• Business

    ΔΕΗ: Τα 5 στοιχήματα που χάνονται το 2019 και οι μεγάλες ευθύνες Παναγιωτάκη

    Μανώλης Παναγιωτάκης (πρώην πρόεδρος ΔΕΗ): Ναι στην αύξηση κεφαλαίου, αν πουλάγαμε το 2018 δεν θα έπιανε ούτε ευρώ

    Μανώλης Παναγιωτάκης


    Μπορεί το αδιέξοδο που αντιμετωπίζει σήμερα η ΔΕΗ να είναι αποτέλεσμα κυβερνητικών επιλογών της τελευταίας τετραετίας, όμως είναι ταυτόχρονα και η απόδειξη της αποτυχίας της διοίκησης, υπό τον Εμμανουήλ Παναγιωτάκη, να βγάλει την εταιρεία από ένα τέλμα και να την οδηγήσει στην επόμενη ημέρα, υλοποιώντας τις στρατηγικές που η ίδια η εταιρεία είχε εξαγγείλει ώστε να γίνει πράγματι “μια εύρωστη εταιρεία”.

    Έτσι από την αρχή του 2019 μέχρι σήμερα, παρά τις καλές προθέσεις και τα σχέδια, η διοίκηση δεν κατάφερε να πετύχει τους στόχους που η ίδια έβαζε, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να παραμένει στάσιμη και τα προβλήματα να μεγαλώνουν.

    Κύριο εμπόδιο στους στόχους της… συνήθως ήταν οι κυβερνητικές αποφάσεις που εναντιώνονταν στις δικές της ή οι κυβερνητικές στρατηγικές που από πριν περιόριζαν τις επιλογές της.

    Με μερίδιο στην παραγωγή στο 50%-55% και μερίδια αγοράς περί το 80%, τα ΝΟΜΕ να έχουν κοστίσει ακριβά και η εταιρεία να αναγκάζεται να αγοράζει από τη χονδρική για να καλύψει τις επιπλέον ανάγκες της σε ρεύμα και την τιμή της  χονδρικής τιμής να έχει ανέβει κατά 30% από τα 54 στα 68 ευρώ, όπως και οι τιμές των ρύπων, το 2019 ξεκίνησε δύσκολα. Η επιτυχία του διαγωνισμού για τα λιγνιτικές μονάδες ήταν ακόμη ένας δύσκολος στόχος με πολλούς αστάθμητους παράγοντες  που επίσης είχε τεθεί από την κυβέρνηση.

    Από την αρχή του 2019, οι 5  στόχοι που έθετε διαδοχικά η διοίκηση της εταιρείας, είτε απέτυχαν είτε καθυστέρησαν και το  βασικό ζητούμενο, η ισχυροποίηση της κερδοφορίας της εταιρείας, δεν υλοποιήθηκε.

    1. Έξοδος στις αγορές- αύξηση τιμολογίων-ενίσχυση ρευστότητας

    Μπορεί να είχε ερμηνευτεί ως «θετικός οιωνός για την επιτυχημένη έξοδο στις αγορές η αναβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας της εταιρείας από τη Standard & Poor’s κατά μία βαθμίδα, από CCC σε CCC+, με ταυτόχρονη αναβάθμιση των προοπτικών (outlook) σε θετικές από αρνητικές, όμως όπως αποδείχθηκε   χρειαζόταν κάτι ακόμη που θα διασφάλιζε την αύξηση της κερδοφορίας της το οποίο δεν έγινε ποτέ. Ο λόγος για τη αύξηση των τιμολογίων, που σχεδίαζε και πρότεινε ο κ. Παναγιωτάκης χωρίς όμως επιτυχία. Στρατηγικός στόχος της επιχείρησης ήταν τότε η έξοδος στις αγορές μέσα στο πρώτο εξάμηνο και για το λόγο αυτό όμως έπρεπε να βελτιώσει την κερδοφορία της. «Η ΔΕΗ δεν μπορεί να αντέξει άλλο να μην μετακυλήσει ένα μέρος από τις επιβαρύνσεις στην κατανάλωση. Αυτό θα βοηθήσει και στην έκδοση ομολόγου», ανέφερε τότε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης.

