• Άρθρα

    Τρίτη φορά και φαρμακερή για τη Γερμανία

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Η Ευρώπη αντιμετωπίζει διπλό πόλεμο: έναν εξωτερικό και έναν εμφύλιο. Ο πρώτος με την Ρωσία. Ο δεύτερος με την Γερμανία. Στον εξωτερικό πόλεμο οι Ουκρανοί κάνουν την δουλειά των ευρωπαίων, με τους δεύτερους να κάθονται άνετα στα σπίτια τους και απλά να τσοντάρουν στον εξοπλισμό των πρώτων από τις ΗΠΑ. Στον εμφύλιο, η Γερμανίδα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κάνει την ύστατη στιγμή προσπάθεια στην Πράγα να αποφύγει την ανοιχτή κήρυξή του.

    Βέβαια, η «πολύχρωμη» γερμανική κυβέρνηση δεν έχει βρει τα πατήματά της. Ο καγκελάριος εμφανίζεται διστακτικός, η υπουργός Εξωτερικών σαφώς εμφορείται από φιλελεύθερες ιδέες και το οικονομικό επιτελείο δείχνει να έχει αιχμαλωτιστεί από τα μονεταριστικά γεράκια.

    Το πρόβλημα δεν είναι, όμως, στην λειτουργία της γερμανικής κυβέρνησης, αλλά στην ηθική και πρακτική διάσταση της ενεργειακής κρίσης. Ο εμφύλιος σοβεί διότι, κατά μία έννοια, οι εταίροι δεν αναγνωρίζουν πλέον στη Γερμανία το δικαίωμα των μονομερών αποφάσεων, ακόμη και σε εθνικό επίπεδο.

    Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι.

    Πρώτο έρχεται το γεγονός ότι η Γερμανία θεωρείται (και είναι) πρωταρχικά υπεύθυνη για το γεγονός ότι η χρήση της ενέργειας ως όπλο θίγει δυσανάλογα την Ευρώπη, σε σύγκριση με άλλες γεωγραφικές και εθνικές περιοχές. Η Γερμανία είχε επανειλημμένα προειδοποιηθεί για τους κινδύνους της εξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια και είχε επανειλημμένα κωφεύσει. Σήμερα, όλη η Ευρώπη υποφέρει και πληρώνει τις επιλογές της Γερμανίας.

    Ο δεύτερος λόγος έχει σχέση με τα αίτια της εξάρτησης. Η Γερμανία επέλεξε να αγνοήσει τις πιθανές επιπτώσεις της στρατηγικής που είχε υιοθετήσει αφενός μεν διότι το φτηνό Ρωσικό αέριο έδινε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην βιομηχανική της μηχανή, αφετέρου δε διότι εξυπηρετούσε την Ostpolitik που ένθερμα στήριζε η εκ της Ανατολικής Γερμανίας προερχόμενη Καγκελάριος Μέρκελ. Επιπλέον, η ενεργειακή πολιτική της Γερμανίας εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης οικονομικής πολιτικής της, όπου από την μία μεριά στηρίζει την μεταβίβαση πόρων προς τον Ευρωπαϊκό Νότο αλλά από την άλλη τους παίρνει πίσω μέσω των εμπορικών ροών, και μάλιστα με θετικό πρόσημο.

    Ο τρίτος λόγος αφορά την εμμονή της Γερμανίας στην τήρηση δημοσιονομικών κανόνων οι οποίοι δεν μπορούν να ισχύουν σε περίοδο πολέμου, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν θεωρούνται έτσι κι αλλιώς ξεπερασμένοι. Η θέση αυτή της Γερμανίας προξένησε στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο ακόμη πιο ακραίες αντιδράσεις από τα άλλα κράτη-μέλη, όταν ανακοινώθηκε το τεράστιο πακέτο στήριξης ειδικά προς τη γερμανική οικονομία.

    Πέρα από την άστοχη χρονική επιλογή της ανακοίνωσης, αυτή ορθά ερμηνεύτηκε ως μία ενέργεια του πλέον οικονομικά ισχυρού, που αποφασίζει γενναιόδωρα για τον εαυτό του αλλά αντιδρά σε κοινές πολιτικές που ωφελούν τους πλέον αδύναμους και ευάλωτους. Το θέμα, δηλαδή, δεν είναι αυτό καθ’ εαυτό το μέγεθος του πακέτου (200 δις. ευρώ) αλλά η άρνηση της Γερμανίας να υιοθετηθεί κοινή ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική. Και άλλες χώρες (π.χ. Γαλλία, Ισπανία) έχουν ετοιμάσει μεγάλα πακέτα στήριξης σε εθνικό επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα στηρίζουν ενεργά τον ευρωπαϊκό συντονισμό.

    Στην υπόλοιπη Ευρώπη, επιπλέον, έχει επικρατήσει η άποψη ότι η ιδεολογική εμμονή της Γερμανίας στην σφιχτή δημοσιονομική πολιτική και στον σχεδιασμό πολιτικών που θυσιάζουν την ανάπτυξη προκειμένου να ελέγχεται ο πληθωρισμός, δεν είναι αταβιστική (λόγω Βαϊμάρης) αλλά στυγνά ιδιοτελής: το ισχυρό μάρκο κάνει μεν τις εξαγωγές δυσκολότερες, αλλά η γερμανική παραγωγή στηρίζεται στην υψηλή ποιότητα και στην σχεδόν μονοπωλιακή θέση που κατέχει σε πολλές αγορές, με αποτέλεσμα να εισπράττει μονοπωλιακά κέρδη.

    Ήδη, από τις 28/8 είχα γράψει ότι η ενεργειακή κρίση θα δοκιμάσει την ευρωπαϊκή ενότητα. Αναφερόμουνα πρωταρχικά στην προσπάθεια της Ρωσίας να διχάσει τους Ευρωπαίους, κραδαίνοντας την φοβέρα των κακουχιών που έρχονταν τον χειμώνα και το αδιανόητο της χρήσης πυρηνικών όπλων . Τον ρόλο της Ρωσίας τον ανέλαβε τώρα η Γερμανία, που με τις πολιτικά αψυχολόγητες και οικονομικά απόλυτα ιδιοτελείς πράξεις, κινδυνεύει να τινάξει στον αέρα το ευρωπαϊκό κατασκεύασμα.

    Δεν θα είναι η πρώτη φορά. Για την ακρίβεια, αν συμβεί, θα είναι η τρίτη.

    Διαβάστε επίσης

    Τα συμπεράσματα «ανήκουν» στον αναγνώστη



    ΣΧΟΛΙΑ