Η αγωγή του Ευάγγελου Γούτου κατά των εταιρειών που υλοποιούν την επένδυση στο Πόρτο Χέλι απορρίφθηκε με ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σκεπτικό.

Η αρχή του τέλους για μία από τις πιο σφοδρές δικαστικές διαμάχες στον τουριστικό χάρτη της χώρας είναι γεγονός και πλέον η ηχηρή επένδυση του θερέτρου Four Seasons στη Χηνίτσα Πορτοχελίου μπαίνει σε ομαλό δρόμο, ξεπερνώντας τα εμπόδια που επιχείρησε να ορθώσει ο γνωστός κτηματομεσίτης Ευάγγελος Γούτος απέναντι στην επενδυτική εταιρεία Hinitsa Bay Holdings, ελεγχόμενη από τον Ιρλανδό επιχειρηματία Πολ Κόλσον.

1

Με αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ναυπλίου, ο Γούτος υποστήριζε ότι κατέχει δικαιώματα επί μιας έκτασης εκατοντάδων στρεμμάτων στη Χηνίτσα μέσω προσυμφώνων εδώ και 20 χρόνια, επιχειρώντας να μπλοκάρει την επένδυση της Hinitsa Bay Holdings με τη διάρρηξη των συμβολαίων πώλησης του 2023, θεωρώντας τα καταδολιευτικές πράξεις σε βάρος του.

Η απόφαση του δικαστηρίου, όμως, η οποία μόλις εκδόθηκε, απέρριψε την αγωγή, βάζοντας τέλος σε μια αντιπαράθεση που, όπως αποδεικνύεται, δεν είχε καμία βάση και στόχευε στην καθυστέρηση της επένδυσης.

Από τα προσύμφωνα στη μεγάλη επένδυση

Η ιστορία ξεκινά ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, όταν ο Ευάγγελος Γούτος ισχυρίζεται ότι υπέγραψε σειρά προσυμφώνων αγοραπωλησίας με ιδιοκτήτες μιας έκτασης στη Χηνίτσα Πορτοχελίου. Στα έγγραφα αυτά, που χρονολογούνται από το 2004 έως το 2009, περιλαμβάνονταν δεσμεύσεις για τη μεταβίβαση ποσοστών εξ αδιαιρέτου σε έκταση 314 στρεμμάτων, αλλά και σε μικρότερα αγροτεμάχια στη γύρω περιοχή, έναντι τιμήματος εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι κατέβαλε προκαταβολές, εξόφλησε τιμήματα και παρέλαβε τη νομή και κατοχή της έκτασης, από τους πωλητές, αλλά και την Ιερά Μονή Αγίων Αναργύρων Ερμιόνης.

Σε όλα τα προσύμφωνα προβλεπόταν ότι στη συνέχεια θα συντασσόταν το οριστικό συμβόλαιο, και θα εξοφλούνταν το τίμημα, κάτι που όμως δεν συνέβη ποτέ.

Η κατάσταση παρέμεινε στάσιμη για περισσότερο από μία δεκαετία, ώσπου το 2023 η ίδια αυτή γη μεταβιβάστηκε στην Hinitsa Bay Holdings που ελέγχεται από τον Ιρλανδό επιχειρηματία Πολ Κόλσον. Η τελευταία, με τη σειρά της, συμφώνησε με την Four Seasons να αναπτύξει το παραθαλάσσιο project: ένα πολυτελές θέρετρο με σουίτες, μπανγκαλόου και ιδιωτικές βίλες, σε μια έκταση που εκτείνεται σε 750 στρέμματα και 3,25 χιλιόμετρα ακτογραμμής.

