• Άρθρα

    H υπέρ-οψία της Γιάννας Αγγελοπούλου

    WarningExclamation mark in a circleΑπαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Ομολογώ ότι η ανακοίνωση της δημιουργίας της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» μού κίνησε μικρό ενδιαφέρον. Δεν μπορούσα να καταλάβω τη συνολική σύλληψη: μία επιτροπή, που αρχίζει το έργο της εν μέσω πανδημίας, θα ασχοληθεί με τον εορτασμό των 200 ετών από την Επανάσταση.

    Δεν λέω, η έμφαση στο αντίθετο ίσως να λειτουργεί ως εξισορροπητικός παράγων στην ψυχολογία του λαού. Προσωπικά, όμως, θεωρούσα ότι η όλη ιστορία θα μπορούσε να αναβληθεί. Τα 200 χρόνια είναι ένα αυθαίρετο όριο: γιατί τα 200 και όχι τα 2001, ας πούμε;

    Λίγο παρακολούθησα τις δράσεις της Επιτροπής. Τέσσερα πράγματα τράβηξαν την προσοχή μου, όμως.

    Πρώτο, στη συντριπτική τους πλειοψηφία προτάσεις που υποβλήθηκαν λίγη σχέση είχαν με την Επανάσταση και τα 200 χρόνια. Παράδειγμα οι δράσεις που πρότεινε η τοπική αυτοδιοίκηση. Στόχο είχαν να πάρουν χρήματα για να διορθώσουν κακώς κείμενα ή να προωθήσουν την ανάπτυξη. Φαντάζομαι ότι είναι κι αυτός ένας τρόπος για να γιορτάσεις τα 200 χρόνια.

    Όμοια, οφείλω να ομολογήσω ότι είχα δυσκολία να δω την σχέση της Επανάστασης και με άλλες δράσεις – όπως π.χ. με την δωρεά των 18 κλινών ΜΕΘ. Δεν αμφισβητώ την ανάγκη, ούτε την διάθεση της Επιτροπής να σώσει ζωές. Πολύ καλά έκανε. Αλλά, δεν μπορώ να καταλάβω τι σχέση έχουν αυτά με τις γιορτές για τα 200 χρόνια της Επανάστασης.

    Δεύτερο, η μεγάλη εσωστρέφεια –με την έννοια του τοπικισμού– που είχαν πολλές εκδηλώσεις. Δεν θέλω να αμφισβητήσω την σημασία μίας εκδήλωσης για την μάθηση στην Σκόπελο στα χρόνια της Επανάστασης, αλλά είχα την μάλλον ρομαντική ιδέα πως οι σημαντικές εκδηλώσεις θα είχαν έναν τουλάχιστον υπερτοπικό χαρακτήρα.

    Τρίτο, η συχνή προβολή των επισκέψεων της κ. Αγγελοπούλου σε θεσμούς και φορείς. Και, στην ίδια λογική, η προβολή τους καθώς και των συνεδριάσεων της Επιτροπής στο διαδίκτυο. Δεν θεωρώ ότι είναι αρμόδιος να κρίνω την σκοπιμότητα τους και στην σχέση τους με τα 200 χρόνια, αλλά ίσως οι ειδικοί επί των δημοσίων σχέσεων που απασχολεί η Επιτροπή, κάτι περισσότερο να γνωρίζουν.

    Τέταρτο, η πολύ μικρή δημοσιότητα που πήραν οι διαλέξεις που οργάνωσε η Επιτροπή. Κατά την δική μου άποψη –και πέρα από τον μάλλον περιορισμένο αριθμό των προσωπικοτήτων που επελέγησαν, μία ευρύτερη σύνθεση ίσως να είχε και μεγαλύτερη απήχηση στον πολίτη – αυτές είναι που ακούμπησαν στην καρδιά του θέματος.

