• Άρθρα

    Δημοκρατία και Ανάπτυξη: Οι παγίδες

    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Στην επόμενη δεκαετία θα κριθεί η τύχη της δημοκρατίας. Μπορεί, στην παρούσα φάση, να δίνεται έμφαση στην πανδημία (και σε όσες θα ακολουθήσουν), στην μετανάστευση και στην κλιματική αλλαγή, αλλά το ερώτημα για την ανθεκτικότητα της δημοκρατίας υπερβαίνει τις γενικόλογες και κάπως αόριστες θέσεις για την ανθεκτικότητα της κοινωνίας και την αναδιάρθρωση της οικονομίας.

    Ως Έλληνες βαυκαλιζόμαστε για την ισχύ της δημοκρατίας. Ξεχνάμε ότι μετά τον θάνατο του Αθηναϊκού προτύπου, η δημοκρατία ως έννοια και πράξη θάφτηκε για σχεδόν 2000 χρόνια. Η επαναφορά της, ως απότοκο του Διαφωτισμού και της Αναγέννησης, την κατατάσσει στα σύγχρονα πολιτικά καθεστώτα και οι πηγές της στην Αμερικανική και Γαλλική Επανάσταση την φέρνουν σε άμεση αντιπαράθεση με τις μορφές του αυταρχισμού που κυριάρχησαν για 20 αιώνες.

    Ως πολιτικό καθεστώς η δημοκρατία έχει περιορισμένη γεωγραφική διασπορά, που επικεντρώνεται στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στις Αυστραλία- Νέα Ζηλανδία, με κάποιες αναλαμπές στην Ασία. Και επειδή η δημοκρατία είναι θέμα κουλτούρας, διόλου παράδοξα η προσπάθεια του Δυτικού Κόσμου να την εξάγει απέτυχε. Απλά, δεν υπάρχει δυνατότητα να συνυπάρξει η δημοκρατία π.χ. με το Ισλάμ ή τον Ινδουισμό, σ’  αυτό ο Samuel Huntington ήταν προφητικός.

    Από την φύση της η δημοκρατία είναι ευάλωτη. Η εγγενής αντινομία της είναι ότι η ισονομία δεν συμφιλιώνεται απαραίτητα με την κοινωνική ανισότητα, για να παραφράσω τον Claude Mosse. Έτσι, στο τέλος,  η επιβίωση της εξαρτάται από την προθυμία και ικανότητα των πολιτών να ασχολούνται με τα κοινά και να διεξάγουν μία συνεχή μάχη για την μείωση των ανισοτήτων. Το γεγονός ότι ο καπιταλισμός είναι πλέον το μοναδικό οικονομικό σύστημα καθιστά την δημοκρατία ακόμη πιο ευάλωτη. Διότι, από την φύση του ο καπιταλισμός γεννά ανισότητες και ο καπιταλισμός του 21ου αιώνα ακόμη πιο έντονες, ακόμη περισσότερες.

    Στην επόμενη δεκαετία η μάχη των μαχών θα είναι μεταξύ της δημοκρατίας που θα προσπαθήσει να ελέγξει τις ανισότητες και του αυταρχισμού που θα θέλγει με την διαβεβαίωση της εγγυημένης ελάχιστης ισότητας έναντι της απώλειας ορισμένων προσωπικών ελευθεριών. Η κλεπτοκρατική Ρωσία μπορεί να μην αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση αλλά η ταχύτητα αναπτυσσόμενη Κίνα προσελκύει το ενδιαφέρον και καθιστά σε πρακτικό επίπεδο επιτακτικό το ερώτημα «πως εξισώνεται η φτώχεια με την ελευθερία»;

    Σε αυτό το πλαίσιο θα κινηθεί ο κόσμος στην επόμενη δεκαετία, σ’ αυτό το πλαίσιο θα διεξαχθεί η σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας – με το μεγάλο ερώτημα να αφορά τον ρόλο που θα επιλέξει και θα καταφέρει να παίξει η Ευρώπη;

    Στα καθ’ ημάς τώρα.

    Με τα –σε μεγάλο βαθμό ανέλπιστα—κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, η χώρα μας βγαίνει, κατά μία έννοια κερδισμένη, από την πανδημία. Μπορεί στην διετία 2020-2021 να έχει υποστεί για μία ακόμη φορά μείωση της παραγωγής και του εισοδήματος, αλλά οι κοινοτικοί πόροι σε συνδυασμό με τους όρους και προϋποθέσεις που αδήριτα τους συνοδεύουν, μας προσφέρουν την ευκαιρία της επανασύστασης της οικονομίας μας.

