• Πολιτισμός

    Όταν ο Κένεντι κρατούσε σημειώσεις εναντίον του Νίξον

    Κένεντι και Νίξον στην τηλεμαχία του Σικάγο


    Χειρόγραφο από την πρώτη τηλεμαχία τους πριν από 60 χρόνια βγαίνει σε δημοπρασία

    Κένεντι εναντίον Νίξον. Εξήντα ακριβώς χρόνια πριν, ένα ντιμπέιτ, που θα γινόταν στο Σικάγο μεταξύ του Τζων Φιτζέραλντ Κένεντι και του Ρίτσαρντ Νίξον, θα άλλαζε εντυπωσιακά τον τρόπο διεξαγωγής ενός προεκλογικού αγώνα για την ανάδειξη προέδρου στην Αμερική και γενικότερα τον τρόπο άσκησης της πολιτικής.

    Κάτι που, στη συνέχεια, θα υιοθετούσαν και άλλα δυτικά κράτη, καθώς η μονομαχία μεταξύ δύο υποψηφίων στην πολιτική έχει αναδειχθεί σήμερα σε σόου πρώτης γραμμής, αν και συχνά πια παρηκμασμένο. Σ΄ εκείνη την πρωτιά, όμως, της 26ης Σεπτεμβρίου 1960 αναφέρεται ένα μικρό σημείωμα του Κένεντι από την ώρα διεξαγωγής του ντιμπέιτ, που βγαίνει τώρα σε δημοπρασία από τους Christie’s.

    Θεωρείται, μάλιστα, ότι είναι αυτό που αποτυπώνεται στη φωτογραφία και στο βίντεο εκείνης της συζήτησης, όταν ο Νίξον, όρθιος στο έδρανο, απαντά σε ερώτηση δημοσιογράφου, ενώ ο Κένεντι, καθιστός στην καρέκλα, κρατάει βιαστικές σημειώσεις.

    Το ντιμπέιτ Κένεντι – Νίξον με τον πρώτο να κρατά σημειώσεις

    Το συγκεκριμένο σημείωμα, μάλιστα, είναι ταυτόχρονα και αυτόγραφο του Κένεντι προς έναν από τους δημοσιογράφος που συμμετείχαν στη συζήτηση, τον Σάντερ Βάνοκουρ, τον άνθρωπο που οι ερωτήσεις του ήταν οι πιο αιχμηρές εκείνη τη βραδιά.

    Λίγες μέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ κι ενώ το πρώτο ντιμπέιτ – το δεύτερο ματαιώθηκε, ενώ είναι αμφίβολο αν θα γίνει και το τρίτο- μεταξύ Τραμπ και Μπάιντεν άφησε τις χειρότερες εντυπώσεις, στην αρχή του θεσμού τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά.

    Εβδομήντα εκατομμύρια άνθρωποι είχαν συντονιστεί στους δέκτες τους για να παρακολουθήσουν τους μονομάχους, που συμμετείχαν στην πρώτη προεδρική συζήτηση για την τηλεόραση, απαντώντας στις ερωτήσεις τεσσάρων πολιτικών δημοσιογράφων.

    Ο Νίξον ήταν ο σκληρός, υπολογίσιμος αντίπαλος, που είχε διατελέσει και αντιπρόεδρος του Αϊζενχάουερ, ενώ ο Κένεντι θεωρούνταν από μερικούς ως απλώς ο ασήμαντος γιος ενός μεγιστάνα της Γουόλ Στρητ. Ωστόσο, μπροστά από τις κάμερες, ο άνδρας που ο διάσημος συγγραφέας Νόρμαν Μέιλερ είχε περιγράψει, βλέποντας τη συζήτηση, ότι είχε «το βαθύ μαύρισμα ενός εκπαιδευτή σκι και τα διαπεραστικά μάτια ενός ορειβάτη», κατάφερε να γοητεύσει τον αμερικανικό λαό.

