Το ελληνικό δημιουργικό οικοσύστημα, παρά την εντυπωσιακή του δυναμική, εξακολουθεί να παραμένει ένας από τους πιο «αόρατους» τομείς της εθνικής οικονομίας. Σύμφωνα με την Eurostat, απασχολεί 140.000 έως 150.000 επαγγελματίες και περιλαμβάνει 45.000 έως 60.000 επιχειρήσεις που καλύπτουν όλο το φάσμα του σχεδιασμού: γραφιστική, branding, μόδα, product design, ψηφιακό σχεδιασμό, αρχιτεκτονική, packaging και δημιουργικές τεχνολογίες.
Παρά τον όγκο αυτό, η Πολιτεία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τον σχεδιασμό περισσότερο ως καλλιτεχνική πρακτική παρά ως στρατηγικό εργαλείο ανάπτυξης. Κι όμως, η μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας (2014) επιβεβαιώνει πως οι ευρωπαϊκές δημιουργικές βιομηχανίες παράγουν το 3% του ΑΕΠ, ενώ η Διανέοσις (2024) δείχνει ότι αποτελούν έναν από τους πιο ανθεκτικούς τομείς της οικονομίας, με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά απασχόλησης νέων.
Ακόμη πιο αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για τις εξαγωγές. Η UNCTAD (2013) καταγράφει ότι μεταξύ 2002 και 2011 το design αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δημιουργική εξαγωγική δύναμη, αγγίζοντας το 1 δισ. Ευρώ (ποσό πολλαπλάσιο σε σχέση με το θέατρο, τα βιβλία ή τον κινηματογράφο).
Η διεθνής έρευνα Power (2011) επιβεβαιώνει την υψηλή συσχέτιση μεταξύ κατά κεφαλήν εισοδήματος και απασχόλησης σε πολιτιστικούς και δημιουργικούς τομείς, δείχνοντας ότι όπου ενισχύεται ο σχεδιασμός, ενισχύεται και η ευημερία. Με βάση τους διεθνείς πολλαπλασιαστές—κάθε 1 ευρώ επένδυσης στο design παράγει 3 ευρώ αξίας—οι έμμεσες επιπτώσεις του σχεδιασμού στην ελληνική οικονομία υπολογίζεται ότι φτάνουν σήμερα το 4,5% του ΑΕΠ.
Το design από διακοσμητική πολυτέλεια είναι σήμερα μια από τις βασικές υποδομές της οικονομίας της γνώσης. Ο Σχεδιασμός είναι o κόμβος (HUB) όπου τέμνονται η τεχνολογία, η επιστήμη, ο πολιτισμός και η οικονομία, και λειτουργεί ως ο μηχανισμός που δίνει μορφή στην καινοτομία και τη μετατρέπει σε προϊόντα, υπηρεσίες και εμπειρίες με υπεραξία.
Οι χώρες που το έχουν αναγνωρίσει αυτό—όπως η Σιγκαπούρη, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Αυστραλία—ανέπτυξαν εθνικά συμβούλια design που επηρεάζουν τη δημόσια πολιτική, μετρούν την επίδραση του σχεδιασμού στο ΑΕΠ, εισάγουν πρότυπα ποιότητας και συνδέουν τους σχεδιαστές με τη βιομηχανία και τις διεθνείς αγορές.
Η Ελλάδα ακόμα παραμένει πίσω. Παρά την δημιουργία του ρόλου του Chief Creative Officer στο Μέγαρο Μαξίμου το 2021, η αποστολή του περιορίστηκε στην οπτική ταυτότητα της χώρας και όχι στη θεσμική αξιοποίηση του design ως αναπτυξιακού εργαλείου. Η απουσία εθνικών δεικτών, η έλλειψη συντονισμένης πολιτικής και η περιορισμένη κατανόηση του σχεδιασμού από τη δημόσια διοίκηση έχουν κρατήσει τον κλάδο στο περιθώριο.