    Πολύ απλά, αυτό που δεν πέτυχε ο από έξω επιβαλλόμενος εκσυγχρονισμός, μπορεί τώρα να συντελεστεί. Μετά τα πρώτα ριζοσπαστικά για την Ελλάδα βήματα της, η μεταπολίτευση εξελίχθηκε σ’ ένα εξαιρετικά συντηρητικό καθεστώς, που παρέμεινε ατάραχο μπροστά στην είσοδο στην τότε ΕΟΚ, στην υιοθέτηση του ευρώ και στα μνημόνια. Τώρα, απηυδισμένοι οι εταίροι μας, λέγουν «πάρτε τα χρήματα με αυτούς τους όρους και να δούμε τι θα καταφέρετε».

    Η κυβέρνηση ετοίμασε ένα συνεκτικό σχέδιο, με σύγχρονες μεθόδους και κατευθύνσεις. Δίνει μεγάλη έμφαση στην πράσινη ανάπτυξη – της αφιερώνει κοντά στο 40% των πόρων. Είναι η λογική «με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια», δηλαδή ανάπτυξη και ταυτόχρονα αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

    Αυτή είναι η κρυφή παγίδα. Χωρίς να υποβαθμίζω την κρίσιμη σημασία της, η έμφαση στην κλιματική αλλαγή έχει γίνει της μόδας. Η πλειοψηφία των ΜΚΟ εκεί δίνει την προσοχή της – όπως και οι ανά τον κόσμο ακτιβιστές. Στην προσπάθεια του να συμβαδίσει με τις εξελίξεις (και να απαλύνει την καθ΄ επίφαση κρίση συνείδησης που θεωρητικά διέρχεται) μεγάλο μέρος του επιχειρηματικού κόσμου εμφανίζεται να έχει συνταχθεί με την μάντρα της εποχής μας. Στην πράξη, η θετική συνεισφορά του στην μείωση του αποτυπώματος άνθρακα εξακολουθεί να είναι αρνητική – και το λεγόμενο greenwashing έφτασε στις πρώτες σελίδες ακόμη και των Financial Times.

    Ο κίνδυνος και για την Ελλάδα είναι ότι η μεγάλη έμφαση στην κλιματική αλλαγή δεν οδηγεί παρά έμμεσα στην μείωση των ανισοτήτων – οπότε το πιο κρίσιμο θέμα για το μέλλον μας περνά αυτόματα σε δεύτερη μοίρα.

    Επιπλέον, επειδή η μετάβαση στην πράσινη οικονομία αναπόφευκτα συνδυάζεται με αλλαγές στις υποδομές, ειδικά η χώρα μας κινδυνεύει να εγκλωβιστεί – παρά τις περί του αντιθέτου προθέσεις –σ’ ένα μοντέλο όπου η κατασκευή θα πάρει και πάλι τα πρωτεία, με αρνητικές επιπτώσεις στην διάχυση της ανάπτυξης αλλά και στην  βιωσιμότητά της. Ήδη σε ορισμένες περιοχές και σε συγκεκριμένους τομείς, οι τιμές των ακινήτων κινούνται σε πρωτόγνωρα επίπεδα, η παραοικονομία ενθαρρύνεται και τα καταναλωτικά πρότυπα της αστακομακαρονάδας επανέρχονται.

    Η Ελλάδα κινδυνεύει έτσι να γίνει κι αυτή θύμα του καπιταλισμού-καζίνο, οπότε η κυβέρνηση ουσιαστικά θα κριθεί όχι όπως νομίζουν πολλοί από τον ρυθμό ανάπτυξης που θα πετύχει αλλά από την ποιότητα και διάχυση της ανάπτυξης. Αν δεν υιοθετηθούν πρότυπα που να διασφαλίζουν την  μείωση των ανισοτήτων η αίσθηση ότι «Η Ελλάδα ξαναγύρισε» θα αποδειχθεί βραχύβια, το κοινωνικό σώμα θα είναι σε αναβρασμό και το πολιτικό σκηνικό σε εκρηκτική κατάσταση.



    ΣΧΟΛΙΑ