• Architecture & Design

    Η μυσταγωγία της Πάτμου: Pagostas


    Φέροντας τις υπογραφές και την επιμέλεια της Μαρίας Λαιμού, του Γρηγόρη Καμπούρογλου και της interior designer Λήδας Αθανασοπούλου, το ιστορικό κτίριο Pagostas στο πιο ατμοσφαιρικό νησί των Δωδεκανήσων, την Πάτμο, είναι υπόδειγμα ευλαβικής αποκατάστασης.

    Οι Λονδρέζοι γνωρίζουν τη Maria Lemos ως τη γυναίκα πίσω από την έκθεση μόδας Rainbowwave. Αυτό που μπορεί να μη ξέρουν είναι πως αυτή και ο σύζυγός της, Γρηγόρης Καμπούρογλου, είναι εδώ και καιρό μόνιμοι κάτοικοι της Πάτμου. Πρόσφατα μάλιστα ανέλαβαν το παλαιότερο μοναστήρι του νησιού –ένα κομψοτέχνημα του 16ου αιώνα στη Χώρα– στο οποίο, μετά από ένα σχολαστικό έργο ευλαβικής αποκατάστασης, έχουν “σκαλίσει” τρεις σουίτες φιλοξενουμένων.

    Το σπίτι πήρε το όνομά του από τον αρχικό του ιδιοκτήτη και αρχιτέκτονα, τον Παρθένιο Παγώστα, ο οποίος ήταν και Ηγούμενος της Μονής του Αγίου Ιωάννη. “Το σπίτι ανήκει στο Μοναστήρι, εμείς είμαστε απλώς οι σημερινοί θεματοφύλακες του”, λένε οι ιδιοκτήτες, οι οποίοι έχουν πάρει μια δεκαετή μίσθωση του ακινήτου.

    Καλά κρυμμένο στην κορυφή του βυζαντινού οικισμού που κατοικείται για πάνω από 900 χρόνια, το κτίριο χτίστηκε το 1597, έχοντας πολλά από τα τυπικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της Πάτμου: στιβαρούς πέτρινους τοίχους και θολωτές καμάρες, πλακάκια δαπέδου από τερακότα και απότομες σκάλες, τόσο μέσα όσο και έξω. Η εσωτερική αυλή και ο περιφραγμένος κήπος (σχεδιασμένος από την landscape architect Έλλη Πάγκαλου) είναι κρυμμένοι σχεδόν, ενώ η βεράντα του πρώτου ορόφου και η ταράτσα προσφέρουν θέα προς τη Χώρα και τους λόφους.

    Υπό τη δημιουργική διεύθυνση της Λήδας Αθανασοπούλου, τεχνίτες από την Πάτμο ανέλαβαν την αναστήλωση του κτηρίου το 2022, μετατρέποντάς το σε ένα πολύ προσωπικό έργο φιλοξενίας.

    Η βασική αρχή είναι η σύγχρονη μοναστική ζωή – η επιστροφή σε έναν απλό, στοχαστικό τρόπο ζωής. Οι βαθιά μελετημένοι εσωτερικοί χώροι αποτίουν φόρο τιμής στην ελληνική δεξιοτεχνία. Τα ξύλινα έπιπλα έχουν κατασκευαστεί από ντόπιους ξυλουργούς, ενώ οι αντίκες ήρθαν από τοπικές υπαίθριες αγορές. Τα υφάσματα φτιάχτηκαν με το χέρι στην Αθήνα, τα ποτήρια αντίστοιχα στην Κρήτη και τα επιτραπέζια σκεύη ειδικά κατασκευασμένα από μια τριάδα γυναικών αγγειοπλαστών. Εδώ όμως, μεταξύ όλων αυτών, έχουν βρει τη θέση τους και πολύτιμα οικογενειακά κειμήλια.

    Το σπίτι διαθέτει τρία μεγάλα δωμάτια, το καθένα με το δικό του χαρακτήρα και προοπτική, σύμφωνα με την αρχική διάταξη του κτιρίου.

    Το Garden Room στο ισόγειο είναι το πιο δροσερό το καλοκαίρι, με καταπραϋντική θέα και αρώματα από τις μυρτιές και τις λεμονιές. Σκούρες ξύλινες οροφές, vintage υφάσματα και τοτέμ της καλλιτέχνιδας Κατερίνας Μουράτη, αυτό το δωμάτιο είναι ίσως το πιο άνετο.

    Το Fireplace Room, στον πρώτο όροφο, έχει ψηλά παράθυρα και οροφές που πλημμυρίζουν τον δροσερό, λευκό χώρο στο φως του ήλιου. Υπάρχει ένα στρογγυλό τραπέζι και καρέκλες από ζαχαροκάλαμο – αντίκες για φαγητό σε εσωτερικούς χώρους ή ένα παιχνίδι τράπουλας. Τόσο αυτό όσο και το Mezzanine Room ανοίγουν σε μια μεγάλη, επιπλωμένη βεράντα με εξαιρετική θέα στη Χώρα.

    Το Mezzanine Room, επίσης στον πρώτο όροφο, είναι διαμορφωμένο για ζευγάρια ή φίλους που εκτιμούν την πολυτέλεια των ξεχωριστών μπάνιων. Τα δύο μονά κρεβάτια (τα οποία μπορούν να διαμορφωθούν ως διπλά) είναι υπερυψωμένα σε μια πλατφόρμα ύπνου, προσβάσιμη και από τις δύο πλευρές με απότομες ξύλινες σκάλες. Ο καναπές-κρεβάτι στο σαλόνι έχει ένα κατάλληλο στρώμα που θα μπορούσε να κοιμίσει έναν άλλο ενήλικα ή ένα παιδί.

    Οι επισκέπτες ενθαρρύνονται εξ αρχής να χρησιμοποιούν όλους τους κοινόχρηστους χώρους ώστε να νιώθουν κυριολεκτικά σαν στο σπίτι τους. Μπορούν να φτιάξουν μια σαλάτα στην κουζίνα, να βάλουν ένα δίσκο στο πικάπ και να εξερευνήσουν τη βιβλιοθήκη στην τραπεζαρία ή να προσκαλέσουν φίλους για να δουν μαζί το μαγικό ηλιοβασίλεμα από τη βεράντα του τελευταίου ορόφου με ένα κοκτέιλ Pagostas.

    Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

    Διαβάστε επίσης:



    ΣΧΟΛΙΑ