• Άρθρα

    Από την κυβέρνηση Μητσοτάκη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω Σημίτη

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Επανέρχομαι στο θέμα του πληθωρισμού για δύο λόγους. Εξακολουθεί να κυριαρχεί στα ΜΜΕ ως «πρωτοσέλιδο» μαζί με τις υποκλοπές με αρθρογραφία όπου συχνά προβάλλονται αυθαίρετοι ισχυρισμοί και υπονοούνται μυστικά όπλα.  Δεύτερο, τελευταία γίνεται συχνά αναφορά στην εποχή Σημίτη και τον έλεγχο του πληθωρισμού που επιτεύχθηκε στην περίοδο εκείνη.

    Χωρίς αμφιβολία, επί κυβέρνησης Κώστα Σημίτη υπήρξε πράγματι τιθάσευση του πληθωρισμού. Η προσπάθεια, βέβαια, είχε ξεκινήσει με την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (με τον Στέφανο Μάνο να παίζει κρίσιμο ρόλο ως υπουργός εθνικής οικονομίας) χαλάρωσε στην διετία όπου ο Ανδρέας Παπανδρέου επανήλθε στην εξουσία και πήρε νέα πνοή με την κυβέρνηση Σημίτη και υπουργό τον Γιάννο Παπαντωνίου.  Οφείλουμε, όμως, να δούμε με ποια μέσα έγινε αυτό.

    Η απάντηση είναι απλή για όσους θυμούνται εκείνη την περίοδο. Λίγο πιο περίπλοκη για όσους χρειάζεται να ανατρέξουν σε κείμενα. Τα πράγματα, όμως, είναι σαφή.

    Συγκεκριμένα, ο πληθωρισμός τέθηκε υπό έλεγχο με:

    • Σφιχτή δημοσιονομική πολιτική με πρωτογενή πλεονάσματα που έφτασαν και το 4,5% και που είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική σταθεροποίηση του χρέους γύρω στα επίπεδα του 100% του ΑΕΠ
    • Σφιχτή νομισματική πολιτική –που εκδηλώθηκε πρωταρχικά με την πολιτική της «σκληρής» δραχμής.

    Ένα από τα αναπόφευκτα αποτελέσματα, βέβαια, ήταν η χειροτέρευση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας, πράγμα που το «πληρώσαμε» αργότερα μετά την ένταξη μας στο ευρώ.

    Σήμερα, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική επιβάλλεται από την Ε.Ε. Έχοντας μόλις βγει από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας, είμαστε προσεκτικοί να μην βρεθούμε ξανά στο στόχαστρο. Ταυτόχρονα, οι ελπίδες για χαλάρωση των κανόνων αποδείχθηκαν φρούδες – καθώς Επιτροπή και τεχνοκράτες δείλιασαν να συγκρουστούν με την αστήριχτη οικονομική ορθοδοξία.

    Τι προτείνει η αντιπολίτευση; Μείωση των έμμεσων φόρων. Είναι σαφές ότι αυτό θα εκτινάξει το πρωτογενές έλλειμμα. Ή, εναλλακτικά, αν οι εκτιμήσεις είναι ορθές, θα εξαφανίσει το σχεδιαζόμενο μικρό πλεόνασμα που είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε και δεν θα αφήσει κανένα περιθώριο για κινήσεις μέσα στο 2023. Εξάλλου, ήδη, η κυβέρνηση ουσιαστικά παίζει με την φωτιά με τα επιδόματα που δίνει.

    Ως προς τη νομισματική πολιτική, εκεί δεν έχουμε κανένα βαθμό ελευθερίας – εκτός κι αν τρέφουμε… Βαρουφάκια όνειρα. Αυτή καθορίζεται από την ΕΚΤ και είναι βέβαιο ότι οι υπεύθυνοί της  δεν χάνουν τον ύπνο τους με όσα γράφονται στο ελληνικό Τύπο ή ακούγονται στα ελληνικά κανάλια. Ας μου πει τις, πως θα υιοθετήσουμε πολιτική σκληρής δραχμής για να γράψουμε νέα βιβλία στην οικονομική θεωρία.

    Κατά μερικούς αρθρογράφους υπάρχει πάντα και ο έλεγχος των τιμών. Θα ήθελα πολύ να μάθω για κάποια περίπτωση, σε παγκόσμιο επίπεδο μάλιστα, που ο έλεγχος τιμών έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Δεν θα μιλήσω για την πικρή ελληνική εμπειρία. Βέβαια, σε μία ελεύθερη οικονομία ο έλεγχος τιμών κινδυνεύει να φέρει και έλεγχο εισοδημάτων – αλλά φαντάζομαι ότι αυτό δεν θα ήταν στο κατάστιχο των μέτρων της αντιπολίτευσης. Και δεν θα αναφερθώ διόλου στο γεγονός ότι όταν η αύξηση του κόστους είναι πρωταρχικά εξωγενής ο έλεγχος τιμών φέρει τον ορατό κίνδυνο της κατάρρευσης του επιχειρηματικού τομέα.

    Που καταλήγει όλο αυτό; Με δεδομένο τον εξωγενή (και όχι το νομισματικό) χαρακτήρα των πληθωριστικών πιέσεων – με κύριο ένοχο την ενέργεια, οπότε την Ρωσία—και με δεδομένη την συμμετοχή μας στο ευρώ είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε τους κανόνες – είτε μας αρέσουν είτε όχι.  Αυτό σημαίνει ότι άλλος δρόμος από αυτόν που ακολουθούν οι Σταϊκούρας και Σκυλακάκης δεν υπάρχει. Μπορεί μέτρα όπως το καλάθι του νοικοκυριού να είναι οριακά και εμβαλωματικά, αλλά η εναλλακτική του ελέγχου των τιμών είναι αναποτελεσματική έως αστεία.

    Πρωταρχικός στόχος είναι να μην δημιουργηθεί ένας φαύλος κύκλος αυξήσεων τιμών και εισοδημάτων – γι’ αυτό η ακριβής και με διαφάνεια στόχευση στα μέσα ανακούφισης είναι κρίσιμη. Αν η κυβέρνηση έχει κάτι να προσέξει, αυτό ακριβώς είναι το ισχυρό και ταυτόχρονα το αδύνατο σημείο.

    Διαβάστε επίσης

    Αντιπολίτευση: Διαβάζοντας λάθος τα μηνύματα



    ΣΧΟΛΙΑ