• Άρθρα

    Οι συνασπισμοί πληροφοριών – data coalitions

    Ποιος φταίει; Ο πιανίστας ή το τραγούδι;

    Αντώνης Κεφαλάς


    Στα δύο προηγούμενα άρθρα με την γενική ρουμπρίκα «Τι να περιμένουμε το 2022;» ασχολήθηκα με την επιβράδυνση της παγκοσμιοποίησης (3/1) και με τη νέα σχέση συμβίωσης μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα (4/1).  Σήμερα η στήλη θα αναφερθεί στην 3η σημαντική εξέλιξη που προβλέπει ότι θα δούμε μέσα στο 2022: τον έλεγχο στην ισχύ των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας.

    Η τεχνολογική πρόοδος, πρώτα στην αναλογική και στην συνέχεια στην ψηφιακή της μορφή, επέτρεψε στους πρωτοπόρους των ανακαλύψεων να περάσουν ταχύτατα στην διάσταση της εμπορικής εκμετάλλευσης. Σε αντίθεση, δηλαδή, με τις δύο Βιομηχανικές Επαναστάσεις καθώς και με την τεχνολογική επανάσταση στις πρώτες ύλες και στις μεταφορές, η ψηφιακή επανάσταση βρήκε ήδη πρόσφορο έδαφος  για την άμεση εφαρμογή της.

    Η προετοιμασία είχε γίνει σε δύο επίπεδα. Το ένα ήταν η παράδοση της δημιουργίας ενός οικοσυστήματος αλά Silicon Valley – που από την φύση της ευνοεί την ανάληψη υψηλού επιχειρηματικού ρίσκου με αντάλλαγμα αντίστοιχα υψηλές αποδόσεις. Το δεύτερο ήταν η ευρύτερη στροφή του καπιταλιστικού συστήματος από την έμφαση στην ανταγωνιστικότητα στην επικέντρωση στον ανταγωνισμό.

    Πολύ απλά, οι σημερινοί τεχνολογικοί κολοσσοί δεν προξένησαν άμεσες αντιδράσεις για νόθευση του ανταγωνισμού, διότι η οικονομία είχε ήδη έμμεσα αποδεχτεί την ύπαρξη και ουσιαστικά ανεξέλεγκτη λειτουργία μονοπωλιακών και ολιγοπωλιακών καταστάσεων. Μέρος αυτού του προβλήματος εντοπίζεται στην θεσμική αδυναμία των εντεταλμένων οργάνων να αναγνωρίσουν την εξέλιξη. Πρόκειται, δηλαδή, για μία σημαντική αποτυχία πρόβλεψης και προσαρμογής οργανισμών (όπως οι Επιτροπές Ανταγωνισμού), που παρέμειναν  προσηλωμένες στην παρακολούθηση των πρακτικών των παραδοσιακών τομέων της οικονομίας και άφησαν έτσι να εκτραφεί ένα νέο τέρας.

    Η διαδικασία μεγέθυνσης ήταν, πάντως, καθαρά παραδοσιακή: αν ο εφευρέτης μίας νέας τεχνολογικής πλατφόρμας εύρισκε ευρύτερη κοινωνική αποδοχή, στρεφόταν τότε στην εξαγορά άλλων συναφών (οριζόντια ή κάθετα) εφαρμογών που είχαν στο μεταξύ εμφανιστεί με ευκολία και σε μεγάλο αριθμό,  ακριβώς επειδή το οικοσύστημα ευνοούσε αυτήν την εξέλιξη. Ο αρχικός εφευρέτης-επενδυτής εκμεταλλεύονταν έτσι την ανοιχτή αγορά για να αποκτήσει κυρίαρχη θέση. Τα υψηλά πολλαπλάσια κερδών που πλήρωνε για την εξαγορά ουδόλως τον ενδιέφεραν – διότι στόχος ήταν η αντιμετώπιση του ανταγωνισμού, όχι η ανταγωνιστικότητα, και η απόκτηση και διατήρηση κυρίαρχης θέσης στην αγορά.