    Ο δημοσιογράφος Σάντερ Βάνοκουρ στην τηλεμαχία Κένεντι- Νίξον

    Ένας από τους δημοσιογράφους στο στούντιο, ο Σάντερ Βάνοκουρ (1928-2019) του NBC, ο οποίος μιλώντας το 1985 για εκείνη την πρώτη φορά, έλεγε χαρακτηριστικά, ότι «καθώς περνά ο καιρός, οι άνθρωποι κατατάσσουν κάποια γεγονότα στις μεγάλες στιγμές της ζωή τους. Θα έπρεπε να σκεφτώ, ότι αυτή ήταν η αρχή της νέας εποχής, της πολιτικής τηλεόρασης. Δεν το έκανα».

    Ο ίδιος, πάντως, θυμόταν ότι ο Κένεντι φορούσε ένα μπλε κοστούμι, ενώ ο Νίξον γκρι. Επίσης, ότι «ο Κένεντι δέχθηκε να του βάλουν μέικαπ, επειδή είχε ακολουθήσει τη συμβουλή του κυβερνήτη Άμπε Ρίμικοφ για να δείχνει ότι έχει καλύτερη όψη». Ο Νίξον από την άλλη πλευρά, φαινόταν άρρωστος.

    Αυτό που δεν γνώριζε το πάνελ, όμως, ήταν ότι ο αντιπρόεδρος είχε χτυπήσει πρόσφατα το γόνατό του σε μια πόρτα αυτοκινήτου, επιδεινώνοντας μια λοίμωξη από σταφυλόκοκκο που ήδη τον ταλαιπωρούσε, αναγκάζοντάς τον να νοσηλευτεί εκείνο τον μήνα, έτσι υπέφερε από τους πόνους. Ο Νίξον, ωστόσο, είχε αρνηθεί να δεχθεί μακιγιάζ, έχοντας εμπιστοσύνη στην φυσική του επιδερμίδα.

    Η σημασία της εμφάνισης ενός πολιτικού υπήρξε παλιά υπόθεση στην Αμερική, από την εποχή του Αβραάμ Λίνκολν την μετρούν, καθώς ήταν ο πρώτος που είχε αναλάβει τα καθήκοντά του στην εποχή της φωτογραφίας. Μάλιστα, η εμφάνιση του Λίνκολν με το αδύνατο, ταλαιπωρημένο πρόσωπο είχε διαμορφώσει την αντίληψη του κοινού τότε για τον πρόεδρό του.

    Σε αντίθεση με τις σημερινές προεδρικές μονομαχίες, πάντως, η μονομαχία Κένεντι – Νίξον απέπνεε σεβασμό και κοσμιότητα, τόσο μάλιστα που ο Βρετανός δημοσιογράφος Άλιστερ Κουκ (1908-2004) να παρατηρήσει πικρόχολα ότι, για δύο άνδρες που απεχθανόταν ανοιχτά ο ένας τον άλλο, ήταν πολύ μικρή η αιματοχυσία, καθώς προσπαθούσαν πάντα να κρατηθούν σε ένα επίπεδο καλής συμπεριφοράς. Και τελείωνε το άρθρο του για το «The Guardian, περιγράφοντας τους αντιπάλους ως «δύο κυνηγόσκυλα, που ήταν καλεσμένα σε καθωσπρέπει πάρτι».

    Η πιο σημαντική στιγμή της βραδιάς, πάντως, ήταν όταν ο Βάνοκουρ κάλεσε τον αντιπρόεδρο να εξηγήσει γιατί ο Αϊζενχάουερ, όταν του ζητήθηκε να δώσει ένα παράδειγμα μιας σημαντικής ιδέας του Νίξον που είχε υιοθετήσει, απάντησε: «Αν μου δώσετε μια εβδομάδα, θα μπορούσα να σκεφτώ μία. Δεν θυμάμαι».

    Ο δημοσιογράφος Σάντερ Βάνοκουρ

    Ο Νίξον παρέκαμψε καλά την ερώτηση, η οποία όμως τον σημάδευσε και θα τον ακολουθούσε για όλο το υπόλοιπο της εκστρατείας. Άλλωστε, έχει καταγραφεί στην ιστορία ως ένα από τα πιο δύσκολα ερωτήματα που έχουν τεθεί ποτέ σε έναν υποψήφιο πρόεδρο. Η απάντηση του Νίξον, μάλιστα, παρωδήθηκε, ακόμη και στη δημοφιλή σειρά κινουμένων σχεδίων «The Simpsons».

