• Πολιτισμός

    Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Όταν συλλέγεις έργα τέχνης έχεις ευθύνη για το μέλλον τους

    Ο επιχειρηματίας και συλλέκτης Δημήτρης Δασκαλόπουλος

    Ο επιχειρηματίας και συλλέκτης Δημήτρης Δασκαλόπουλος


    «Η συλλογή μου αφορούσε τη σύγχρονη τέχνη από την αρχή. Δεν ήταν για το σπίτι μου, δεν ήταν για τη δημιουργία πλούτου». Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, επιχειρηματίας και μέγας συλλέκτης, που έχει έρθει διεθνώς στο προσκήνιο, ειδικά τον τελευταίο χρόνο με την εντυπωσιακή και καλά μελετημένη κίνησή του να δωρίσει μεγάλο μέρος της συλλογής του σε μουσεία εντός και εκτός Ελλάδας  μιλάει στο ARTnews για τη συγκρότησή της αλλά και τη μεγάλη δωρεά του.

    «Πάντα αγόραζα έργα τέχνης για την εκφραστική τους δύναμη. Σέβομαι αυτή τη δύναμη, και σκέφτομαι τον καλλιτέχνη πίσω από αυτήν, τον άνθρωπο που πάλεψε ίσως, ή εμπνεύστηκε και έφτιαξε αυτό το έργο», λέει.

    «Ως συλλέκτης, η αφετηρία μου ήταν πάντα μια ιδιαίτερη ιδέα, ότι παρ΄όλο που αγόραζα έργα τέχνης και είχα τον τίτλο ιδιοκτησίας τους, δεν ένιωσα ποτέ, ότι ήμουν ο ιδιοκτήτης. Ένιωσα σεβασμό για το έργο τέχνης».

    Με σταθερή παρουσία στη λίστα των Top 200 Συλλεκτών του ARTnews, ώσπου πριν από τρία χρόνια σταμάτησε να αποκτά έργα τέχνης, ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος ανακοίνωσε, όπως είναι γνωστό τον περασμένο Απρίλιο την μεγάλη απόφαση για το μέλλον της συλλογής του, δίνοντας περισσότερα από 350 έργα 142 καλλιτεχνών σε τέσσερα ιδρύματα: 140 έργα στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, 110 στην Tate του Λονδίνου  και άλλα 100 από κοινού στο Guggenheim της Νέας Υόρκης  και στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σικάγο.

    Άλλωστε  θέση του είναι, πως «Όταν συγκεντρώνεις έναν σημαντικό αριθμό έργων τέχνης, έχεις ευθύνη για το μέλλον τους. Νομίζω ότι είναι λάθος να λέμε, όπως κάνουν πάρα πολλοί συλλέκτες, ‘‘Δεν με νοιάζει. οι κληρονόμοι μου θα καταλάβουν τι θέλουν να κάνουν’’»…

    Η εγκατάσταση «Piss Flowers» (1991) της Έλεν Τσάντγουικ, μία από τις μεγάλης κλίμακας εγκαταστάσεις που δώρισε Δημήτρης Δασκαλόπουλος στην Tate του Λονδίνου
    Η εγκατάσταση «Piss Flowers» (1991) της Έλεν Τσάντγουικ, μία από τις μεγάλης κλίμακας εγκαταστάσεις που δώρισε Δημήτρης Δασκαλόπουλος στην Tate του Λονδίνου

    Η συνοχή της συλλογής  

    «Πριν από μερικά χρόνια, σταμάτησα να συλλέγω, όταν ένιωσα, ότι η συλλογή μου λέει αυτό, που έχει να πει. Επειδή περιλαμβάνει κυρίως πολύ μεγάλα έργα τέχνης αισθάνθηκα γρήγορα την ευθύνη για αυτά, ίσως πολύ γρηγορότερα από κάποιον που μπορεί να έχει 25 σπουδαίους πίνακες στο σπίτι του», λέει ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος. Παρ΄όλα αυτά έχει κρατήσει κι ο ίδιος κάποια έργα «με τα οποία μου αρέσει να ζω».  Επίσης, «και κάποια, που μπορεί τελικά να γίνουν ένα οικονομικό περιουσιακό στοιχείο ή να αποτελέσουν μια άλλη δωρεά ή να γίνουν αντικείμενο κοινωφελούς  δραστηριότητας στο μέλλον».