    Η συγκέντρωση πληροφοριών είχε βέβαια ξεκινήσει πολύ πριν την ψηφιακή επανάσταση. Το πρόβλημα δεν ήταν φυσικά στην συγκέντρωση αυτή καθ’ εαυτή αλλά στην χρήση της πληροφορίας. Αρχικά, φάνηκε ότι το πρόβλημα μπορούσε ίσως να αντιμετωπιστεί με νόμους για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.  Αναγνωρίζοντας την αναποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης προσέγγισης, οι εταιρείες τεχνολογίας δεν έφεραν αντίρρηση. Όποιος έχει διαβάσει τους όρους για την αποδοχή των cookies, και ακόμη περισσότερο τους όρους για την μερική απόρριψη τους, συνειδητοποιεί το μέγεθος της αποτυχίας και την …ψυχραιμία των κολοσσών.

    Ο παράγων που άλλαξε το σκηνικό και έφερε πλέον τις μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις, ήταν η επανάσταση στην ταχύτητα μετάδοσης των δεδομένων (όπου το 5G είναι ο  καταλύτης –enabler — της τεχνολογίας)  σε συνδυασμό με την τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ ή artificial intelligence) που επιτρέπει την εμβάθυνση στις πληροφορίες (data) και την εξαγωγή με ταχύτητα και ακρίβεια συμπερασμάτων που άλλοτε θα ήταν εκτός πραγματικότητας. Η μορφή, ταχύτητα και τα συμπεράσματα του  data mining άλλαξαν ριζικά.

    Μαζί άλλαξαν και οι δυνατότητες χρήσης. Το παράδειγμα των ΗΠΑ όπου σήμερα το 85% των Ρεπουμπλικάνων πιστεύει το ψέμα του Tramp αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό και πλέον επικίνδυνο παράδειγμα χρήσης της τεχνολογίας για μη θεμιτούς σε μία δημοκρατία σκοπούς.

    Διότι, κατά βάση, το θέμα είναι πολιτικό: η χρήση της τεχνολογίας να μην υπονομεύει την δημοκρατία. Αν δεν τεθεί σ’ αυτήν την βάση, τότε δεν είναι θέμα.

    Ο συνασπισμός πληροφοριών  (data coalition)

    Οι πληροφορίες μπορούν να διαχωριστούν σε τρεις κατηγορίες:

    • Τις προσωπικές (από τους αριθμούς ταυτότητας, ΑΜΚΑ, ΑΦΜ μέχρι τον ιατρικό μας φάκελο).
    • Τις πνευματικές – όπως τα πνευματικά δικαιώματα, οι πατέντες, τα trademarks
    • Τις έμμεσες, που προκύπτουν καθώς σερφάρουμε στο διαδίκτυο, πηγαίνουμε σινεμά, θέατρο ή σε κονσέρτο, δειπνούμε σε εστιατόριο, πίνουμε σε μπαρ, αγοράζουμε προϊόντα από καταστήματα κοκ.)

    Η μεγάλη μάχη σήμερα αφορά κυρίως την τρίτη κατηγορία—αυτή ουσιαστικά αποτελεί τα λεγόμενα open data.

    Με δεδομένη την αδυναμία του κράτους να θέσει υπό έλεγχο τις πρακτικές των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, ο απλός πολίτης ήταν στη θέση του Δαυίδ με τον Γολιάθ. Η φύση, όμως, δεν ανέχεται τα κενά και η κοινωνία βρήκε μόνη της μία απάντηση. Αν θα είναι «Η» απάντηση δεν γνωρίζουμε. Προς το παρόν, όμως, είναι «ΜΙΑ» απάντηση: οι συνασπισμοί πληροφοριών ή, όπως ο αγγλικός όρος που δεν έχει ακόμη επίσημη μετάφραση, η data coalition.

