και τους θεσμούς. Πως θα μπορούσε, εξάλλου, όταν όλα τα κόμματα της έχουν στο παρελθόν επιδείξει πλήρη ασέβεια προς αυτούς, επιδιώκοντας να τους προσαρμόσουν στις δικές του πρόσκαιρες κομματικές ανάγκες και σκοπιμότητες; Η κυβέρνηση δεν έπεισε για την ποιοτική επάρκεια του ελέγχου που οφείλει να ασκεί. Υπέρ της η παραδοχή του λάθους, όμως.

    Η προσπάθεια απόδοσης προσωπικών στον πρωθυπουργό και κομματικών στη Ν.Δ. ευθυνών  είναι θεμιτή αν στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα – πράγμα που δεν αποδείχθηκε.

    Η προσπάθεια κριτικής των διαδικασιών ελέγχου της λειτουργίας των μυστικών υπηρεσιών είναι θεμιτή. Η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε αν και κάπως ελλειμματικά, πολύ μεγαλύτερο όμως ήταν το έλλειμμα της αντιπολίτευσης.

    Διαβάστε επίσης



    ΣΧΟΛΙΑ