    Η συνοχή της συλλογής του εξάλλου, που άρχισε να δημιουργείται από το 1994 πιστεύει, ότι ήταν το βασικό χαρακτηριστικό της ώστε να θεωρείται αξιοσέβαστη. Όπως λέει «Ποτέ δεν παρέκλινε σε καλλιτέχνες που είθισται να υπάρχουν σε μια συλλογή ή στον νέο καλλιτέχνη ή στο νέο αστέρι. Μου ήταν πολύ ξεκάθαρο τι να αγοράσω και τι να απορρίψω. Πάντα λέω, ότι όταν φτιάχνεις μια συλλογή, είναι πιο σημαντικό τι απορρίπτεις, παρά τι αγοράζεις». Ο ίδιος πάντως ήταν αρκετά τολμηρός, ώστε να αγοράζει κάθε είδους έργα, εστιάζοντας χωρίς ενδοιασμό στα μεγάλα, περίπλοκα και δύσκολα.  Όπως τα γλυπτά «Piss Flowers» (1991) της Helen Chadwick με λουλούδια φτιαγμένο από μπρούτζο. Ή την εγκατάσταση Dépendance/Indépendance  (1995) της Annette Messager από ύφασμα, φωτογραφίες, σχοινιά, διχτυωτές κάλτσες, λούτρινα ζωάκια, δίχτυα, πλαστικό και λάμπες.

    Έκθεση του Άντονι Γκόρμλι στην Δήλο από τον οργανισμό ΝΕΟΝ
    Έκθεση του Άντονι Γκόρμλι στην Δήλο από τον οργανισμό ΝΕΟΝ

    Όχι σε ιδιωτικό μουσείο

    Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος όμως, έχει ξεχωρίσει την συλλεκτική του δραστηριότητα από το ίδρυμα ΝΕΟΝ. που δημιούργησε πριν από δέκα χρόνια. Βασικές αρχές του άλλωστε ήταν, ότι δεν θα έχει έναν δικό του χώρο και δεν θα αφορά την προώθηση της συλλογής. «Απέφευγα να δανείσω στο ίδρυμα από τη συλλογή μου», όπως εξηγεί «γιατί ήθελα να είναι πολύ σαφές, τι κάνει: Στο ΝΕΟΝ παραγγέλνουμε νέα έργα τέχνης και δανειζόμαστε έργα από άλλους με σκοπό να κάνουμε εκθέσεις για τον κόσμο. Δεν δημιουργήθηκε για να δείχνω τα έργα τέχνης που υπάρχουν στη συλλογή μου – αν και παρουσιάσαμε μια έκθεση από την ίδια τη συλλογή και τώρα μια δεύτερη, με τίτλο «Dream On».

    Ούτε όμως θεωρεί, ότι η συλλογή του χρειάζεται να έχει έναν δικό της χώρο. Το αντίθετο. «Έχω δει πολλούς φίλους συλλέκτες να το κάνουν, είναι πολύ ευγενικό εγχείρημα να θέλεις να δείξεις την τέχνη σου και να την ανοίξεις στο κοινό, αλλά ποτέ δεν ένιωσα ότι λειτούργησε», όπως λέει. «Πάντα ένιωθα, ότι υπήρχε ένα άγχος σε αυτούς τους οργανισμούς να δημιουργήσουν απλώς κάτι, που να είναι ελκυστικό.  Ένιωσα ότι ήταν κολλημένοι στη δική τους κατασκευή —είτε κτήριο, μουσείο, είτε οτιδήποτε άλλο— φωνάζοντας στον έξω κόσμο, ‘‘Ελάτε να δείτε, έχουμε ωραία πράγματα εδώ!’’».

    Η εγκατάσταση της Ανέτ Μεσαζέ «Dépendance/Indépendance» (1995) στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο στην Αθήνα ως μέρος της έκθεσης «Dream On» από τον ΝΕΟΝ
    Η εγκατάσταση της Ανέτ Μεσαζέ «Dépendance/Indépendance» (1995) στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο στην Αθήνα ως μέρος της έκθεσης «Dream On» από τον ΝΕΟΝ

    Η αντίθεσή του στη δημιουργία ιδιωτικού μουσείου εξάλλου, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην επιχειρηματική του εμπειρία. Κατ΄αρχάς γιατί η  δημιουργία ενός ιδιωτικού μουσείου είναι μια πολύ δαπανηρή υπόθεση, αν θέλετε να την κάνετε σωστά, όπως λέει. «Πρέπει να το προικίσετε, όχι μόνο με χρήματα αλλά και με δυνατότητες διαχείρισης. Και το επιχειρηματικό μου υπόβαθρο λέει, ότι οι καλές εταιρείες και τα καλά ιδρύματα διοικούνται από τους ανθρώπους που τις ξεκινούν και είναι παθιασμένοι. Ποτέ δεν διοικούνται από διοικητικά συμβούλια ή την οικογένεια. Αυτοί οι άνθρωποι χάνουν το στόχο τους μετά από λίγο, έτσι έχουμε ιδρύματα που δεν έχουν πυξίδα, δεν έχουν χρήματα και δεν έχουν συνδέσεις με τη διοίκηση, που είχε υπαγορευτεί αρχικά από τον ιδρυτή τους».

