ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Πανέμορφο σημείο. Έχουμε όλη την Αθήνα κάτω από τα πυρά μας». Ο Βρετανός στρατιωτικός, υπεύθυνος του πολυβολείου, που έχει στηθεί κοντά στον Παρθενώνα είναι απολύτως ευχαριστημένος από το σημείο, που επιλέχθηκε για να εποπτεύει την πόλη.
Βρισκόμαστε στα τέλη του 1944, οι Γερμανοί έχουν φύγει αλλά έχουν αφήσει πίσω τους μια ρημαγμένη χώρα, που πέρα απ΄ όλα τα άλλα έχει να αντιμετωπίσει και τις καταστροφές στα μνημεία της. Ειδικά στην Ακρόπολη έχει προηγηθεί η γερμανική φρουρά, που πριν από τους Βρετανούς έχει εντοπίσει και «αξιοποιήσει» τα σωστά σημεία εγκατάστασης των πολυβολείων ενώ χρησιμοποιεί τα μνημεία της ακόμη και ως ουρητήρια. Γιατί στον πόλεμο ισχύει το δίκαιο του νικητή.

Καταστροφές και λεηλασίες πολιτιστικών θησαυρών συμβαίνουν από την αρχαιότητα ως και σήμερα αδιάκοπα –συστηματικές ήταν από τους Ισλαμιστές του ISIS των μνημείων στην Συρία και το Ιράκ – και η Ελλάδα, μόνον εξαίρεση δεν υπήρξε. Σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους έγιναν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καταστροφές, μνημεία υπέστησαν σοβαρές ζημιές, αρχαιότητες εκλάπησαν ή χάθηκαν. Και όπως σημείωνε ο διαπρεπής αρχαιολόγος Χρήστος Καρούζος, μία από τις σπουδαιότερες μορφές της ελληνικής Αρχαιολογίας τόσο οι καταστροφές -μερικές ή ολικές- όσο και οι κλοπές αρχαιοτήτων «δεν αποτιμώνται εις χρήματα ουδέ δύναται η καταβολή οιασδήποτε χρηματικής αποζημιώσεως να θεωρηθεί ως επανόρθωσις του κακού». Τέτοια είναι η σημασία των μνημείων του πολιτισμού μιας χώρας, μη μετρήσιμη.
Ο ίδιος ως διευθυντής τότε, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου μαζί με τον έφορο Αρχαιοτήτων Γεώργιο Μπακαλάκη θα ήταν οι πρώτοι, που έκαναν αυτοψία μετά τον πόλεμο στην Ακρόπολη και στο μουσείο της. Ήταν 29 Δεκεμβρίου του 1944, όταν πήραν την άδεια να ανεβούν στον ιερό βράχο και όσα είδαν περιγράφονται στην οκτασέλιδη έκθεση που κατέθεσαν στην Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Ιστορικών Μνημείων του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας με τίτλο «Περί της καταστάσεως της Ακροπόλεως και του Μουσείου αυτής δια το από 4ης Δεκεμβρίου 1944 και εξής χρονικόν διάστημα».

Ανάμεσα σε δυο πυρά
«Εις την είσοδον της Ακροπόλεως (πύλην Beulé) εγκατεστάθη πολυβολείον. Πυροβολείον εγκατεστάθη ωσαύτως και παρά την ΝΑ γωνίαν του δεξιά τω εισερχομένω πύργου. Οι στρατιώται, αρχικώς οι Γερμανοί, έπειτα οι Βρετανοί και νυν οι Έλληνες ανάπτουν πυρ παρά τον βόρειον τοίχον (πώρινον) του αριστερού πύργου της πύλης Beulé και στεγάζονται εντός του πύργου τούτου. Ο τοίχος επομένως εκείνος είναι σήμερον κατάμαυρος, αύριον δε δια της ενεργείας των ομβρίων υδάτων θα μετατραπή εις άσβεστον και θα καταρρεύση», όπως αναφέρεται αρχικά, κατά την άνοδο δηλαδή, στην Ακρόπολη.

