• Άρθρα

    Πώς ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει προς μία ακόμη παταγώδη αποτυχία

    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Μετά την αποτυχία της αξιωματικής αντιπολίτευσης να βάλει την κυβέρνηση στο εδώλιο του κατηγορουμένου στο θέμα της πανδημίας, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πανηγυρίζουν, θεωρώντας ότι οι θέσεις Σαμαρά και το θέμα των πανεπιστημίων και των διαδηλώσεων προσφέρουν αναπάντεχα μέτωπα για να στριμώξουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία.

    Παράλληλα, επιδιώκοντας να οικοδομήσουν ένα προφίλ κυβερνησιμότητας, προετοιμάζουν και σχέδιο για την μετά την πανδημία εποχή.

    Με αυτή την διπλή κίνηση, οι προεδρικοί επιδιώκουν να περιορίσουν την εσωστρέφεια, να αποδυναμώσουν τις φράξιες και να παρουσιαστούν ως ένας εναλλακτικός πόλος εξουσίας.

    Γιατί, οι αλλεπάλληλες αρνητικές για το κόμμα και τον ίδιο τον πρώην πρωθυπουργό δημοσκοπήσεις έχουν κατατρομάξει το σύνολο του κόμματος.

    Δυστυχώς, κι αυτή η στρατηγική θα αποτύχει.

    Κατ’ αρχάς, αν οι θέσεις Σαμαρά (πρωταρχικά για τα ελληνοτουρκικά και δευτερευόντως για τα πρωτόκολλα της Β. Μακεδονίας) δημιουργούν εσωκομματική διαφωνία, τα νομοσχέδια για τα πανεπιστήμια και τις διαδηλώσεις συσπειρώνουν το κόμμα. Φέρνοντάς τα περίπου ταυτόχρονα στην Βουλή, σφυρηλατείται η κομματική πειθαρχία και επιδεικνύεται ακλόνητη απόφαση να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις.

    Εξάλλου, πολύ ορθά, η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στο προεκλογικό πρόγραμμα της. Το εφαρμόζει σταδιακά αλλά αποφασιστικά, με ή χωρίς την ευρύτερη πολιτική συναίνεση. Γιατί αυτή είναι η δουλειά της.

    Επίσης πολύ ορθά, η κυβέρνηση έχει σε μεγάλο βαθμό συνειδητοποιήσει τις ευκαιρίες για αλλαγή που προσφέρει το περιβάλλον της πανδημίας και πράττει ανάλογα: έχει επεκτείνει το εύρος των μεταρρυθμίσεων και επιταχύνει τον ρυθμό τους προσαρμόζοντας το έργο της στις σύγχρονες παγκόσμιες και εθνικές απαιτήσεις και προκλήσεις. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στο θέμα της ψηφιοποίησης έχει επιτευχθεί μέσα σε λίγους μήνες ότι δεν είχε γίνει μέσα σε 20 χρόνια.

    Δυστυχώς, δεν μπορεί το αυτό να λεχθεί για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

    Η ευκαιριακή αντιπολίτευση που ασκεί, η επιστροφή στις μάχες του πεζοδρομίου, το φλερτ θέσεων με το ΚΚΕ σίγουρα ελάχιστη απήχηση έχουν στην μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων που ιδεολογικά συνδυάζουν την κοινωνική και οικονομική πρόοδο με την πολιτική μετριοπάθεια.

    Αλλά, αν οι πληροφορίες που διαρρέουν για τα οικονομικά-κοινωνικά σχέδια του ΣΥΡΟΖΑ είναι ακριβείς (και φαίνεται πως είναι) κι αυτή η κακέκτυπη αντιγραφή των από χέρι αποτυχημένων «Ζάππειο Ι» και «Ζάππειο ΙΙ», οδηγεί σε ένα νέο φιάσκο.