    Δωρεά χωρίς ανασταλτικούς όρους

    Και κοντά σ΄αυτά όμως έχει να προσθέσει, ότι η Ελλάδα έχει το δικό της μουσείο σύγχρονης τέχνης, το οποίο «δεν χρειάζεται ανταγωνισμό, αντίθετα χρειάζεται υποστήριξη».

    Ενδιαφέρουσα τέλος είναι η αποκάλυψη του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, ότι στις δωρεές του, παρ΄ότι τεράστιες δεν έχει βάλει κανέναν όρο αναφορικά με  τη συχνότητα προβολής των έργων του. Ο λόγος είναι, όπως διευκρινίζει η αρνητική κριτική, που έχει ακούσει εναντίον συλλεκτών, που κάνουν αυτό αλλά και των μουσείων που αναγκάζονται να δέχονται τέτοιου είδους όρους. Έχοντας συμμετάσχει κι ο ίδιος σε συμβούλια μεγάλων μουσείων γνωρίζει καλά, πόσο δύσκολο είναι για την διοίκησή τους να ακολουθεί τέτοιους κανόνες.

    «Και τέλος πάντων, δεν ταιριάζει με τον χαρακτήρα μου», καταλήγει. «Γιατί κάποιος να επιβάλει κάτι σε ένα μουσείο; Για εγωισμό και προσωπική ματαιοδοξία; Όταν τα μουσεία και οι επιμελητές που αγαπούν τα έργα τέχνης αισθάνονται, ότι το έργο τους ανήκει, έχουν περισσότερα κίνητρα να κάνουν πράγματα με αυτό. Θέλουν να το χρησιμοποιήσουν, να το δείξουν στο κοινό, να ενθαρρύνουν τον διάλογο, να εμπλακούν νέοι άνθρωποι και νέες ιδέες, αντί να χρειάζεται να διαβάζουν ένα συμβόλαιο κάθε μήνα για να δουν, τι μπορούν ή δεν μπορούν να κάνουν. Θέλω να δώσω στα μουσεία και στο κοινό τους την ελευθερία να απολαμβάνουν τα οφέλη που προσφέρουν τα έργα τέχνης».

    Έκθεση του Γκλεν Λίγκον στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο από τον ΝΕΟΝ
    Έκθεση του Γκλεν Λίγκον στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο από τον ΝΕΟΝ

    Η μαγική τέχνη  

    Σήμερα ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος είναι αντιπρόεδρος του Board of Trustees του Solomon R. Guggenheim Foundation, πρόεδρος του Collections Council του Solomon R. Guggenheim Foundation και ενεργό μέλος των συμβουλίων: Board of Trustees του Museum of Contemporary Art, Chicago, Leadership Council του New Museum, Tate International Council και επισης συνιδρυτής του Whitechapel Future Fund. Το 2014 η διεθνής ένωση επιμελητών ΙCI – INDEPENDENT CURATORS INTERNATIONAL του απένειμε το Βραβείο LEO 2014 για τη «συμβολή του στην εξοικείωση ευρύτερων κοινών με τη σύγχρονη τέχνη» ενώ το 2018 έλαβε τιμητική διάκριση στο πλαίσιο του Guggenheim International Gala για τη συνολική προσφορά και υποστήριξή του στο χώρο των τεχνών.

    «Αυτό που πάντα θαύμαζα είναι αλληλεπίδραση των ανθρώπων με την τέχνη», λέει ο ίδιος. « Όσο κοιτάζω τα έργα τέχνης, κοιτάζω τους ανθρώπους που τα κοιτούν, που συνομιλούν μαζί τους και συνομιλούν μεταξύ τους. Η τέχνη είναι σημαντική για πολλούς ανθρώπους για άγνωστους, μαγικούς λόγους».

    Διαβάστε επίσης:

    Νέος συνδυασμός: Αλέξης Ακριθάκης και εστιατόριο του Μουσείου Μπενάκη

    Ο Πολ Άλεν της Microsoft κι ένας Βαν Γκογκ 100 εκατομμυρίων δολ.



    ΣΧΟΛΙΑ