Σήμερα το design υπάγεται σε μια υποδιεύθυνση στο Υπουργείο Πολιτισμού, ενώ θα έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο τουλάχιστον τριών επιπλέον υπουργείων Ανάπτυξης, Παιδείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Κυβερνήσεως. Σε αυτό το κενό προτείνεται η δημιουργία της Ελληνικής Γραμματείας Σχεδιασμού (ΕΓΣ)—ενός εθνικού φορέα που θα διαμορφώσει στρατηγική, θα προσφέρει εργαλεία στις επιχειρήσεις, θα πιστοποιεί επαγγελματίες, θα καθιερώνει πρότυπα και θα συνδέει τον ελληνικό σχεδιασμό με τη διεθνή αγορά. Διεθνείς μετρήσεις δείχνουν ότι ένας τέτοιος φορέας θα μπορούσε να αυξήσει τον κύκλο εργασιών του ελληνικού δημιουργικού τομέα κατά 15%–25% μέσα σε πέντε χρόνια, να ενισχύσει τις εξαγωγές κατά έως και 1,6 δισ. ευρώ και να αποφέρει συνολικά 2–5 δισ. ευρώ στην οικονομία.
Ωστόσο, κανένας θεσμός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη φωνή των ίδιων των δημιουργών. Γι’ αυτό η ίδρυση ενός Συλλόγου Σχεδιαστών Ελλάδας αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της ΕΓΣ. Ο Σύλλογος θα εκπροσωπεί τον κλάδο, θα καθορίζει επαγγελματικά πρότυπα και θα διασφαλίζει ότι οι πολιτικές που σχεδιάζονται αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες της κοινότητας των designers.
Αυτή τη στιγμή, ο σπόρος αυτού του θεσμικού οικοσυστήματος έχει ήδη φυτευτεί με την πρωτοβουλία GRDM – Greek Design Matters (greekdesignmatters.org). Η GRDM μετρά σήμερα 125 μέλη που διαρκώς αυξάνονται, δημιουργώντας για πρώτη φορά στην Ελλάδα έναν χώρο σύγκλισης, ταυτότητας και συλλογικού διαλόγου. Αν η Πολιτεία, οι επιχειρήσεις και οι σχεδιαστές επιλέξουν να κινηθούν μαζί, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να μετατρέψει μια «σιωπηλή» δημιουργική δύναμη σε μοχλό εθνικής ανάπτυξης. Αλλιώς η Ελλάδα θα συνεχίσει να “δανείζει” ταλαντούχους δημιουργούς και καλές ιδέες σε άλλες αγορές, χωρίς να καρπώνεται η ίδια το πλήρες οικονομικό και κοινωνικό όφελος.
*Ο Γιάννης Μάριος Ψιμάδας είναι Σχεδιαστής, Ερευνητής και Σύμβουλος Ανάπτυξης και Στρατηγικού Σχεδιασμού στις Δημιουργικές Βιομηχανίες. Μετράει 38 χρόνια προϋπηρεσία σε διοικητικές θέσεις στην Επικοινωνία, την Εκπαίδευση, τον Πολιτισμό και την Βιομηχανία. Είναι πτυχιούχος Γραφιστικής (ΒΑ) και Βιομηχανικού Σχεδιασμού (ΒΑ), απόφοιτος της Σχολής Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών του ΠΑΔΑ και του Πανεπιστημίου του Middlesex αντίστοιχα.
Ολοκλήρωσε ως υπότροφος του ΙΚΥ μεταπτυχιακές σπουδές στα Διαδραστικά Πολυμέσα (MSc), την Σχεδιαστική Σκέψη (MA) και την Διοίκηση Επιχειρήσεων (MBA). Σήμερα είναι υποψήφιος Διδάκτορας Οργανωσιακής Δημιουργικότητας και Καινοτομίας στην Σχολή Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Είναι εμπνευστής και συν-ιδρυτής της πρωτοβουλίας GRDM.