    Οι κινήσεις για την έκδοση νέας ομολογιακής έκδοσης (για άντληση 400 εώς 500 εκατ. ευρώ) με στόχο να ενισχυθεί η ρευστότητα, να αντικατασταθεί ακριβότερος δανεισμός, αλλά και για να προχωρήσουν τα επενδυτικά σχέδια κυρίως στις ΑΠΕ, σταμάτησαν όταν το υπουργείο Ενέργειας δεν επέτρεψε την αύξηση των οικιακών τιμολογίων, και καθώς απέτυχε και ο διαγωνισμός για τα λιγνιτικά.

    Σε κάθε περίπτωση κρίσιμος παράγοντας για τη βελτίωση των δεικτών δανεισμού της εταιρείας ήταν η βελτίωση της κερδοφορίας. Για αυτό το λόγο, οι αγορές περίμεναν να ληφθούν και αποφάσεις  για την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων για την εταιρεία από την αλματώδη αύξηση  των τιμών των δικαιωμάτων CO2, κάτι που όμως δεν έγινε. Ετσι η επιχείρηση δεν βγήκε στις αγορές και η κερδοφορία της και η ρευστότητα της δεν βελτιώθηκε.

    2. Το χάος με το διαγωνισμό για τα λιγνιτικά

    Για τη συμμόρφωση στην καταδικαστική απόφαση του Ευρωδικαστηρίου για τη μονοπωλιακή πρόσβαση της ΔΕΗ στον λιγνίτη, η πώληση των δύο λιγνιτικών σταθμών σε Φλώρινα και Πελοπόννησο ήταν ο βασικός «πυλώνας» της στρατηγικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (μαζί με άλλα μέτρα όπως οι δημοπρασίες ΝΟΜΕ) για το άνοιγμα της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    Ωστόσο, η πολιτική αυτή οδήγησε σε ακόμη ένα χαμένο στοίχημα τη διοίκηση Παναγιωτάκη, την ιδιωτικοποίηση των λιγνιτικών μονάδων Μελίτης και Μεγαλόπολης. Μπορεί επισήμως να μην έχει ναυαγήσει ακόμη αφού η καταληκτική ημερομηνία των προσφορών είναι η 15η Ιουλίου, όμως ο διαγωνισμός  είναι βέβαιο ότι δεν έχει πλέον κανένα ενδιαφέρον. Οι υποψήφιοι επενδυτές  είτε αποχωρούν κρίνοντας ως ασύμφορες τις συγκεκριμένες επενδύσεις είτε εν όψει αλλαγής της κυβέρνησης αναμένουν την όποια πρόταση της επόμενης κυβέρνησης.

    Όμως ακόμη και πριν από τη δρομολόγηση της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, η έκβαση της δεύτερης απόπειρας πώλησης ήταν ιδιαίτερα δύσκολη με δεδομένη την επιφυλακτικότητα των επενδυτών για την  οικονομική βιωσιμότητα των μονάδων, καθώς αμφισβητούσαν τις παραδοχές της επιχείρησης,  θεωρώντας συντηρητική την εκτίμηση της ΔΕΗ για την αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων ρύπων.

    3. Η συγχώνευση με τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες και το στοίχημα των ΑΠΕ

    Αναβάλλεται προς το παρόν και… το χρονοδιάγραμμα του φιλόδοξου σχεδίου της ΔΕΗ που θα έθετε τον θεμέλιο λίθο για τη διείσδυση της επιχείρησης στην «πράσινη» ενέργεια καθώς οι τράπεζες, οι οποίες είχαν ενεχυριάσει τις μετοχές της θυγατρικής της ΔΕΗ (ΔΕΗΑΝ), η οποία διαχειρίζεται το χαρτοφυλάκιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), έβαλαν «φρένο» στα φιλόδοξα σχέδια της μητρικής εταιρείας.

