• Άρθρα

    Πόσο στέρεα είναι η κυριαρχία Μητσοτάκη στο πολιτικό σκηνικό;

    WarningExclamation mark in a circleΑπαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Οι λόγοι για την κυριαρχία της Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πολιτικό σκηνικό έχουν προβληθεί και αναλυθεί, πάντως μάλιστα δεν είναι μονοσήμαντοι. Έχουν ιστορικές καταβολές και επίκαιρες προσαρμογές.

     Σημασία έχει, για παράδειγμα, το γεγονός ότι η Ν.Δ. είναι το μόνο κόμμα της μεταπολίτευσης που δεν μπήκε σε φάση ανασχηματισμού και δεν έχασε ποτέ το ελάχιστο  25% – 30% των ψήφων που ταυτόχρονα αποτελεί την σκληρή βάση του. Αποχωρήσεις, και μάλιστα ικανών προβεβλημένων, με πολιτική επιρροή, στελεχών υπήρξαν. Όλες ήταν πολιτικά και οργανωτικά αποτυχημένες. Παρά την ανάγκη, σε αρκετές περιπτώσεις, να συγκεραστούν θέσεις που έφερναν τη δεξιά σε σύγκρουση με την κεντροδεξιά και το κέντρο, το κόμμα διατήρησε την συνοχή του –και την αδιάσπαστη εκλογική του βάση, καθώς αυτή έχει ιστορικά ερείσματα 100 ετών τουλάχιστον.

    Αν η δεκαετής κρίση χειρίστηκε τη Ν.Δ. με σχετική … εύνοια, δεν συνέβη το ίδιο με το ΠΑΣΟΚ. Η συγκρουσιακή διαμάχη για την ηγεσία του, αποτέλεσμα της έλλειψης προετοιμασίας για την διαδοχή του Κώστα Σημίτη, έθιξε το ΠΑΣΟΚ πολύ βαθύτερα από τη Ν.Δ. φέρνοντας το στην τρίτη θέση της πολιτικής κατάταξης. Μία ερμηνεία θα μπορούσε να είναι ότι επί Σημίτη το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου άλλαξε ταυτότητα. Η βάση μπόρεσε να προσαρμοστεί στην πρώτη αλλαγή, αλλά όχι στην δεύτερη που συνεπάγετο συμμαχία με  την… επάρατη δεξιά και συμβιβασμό με τις διεθνείς οργανώσεις του καπιταλισμού.

    Η απώλεια κοινωνικής στήριξης άφησε το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη ορφανό –αναπόφευκτα και διόλου τυχαία, λοιπόν, στελέχη του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ βρήκαν ευπρόσδεκτο καταφύγιο στην κεντροδεξιά του Μητσοτάκη. Η στροφή, βεβαίως, της Ν.Δ. προς το κέντρο κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν. Η αποτυχία της διακυβέρνησης Κώστα Καραμανλή και η κρίση δεν άφηναν και πολλά εναλλακτικά περιθώρια σε νέο ηγέτη που αφουγκραζόταν τα κοινωνικά ρεύματα.

    Το πρόβλημα με το σημερινό ΠΑΣΟΚ είναι διπλό: αφενός έχει διαχρονική δυσκολία να προσδιορίσει εκ νέου την ταυτότητα του, καθώς παραμένει δέσμιο της προσπάθειας να συγκεράσει «τον Ανδρέα με τον Κώστα». Αφετέρου, με τις κινήσεις του, ο Μητσοτάκης δεν του αφήνει και πολύ πολιτικό χώρο  για να κινηθεί. Το γεγονός ότι η όποια δημοσκοπική ανάκαμψη του είναι μικρή και φαίνεται να οφείλεται κυρίως στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι ενθαρρυντικό για την ηγεσία. Είναι, όμως,  ησυχαστικό για τον Μητσοτάκη.

    Από την πλευρά του, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παγιδευτεί ταυτόχρονα από την επιτυχία του και την αποτυχία του. Το λάβαρο του λαϊκισμού που σήκωσε είχε στοιχεία από όλο το πολιτικό φάσμα—γ’ αυτό, ίσως, ο λόγος του έβρισκε πλατιά απήχηση.   Ο λαϊκισμός της εύκολης λύσης μετρούσε, όχι η ιδεολογική καθαρότητα των θέσεων. Έτσι, ο αρχηγός του είχε την δυνατότητα να κινηθεί με μεγάλη ιδεολογική ευλυγισία. Πέτυχε. Με την επιτυχία ήρθε η αποτυχία της εκπλήρωσης των προσδοκιών. Οπότε, στον επόμενο εκλογικό κύκλο απέτυχε. Δεν ήταν η ιδεολογία του λαϊκισμού σκάρτη. Η πρακτική άσκηση της ήταν.

