ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Καθώς οδηγούσε στην Βιγιαρρίκα –γνωστή και από το ηφαίστειό της – στην νότια Χιλή ο Ενρίκο Τόστι-Κρότσε άκουσε στο ραδιόφωνο κάτι καινούργιο γι΄αυτόν. Ότι η ελληνική κυβέρνηση ζητούσε από το Βρετανικό Μουσείο την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα.
«Όταν άκουσα τα νέα είπα, μα έχω κι εγώ ένα μικρό κομμάτι του Παρθενώνα», λέει ο ίδιος στην The Art Newspaper και η συνέχεια ήταν αυτή, που οδήγησε στην επιστροφή του θραύσματος που κατείχε ο ίδιος στην χώρα μας, τον περασμένο Ιούλιο.
Σήμερα μάλιστα η ελληνική πρεσβεία στο Σαντιάγο τον τιμά γι΄αυτήν την πράξη του σε ειδική τελετή. Όσο για ο θραύσμα, που χρονολογείται στον 6ο π.Χ. αιώνα είναι τμήμα μαρμάρινης σίμης (υδρορρόης) με εγχάρακτη διακόσμηση ανθέμιου, πλαισιωμένου από άνθη λωτού και μπορεί να μην προέρχεται από τον Παρθενώνα, πιθανότατα όμως ανήκε στον Εκατόμπεδο έναν από τους αρχαιότερους ναούς της Ακρόπολης.

Πώς έφτασε όμως στα χέρια του; Σύμφωνα με την αφήγηση του ίδιου η ιστορία πάει πολύ πίσω, στο 1950, όταν σε ηλικία μόλις δύο ετών έφθασε μαζί με την μητέρα του και την μικρότερη αδερφή του στο Βαλπαραΐσο της Χιλής από τη Γένοβα μέσω του Μπουένος Άιρες, προκειμένου να συναντήσουν τον πατέρα του, Γκαετάνο Τόστι-Κρότσε, που είχε προηγηθεί από το προηγούμενο έτος.
Ο Γκαετάνο Τόστι-Κρότσε ήταν ο κύριος μηχανικός του υποβρυχίου Console Generale Liuzzi, που είχε βυθιστεί από βρετανικά αντιτορπιλικά στις 27 Ιουνίου 1940, 17 ημέρες μετά την είσοδο της Ιταλίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ίδιος είχε συλληφθεί από τους Βρετανούς και πέρασε έτσι τον πόλεμο ως αιχμάλωτος στην Ινδία. Όταν όμως όλα τελείωσαν, επέστρεψε στην Ιταλία, αποσύρθηκε από το ναυτικό και μετανάστευσε στη Χιλή.
Κληρονομιά από τον πατέρα
Αλλά μαζί με την οικογένεια πέρασε τον Ατλαντικό κι ένα κομμάτι μαρμάρου, βάρους 1,2 κιλού, ένα τραπεζοειδές θραύσμα με χαραγμένα άνθη λωτού, που ο Γκαετάνο είχε πάρει από την Ακρόπολη – ίσως κοντά στον Παρθενώνα- όταν επισκέφθηκε την Αθήνα με το ναυτικό στη δεκαετία του 1930. Το κομμάτι παρέμεινε ως στολίδι στα διάφορα σπίτια της οικογένειας στη Βινιάνα ντελ Μαρ, μια παραλιακή πόλη ακριβώς βόρεια του Βαλπαραΐσο.
Όταν οι γονείς του Ενρίκο Τόστι-Κρότσε πέθαναν το 1994, κληρονόμησε το μαρμάρινο κομμάτι και το πήρε μαζί του στο σπίτι του στο Σαντιάγο και αργότερα στη Βιγιαρρίκα, όπου μετακόμισε με τη σύζυγό του και τη μικρότερη κόρη του μετά τη συνταξιοδότησή του.

«Όταν κάποιος ερχόταν στο σπίτι μου για πρώτη φορά, τους έδειχνα αυτή την πέτρα και έλεγα: “Αυτό είναι από τον Παρθενώνα”», λέει. «Κάποιοι με πίστευαν, άλλοι όχι. Εγώ όμως έλεγα απλώς ό,τι είχα ακούσει από τον πατέρα μου».
Η παράδοση στην ελληνική πρεσβεία
Μόλις έμαθε ωστόσο, για το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επανένωση των Γλυπτών σκέφτηκε, όπως λέει, ότι είχε την ευθύνη να το επιστρέψει. Έστειλε έτσι ένα email στην ελληνική πρεσβεία στο Σαντιάγο και από εκεί του ζητήθηκε η φωτογραφία του θραύσματος, όπως και λεπτομέρειες για το σχήμα και το βάρος του, τα οποία και παρείχε.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στο Σαντιάγο ο Τόστι-Κρότσε παρέδωσε το μαρμάρινο θραύσμα στην πρεσβεία ζητώντας μόνο πληροφορίες για την ακριβή προέλευσή του και ό,τι άλλο σχετικό. Μερικούς μήνες μετά, έλαβε και την ευχαριστήρια επιστολή για την χειρονομία του από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού κι όσο για τον ίδιο ξαφνιάστηκε, όταν έμαθε ότι το κομμάτι ήταν μέρος της στέγης ενός αρχαϊκού ναού, πιθανώς του Εκατατόμπεδου.
«Αποδείχθηκε ότι το κομμάτι δεν ήταν από τον Παρθενώνα, αλλά από έναν ακόμη παλαιότερο ναό», λέει στην συνέντευξή του. Κι όσο για τα συναισθήματά του μετά την παράδοση του θραύσματος «Όταν έφυγα από την ελληνική πρεσβεία αφού παρέδωσαν το κομμάτι του μαρμάρου, ένιωσα ένα ιδιαίτερο είδος ικανοποίησης», λέει. «Δεν ξέρω καν πώς να το περιγράψω… Ένιωσα σαν να είχα κάνει κάτι καλό».
Διαβάστε επίσης
Μια κλεφτή ματιά σ’ ένα Μεγάλο Μουσείο – Από τον πλούτο του φαραώ Τουταγχαμών σ’ έναν απλό γραφέα