• Άρθρα

    Ποιος τελικά καταλαβαίνει;

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Κάθε τόσο, μάλλον με την ψυχή στο στόμα, η κυβέρνηση βγαίνει και ανακοινώνει νέα μέτρα για να βοηθήσει την κοινωνία να αντιμετωπίσει τις αρνητικές επιπτώσεις της ενεργειακής κυρίως κρίσης.

    Το οικονομικό επιτελείο παρακολουθεί με προσοχή την πορεία των δημοσίων εξόδων και εσόδων και ανάλογα με το περιθώριο που υπάρχει – τον περίφημο δημοσιονομικό χώρο—προσδιορίζει την έκταση και διάρκεια της βοήθειας.

    Είναι σίγουρο ότι, για την συντριπτική πλειοψηφία αυτό ερμηνεύεται με το γνωστό «λεφτά υπάρχουν».

    Δεν είναι καμία μαγική συνταγή. Αντίθετα, πρόκειται για υπολογισμούς που ταιριάζουν σε τεφτέρια του μπακάλη. Τρία νούμερα είναι όλα κι όλα: τι εισπράττει το δημόσιο, τι ξοδεύει, πόσα πρέπει να «περισσεύουν» ώστε το έλλειμμα, η διαφορά ανάμεσα στα δύο, να μην υπερβεί ένα συγκεκριμένο ύψος, που εν τη μεγάλη σοφία τους καθόρισαν ορισμένοι οικονομολόγοι και πολλοί πολιτικοί εν τη μεγάλη αγνοία τους έσπευσαν να υιοθετήσουν. Έτσι τους είπαν, έτσι, κάνουν. Πανευρωπαϊκό το φαινόμενο.

    Δυστυχώς, οι δοξασίες πεθαίνουν αργά.

    Η κρίσιμη λέξη είναι «περισσεύουν». Γιατί, ούτε λεφτά υπάρχουν, ούτε περισσεύουν.

    Η χώρα μας είναι καταχρεωμένη. Κανονικά θα οφείλαμε να δουλεύουμε για να ξεπληρώνουμε τα χρέη μας. Αυτό μας λένε κάθε ημέρα, με επίταση, τις περισσότερες φορές μάλιστα με κακό τρόπο και με φοβέρες, οι διάφοροι δικηγόροι από τους πολλούς που βγάζει το εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς να τους χρειάζεται η κοινωνία, και έγιναν τώρα κομιστές ψυχολογικού εκβιασμού για λογαριασμό των ειδικών funds που αγόρασαν τα κόκκινα δάνεια του καθ’ όλα ρημαγμένου ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

    Εναλλακτικά, προκειμένου να υπάρχει η προοπτική άσπρης ημέρας, η χώρα έπρεπε να επενδύσει αυτά τα χρήματα. Να τα επενδύσει σοφά, με προσοχή ώστε να δημιουργούνται δουλειές, να υπάρχει απτό αντίκρισμα την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, να δημιουργούνται νέες προϋποθέσεις για να βρουν εργασία οι χιλιάδες άνεργοι νέοι, κι αυτοί θύματα της ψεύτικης ευδαιμονίας που στήριξαν πολιτικοί, τράπεζες και δανειστές.

    Όπως λέγανε παλαιότερα – και ισχύει και σήμερα—it takes two to tango. Όταν οι τράπεζες μοίραζαν πιστωτικές και χιλιάρικα με μία υπογραφή δεν υπήρχε πρόβλημα. Και οι πολίτες όλο και πιο βαθιά στην τρύπα—όλοι πίστεψαν στο τζάμπα χρήμα.

    Τώρα, οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι ο λεγόμενος δημοσιονομικός χώρος στην ουσία και λογική της χρηστής (λέγε με Γερμανικής) διαχείρισης, δεν υπάρχει. Η συνειδητή πολιτική απόφαση – που τυχαίνει να είναι και κοινωνικά επιβεβλημένη—της κυβέρνησης είναι να απαλύνει τον πόνο τώρα. Διότι ο πολίτης πρέπει να φάει και να ζεσταθεί.

    Οφείλουμε, δηλαδή, να κατανοήσουμε ως κοινωνία ότι το κάθε ευρώ που δαπανάται σήμερα για να μετριαστεί το κόστος της κρίσης, αφαιρεί από την ανάπτυξη, τον πλούτο, την ευκαιρία, την προοπτική του αύριο.

    Είναι μία από τις σπάνιες αλήθειες των οικονομικών: δεν υπάρχει τζάμπα γεύμα.

    Σωστά κόπτονται στο οικονομικό επιτελείο να τα καταφέρουν. Δεν είναι μάγοι, όμως. Εκτός κι αν ο πληθωρισμός αφεθεί να τρέξει ή/και υπάρξει υποχώρηση του άτεγκτου καπιταλισμού για αναδιάρθρωση χρεών, η σημερινή ανακούφιση έχει αυριανό κόστος – έστω και με την έννοια του διαφυγόντος κέρδους για την κοινωνία.

    Δεν χρειάζεται πολύ σοφία για να συνειδητοποιήσουμε ότι όποιος σήμερα τάζει λαγούς με πετραχήλια, ταυτόχρονα κτίζει την κρεμάλα του αύριο.

    Ποιος, πόσοι, το καταλαβαίνουν αυτό;

    Διαβάστε επίσης

    Η στρεβλή διάρθρωση της επιχειρηματικής βάσης



    ΣΧΟΛΙΑ