    Το πρόβλημα εντάθηκε ακριβώς από την προσπάθεια να χαραχθεί μία νέα πορεία με βάση τα ιδεολογικά πιστεύω ενός άτακτου συνονθυλεύματος ομάδων. Με την απουσία της συγκολλητικής ουσίας που ήταν η εξουσία, η κάθε ομάδα τραβούσε τα γκέμια σε άλλη κατεύθυνση, με αποτέλεσμα ο πολιτικός λόγος να είναι ξύλινος – δηλαδή να μην αντανακλά τις επιθυμίες και τα πιστεύω της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Η δεύτερη ήταν προμήνυμα της τρίτης και καταστροφικής.

    Το πρόβλημα είναι τόσο βαθύ και δομικό, που δεν πρόκειται να επιλυθεί είτε με τη Νέα Αριστερά, είτε με την ένταξη στους Ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες, πάντως δε όχι με τον Κασσελάκη. Το θέμα με το νέο αρχηγό δεν είναι προσωπικό,  πολιτικό ή ιδεολογικό. Θέμα ταυτότητας είναι, και η σύγχυση που επικρατεί είναι πολύ πιο βαθιά και πολύ πιο εκτεταμένη από την αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ. Στο κάτω-κάτω το ΠΑΣΟΚ έχει αποκτήσει ιστορικές ρίζες. Ποιες είναι αυτές του ΣΥΡΙΖΑ;

    Με το ΚΚΕ παγιωμένο στην καλύτερη περίπτωση στο επίπεδο του 8%-10%  και την Πλεύση Ελευθερίας να συναγωνίζεται τη Νέα Αριστερά για επιβίωση, η μόνη ορατή απειλή για τη Ν.Δ, προέρχεται από την δεξιά. Το θέμα δεν εστιάζεται στα τρία τυχάρπαστα κόμματα που σήμερα την συνθέτουν αλλά στο γεγονός ότι μαζί συγκεντρώνουν ένα 15%. Σ’ αυτό θα μπορούσε να προστεθεί ένα απροσδιόριστο ποσοστό δεξιών που τάσσονται υπό την σημαία Σαμαρά και δυσαρεστημένων Καραμανλικών. Όσο τα «κομμάτια» δεν ενώνονται δεν υπάρχει πρόβλημα. Αν, για κάποιο λόγο, και με αφορμή ένα σημαντικό εθνικό γεγονός ή μία μεγάλη ηθικό-πολιτική σύγκρουση, βρεθεί αρχηγός να προσφέρει κοινή στέγη, τότε θα μπορούσε να προκύψει κλυδωνισμός στην κυριαρχία Μητσοτάκη.

    Σε βάθος χρόνου αλλά όχι και ανεπίφοβη η προοπτική. Η κλιματική μετανάστευση, εξάλλου, είναι προ των πυλών. Σήμερα, όμως, το γήπεδο και η μπάλα είναι του Μητσοτάκη. Η αναγκαία και ορθή μεταρρυθμιστική ατζέντα του, αναπόφευκτα θα προκαλεί κοινωνικές και οικονομικές αναταράξεις, από ευκαιριακές συμμαχίες συμφερόντων που θα σχηματίζονται και θα αυτοκαταργούνται ανάλογα με το θέμα. Στην προσπάθεια του να διατηρήσει ένα ελάχιστο ισορροπιών, η κυβέρνηση έχει στα χέρια της ένα ισχυρότατο όπλο: την ψηφιακή μεταρρύθμιση.

    Στην προηγούμενη τετραετία, η αποδοχή της διαχειριστικής επάρκειας του Μητσοτάκη, στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στην ψηφιακή επανάσταση. Για χρόνια την ακούγαμε, δισεκατομμύρια ακούγαμε ότι  δαπανώνται, αποτέλεσμα δεν βλέπαμε. Τα βήματα που έγιναν επί Μητσοτάκη – Πιερρακάκη απέσπασαν τον θαυμασμό της Ε.Ε. Δεν πρέπει, όμως, να επαναπαυθούμε. Ήμασταν τόσο πίσω, και οι άλλοι προχωρούσαν μπροστά τόσο γρήγορα, που παρά την πρόοδο, ειδικά στην Ε.Ε. έχουμε μείνει συγκριτικά, επαναλαμβάνω «συγκριτικά», περίπου στάσιμοι στις κατατάξεις.

    Η μάχη σήμερα δίνεται στο επίπεδο της καθημερινότητας του πολίτη. Άμεσα και έμμεσα η κυβέρνηση το έχει αναγνωρίσει. Τίποτα δεν επηρεάζει περισσότερο αυτήν την καθημερινότητα, και τίποτα δεν δημιουργεί ευνοϊκότερες εντυπώσεις προόδου, από την βελτίωση των υπηρεσιών που προσφέρει το κράτος. Αν η Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη θέλει να έχει στέρεα πολιτική κυριαρχία, τότε η συνέχιση και επιτάχυνση της  ψηφιακής προόδου που συντελέστηκε στα χρόνια 2019-2023 θα είναι πρωτεύων παράγοντας – μία win-win, όπως λέγεται, κατάσταση.

    Διαβάστε επίσης

    Κάνετε το όπως η Ιρλανδία



    ΣΧΟΛΙΑ