Στα Προπύλαια όμως, τα προβλήματα είναι μεγαλύτερα, αφού για να στηθούν τα πολυβολεία οι στρατιώτες έσκαψαν το δάπεδο της εσωτερικής στοάς σπάζοντας τις μαρμάρινες πλάκες. Από τους όλμους εξάλλου, που είχαν εκραγεί στο μνημείο προκλήθηκε ζημιά στον έναν του κίονα ενώ πολλά από τα αρχαία μάρμαρα χρησιμοποιήθηκαν, σπασμένα σε κομμάτια, για να κτισθούν πολεμίστρες.
Και όσον αφορά τον μικρό ναό της Αθηνάς Νίκης, ευρισκόμενος και αυτός ανάμεσα σε πυρά, υπέστη μεγάλες ζημιές στους κίονες και την ζωφόρο του από βλήμα που εκτοξεύθηκε από τον λόφο του Φιλόπαππου.
Εκρήξεις και καταστροφές
Όσα ανατριχιαστικά καταγράφονται από τους δύο αρχαιολόγους αφορούν φυσικά και τον Παρθενώνα. Ένα πολυβολείο είχε εγκατασταθεί στην ΒΔ γωνία του πτερού του ενώ άλλα πολυβόλα «έβαλον από τους φεγγίτας του καμπαναριού-μιναρέ», όπως αναφέρεται στην έκθεση. Όλμος εξερράγη στην δυτική πλευρά του ναού προκαλώντας μεγάλη ζημιά στο οριζόντιο γείσο της ενώ όλμος έπεσε και στην ΒΑ γωνία του Παρθενώνα. Αλλά και οι ορθοστάτες του βόρειου τοίχου του σηκού, όπως και το δάπεδό του επλήγησαν από όλμο ενώ γενικότερα το μνημείο είχε σε πολλά σημεία του απολεπίσματα, θραύσματα κατέπεσαν και «όπου οι λίθοι παρουσίαζον ρωγμάς απεσπάσθησαν μεγάλα τεμάχια δια της χρησιμοποιήσεως κασμάδων»!
Πολυβολείο είχε στηθεί και ανάμεσα σε δύο Καρυάτιδες του Ερεχθείου (της Δυτικής και της ΝΔ γωνιαίας) με την πρώτη να δέχεται τρία βλήματα –λιγότερα η δεύτερη- ενώ ζημιές υπέστησαν και τα βάθρα τους. Το θεμιστόκλειο τείχος εξάλλου, χρησιμοποιήθηκε ως πολεμίστρες και πολυβολεία είχαν στηθεί κατά μήκος του «δια την ασφάλειαν των οποίων είχε μεταφερθεί πολύ αρχαίον υλικόν και διελύθη ολόκληρος μυκηναϊκός τοίχος».
«Ο Βράχος έγινε στρατιωτική περιοχή, όπου οι στρατιώτες χρησιμοποιούσαν τα πολεμικά μηχανήματα χωρίς φροντίδα για τον τόπο», όπως γράφει και ο ακαδημαϊκός και γ.γ. της Αρχαιολογικής Εταιρείας Βασίλειος Πετράκος στην έκδοση «Αρχαία της Ελλάδας κατά τον πόλεμο 1940 – 1944». Και δεδομένου, ότι η Ακρόπολη, μαζί με τον Λυκαβηττό θεωρούνταν ιδανικά σημεία οχύρωσης, τον Ιούλιο του 1941 οι Γερμανοί ανέβασαν στον ιερό βράχο και αντιαεροπορικά πυροβόλα.

Οι βανδαλισμοί
Αλλά και το Μουσείο της Ακρόπολης υπέστη βανδαλισμούς αφού «Οι στρατιώται δεν εγκατεστάθηκαν μόνον εντός των διαμερισμάτων του Μουσείου… διέρρηξαν την θύραν της εισόδου του βορείου τμήματος, όπου τα μη εξασφαλισμένα πώρινα εναέτια και μετ’ αυτών ολόκληρον το υπόλοιπον Μουσείον». Φυσικά άνοιξαν και όλα τα συρτάρια και τις προθήκες, διέρρηξαν την βιβλιοθήκη και έκλεψαν ή έκαψαν πολλά βιβλία, κατέστρεψαν το αρχείο και έκαναν και μικρές κλοπές: έναν μικρό χάλκινο ίππο και τα χρυσά ελάσματα που βρήκαν σε ένα κουτί τσιγάρων (χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση μικρού μεγέθους ευρημάτων).
Η συνέχεια ωστόσο, ήταν χειρότερη: «Στις αίθουσες των αρχαϊκών αετωμάτων εγκατέστησαν το πλυντήριο τους και το μαγειρείο και το υπόλοιπο μουσείο μεταβλήθηκε σε στρατώνα», σημειώνει ο κ. Πετράκος περιγράφοντας τις άθλιες συνθήκες που επικρατούσαν σε ολόκληρη την Ακρόπολη: «Άναβαν φωτιές για το πρόχειρο φαγητό τους, βρώμιζαν τα μνημεία με βενζίνες, πετρέλαια και μηχανέλαια και, όπως ήταν φυσικό, μεταχειρίζονταν τα απόμερα σημεία της Ακροπόλεως για αποχωρητήρια. Μαρτυρείται μάλιστα, πως ούτε ο Παρθενώνας ούτε τα Προπύλαια γλίτωσαν από τη χρήση αυτή».

