array(0) {
}
        
    
Menu
0.02%
Τζίρος: 153.44 εκατ.

Κώστας Τσιάρας: Σχεδιασμός της κυβέρνησης να μεταφέρει τον ΟΠΕΚΕΠΕ σε μια επομένη μέρα

Σπύρος Κοκοτός
Comments

Άνοιξη του 1951. Η τελευταία τάξη του Λυκείου Κοραής Ηρακλείου πραγματοποιεί την ετήσια εκδρομή της στην ανατολική Κρήτη. Κάποια αγόρια περιεργάζονται στην αποβάθρα του λιμανιού στον Άγιο Νικόλαο την επιβίβαση πολλών ανθρώπων σε ψαροκάικα. «Που πάνε όλοι αυτοί;» ρωτάει έναν ψαρά ο 18χρονος Σπύρος. Η συγκοινωνία της πόλης με την Ελούντα, γινόταν μόνον ακτοπλοϊκά καθώς ο δρόμος δεν είχε ακόμη διανοιχτεί.

Ξεφεύγοντας από την επιτήρηση των καθηγητών τους, πέντε-έξι αγόρια αγκαζάρουν κι εκείνα ένα ψαροκάικο για να εξερευνήσουν τα μεραμπελιώτικα ακρογιάλια τέσσερα μόλις μίλια βορειότερα, μέχρι τον όρμο του Πόρου και το Τραχίλι, εκεί που στα ζαφειρένια νερά τους πριν από χιλιάδες χρόνια η μινωική θεά Βριτόμαρτυς απολάμβανε τα λουτρά της. Ίσως αυτό το ψαροκάικο για τον δεκαοκτάχρονο τότε Σπύρο να μην ήταν όπως για τους άλλους συμμαθητές του μια απλή σύμπτωση. Ήταν μάλλον η «Αργώ του πεπρωμένου» του, αφού ακριβώς 20 χρόνια μετά, η μοίρα θα τον ξανάφερνε και πάλι σαν παραμύθι, στα ίδια ομηρικά ακρογιάλια για να ταυτίσει καθοριστικά και τελεσίδικα την υπόλοιπη ζωή του μέχρι το τελευταίο μεγάλο ταξίδι του, από αυτό το τοπίο που το μετεφηβικό ένστιχτο οδήγησε τους νεανικούς βηματισμούς του.

1

Ο εκλιπών Σπύρος Κοκοτός, ο κυρ Σπύρος ή ο καπετάν Σπύρος για όσους τον γνώρισαν, από σήμερα διαβαίνει στην αιωνιότητα με το ύστατο χαίρε στον τόπο που αγάπησε, ανέδειξε και ταυτίστηκε μαζί του, την Ελούντα. Έχοντας το μοναδικό προνόμιο να έχει κατακτήσει εν ζωή με το έργο του αυτή την αιωνιότητα, ήταν από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις δημιουργικών φυσιογνωμιών που συνδέθηκαν τόσο πολύ με έναν τόπο.

Το παρθένο και ανέγγιχτο παράκτιο τοπίο της Ελούντας των αρχών της δεκαετίας του ’70, στο οποίο έδωσε τα διαπιστευτήριά του τόσο σαν αρχιτέκτονας όσο και σαν επιτυχημένος πρωτοπόρος του ποιοτικού τουρισμού στη χώρα μας, στάθηκε γι’ αυτόν τόσο ταυτισμένο μαζί του, όπως η Αλεξάνδρεια με τον Καβάφη, όπως το Δουβλίνο με το Τζέϊμς Τζόις ή το Παρίσι με το Μαρσέλ Προυστ για να κάνουμε μια λογοτεχνική αναγωγή. Αυτός ο τόπος που δικαιωματικά «κατέκτησε» και τελεσίδικα ταυτίστηκε μαζί του σαν το χρονικό ενός παραμυθένιου θρύλου, στάθηκε η Ιθάκη της ζωής του που έδωσε σ’ εκείνον το ωραίο ταξίδι και στον τόπο μια διεθνή αίγλη.

