Από το 2026, η δημοσίευση διαθηκών και η έκδοση κληρονομητηρίων αλλάζουν ριζικά, με στόχο λιγότερη γραφειοκρατία και πιο γρήγορες διαδικασίες.

Ο νόμος 5221/2025, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εισάγει μια νέα εποχή στο κληρονομικό δίκαιο. Από την 1η Ιανουαρίου 2026, η αρμοδιότητα για τη δημοσίευση των διαθηκών μεταφέρεται από τα δικαστήρια στους συμβολαιογράφους, ενώ το κληρονομητήριο θα εκδίδεται πλέον από δικηγόρους.

1

Οι αλλαγές αυτές έχουν στόχο να μειώσουν τη γραφειοκρατία, να αξιοποιήσουν τα ψηφιακά μέσα και να επιταχύνουν διαδικασίες που μέχρι σήμερα συχνά καθυστερούσαν για μήνες. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι υποθέσεις που σχετίζονται με κληρονομικά δικαιώματα θα διεκπεραιώνονται γρηγορότερα και με περισσότερη διαφάνεια, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις θα συνεπάγονται και νέα κόστη.

Από τα δικαστήρια στους συμβολαιογράφους

Μέχρι σήμερα, η δημοσίευση μιας διαθήκης γινόταν από τα δικαστήρια, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για την καθυστέρηση της συνολικής διεκπεραίωσης. Όταν εντοπιζόταν μια διαθήκη, κατατίθετο στο αρμόδιο δικαστήριο, όπου ο δικαστής εξέταζε τυπικά στοιχεία και εξέδιδε πρακτικό δημοσίευσης κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Όσο και αν επρόκειτο για μια σχετικά γρήγορη διαδικασία σε σχέση τουλάχιστον με την αντιδικία, απαιτούσε αρκετή γραφειοκρατία και αναμονή εβδομάδων.

Με τον νέο νόμο, η αρμοδιότητα μεταφέρεται στους συμβολαιογράφους. Ο συμβολαιογράφος που διατηρεί μια διαθήκη ή λαμβάνει γνώση της μετά τον θάνατο του κληρονομούμενο θα συντάσσει πρακτικό δημοσίευσης και θα το καταχωρεί στο νέο ηλεκτρονικό «Μητρώο Διαθηκών». Το μητρώο θα λειτουργεί υπό την εποπτεία των συμβολαιογραφικών συλλόγων, εξασφαλίζοντας ασφάλεια και διαφάνεια.

Πρόκειται για μια καινοτόμο ρύθμιση, από την άποψη ότι πλέον ο πολίτης δεν θα έρχεται σε επαφή με το βραδυκίνητο δικαστικό σύστημα και θα μπορεί σε απευθείας συνεννόηση με τον συμβολαιογράφο που έχει αναλάβει τη διεκπεραίωση των κληρονομικών να προβεί σε άμεση δημοσίευση και να αποκτήσει ευκολότερη πρόσβαση στα έγγραφα.

Ιδιόγραφες διαθήκες: Αυστηρότερη επιβεβαίωση γνησιότητας

Με τον συγκεκριμένο νόμο μπήκε τέλος και στη συζήτηση περί κατάργησης της ιδιόγραφης διαθήκης που επικρατούσε για καιρό. Η συζήτηση αυτή είχε ξεκινήσει με το σκεπτικό ότι οι ιδιόγραφες διαθήκες έπασχαν σε μεγάλο ποσοστό από έλλειψη αξιοπιστίας και ήταν ευεπίφορες στην πλαστογραφία, οπότε αναζητούνταν τρόποι να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο.

Παλαιότερα, οι διαθήκες που είναι γραμμένες και υπογεγραμμένες από τον διαθέτη κηρύσσονταν κύριες μέσω της δικαστικής οδού. Πλέον, η διαδικασία θα γίνεται από τον συμβολαιογράφο που δημοσιεύει τη διαθήκη, παρουσία δικηγόρου και δύο μαρτύρων που θα επιβεβαιώνουν τη γνησιότητα της γραφής και της υπογραφής. Εάν ο κληρονόμος είναι πρόσωπο εκτός της οικογένειας (π.χ. φίλος ή γνωστός), απαιτείται και γραφολογική πραγματογνωμοσύνη.

Έτσι, η διαδικασία θα ολοκληρώνεται μεν ταχύτερα μαζί με τη δημοσίευση, αλλά θα γίνει προσπάθεια να υπάρξει περισσότερη ασφάλεια, για να αποφευχθούν πλαστογραφήσεις σε μια λεπτή ισορροπία μεταξύ επιτάχυνσης και μεγαλύτερης προσοχής στη λεπτομέρεια, ιδίως μέσω της γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης.

Το κληρονομητήριο στα χέρια των δικηγόρων

Το κληρονομητήριο είναι το επίσημο πιστοποιητικό που εκδίδεται ώστε να αποδεικνύει ποιος έχει το δικαίωμα να κληρονομήσει και σε τι ποσοστό. Πρόκειται για το έγγραφο που νομιμοποιεί τον κληρονόμο να προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες:

  • να μεταγράψει ακίνητα στο όνομά του στο Υποθηκοφυλακείο ή στο Κτηματολόγιο,
  • να εισπράξει χρήματα ή καταθέσεις από τράπεζες,
  • να ρυθμίσει φορολογικές υποχρεώσεις στην εφορία,
  • να μεταβιβάσει ή να αξιοποιήσει περιουσιακά στοιχεία που ανήκαν στον αποβιώσαντα.

Με απλά λόγια, χωρίς κληρονομητήριο ο κληρονόμος συχνά δεν μπορεί να κάνει καμία νόμιμη πράξη πάνω στην κληρονομιά, ακόμη κι αν υπάρχει διαθήκη. Μάλιστα, το γεγονός ότι πριν τον νέο νόμο εκδιδόταν αποκλειστικά από το δικαστήριο, οδηγούσε σε μεγάλες καθυστερήσεις και ανασφάλεια στις συναλλαγές.

Από 1η Ιανουαρίου 2026, το κληρονομητήριο θα εκδίδεται με πράξη δικηγόρου, μέλους του οικείου δικηγορικού συλλόγου. Ο κληρονόμος, ο εκτελεστής διαθήκης ή άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο θα καταθέτει αίτηση μέσω δικηγόρου στο δικαστήριο. Αν δεν υπάρξει ένσταση από τρίτους μέσα σε δέκα ημέρες, ο δικηγόρος θα εκδίδει το πιστοποιητικό. Εάν υπάρξει αντίρρηση, η υπόθεση θα παραπέμπεται στο δικαστήριο.

Στην πράξη, οι πολίτες θα αποκτούν πιο γρήγορα το έγγραφο που χρειάζονται για τράπεζες, εφορία ή μεταβίβαση περιουσίας. Ωστόσο, να τονιστεί εδώ ότι η υποχρεωτική ανάθεση σε δικηγόρο συνεπάγεται πρόσθετη δαπάνη, ένα «αναγκαίο κακό», ώστε το κράτος να αποσυρθεί από τις χρονοβόρες διαδικασίες και όλο το σύστημα των κληρονομικών δικαιωμάτων να μεταβεί στους ιδιώτες.