    Ο εταιρικός μετασχηματισμός της ΔΕΗ Ανανεώσιμες (ΔΕΗΑΝ) βρίσκεται στον αέρα καθώς οι τράπεζες ακόμη δεν έχουν δώσει και επισήμως την τελική τους έγκριση και το τελευταίο Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ στις 4 Ιουνίου, τελικά αποφάσισε να με συζητηθεί το θέμα πριν δοθεί από τους δανειστές της επιχείρησης εγγράφως η σχετική έγκριση.

    Το 2018 το ποσοστό συμμετοχής της ΔΕΗ στο μερίδιο των ΑΠΕ στην Ελλάδα έφτανε μόλις στο 3%, με περίπου 160 MW (μεγαβάτ). Στόχος είναι να προστεθούν άλλα 350 MW έως το 2020, άλλα 600 MW έως το 2022 και περίπου 2,5 GW (γιγαβάτ) έως το 2030, δηλαδή δεκαπενταπλάσια ισχύ σε σχέση με τη σημερινή. Για την υλοποίηση του σχεδιασμού εκτιμάται ότι απαιτούνται κεφάλαια περίπου 2,3 δισ. ευρώ…

    4. Ληξιπρόθεσμα: Δεν τηρήθηκε η συμφωνία με ΛΑΡΚΟ – Αναβάλλεται η τιτλοποίηση

    Μια από τις μεγαλύτερες ανοιχτές πληγές της ΔΕΗ είναι το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών των πελατών της ιδιωτών και επιχειρήσεων. Ο μεγαλύτερος οφειλέτης της ΔΕΗ είναι η ΛΑΡΚΟ η οποία οφείλει στη ΔΕΗ 310 εκατ. ευρώ. Σε μια προσπάθεια να βρεθεί μια λύση με τη μεγάλη κρατική εταιρεία παραγωγής νικελίου το Φεβρουάριο η ΔΕΗ συμφώνησε με τη Λάρκο να συνεχίσει να την τροφοδοτεί με ρεύμα εφόσον αυτή θα εκπληρώσει συγκεκριμένους όρους, όπως:

    *την καταβολή 2,5 εκατ. ευρώ μετρητά
    *εκχώρηση των απαιτήσεων της Λάρκο από τη διακοψιμότητα
    *μηνιαίες παραδόσεις λιγνίτη 24 χιλ. τόνων από τα Σέρβια Κοζάνης
    *εγγυητικές σε περίπτωση που η Λάρκο ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο ύψος κατανάλωσης

    Όμως εδώ και αρκετό διάστημα η Λάρκο έχει κηρύξει εκ νέου στάση πληρωμών προς τη ΔΕΗ, χωρίς να διαφαίνεται από πλευράς της διάθεση να προχωρήσει σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμφωνία που πέρασε από το ΔΣ της ΔΕΚΟ μόλις πριν από 4 μήνες.

    Η  ΔΕΗ  έδωσε τελεσίγραφο απειλώντας με άρση της εκπροσώπησης και παύση της ηλεκτροδότησης της βιομηχανίας νικελίου, αλλά οι πληρωμές δεν έγιναν. Ίσως γιατί ούτε η ΛΑΡΚΟ (όπως και κανείς άλλος) πίστεψαν τις απειλές της ΔΕΗ για διακοπή ηλεκτροδότησης….εν μέσω προεκλογικής περιόδου…

    Όσον αφορά την τιτλοποίηση των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων, σύμφωνα με την ίδια τη ΔΕΗ,  βρίσκεται σε εξέλιξη αλλά  δεν θα  ολοκληρωθεί  πριν…τον προσεχή Αύγουστο και  θα ενισχύσει τότε τη ρευστότητα της ΔΕΗ. Όπως είχε δηλώσει ο πρόεδρος της εταιρείας Μ. Παναγιωτάκης, τον περασμένο Μάιο  επρόκειτο να συσταθούν δύο εταιρίες ειδικού σκοπού (SPV) στις οποίες θα μεταφερόταν ληξιπρόθεσμες οφειλές της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ. Στη μία εταιρία θα τιτλοποιούνταν λογαριασμοί σε καθυστέρηση άνω των 60 και στη δεύτερη άνω των 90 ημερών. Με τον τρόπο αυτό η  μέσω των δύο θυγατρικών της η ΔΕΗ θα αναζητούσε χρηματοδότηση από funds που εκτιμούσε ότι μπορούσε να είναι της τάξης 400 εκατ. ευρώ.