    Το τι σήμαινε η Επανάσταση γεωπολιτικά έχει γραφτεί και αναλυθεί διεξοδικά. Το ζητούμενο για τον σύγχρονο Έλληνα ήταν η πολιτιστική-εθνική-γλωσσική πλευρά της Επανάστασης. Η πιθανή σχέση της με την αρχαία και την βυζαντινή παράδοση και ιστορία, τα νέα ρεύματα στα οποία έδωσε έναυσμα, τα ιδεώδη στα οποία στηρίχτηκε, τα «δικά μας» ελαττώματα που ανέδειξε. Την προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα έθνος μετά από 400 χρόνια υποταγής και η σημασία της γλώσσας σ’ αυτό. Η αναζήτηση νεωτερικής ταυτότητας, η εισαγωγή της ευρωπαϊκής σκέψης, η σχέση του ατόμου με το σύνολο—του προσωπικού με το δημόσιο, όπως παρατηρεί ο Αξελός.

    Σε μεγάλο βαθμό οι διαλέξεις με αυτά καταπιάστηκαν.

    Ο Βούλγαρης, ο Κωστής, ο Ροϊλός, ο Χατζής, ο Μαζάουερ και πολλοί άλλοι σκέφτηκαν και μίλησαν «επί του θέματος». Αλλά η διάχυσή τους στην κοινωνία, η εκλαΐκευση τους, ελάχιστα ικανοποιούν. Αυτές είναι παρατηρήσεις επί γεγονότων που ο καθένας μπορεί να αντλήσει από την ιστοσελίδα της Επιτροπής. Γι’ αυτό μου είναι δύσκολο να κατανοήσω το υπεροπτικό ύφος με το οποίο απάντησε η κ. Αγγελοπούλου στις απόψεις του Τάκη Θεοδωρόπουλου. Η απαξίωσή τους δεν αποτελεί απάντηση.

    Ναι, η Επιτροπή είχε την ευθύνη να συντονίσει τις επετειακές δράσεις. Αναπάντητο μένει το ένα κρίσιμο ερώτημα: αν οι προτεινόμενες δράσεις δεν είχαν σχέση με την Επανάσταση και τα 200 χρόνια, τι έκανε η Επιτροπή;

    Με ποια κριτήρια δεχόταν την ένταξη τους και ανελάμβανε την ευθύνη για τον συντονισμό τους; Μετρούσε, για παράδειγμα, η εμβέλειά τους και η επιρροή που μπορούσαν να έχουν στην κοινωνικό και στην σκέψη του Έλληνα;

    Εκτός κι αν επικράτησε η λογική της αποδοχής χωρίς κριτήρια διότι υπήρχε έλλειμμα σχετικών με το θέμα προτάσεων. Οπότε «από το ολότελα….»

    Η Επιτροπή και η σύνθεσή της δημιούργησαν αντιδράσεις από την πρώτη στιγμή. Ήταν, έτσι, γραφτό ότι θα την συνόδευαν στην πορεία της μέχρι το τέλος της.

    Κατά την άποψή μου, το μεγαλύτερο πρόβλημά της ήταν η αδυναμία της να αγκαλιάσει το σύνολο των τάσεων και απόψεων του πνευματικού κόσμου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

    Η μάλλον εμφανής προσπάθεια να παρουσιαστεί ένα ενωμένο (ενωτικό) μέτωπο ήταν εξαρχής η νάρκη στα θεμέλιά της.

    Η ανάδειξη των βαθιών αντιθέσεων της επαναστατικής πορείας και της Επανάστασης, της δημιουργίας του ελληνικού κράτους και της μετέπειτα πορείας του, θα οδηγούσαν σε ζωντανό και μάλλον δημιουργικό διάλογο και, ίσως, σε κάποια συμπεράσματα για τα επόμενα βήματα μας.

    Βήματα που θα οφείλαμε να κάνουμε χωρίς κληροδοτημένες παρωπίδες και χωρίς την τάση της εθελοτυφλίας.

    Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, πολύ φοβάμαι ότι η Επιτροπή θα ολοκληρώσει την θητεία της με έναν λυγμό.

    Διαβάστε επίσης:

    Άρθρο παρέμβαση: κ. Μητσοτάκη, σταματήστε τις φιέστες του 1821- Τι κάνουν Αγγελοπούλου και Λασκαρίδης

    Στο έλεος της γραφειοκρατίας και ο Κώστας Σκρέκας

    Προς τι η πρωτοβουλία του Γιώργου Παπανδρέου; Ποιους εξυπηρετεί εντός κι εκτός ΚΙΝΑΛ μια υποψηφιότητα «αυτόκλητου σωτήρα»;



    ΣΧΟΛΙΑ