Ο Κοκοτός ήταν εκείνος που με τη φωτοειδή βιωτή του επέλεξε την άγνωστη, φτωχή και άσημη έως τότε Ελούντα με το ανέγγιχτο τοπίο, αναδεικνύοντάς την στους κορυφαίους ταξιδιωτικούς προορισμούς των διεθνών celebrities της πολιτικής, της οικονομίας και της τέχνης.

Ο αρχιτέκτονας Σπύρος Κοκοτός είχε την αρετή να ακολουθεί το φυσικό ανάγλυφο, να συνομιλεί με τις γραμμές του βουνού και της θάλασσας, να σέβεται τις αναφορές του τοπίου και της φύσης, όχι σαν θεωρητικά σχήματα, αλλά σαν ζωντανούς οργανισμούς. Με τρόπο σχεδόν ανεπαίσθητο, έπλεξε σαν ενιαίο και συνεχόμενο νήμα μιαν αρχιτεκτονική τεχνοτροπία που δεν κραύγαζε, αλλά ψιθύριζε σαν ζωντανή αρμονία των μορφών. Μια κλίμακα που εκπορευόταν από την κρητική αρχιτεκτονική των μικρών, λιτών όγκων, εκεί όπου δεσπόζει ο ασβέστης, κυριαρχεί η πέτρα και περισσεύει η σοφία της μετρημένης κίνησης. (Το εμβληματικό ξενοδοχείο Elounda Beach που σχεδίασε, όπως ήταν το 1973. Φωτογραφία: Μανόλης Ρασούλης).

Κι αν τα χρονικά της ζωής των σπουδαίων ανθρώπων ξεδιπλώνουν πτυχές γεγονότων που έγιναν επικά στην κατηγορία τους και εν πολλοίς κατέστησαν θρύλους τους πρωταγωνιστές τους, δεν είναι υπερβολή να λεχτεί ότι ο Κοκοτός στάθηκε επιπρόσθετα σαν τη μυθική Κίρκη: Ήταν εκείνος που μεταμόρφωσε το ιστορικό, οικονομικό και κοινωνιολογικό status όχι μόνο της Ελούντας και του Μεραμπέλου αλλά και ολόκληρης της ανατολικής Κρήτης θέτοντας τα ισχυρά θεμέλια ενός ποιοτικού τουρισμού αντάξιου της περιοχής και της κρητικής παράδοσης. Γιατί έδρασε με το συγκερασμό μιας δικής του αρχιτεκτονικής σφραγίδας διαποτισμένης με διαχρονικά αξιακά πρότυπα–υπόβαθρα και μιας τουριστικής επιχειρηματικότητας που στηρίζονταν στη βαθύτατη ενακοή, ενόραση και διορατικότητα τακτικών και στρατηγικών στόχων συνδυαζόμενα με τα διεθνή δεδομένα της εποχής.

Ταυτόχρονα όμως και παράλληλα, είχε κερδίσει επάξια εν ζωή και τον τιμητικό τίτλο του Νέστορα, του μυθικού ήρωα και βασιλιά της Πύλου, του σοφού και συνετού Αχαιού που οι συμβουλές του ακούγονταν με σεβασμό από όλους. Ποιος μπορούσε άλλωστε να σκεφτεί, να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ήδη από τη δεκαετία του΄80 μια ισχυρή και βιώσιμη τουριστική πολιτική στη χώρα, χωρίς να συμβουλευτεί τον Κοκοτό; Η αέναη διορατικότητά του τον έκανε να αναλάβει πρωτοβουλίες ήδη από το 1990 μαζί με άλλους δραστήριους επιχειρηματίες του κλάδου για την ίδρυση του ΣΕΤΕ, ενός τομέα που προσφέρει πάνω από 20% στο ΑΕΠ και του οποίου υπήρξε και ο πρώτος ιστορικός πρόεδρος.

Το παρθένο και μοναδικού κάλους τοπίο έμελε μέσα από τις αρχιτεκτονικές συλλήψεις και παρεμβάσεις του Κοκοτού να μεταμορφωθεί σ’ έναν επίγειο παράδεισο, που πολλοί προσπαθούσαν έκτοτε –ανεπιτυχώς- να αντιγράψουν. Και δεν είναι τυχαίο. Ίσως γιατί ο εκλιπών είχε κρησάρει από τα πολυτεχνικά έδρανα των σπουδών του τη σοφία μεγάλων δασκάλων και στοχαστών που σημάδεψαν τα ελληνικά γράμματα και τις τεχνικές επιστήμες και αγάπησαν με πάθος της Ελλάδα και τον πολιτισμό της.

