• ΑΓΟΡΕΣ

    4+1 οίκοι ανεβάζουν τον πήχη για την Ελλάδα

    WarningExclamation mark in a circleΑπαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
    UniCredit Bank, Societe Generale, Deutsche Bank, HSBC

    UniCredit Bank, Societe Generale, Deutsche Bank, HSBC


    Οι ξένοι αναλυτές αισθάνονται σίγουροι για την πορεία υπεραπόδοσης της Ελληνικής οικονομίας μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της 25ης Ιουνίου. Σημαντικοί ξένοι επενδυτικοί οίκοι, οι οποίοι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στην εγχώρια οικονομία, αμέσως μετά το εκλογικό αποτέλεσμα εξέδωσαν νέες εκθέσεις με τις τελευταίες σκέψεις και εκτιμήσεις τους.

    Η βρετανική HSBC εκθείασε την πορεία της οικονομίας, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε από την πανδημία, την ενεργειακή κρίση, τον πληθωρισμό και την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης από την περιοριστική πολιτική της ΕΚΤ. Βλέπει πλέον ότι η Ελλάδα είναι ακόμη πιο κοντά σε δημοσιονομική ισορροπία μετά τις εκλογές και την ισχυρή πλειοψηφία του Κυριάκου Μητσοτάκη, με το λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ να πρέπει να μειωθεί σε περίπου 154%, πάνω από 50 ποσοστιαίες μονάδες λιγότερο από την κορύφωσή του στο 206,3% το 2020.

    Ο Fabio Balbonbi, οικονομολόγος του βρετανικού οίκου εξηγεί ότι: «Με τη Νέα Δημοκρατία επιβεβαιωμένη στην εξουσία, η συνέχιση των πολιτικών που παρατηρήθηκαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Ελλάδα μπορεί να μην απέχει πολύ από το να ξανακερδίσει την IG της για πρώτη φορά από το 2010. Η Ελλάδα χρειάζεται να ανέβει μόνο μία θέση στην κλίμακα αξιολόγησης της DBRS, της Fitch και της S&P, ενώ στις 24 Απριλίου η S&P αναβάθμισε τις προοπτικές της αξιολόγησής της σε “θετικές”».

    Η ιταλική τράπεζα UniCredit Bank και η οικονομολόγος Tullia Bucco, υπεύθυνη για τις εκτιμήσεις για τη χώρα μας, επισημαίνουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κέρδισε στις εκλογές, καθησυχάζοντας τις αγορές, καθώς η πολιτική σταθερότητα και η δημοσιονομική πειθαρχία θα συνεχίσουν να επικρατούν στη χώρα.

    «Αναμένουμε ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 1,8% το 2023 και κατά 1,5% το 2024. Η αύξηση της ανάπτυξης μέσω των κονδυλίων του RRF (11 δισ. ευρώ, που ισοδυναμεί με 5,5% του ΑΕΠ) αναμένεται να συνεχίσει να στηρίζει τις ακαθάριστες πάγιες επενδύσεις (αύξηση κατά περίπου 12% το 2022), ιδίως στις μη οικιστικές κατασκευές και σε μικρότερο βαθμό στον εξοπλισμό, αντισταθμίζοντας εν μέρει τον αντίκτυπο των αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης και της επιδείνωσης της κερδοφορίας των επιχειρήσεων», προβλέπει η Bucco.

    H Societe Generale και ο αναλυτής Sean Kou σχολιάζουν ότι: «Με τη χώρα να έχει βρεθεί στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους το 2009 πλέον φαίνεται ότι έχει διανύσει μια εντυπωσιακή ανάκαμψη από το 2012 και τα δημοσιονομικά μέτρα έχουν βελτιώσει σημαντικά την οικονομία. Την ίδια στιγμή, η Ευρώπη αντιμετώπισε προκλήσεις, όπως η πανδημία και ο πληθωρισμός. Η υπεραπόδοση της Ελλάδας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις επενδύσεις που έχουν γίνει από τα ευρωπαϊκά πακέτα και κεφάλαια, τα οποία έχουν αυξήσει τη διάρκεια του χρέους και έχουν μειώσει το κόστος δανεισμού. Προχωρώντας μπροστά η οικονομία της Ελλάδας κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσει να ευνοείται από τα κεφάλαια της Ευρώπης και το πακέτο NGEU».

    Η Capital Economics επισημαίνει ότι η οικονομία της Ελλάδας ανέκαμψε εξαιρετικά καλά από την πανδημία, βοηθούμενη από τη μεγάλη αύξηση του τουρισμού που φέτος θα επιβραδυνθεί, αλλά θα εξακολουθήσει να υπεραποδίδει σε σχέση με τους ανταγωνιστές της. Η βρετανική εταιρεία μακροοικονομικών προβλέψεων Capital Economics προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί μόλις κατά 0,8% φέτος και 1,8% το 2024, αλλά 2,4% το 2025.

    «Το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας θα συνεχίσει τη μετριοπαθή δημοσιονομική πολιτική και τις φιλικές προς την αγορά μεταρρυθμίσεις, όπως η αυξημένη ψηφιοποίηση και οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις», συνεχίζει το think tank.

    «Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα θα τα πάει καλύτερα από τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης φέτος και το επόμενο έτος. Οι έρευνες για τις επιχειρήσεις, όπως ο δείκτης PMI για τη μεταποίηση, έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες και υποδηλώνουν ότι οι προοπτικές έχουν βελτιωθεί. Αυτό αντανακλά διαρθρωτικές βελτιώσεις όπως η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας τα τελευταία χρόνια, καθώς η Ελλάδα έχει ανακάμψει από την κρίση της ευρωζώνης», επισημαίνει ο οίκος.

    Η γερμανική DZ Bank εξηγεί ότι το εκλογικό αποτέλεσμα συνεπάγεται πολιτική σταθερότητα για την Ελλάδα και διευκολύνει το δρόμο για την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα. Η ανανέωση της απόλυτης πλειοψηφίας για τον Μητσοτάκη συνεπάγεται πολιτική συνέχεια για την Ελλάδα, με τη χώρα να έχει επιλέξει τη συνέχιση της επιτυχημένης μεταρρυθμιστικής πορείας των τελευταίων ετών.

    «Υπό τον Μητσοτάκη, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει το ποσοστό ανεργίας από το 17% στο 12% μεταξύ του τέλους του 2019 και του τέλους του 2022, καθώς και να μειώσει τον υψηλό δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ από 180% σε 171%, παρά την απότομη αύξηση στο μεταξύ στον απόηχο της πανδημίας. Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι οι πιο σημαντικοί στόχοι περιλαμβάνουν τώρα την περαιτέρω ενίσχυση της ανάπτυξης, την αποκατάσταση του συστήματος υγείας, καθώς και τον εκσυγχρονισμό και τη ψηφιοποίηση του κράτους», επισημαίνει η Oertmann.

    Διαβάστε επίσης

    HSBC: H Ελλάδα συνεχίζει να ανακάμπτει – Τι βλέπει για οικονομία, επενδυτική βαθμίδα και χρέος

    Optima Bank: Κορυφαία επιλογή η Jumbo – Πώς συνεχίζεται το success story

    UniCredit Bank: Μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ το β΄τρίμηνο – Πολιτική σταθερότητα με τη νέα Κυβέρνηση



    ΣΧΟΛΙΑ