    5. Αγωνία για τα ΑΔΙ της Πτολεμαϊδας- και τα ΥΚΩ (250 εκατ. ευρώ)

    Δύο ακόμη μεγάλα στοιχήματα του 2019, από τα οποία κρίνεται η πορεία της στο εξάμηνο αλλά και τα επόμενα χρόνια, είναι αν θα μπορέσει να ενταχθεί η καινούργια μονάδα της Πτολεμαϊδας στο καθεστώς των ΑΔΙ και να είναι βιώσιμη και αν θα αποζημιωθεί η εταιρεία για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας. Για το πρώτο πρέπει να αντιμετωπίσει την γραφειοκρατία των Βρυξελλών και το δεύτερο…της το έκοψε το υπουργείο Οικονομικών.

    Η αγωνία της επιχείρησης, ακόμη και σήμερα  είναι κατά πόσο θα καταφέρει να εγγράψει στα αποτελέσματα εξαμήνου τα 250 εκατ. ευρώ ως ανάκτηση δαπανών για υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ) του 2011, κάτι που μπλόκαρε… η υπογραφή του Ευ. Τσακαλώτου. Όμως το μέτρο…είχε προεξοφληθεί από την διοίκηση της ΔΕΗ, καθώς θεωρούσε ότι του υπουργείο θα θέλει την ενίσχυση της ρευστότητας της επιχείρησης….

    Όσο για τα ΑΔΙ από τα οποία εξαρτάται η βιωσιμότητα της μονάδας της Πτολεμαΐδας, έχει γίνει δυσκολότερο με τον Κανονισμό της Επιτροπής που τίθεται σε εφαρμογή στις 4 Ιουλίου.

    Ο Κανονισμός προβλέπει ότι για να  λαμβάνει πληρωμές ή δεσμεύσεις για μελλοντικές πληρωμές, μια μονάδα που δεν είναι ήδη σε λειτουργία, πρέπει το κράτος μέλος, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Κανονισμού, να εφαρμόζει μηχανισμό ισχύος. Η ελληνική κυβέρνηση   με τροπολογία πριν λίγες ημέρες  θεσμοθέτησε Μηχανισμό, χωρίς να έχει προϋπάρξει έγκριση της Ε.Ε., για να  καταταχθεί στις χώρες που «εφαρμόζουν ήδη Μηχανισμούς ισχύος». Ακόμη όμως και στην περίπτωση που δεχτεί η Κομισιόν την ύπαρξη του Μηχανισμού, θα πρέπει σύντομα να εγκριθεί από την Κομισιόν το ελληνικό σχέδιο για Μηχανισμό, έτσι ώστε να προλάβει η χώρα να ενσωματώσει τις παρατηρήσεις της Κομισιόν και στη συνέχεια να κάνει διαγωνισμό ώστε να μπορέσει η Πτολεμαϊδα 5 να έχει υπογράψει Σύμβαση μέχρι το τέλος του 2019. Και όλη η διαδικασία είναι οριακή και αν εκκρεμεί γνωμοδότηση της Κομισιόν για ένα εθνικό σχέδιο, δεν μπορεί η χώρα να συνάψει νέες συμβάσεις και ας έχει νομοθετήσει μηχανισμό.

    Το μέγεθος του διακυβεύματος τονίζεται στην πρόσφατη επιστολή του κ. Παναγιωτάκη στην Κομισιόν: «η καθιέρωση Μηχανισμού Αποζημίωσης Ισχύος πριν την έναρξη ισχύος του Κανονισμού της ΕΕ είναι απολύτως αναγκαία για τη βιωσιμότητα της επένδυσης του 1,4 δισ. ευρώ, της «Πτολεμαΐδας V». Το αντίθετο θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τη ΔΕΗ, και συνακόλουθα την ελληνική αγορά ενέργειας αλλά και την εθνική οικονομία, δεδομένου του ρόλου και του μεγέθους της εταιρείας μας».



    ΣΧΟΛΙΑ