    Από την άλλη μεριά, βέβαια, αρκετοί θεωρούν ότι ήταν αδικία απέναντί του, γιατί εκείνη την εποχή οι αντιπρόεδροι είχαν πολύ μικρή δύναμη ή επιρροή. Το αποτέλεσμα, έτσι, ήταν ότι το επιτελείο του Νίξον δεν συγχώρεσε ποτέ τον Βάνοκουρ, γι’ αυτό άλλωστε και άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι η ερώτηση είχε τεθεί από το αντίπαλο στρατόπεδο του Κένεντι.

    Κάτι, βέβαια, που ο ίδιος ο Σάντι Βανόκουρ έχει απορρίψει με θυμό, απαντώντας πως «Δούλεψα πολύ σκληρά για αυτό το ερώτημα και ήταν η πιο έντονη ερώτηση που θα μπορούσε κανείς να υποβάλει». Ο ίδιος είχε ισχυρισθεί τότε ότι ήταν εξίσου ανελέητος και προς τον Κένεντι, όταν τον ρωτούσε γιατί δεν είχε κατορθώσει να εγκριθεί καμία νομοθεσία του στη Γερουσία.

    Χρόνια αργότερα, ωστόσο, παραδέχτηκε, ότι η ερώτησή του στον Κένεντι «δεν έφτασε καν κοντά σ’ αυτήν προς τον Νίξον». Αυτό που επίσης τον είχε εντυπωσιάσει εκείνη την ιστορική νύχτα ήταν ο τρόπος με τον οποίο ο Κένεντι μιλούσε, κοιτώντας την κάμερα και απευθυνόμενος στον αμερικανικό λαό, ενώ ο Νίξον περιοριζόταν να σχολιάζει τα λεγόμενα του Κένεντι.

    Όσον αφορά στο σημείωμα, ήταν γνωστό ότι ο Κένεντι άφηνε εδώ κι εκεί τις σημειώσεις του, οπότε είναι πιθανό να το πήρε ο Βάνοκουρ ως αναμνηστικό. Ένα χρόνο αργότερα, ο Κένεντι θα έγραφε και την αφιέρωση με μελάνι: «Για τον Σάντι με εκτίμηση και θερμές ευχαριστίες από τον φίλο του Τζον Κένεντι, 9 Φεβρουαρίου, 1961».

    Το σημείωμα του Κένεντι με την αφιέρωσή του

    Δύο χρόνια αργότερα, ωστόσο, ο Βάνοκουρ θα είχε το δυστυχές καθήκον να αναφέρει ζωντανά από τον Λευκό Οίκο τη δολοφονία του προέδρου. Ήταν παρών επίσης, όταν ο αδερφός του Κένεντι, ο Ρόμπερτ πυροβολήθηκε στη Καλιφόρνια, περιγράφοντας τα επακόλουθα ως «καθαρό χάος».

    Αργότερα, μάλιστα, αναγνωρίσθηκε από το περιοδικό «Time» για την ψύχραιμη συμπεριφορά του και τις υποδειγματικές αναφορές του.

    Η στιγμή της δολοφονίας του Των Φιτζέραλντ Κένεντι

    Ως το 2019, εξάλλου, το χειρόγραφο ήταν δανεισμένο στο The Newseum της Ουάσιγκτον και το 2012 εμφανίστηκε στην έκθεση του ιδρύματος Every Four Years: Presidential Campaigns and the Press» το 2012.

    Όταν το μουσείο έκλεισε, πέρυσι, επιστράφηκε μαζί με άλλα αντικείμενα στην οικογένεια του Βάνοκουρ και τώρα, ως τις 16 Οκτωβρίου, προσφέρονται προς πώληση. Το συγκεκριμένο με εκτίμηση 30.000-50.000 δολάρια.

    Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση



    ΣΧΟΛΙΑ