Τότε ακριβώς αναδείχθηκε το πρόβλημα. Ο Γούτος, που είχε αποφυλακιστεί το ίδιο έτος έπειτα από πολυετή κράτηση για χρέη προς το Δημόσιο, ισχυρίστηκε ότι μόλις τότε συνειδητοποίησε πως η έκταση για την οποία είχε υπογράψει προσύμφωνα την περίοδο 2004 έως 2009 είχε ήδη μεταβιβαστεί σε τρίτους, «μεθοδευμένα και δολίως». Από εκείνη τη στιγμή, ξεκίνησε μια παράλληλη πορεία δικαστικών ενεργειών: εξώδικες επιστολές, μηνύσεις για απάτη και καταδολίευση δανειστών, αλλά και η αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ναυπλίου με αίτημα να διαρραγούν οι επίδικες συμβάσεις.

Τα επιχειρήματα των αντιδίκων στην πολύκροτη δίκη

Ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ναυπλίου βρέθηκε ως ενάγων ο Ευάγγελος Γούτος, με δεύτερη ενάγουσα τη Berto Properties Limited, εταιρεία συμφερόντων του ίδιου με έδρα το Λονδίνο, η οποία όμως, όπως αποδείχθηκε, είχε οριστικά λυθεί και διαγραφεί από το μητρώο εταιρειών του Ηνωμένου Βασιλείου ήδη από το 2017, γεγονός που ο ίδιος απέκρυψε, αλλά οι αντίδικοι επικαλέστηκαν εξαρχής για να πλήξουν τη νομιμότητα της αγωγής.

Απέναντί τους βρέθηκαν τόσο φυσικά πρόσωπα – οι ιδιοκτήτες της έκτασης που είχαν συνάψει τα προσύμφωνα με τον Γούτο – όσο και οι εταιρείες που συνδέονται με το μεγάλο επενδυτικό σχέδιο: η Hinitsa Estate I.K.E., που λειτούργησε ως όχημα ειδικού σκοπού για τις πρώτες αγοραπωλησίες του 2023, και η Hinitsa Bay Holdings Μονοπρόσωπη Α.Ε., η οποία απέκτησε την έκταση έναντι 17 εκ. ευρώ (μεταξύ και άλλων όμορων εκτάσεων) και η οποία συνεργάζεται με την Four Seasons για την ανάπτυξη του πολυτελούς θερέτρου στο Πόρτο Χέλι και εκπροσωπήθηκε από τη δικηγορική εταιρεία Κυριακίδης Γεωργόπουλος (Kyriakides Georgopoulos Law Firm), με επικεφαλής τον partner Γιάννη Κυριακίδη.

Ο Γούτος υποστήριξε ότι τα συμβόλαια μεταβίβασης του 2023 συνιστούν καταδολιευτικές δικαιοπραξίες κατά την έννοια των άρθρων 939 επ. ΑΚ, καθώς καταρτίστηκαν με σκοπό να αποξενωθούν οι οφειλέτες από την έκταση και να ματαιωθεί η ικανοποίηση των δικών του απαιτήσεων, που απορρέουν από τα προσύμφωνα αγοραπωλησίας της περιόδου 2004–2009. Επικαλέστηκε δε τη νομολογία του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με την οποία δεν απαιτείται επίκληση και απόδειξη αφερεγγυότητας του οφειλέτη όταν πρόκειται για προσύμφωνα πώλησης.

Πολ Κόλσον
Πολ Κόλσον

Από την πλευρά τους, οι εναγόμενοι αρνήθηκαν την ύπαρξη καταδολίευσης και προέβαλαν σειρά δικονομικών ενστάσεων και ουσιαστικών επιχειρημάτων. Πρώτον, υποστήριξαν ότι η δεύτερη ενάγουσα εταιρεία Berto Properties Limited δεν είχε πλέον ικανότητα διαδίκου όταν άσκησε την αγωγή (το 2024), καθώς είχε λυθεί και διαγραφεί οριστικά από το μητρώο εταιρειών του Ηνωμένου Βασιλείου ήδη από το 2017. Δεύτερον, επισήμαναν ότι η εναγόμενη Hinitsa Estate I.K.E. είχε επίσης λυθεί και διαγραφεί από το ΓΕΜΗ πριν από την άσκηση της αγωγής, με αποτέλεσμα να μην νοείται αντιδικία εις βάρος της.