Όταν έχεις δασκάλους σου τον Δημήτρη Πικιώνη, τον Αναστάσιο Ορλάνδο, τον Παναγιώτη Μιχελή, τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα και τον Νίκο Εγγονόπουλο είναι αναπόφευκτα αναμενόμενο να ακολουθήσεις τα βήματά τους. Να σεβαστείς το απ’ αιώνων ταπεινό κρητικό τοπίο «παρακάμπτοντας το σκίνο και υποστυλώνοντας τα κλαδιά της γέρικης χαρουπιάς» όπως συνήθιζε να λέει. Η μόνιμη εξάλλου επωδός του στους ντόπιους κτίστες και πετράδες, όταν κατά δεκάδες δούλευαν στο εργοτάξιο το ’70, ήταν ότι «η χαρουπιά θέλει 20 χρόνια και δεν φυτεύεται, ενώ το μπανγκαλόουζ θέλει 30 ημέρες και φυτεύεται». Έτσι σε όλα τα ξενοδοχεία του Κοκοτού σε όλες τις περιοχές της χώρας, είναι εμφανέστατα με αποστολική συνέπεια τα αποτυπώματα του Δημήτρη Πικιώνη στις εξωτερικές διαμορφώσεις των χώρων που υλοποίησε, ακολουθώντας το φυσικό ανάγλυφο, και σεβόμενος τον ομοιότυπο της φύσης και του τοπίου.

Σε όλες τις κατασκευές του είναι εμφανέστατη η συμβίωση του λιτού και άσαρκου τοπίου της Ελούντας. Η εν αφθονία δυναμική, φυσική κοσμητεία και δωρική αρμονία του συγχρονίστηκε με τις αρχιτεκτονικές δημιουργίες του και στις πέντε ξενοδοχειακές μονάδες που σχεδίασε και υλοποίησε στην περιοχή της. «Το ανάγλυφο» έλεγε συχνά «δεν είναι εμπόδιο. Είναι ο σκελετός της ομορφιάς. Αρκεί να τον σεβαστείς».

Ο Κοκοτός ήταν από τους αρχιτέκτονες που δεν άφησαν πίσω τους απλά κτίρια, αλλά ίχνη ψυχής στο τοπίο. Δεν ανήκε στους θορυβώδεις της εποχής του. Με ζήλο και συνέπεια σε όλα του τα ξενοδοχεία φρόντισε να χαράξει τα διακριτικά, αλλά σαφή αποτυπώματα των δασκάλων του στο Ε. Μ. Πολυτεχνείο όχι ως μίμηση, αλλά ως οφειλή, ως γόνιμη συνομιλία με μια παράδοση που ξέρει να ανασαίνει και να εξελίσσεται. Είχε την αρετή και το ταλέντο, να συνομιλεί με τις γραμμές του βουνού και της θάλασσας, να σέβεται τις αναφορές του τοπίου και της φύσης, όχι σαν θεωρητικά σχήματα, αλλά σαν ζωντανούς οργανισμούς που ανέπνεαν.

Στους κτιριακούς του όγκους πάντρεψε με επιμέλεια το λευκό του σοβά με τα γαιώδη χρώματα της πέτρας, σαν να ήξερε πως εκεί, στο διάλογο του φωτός με τη γη, κατοικεί η αλήθεια της παράδοσης της Κρήτης. Ο ίδιος πίστευε, θυμίζοντας συχνά τα λόγια του δασκάλου του Ορλάνδου, ότι «ο σεβασμός στην παράδοση καλλιεργεί και εξελίσσει τις μορφές». Κι έτσι, με τρόπο σχεδόν ανεπαίσθητο, έπλεξε σαν ενιαίο και συνεχόμενο νήμα μιαν αρχιτεκτονική τεχνοτροπία που δεν κραύγαζε, αλλά ψιθύριζε. Μια κλίμακα που εκπορευόταν από την κρητική αρχιτεκτονική των μικρών, λιτών όγκων, εκεί όπου δεσπόζει ο ασβέστης, κυριαρχεί η πέτρα και περισσεύει η σοφία της μετρημένης κίνησης.

