• Άρθρα

    Δεν θα υπάρξει επιστροφή στους παλαιούς δημοσιονομικούς κανόνες

    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Η Ευρωπαϊκή Ένωση είδε επιτέλους το φως. Όπως δήλωσε σήμερα το απόγευμα (19/5) σε σεμινάριο της δεξαμενής σκέψης Bruegel, η υποδιευθύντρια του DGECFIN Elena Flores, η Ε.Ε. δεν προτίθεται να ξαναγυρίσει στους δημοσιονομικούς κανόνες που ίσχυαν πριν την πανδημία. Είναι δήλωση που αναγνωρίζει τη νέα πραγματικότητα στην οικονομία: την ισχύ της δημοσιονομικής πολιτικής και την ουσιαστική εξουδετέρωση της νομισματικής πολιτικής.

    Η αρχή θα γίνει ήδη με τις εαρινές προβλέψεις της Ε.Ε. – όπου οι συστάσεις για την δημοσιονομική πολιτική θα αφορούν το κάθε κράτος ξεχωριστά. Είναι πρακτική σε πλήρη αντίθεση με το παρελθόν όπου η ίδια ακριβώς πολιτική ίσχυε για όλα τα κράτη—άσχετα με την κατάσταση της οικονομίας τους.

    Για την Ελλάδα ειδικά, η αλλαγή αυτή σημαίνει ότι μπορεί να απαλλαγεί από το άγχος της αυστηρότατης τήρησης των κανόνων για το έλλειμμα – αλλά, κατά τα φαινόμενα–  και για το χρέος, καθώς μάλλον θα υιοθετηθούν και γι’ αυτό νέοι κανόνες.

    Διαμορφώνεται, έτσι, νέο συνολικό τοπίο άσκησης της οικονομικής πολιτικής, όπου:

    -Η δημοσιονομική πολιτική θα χρησιμοποιείται ως το κύριο όπλο για την ενίσχυση ή την επιβράδυνση της οικονομίας

    -Το μέρος του δημόσιου χρέους που χρησιμοποιείται για παραγωγικές επενδύσεις δεν θα συνυπολογίζεται στην συνολική επιβάρυνση της χώρας

    -Ο πληθωρισμός θα είναι αποδεκτός όσο δεν παρουσιάζει στοιχεία μονιμότητας και ευρύτητας.

    Μπορεί να λεχθεί ότι πρόκειται για επιστροφή στην Κεϋνσιανή ορθοδοξία, με βαριά ήττα της σχολής των μονεταριστών. Στην ουσία, είναι στροφή που την επιβάλλουν τα γεγονότα, καθώς με μηδενικά επιτόκια και τεράστια νομισματική επέκταση, η ισχύς της νομισματικής πολιτικής έχει μειωθεί σημαντικά—αν δεν έχει εξαφανιστεί.

    Η άνοδος της δημοσιονομικής πολιτικής αντανακλά δύο πρόσθετους παράγοντες: τον αυξημένο κρατικό παρεμβατισμό που έφερε –για να μείνει – η πανδημία και την—όψιμη είναι η αλήθεια–  ευαισθησία που άρχισε να επιδεικνύει η Ε.Ε στο θέμα των ανισοτήτων. Διότι, η δημοσιονομική πολιτική είναι ένα από τα όπλα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση και της εισοδηματικής ανισότητας, κυρίως μέσω της φορολογίας.

    Όπως ανέφερε σχετικά η Flores, η Ε.Ε. ήδη δουλεύει πάνω στον τομέα της φορολογικής μεταρρύθμισης και μάλιστα με στόχο να πετύχει μία ευρύτερη συναίνεση ως προς τις κατευθύνσεις που θα υιοθετηθούν.

    Είναι επίσης σαφές ότι η Ε.Ε. δείχνει να έμαθε από τα παθήματα του παρελθόντος και δεν προτίθεται να επαναλάβει το λάθος που έκανε μετά την κρίση του 2008/9, όταν βιάστηκε να αποσύρει τα μέτρα στήριξης της οικονομίας, με αποτέλεσμα να πέσει η Ευρώπη σε διπλό επαναλαμβανόμενο κύκλο οικονομικής συγκυρίας (double dip recession) – δηλαδή μετά την κρίση υπήρξε ανάκαμψη αλλά η βιασύνη να υιοθετηθεί ξανά σφιχτή νομισματική πολιτική οδήγησε σε νέα ύφεση.

    Στην πράξη, γραφειοκράτες, οικονομολόγοι και πολιτικοί φαίνεται ότι απογαλακτίζονται από τον φόβο του πληθωρισμού. Αναγνωρίζουν ότι με ένα όπλο (το επιτόκιο) δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν όλα τα προβλήματα. Και κατανοούν, πλέον, ότι δεν μπορεί να υπάρχει ένα κουστούμι για όλους. Άλλη οφείλει να είναι η δημοσιονομική πολιτική π.χ. για την Ελλάδα και άλλη για την Γαλλία.

    Η εμμονή της Γερμανίας στην συγκράτηση του πληθωρισμού και του πρωτογενούς ελλείμματος στο 2% του ΑΕΠ και του δημόσιου χρέους στο 60% του ΑΕΠ ήταν σε μεγάλο βαθμό αυθαίρετη –καθώς κατά μία έννοια τα νούμερα αυτά είχαν βγει ως λαγός από ένα καπέλο.

    Η κρίση σε συνδυασμό με τις δημογραφικές εξελίξεις και την ψηφιακή επανάσταση το απέδειξαν περίτρανα.

    Βέβαια, η αντίδραση της Γερμανίας είναι ακόμη άδηλη, Ο πρόεδρος της Bundesbank παραμένει αμετανόητος μονεταριστής, αν και η επιρροή του δείχνει να μειώνεται κρίνοντας από τις τολμηρές σε σχέση με το παρελθόν της αποφάσεις που λαμβάνει η Ε.Ε.

    Στο πλαίσιο αυτό, σημασία θα έχει το πότε ακριβώς θα αποσυρθούν τα μέτρα. Οι τελευταίες οικονομικές προβλέψεις της Ε.Ε. προέβλεπαν επιστροφή στην κανονικότητα το 2022. Σήμερα, αρχίζει να γίνεται κατανοητό ότι η αβεβαιότητα είναι μεγάλη, οπότε είναι προτιμότερο τα βήματα να καθυστερήσουν. Αναγνωρίζεται, εξάλλου, ότι το χρέος και ο πληθωρισμός δεν έχουν πλέον την τόσο μεγάλη σημασία που τους απέδιδαν οι Γερμανοί – οπότε ο βασικός στόχος είναι να περάσει η Ευρώπη σε ομαλή, βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.



    ΣΧΟΛΙΑ