Ως προς την ουσία, οι εναγόμενοι υποστήριξαν ότι τα προσύμφωνα του Ευάγγελου Γούτου ήσαν όλα άκυρα εξαρχής, αφού περιείχαν αιρέσεις που δεν εκπληρώθηκαν και συνεπώς δεν γεννήθηκε ποτέ η αξίωση υπογραφής οριστικού συμβολαίου για τον Γούτο με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον δεσμευτικά για τους πωλητές. Και πως μετά από μάταιες οχλήσεις και αναμονή 14 έως και 19 ετών, νομίμως πούλησαν την έκταση τους στην Hinitsa Estate I.K.E.  Ταυτόχρονα υποστήριξαν ότι δεν πληρούται η θεμελιώδης προϋπόθεση της της ανεπάρκειας της υπόλοιπης περιουσίας τους που είναι απαραίτητη για να δύναται το δικαστήριο να διατάξει την διάρρηξη των συμβολαίων σε τέτοιες περιπτώσεις.

Όπως τόνισαν, οι πωλητές δεν επιχείρησαν να εξαφανίσουν την περιουσία τους, αλλά αντιθέτως πώλησαν  νόμιμα και εγκύρως τα εξ’ αδιαιρέτου δικαιώματα τους επί της εκτάσεως, λαμβάνοντας κατά περίπτωση τίμημα που ανέρχονταν σε εκατοντάδες χιλιάδες και σε ορισμένες περιπτώσεις σε εκατομμύρια ευρώ. Επομένως, όχι μόνο δεν υπήρχε δόλος καταδολίευσης ή συνωμοσία, αλλά επιπλέον οι πωλητές είχαν στη διάθεσή τους ρευστότητα ικανή να καλύψει οποιαδήποτε απαίτηση, αν υπήρχε. Μάλιστα το δικαστήριο έκρινε ότι οι ισχυρισμοί του Γούτου έρχονται και σε πλήρη αντίφαση με το ότι αυτοί (οι πωλητές), φέρεται να εισέπραξαν 17 εκατομμύρια ευρώ από την πώληση της έκτασης.

Έτσι, η αντιπαράθεση πήρε σαφή μορφή: ο Γούτος επέμενε ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν κατόπιν συνωμοσίας, με σκοπό τη βλάβη του, ενώ οι αντίδικοι του αμφισβήτησαν τόσο τη νομιμότητα της συμμετοχής των εναγόντων στη δίκη όσο και την ουσία της απαίτησης.

Το επίμαχο ζήτημα των «καταδολιευτικών» δικαιοπραξιών: Προσπάθησαν οι πωλητές των ακινήτων να βλάψουν τον Γούτο;

Στον πυρήνα της υπόθεσης βρίσκεται η παυλιανή αγωγή, το ένδικο βοήθημα με το οποίο ο δανειστής ζητά να καταστεί ανίσχυρη απέναντί του μια μεταβίβαση του οφειλέτη που τον ζημιώνει, ώστε να διατηρηθεί η δυνατότητα εκτέλεσης στην περιουσία του οφειλέτη. Όπως υπενθυμίζει το Δικαστήριο, με τον θεσμό της διάρρηξης «σκοπείται η κατοχύρωση της υπεγγυότητας της περιουσίας του οφειλέτη», δηλαδή η δυνατότητα των δανειστών να προσφύγουν σε αναγκαστική εκτέλεση επί των στοιχείων της περιουσίας του.