    Με νομική πλέον κάλυψη, η data coalition είναι η απάντηση της κοινωνίας των πολιτών (civil society)  στο μεγάλο θέμα του ελέγχου της πληροφορίας. Είναι ο ενδιάμεσος θεσμός ανάμεσα στον πολίτη ως άτομο και την εταιρεία τεχνολογίας ως μονοπώλιο ή ολιγοπώλιο.

    Με νομική υπόσταση (στις ΗΠΑ), η data coalition αποτελείται από πολίτες που έχουν κοινό συμφέρον και κοινή φιλοσοφία ως προς την συλλογή και την χρήση πληροφοριών που τους αφορούν. Ορισμένες συνομοσπονδίες εμμένουν στην απόλυτη προστασία των δεδομένων τους. Άλλες μόνο αν θα χρησιμοποιηθούν για έρευνα και ανάπτυξη. Άλλες, πάλι, στοχεύουν στην απαγόρευση χρήσεων που υπονομεύουν την δημοκρατία. Ή, που συμφωνούν να χρησιμοποιηθούν μόνο στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

    Ένας πολίτης μπορεί να συμμετέχει σε ένα ή δύο ή και τρεις συνασπισμούς—ανάλογα με τα ενδιαφέροντά του και τη νοοτροπία του. Το κρίσιμο θέμα είναι ότι δημιουργείται ένας θεσμός που έχει το μέγεθος και το βάρος να διαπραγματευτεί με τις εταιρείες τεχνολογίας και να αποδώσει στον πολίτη ένα μέρος της ελευθερίας που έχει χάσει.

    Κατά μία έννοια, όπως αναφέρει ο Matt Prewitt, η ατομική απόφαση συμμετοχής σ’ έναν συνασπισμό είναι παρόμοια με την απόφαση να συμμετάσχει ο πολίτης σε μία πολιτική παράταξη ή να ψηφίσει. Και πρέπει να αποφασίσει ποια είναι τα οφέλη που αποκομίζει αν η εταιρεία τεχνολογίας π.χ. γνωρίζει ανά πάσα στιγμή που βρίσκεται κι αν αυτό το όφελος αντισταθμίζεται από το οικονομικό κέρδος που βγάζει η εταιρεία από την εκμετάλλευση αυτής της γνώσης που την έχει αποκτήσει ουσιαστικά χωρίς την συγκατάθεση του πολίτη.

    Η επιλογή έχει κόστος, π.χ. η συμμετοχή σ’ ένα συγκεκριμένο συνασπισμό μπορεί να σημαίνει ότι δεν μπορεί ο πολίτης να χρησιμοποιήσει μία συγκεκριμένη εφαρμογή, π.χ. το Substack. Αλλά, είναι κανόνας της ζωής ότι όλες οι επιλογές έχουν κόστος μίας μορφής ή άλλης.

    Το 2022 είναι χρονιά που θα δούμε το θέμα του ελέγχου της πληροφορίας (data regulation) να περνά σε νέα φάση και διάσταση. Δικαιολογημένα, οι εταιρείες επιδιώκουν να έχουν την μεγαλύτερη δυνατόν ελευθερίας, εν μέρει βάσιμα ισχυρίζονται ότι ο υπερβολικός έλεγχος θα θίξει την καινοτομία. Θεμιτά, από την άλλη πλευρά, ο πολίτης θέτει τα απλά ερωτήματα: γιατί η εταιρεία να κερδίζει από τις δικές μου πληροφορίες; Ποιο είναι το δικό μου όφελος; Και ποια είναι τελικά η δική μου ελευθερία όταν η πληροφόρηση αντλείται χωρίς την ουσιαστική συγκατάθεση μου;

    Μέρος τουλάχιστον της απάντησης θα είναι η εξάπλωση και ενίσχυση των συνασπισμών πληροφορίας.

    Διαβάστε επίσης

    Η νέα συμβίωση ιδιωτικού και δημόσιου τομέα

    Τι επιφυλάσσει το 2022;



    ΣΧΟΛΙΑ