    Η εμμονή στην προοδευτική φορολογία εισοδημάτων (στην Ελλάδα!), σε εργασιακές σχέσεις που ορίζονται από τη νομοθεσία του 1982, στο  αποκλειστικά κρατικό σύστημα συντάξεων, στις δημόσιες τράπεζες και στην δημόσια χρηματοδότηση, στον αποκλεισμό δεκάδων χιλιάδων νέων από την επαγγελματική δράση διότι φοίτησαν σε ξένα κολλέγια, αντανακλά μία απόλυτα δογματική αντίληψη για την οικονομία και την κοινωνία.

    Δεν είναι διόλου παράδοξο το φαινόμενο αυτό. Η αξιωματική αντιπολίτευση προέρχεται από τις τάξεις ενός οπισθοδρομικού κομμουνιστικού κόμματος – ένα πραγματικό απολίθωμα του Ψυχρού Πολέμου και της πρώην ΕΣΣΔ.

    Η διάσπαση δεν ήταν ουσιαστικά τίποτα περισσότερο από θέμα διαφωνιών ως προς την τακτική κατάκτησης της εξουσίας – μία παλιά διαφωνία που χρονολογείται από την Β΄ Διεθνή. Το ΚΚΕ πιστεύει στην πάλη των τάξεων και στην κατάκτηση της εξουσίας με κάθε μέσο. Ο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει στην εκ των έσω άλωση.

    Δογματικά αγκυλωμένο, το πολύπαθο σχέδιο δεν αναφέρει σχεδόν τίποτα για τον ρόλο των επιχειρήσεων στη νέα εποχή. Δεν αντιμετωπίζει το θέμα της ψηφιοποίησης – παρά μόνο εχθρικά. Βλέπει την κλιματική αλλαγή με όρους κομματικούς. Και για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η δημοκρατία, υπάρχει και πάλι μόνο η κατ’ όνομα αναφορά.

    Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ότι  βολικά πάντα συγχέει τον φιλελευθερισμό με το νεοφιλελευθερισμό αλλά ότι δεν έχει συνειδητοποιήσει πως ο καπιταλισμός είναι πλέον το μόνο παγκόσμιο σύστημα παραγωγής.

    Οι διαφορές είναι πρωταρχικά πολιτικές – η διαφορά δηλαδή μεταξύ αυταρχικού (αλά Κίνα) και φιλελεύθερου (αλά Γαλλία) καπιταλισμού—καθώς και συστήματος αξιών – σκληρής ελεύθερης αγοράς αλά ΗΠΑ ή καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο που επικράτησε στα χρόνια 1945-1975 και που τώρα επιχειρεί να υιοθετήσει ξανά η Ε.Ε.

    Κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι τα σύγχρονα κόμματα δεν είναι πολυσυλλεκτικά. Υπάρχει, όμως, διαφορά ανάμεσα στο χάος των πολλών και αντικρουόμενων δογμάτων και της ύπαρξης μίας ιδεολογικής ομπρέλας που επιτρέπει την έκφραση διαφωνιών χωρίς απόκλιση, όμως, από τους κύριους στόχους.

    Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί με την λογική «πήραμε την κυβέρνηση αλλά όχι την εξουσία», τόσο θα μένει καθηλωμένος στην αντιπολίτευση και μάλιστα με διαρκώς μειούμενα ποσοστά. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτυπώνει μία ξεκάθαρη ιδεολογική θέση τόσο θα σπαράσσεται από ενδοκομματικές διαμάχες και θα βλέπει και την κυβέρνηση –πολύ περισσότερο την εξουσία—να φαντάζει ως άπιαστο όραμα.

    Αν πράγματι πιστεύει στην ιδεολογία του ας δηλώσει ποιος είναι και ο λαός θα αποφασίσει. Διαφορετικά θα είναι εσαεί κόμμα αντιπολίτευσης, έρμαιο των τακτικισμών του.



    ΣΧΟΛΙΑ