Για να γίνει δεκτή μια αγωγή διάρρηξης, ο νόμος απαιτεί να πληρούνται ορισμένες βασικές προϋποθέσεις, με τη βασικότερη να είναι η πρόθεση βλάβης του δανειστή, καθώς με τη μεταβίβαση της περιουσίας σε τρίτους δεν θα απομείνει επαρκές ενεργητικό για να ικανοποιηθεί. Ο Ευάγγελος Γούτος υποστήριξε ότι αυτό ακριβώς συνέβη στην περίπτωσή του: Ενώ είχε αποκτήσει δικαιώματα μέσω προσυμφώνων, οι αντισυμβαλλόμενοι πώλησαν τα ακίνητα σε εταιρείες «οχήματα ειδικού σκοπού», αποξενώθηκαν από το βασικό τους περιουσιακό στοιχείο και έτσι τον άφησαν εκτεθειμένο. Κατά τη δική του εκδοχή, οι εναγόμενοι γνώριζαν ότι αυτές οι συναλλαγές ματαίωναν τη δυνατότητά του να ικανοποιηθεί από την περιουσία τους, γεγονός που θεμελιώνει καταδολίευση κατά την έννοια του Αστικού Κώδικα. Με την αγωγή του ο Γούτος πρόβαλε ως απαίτηση αξίωση προς αποζημίωση λόγω μη εκπλήρωσης των προσυμφώνων, και όχι αξίωση προς αναμεταβίβαση της έκτασης. Στην προκειμένη περίπτωση επομένως, θα έπρεπε να συντρέχει ως προϋπόθεση της διαρρήξεως που οδηγεί σε αποζημίωση και η μη-επάρκεια της υπόλοιπης περιουσίας του οφειλέτη.

Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, ο νόμος και η νομολογία είναι αυστηροί: Όταν η απαίτηση είναι χρηματική, η παυλιανή αγωγή προϋποθέτει να αποδειχθεί ότι οι οφειλέτες έχουν αποξενωθεί από την περιουσία τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην επαρκεί για να ικανοποιηθεί ο δανειστής. Με άλλα λόγια, έπρεπε να επικαλεστεί και να δείξει συγκεκριμένα ότι μετά τις πωλήσεις του 2023  η περιουσία των πωλητών δεν ήταν επαρκής για να ικανοποιηθεί. Όπως σημειώνει και η απόφαση, σε τέτοιες περιπτώσεις πρόκειται για «χρηματική αξίωση … [και] αναγκαίο στοιχείο του ορισμένου της παυλιανής αγωγής αποτελεί … η αφερεγγυότητα των οφειλετών κατά τον χρόνο άσκησής της».

Ο Γούτος προσπάθησε να παρακάμψει αυτή την προϋπόθεση, υποστηρίζοντας ότι τα προσύμφωνα του δίνουν ειδικό καθεστώς που δεν απαιτεί απόδειξη αφερεγγυότητας. Το Δικαστήριο όμως έκρινε ότι η εξαίρεση αυτή ισχύει μόνο όταν ο αγοραστής ζητά το ίδιο το ακίνητο και όχι όταν ζητά αποζημίωση.

Η απόρριψη της αγωγής και τα επόμενα βήματα

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ναυπλίου απέρριψε τελικά στο σύνολό της την αγωγή του Ευάγγελου Γούτου και της εταιρείας του.

Με την κρίση αυτή, το Δικαστήριο έστειλε σαφές μήνυμα ότι χωρίς συγκεκριμένη επίκληση και απόδειξη αφερεγγυότητας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει αγωγή διάρρηξης όταν πρόκειται για χρηματικές αξιώσεις. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι οι μεταβιβάσεις του 2023 παραμένουν ισχυρές, τα ακίνητα παραμένουν στην κατοχή της Hinitsa Bay Holdings, και το επενδυτικό σχέδιο της συνεργασίας με τη Four Seasons δεν ανακόπτεται.

Για τον Ευάγγελο Γούτο, η ήττα αυτή δεν σημαίνει το τέλος της δικαστικής του μάχης. Έχει ήδη κινηθεί σε ποινικό επίπεδο με μηνύσεις για απάτη, καταδολίευση δανειστών και άλλα αδικήματα, ενώ δηλώνει ότι θα διεκδικήσει αποζημίωση για την οικονομική ζημία που, όπως υποστηρίζει, υπερβαίνει τα 25 εκατομμύρια ευρώ.

Το σίγουρο είναι ότι, σε αυτή τη φάση, η μεγάλη τουριστική επένδυση στη Χηνίτσα προχωρά απρόσκοπτα, ενώ αυτή η περίεργη υπόθεση του Γούτου θα συνεχίσει να μας απασχολεί.