Χαρακτηριστική επ΄αυτού η καταγγελία του Γιάννη Μηλιάδη, εφόρου Ακροπόλεως τον Αύγουστο του 1941: «Πίνουν γκαζόζας και θραύουν τας φιάλας επί των μαρμάρων» και «ουρούν συστηματικά επί της Ακροπόλεως. Προτιμούν τα Προπύλαια και τον Παρθενώνα».
Ακριβέστερη περιγραφή των περιστατικών αυτών εξάλλου, περιλαμβάνεται στο έργο καταγραφής των γερμανικών καταστροφών «Ζημίαι των Αρχαιοτήτων εκ του Πολέμου και των Στρατών Κατοχής» του 1946 ως εξής: «Την νύκτα της 27-28 Νοεμβρίου 1942 στρατιωτικός των στρατών κατοχής εκόπρισεν εις το εσωτερικόν του Παρθενώνος»…
Οι κρύπτες
Η …αρχαιοφιλία των κατακτητών επίσης, είχε περίεργους τρόπους έκφρασης, όπως ο εναγκαλισμός των ιταλών στρατιωτών με τις Κόρες του Ερεχθείου, προκειμένου να φωτογραφηθούν αλλά και η πρόσκληση ερωτικών συντρόφων για συναντήσεις στην Ακρόπολη. «… οι ομαδικές ερωτικές συναντήσεις των ξένων στρατιωτών μέσα στα μνημεία, μάλιστα στο κάπως προφυλαγμένο από τα βλέμματα Ερέχθειο, αποτελούσαν καθημερινά περιστατικά ενός αδιεξόδου κατάλυσης κάθε κανόνα», όπως γράφει ο Βασίλειος Πετράκος.
Και βέβαια δεν έλειπαν οι απόπειρες –συχνά με επιτυχία- απόσπασης μαρμάρων ως «αναμνηστικά» ή ακόμη και η χάραξη ονομάτων πάνω στο μνημεία. «Κατέστρεφον ούτω τα εν τη Ακροπόλει κατακείμενα μάρμαρα ενίοτε φθάνοντες μέχρι πλήρους καταστροφής αρχιτεκτονικών μελών ως κιονοκράνων κ.λπ. Αλλά και επί των ορθίων μνημείων έθετον χείρα μη ορρωδούντες και προ αυτού έτι του Παρθενώνος», σημειώνεται στην έρευνα για τις «Ζημίες» στην Κατοχή.
Για την προστασία των αρχαιοτήτων του Μουσείου πάντως, είχε μεριμνήσει ήδη από την κήρυξη του πολέμου η Αρχαιολογική Υπηρεσία, σύμφωνα με την οδηγία του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας στις 11 Νοεμβρίου του 1940. Βασική κρύπτη ήταν ένα όρυγμα, που ανοίχθηκε στο κέντρο της αίθουσας του Παρθενώνα εντός του μουσείου.

Αλλά καθώς ήταν μικρό φυσικά, τα αρχαία διασπάρθηκαν και σε διάφορα άλλα σημεία. Σε φρέατα δίπλα στην πύλη του μουσείου, στην αυλή του και κατά μήκος της βόρειας πλευράς του Παρθενώνα ενώ η απόκρυψη άλλων έγινε στην Εννεάκρουνο στους πρόποδες της Ακρόπολης καθώς και στις Φυλακές του Σωκράτη.
Και όλα αυτά αν αναλογισθεί κανείς, ότι την 28η Οκτωβρίου, όταν οι Ιταλοί επιτέθηκαν στην Ελλάδα η Αρχαιολογική Υπηρεσία διέθετε περί τους 30 αρχαιολόγους μόνον, με την προσθήκη κάποιων ελάχιστων άμισθων εκτάκτων. Το έργο τους όμως, δύσκολο και τεράστιο αλλά και η ανταπόκρισή τους σ΄ αυτό, παρ΄ όλες τις αντίξοες συνθήκες, σπουδαίο.
Καταστροφές, λεηλασίες, παράνομες ανασκαφές, κλοπές αρχαίων και βυζαντινών αντικειμένων υπήρξαν πολλές και σε όλη τη χώρα από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής αλλά και από τα ιταλικά και βουλγαρικά επίσης. Η αποκατάστασή τους; Κάποιες επιστροφές κλεμμένων έχουν γίνει όσο για υπόλοιπα …απώλειες πολέμου άνευ αποζημιώσεων. Τουλάχιστον ως τώρα.
Διαβάστε επίσης:
28η Οκτωβρίου 1940 – 28η Οκτωβρίου 2025: Το «Όχι» 85 χρόνια μετά
Παρέλαση καινοτομίας: Drones, anti-drones και όπλα τεχνητής νοημοσύνης
Πώς ο Αριστοτέλης Ωνάσης έσωσε τη ναυπηγική βιομηχανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- 28η Οκτωβρίου: Η Ελλάδα γιορτάζει την επέτειο του «Όχι» – Μαθητικές παρελάσεις και εκδηλώσεις σε όλη τη χώρα
- Κυριάκος Πιερρακάκης: Ημέρα μνήμης και υπερηφάνειας η 28η Οκτωβρίου
- Ζελένσκι: Έτοιμο το Κίεβο για ειρηνευτικές συνομιλίες αλλά δεν θα παραχωρήσει εδάφη
- Χατζηδάκης: Συγκίνηση και περηφάνια για τον πατέρα του που τραυματίσθηκε στο ελληνοαλβανικό μέτωπο