Γιατί στην τέχνη όπως είναι η αρχιτεκτονική και όπως μας έδειξε με τα έργα του, η παράδοση δεν αντιγράφεται. Οσμώνεται. Εισπνέεται και ξαναγεννιέται στις δικές σου γραμμές, στις δικές σου προτάσεις, χωρίς ποτέ να χάνει την καταγωγή της. Αυτή ήταν η μεγάλη αρετή και προσφορά του Κοκοτού σαν Αρχιτέκτονας: να αφήνει τον τόπο να μιλά μέσα από τα έργα του, να μη σκεπάζει με προσωπική φιλοδοξία το φυσικό κάλλος και την τοπιακή αρμονία, αλλά να τα υπηρετεί, σαν λιτός υπηρέτης μιας βαθύτερης συλλογικής μνήμης των μορφών του τόπου.

Σήμερα που τον αποχαιρετούμε για το Άγνωστο, μένει το πολυσχιδές έργο του να συνεχίζει το μυστικιστικό διάλογο της προσφοράς του. Τα αποτυπώματα των δημιουργιών του σαν ταπεινές, ευγενικές παύσεις μέσα στο τοπίο, σαν ανάσες που συμφιλιώνουν τον άνθρωπο με τη φύση, το χθες με το αύριο. Και ίσως εκεί να βρίσκεται η μεγαλύτερη παρηγοριά:

Ότι η εμβληματική αρχιτεκτονική δεν πεθαίνει με το δημιουργό της, αλλά παραμένει –όπως κάθε αληθινή τέχνη– ζωντανή συνομιλία με τον τόπο και το χρόνο. Ας είναι αιωνία η μνήμη του.

(*) Ο κ. Κωστής Ε. Μαυρικάκης είναι Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ. Κεντρική φωτογραφία: Ο Σπύρος Κοκοτός στην παρουσίαση του βιβλίου του αδελφού του Γιώργου Κοκοτού «Το χωράφι της Μαρούλαινας» στην Ελούντα τον Ιανουάριο 2017.

Πηγή: cretalive

Διαβάστε επίσης:

Μία ΔΕΘ που να δώσει ανάσα στην αγορά

Ο Καμμένος με τα ωραία δόντια του

Δίδακτρα από το νηπιαγωγείο μέχρι το ντοκτορά

Comments
Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Καμμένος: 2ο ηχητικό με τον Μαφιόζο της Κρήτης – Λέει ότι «έδωσε το όνομα του Μελχισεδέκ στο επιτελείο Τραμπ»
Μαφία της Κρήτης: Σήμερα οι πρώτες απολογίες – Αναμένονται κι άλλες συλλήψεις, λέει η Δημογλίδου 
Αρχιμανδρίτης Μελχισεδέκ Αμπελικάκης: Ανάμεσα σε αγίους, μαφιόζους και «βρόμικα» ράσα της Κρήτης

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μία ΔΕΘ που να δώσει ανάσα στην αγορά
Ο Καμμένος με τα ωραία δόντια του
Δίδακτρα από το νηπιαγωγείο μέχρι το ντοκτορά
Αναδιάταξη του σκηνικού στην παγκόσμια οικονομία
Οι Τρεις Σωματοφύλακες της Μεταρρύθμισης: Δουλευταράδες και αμφιλεγόμενοι
Τριπλή απειλή φούσκας: ρευστότητα, κρύπτο, ΤΝ
Διεθνές Περιβάλλον και Νέες Αναπτυξιακές Προκλήσεις – Είμαστε προετοιμασμένοι;
Μητσοτάκης στην ΔΕΘ κρίσης: H ύβρις πληρώνεται, η πράξη μετρά
Όταν η ατομική συμφωνία γίνεται κανόνας – Αναγκαία η ενδυνάμωση των συνδικάτων
Υποσχέσεις πρωθυπουργού σε δόσεις