• Business

    Παπουτσάνης: Από το turn around στο success story με όχημα τις εξαγωγές

    Ο Μιχαήλ Παναγής


    Από την ανάκαμψη, στην ανάπτυξη. Έχοντας ολοκληρώσει με επιτυχία την προσπάθεια εξυγίανσης, η Παπουτσάνης στοχεύει πλέον στη διατήρηση της δυναμικής που κατάφερε να παρουσιάσει τα τελευταία χρόνια. Στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθούν οι εξαγωγές, οι οποίες αποτέλεσαν βασικό μοχλό για τη διάσωση της ιστορικής βιομηχανίας και συνεχίζουν να συνεισφέρουν μεγάλο μέρος των εσόδων (υπολογίζεται ότι σήμερα παράγουν το 40% των συνολικών πωλήσεων). Η σειρά προϊόντων Olivia, η παραγωγή των οποίων βασίζεται στο ελαιόλαδο θα αποτελέσει την «αιχμή του δόρατος» καθώς υπάρχει τεράστιο ενδιαφέρον σε μεγάλες αγορές, όπως οι ΗΠΑ και η Κορέα.

    Όπως ανέφερε χθες στο πλαίσιο συνέντευξης τύπου ο νέος διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Μιχάλης Παναγής, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα την 1η Φεβρουαρίου γίνονται μελέτες, προκειμένου να διαπιστωθεί σε ποια κανάλια υπάρχουν οι μεγαλύτερες προοπτικές. Ιδιαίτερη έμφαση για την ενίσχυση των εξαγωγικής δραστηριότητας θα δοθεί επίσης στην εμβάθυνση των υφιστάμενων συνεργασιών με μεγάλες πολυεθνικές, όπως η Unilever αλλά και στην επέκταση της παρουσίας σε ξενοδοχεία του εξωτερικού.

    Οι συνθήκες, σύμφωνα με τον κ. Παναγή, φαίνονται ιδιαίτερα ευνοϊκές για να διευρύνει η Παπουτσάνης το εξαγωγικό της αποτύπωμα.

    Η άριστη σχέση και συνεργασία με τους υφιστάμενους πελάτες και το «καλό όνομα» που έχει χτίσει όλα αυτά τα χρόνια η ελληνική σαπωνοποιία εκτιμάται πως θα αποδώσουν ακόμη μεγαλύτερους καρπούς τα επόμενα χρόνια, ενώ παράθυρο ευκαιρίας ανοίγει η κατάρρευση του μεγαλύτερου παραγωγού σαπουνιών στη Γερμανία.

    Πολλές προσδοκίες υπάρχουν και για την εμπορική συνεργασία που σύναψε πρόσφατα η εταιρεία με την πολωνική βιομηχανία, beta, η οποία αναμένεται να ανοίξει τον δρόμο για διείσδυση στην τοπική και κυρίως στην ρωσική αγορά ενώ περισσότερα κέρδη, εκτιμάται πως θα φέρει η πώληση σαπουνόμαζας, μια κατηγορία στην οποία μπήκε πρόσφατα και παρουσιάζει ήδη μεγάλη ανάπτυξη.

    Απώτερος στόχος είναι οι διεθνείς πωλήσεις να φθάσουν στο τέλος του 2019 να αποτελούν το 50% του κύκλου εργασιών από 40% σήμερα και σταδιακά στα επόμενα χρόνια να καταλαμβάνουν τη «μερίδα του λέοντος».

    Το βάρος που δίδεται στο εξωτερικό, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως θα ατονήσει η δραστηριότητα του ομίλου στο εσωτερικό. Απεναντίας. Όπως είπε από την πλευρά του, ο βασικός μέτοχος και εκτελεστικός αντιπρόεδρος της εταιρείας, Μενέλαος Τασόπουλος, στα σχέδια είναι η βελτίωση της εικόνας των brands του χαρτοφυλακίου, και η κυκλοφορία νέων προϊόντων που θα εστιάζουν στη νεότερη γενιά, όπως έγινε πρόσφατα με την καινούρια σειρά σαμπουάν «Hairchic».

    Στον σχεδιασμό περιλαμβάνεται και το επαναλανσάρισμα της εμβληματικής μάρκας «Καραβάκι», το οποίο τις προηγούμενες δεκαετίες κυριαρχούσε στην ελληνική αγορά.

    Την ίδια προσήλωση αναμένεται να δείξει και στη συνεργασία με τις εγχώριες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, τις οποίες προμηθεύει με προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας αλλά και στην τροφοδοσία των ελληνικών ξενοδοχείων, τα οποία αρχίζουν και ζητάνε πιο φυσικά καλλυντικά.

    Η διοίκηση της Παπουτσάνης εμφανίστηκε αισιόδοξη για τη συνέχεια, σημειώνοντας πως τη φετινή χρονιά θα διατηρηθούν οι διψήφιοι ρυθμοί αύξησης των πωλήσεων ενώ παράλληλα θα βελτιωθεί περαιτέρω και η κερδοφορία. Παράλληλα, θα επιδιώξει να μειώσει και άλλο τα λειτουργικά και παραγωγικά έξοδα και να περιορίσει τον δανεισμό της ενώ ξεκαθάρισε πως δεν ενδιαφέρεται να πουλήσει σε ξένα funds. «Έχουμε μεγάλα περιθώρια και στις 4 κατηγορίες που δραστηριοποιούμαστε και σκοπεύουμε να πουλήσουμε», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τασόπουλος.

    Η Παπουτσάνης είναι από τις μακροβιότερες ελληνικές βιομηχανίες, αφού η ιστορία της ξεκινάει πριν από 150 χρόνια.

    Σήμερα, είναι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς σαπουνιών και υγρών καλλυντικών στην Ευρώπη και η πρώτη εταιρεία παραγωγής σαπουνιού στην Ελλάδα με ιδιόκτητη μονάδα στην Ριτσώνα.

    Παράγει περισσότερα από 100 εκατομμύρια προϊόντα ετησίως ενώ διαθέτει τα προϊόντα της σε πάνω από 6.000 σημεία.

    Το 59% της συνολικής παραγωγής διοχετεύεται στην Ελλάδα, το 31% στην ευρωπαϊκή αγορά, το 7% στις ΗΠΑ και το 3% στην Ασία.

    Το 2018, οι πωλήσεις της ανήλθαν σε 24,2 εκατ. ευρώ, έναντι 20,8 ευρώ που ήταν το 2017 ενώ τα λειτουργικά κέρδη διαμορφώθηκαν σε 1,5 εκατ. ευρώ.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Μασούτης: Το deli κατάστημα που βάζει στόχο να κατακτήσει τους opinion leaders της χώρας

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΕΒΓΑ: Η εξαγορά που πέρασε στα… ψιλά και το νέο ξεκίνημα στο παγωτό



    ΣΧΟΛΙΑ