• ΥΓΕΙΑ

    Τελικά τι είναι αυτό που μας αρρωσταίνει; Μελέτη του Χάρβαρντ αποκαλύπτει!

    • Έφη Τσιβίκα


    Η μεγαλύτερη μελέτη του είδους της, η οποία διεξήχθη από ερευνητές του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε ένα ερώτημα που ταλανίζει τους επιστήμονες εδώ και χρόνια: Τελικά φταίει το DNA ή το περιβάλλον που αρρωσταίνουμε;

    Στο πλαίσιο της μελέτης, η ερευνητική ομάδα παρακολούθησε την υγεία χιλιάδων αδελφών, μεταξύ των οποίων και δίδυμα, εστιάζοντας σε ένα σύνολο 560 ασθενειών, που δεν είναι σπάνιες και επηρεάζουν τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες.

    Σύμφωνα με τα ευρήματά της, 2 στις 5 κοινές ασθένειες επηρεάζονται, τουλάχιστον μερικώς, από γενετικούς παράγοντες.

    Σχεδόν το 40% των 560 διαφορετικών ασθενειών έχει γενετική συνιστώσα, ενώ το 25% οφείλεται στο περιβάλλον.

    Οι διαταραχές του εγκεφάλου επηρεάστηκαν έντονα από γενετικούς παράγοντες, με 4 στις 5 νοητικές ασθένειες να έχουν γενετική επιρροή.

    Από την άλλη πλευρά, οι οφθαλμικές παθήσεις και οι αναπνευστικές διαταραχές ήταν πιθανότατα επηρεασμένες από το περιβάλλον.

    «Η έκθεση αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως “οδικός χάρτης” για όσους ενδιαφέρονται να μελετήσουν τις αιτίες των 560 ασθενειών που εξετάζουν οι ερευνητές», δήλωσε ο επικεφαλής της ομάδας Chirag Lakhani, μεταδιδακτορικός ερευνητής της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ.

    Η μελέτη

    Ο Lakhani και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν μια βάση δεδομένων ασφαλιστικών απαιτήσεων της εταιρείας Aetna, η οποία περιλάμβανε περίπου 45 εκατομμύρια αρχεία ασθενών.

    Οι ερευνητές εντόπισαν περισσότερα από 56.000 δίδυμα και περισσότερα από 724.000 ζεύγη αδελφών. Όλοι οι ασθενείς αποτελούσαν μέρος της ασφαλιστικής βάσης δεδομένων για τουλάχιστον τρία χρόνια και η ηλικία των διδύμων κυμαινόταν από νεογέννητα έως 24 χρονών.

    Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι μελέτες διδύμων είναι πολύτιμες καθώς τα ομοζυγωτικά δίδυμα μοιράζονται το 100% των γονιδίων τους, ενώ τα διζυγωτικά δίδυμα και τα απλά αδέλφια μοιράζονται περίπου τα μισά γονίδιά τους, κατά μέσο όρο.

    Όπως οι ίδιοι αναφέρουν, οι ασθένειες που τείνουν να προσβάλουν ομοζυγωτικά δίδυμα σε υψηλότερο βαθμό από τα διζυγωτικά ή τα απλά αδέλφια επηρεάζονται πιθανώς από γενετικούς παράγοντες, ενώ οι ασθένειες που εμφανίζονται στα αδέρφια, ανεξάρτητα από το αν είναι δίδυμα, τείνουν να επηρεάζονται έντονα από το περιβάλλον.

    Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, το DNA έπαιξε τουλάχιστον κάποιο ρόλο στο περίπου 40% των ασθενειών που ερευνήθηκαν.

    Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης ταχυδρομικούς κώδικες στη βάση δεδομένων για να εκτιμήσουν την επίδραση περιβαλλοντικών παραγόντων, όπως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, οι κλιματικές συνθήκες και η ποιότητα του αέρα στην εμφάνιση ασθενειών.

    Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι περίπου το 25% των νοσημάτων επηρεάστηκαν από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, το 20% από τις αλλαγές της θερμοκρασίας και το 6% από την ποιότητα του αέρα.

    Η σοβαρή παχυσαρκία ήταν το πρόβλημα υγείας που συνδέθηκε στενότερα με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, εγείροντας ένα σημαντικό ερώτημα για το κατά πόσο είναι σημαντικός ο τρόπος ζωής ενός ατόμου σε σύγκριση με τα γονίδιά του, όσον αφορά στο υπερβολικό βάρος.

    Στο πλαίσιο της ανάλυσης, πολλές ασθένειες δεν κατέστη δυνατό να εξηγηθούν ούτε από τη γενετική ούτε από το περιβάλλον, κάτι που χαρακτηρίστηκε από τους επιστήμονες ως «ελαφρώς περίεργο».

    Όπως οι ίδιοι σημειώνουν, υπάρχουν δύο πιθανές εξηγήσεις: Είτε ο ένας δίδυμος είχε διαφορετική περιβαλλοντική έκθεση από τον άλλον, κάτι που δεν θα μπορούσε να καταγραφεί από την ασφαλιστική βάση δεδομένων (π.χ. ένας δίδυμος ακολούθησε ειδική δίαιτα ή εκτέθηκε σε κάποια τοξίνη), είτε πρόκειται για ένα τυχαίο γεγονός.

    Σύμφωνα με τους ειδικούς, ένας παράγοντας που η μελέτη αυτή δεν έλαβε υπόψη ήταν η επιγενετική, δηλαδή η ικανότητα του περιβάλλοντος να επηρεάζει τον τρόπο έκφρασης των γονιδίων. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει σε μεγάλο βαθμό περιβαλλοντική συμβολή στην εμφάνιση ασθενειών που δεν υπολογίζεται.

    Επίσης, η μελέτη επικεντρώθηκε σε παιδιά και νέους ενήλικες, γεγονός που σημαίνει ότι οι γενετικοί παράγοντες είναι πιο πιθανό να εκδηλωθούν σε περισσότερες ασθένειες, αφού τα άτομα δεν έχουν ζήσει αρκετό καιρό για να υποστούν σωρευτικές επιδράσεις από μακροπρόθεσμες περιβαλλοντικές εκθέσεις.

    Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Nature Genetics.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Ανατρεπτική μελέτη: Μικρός ο ρόλος των γονιδίων στο προσδόκιμο ζωής

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Επιστημονική μελέτη: Τα αρνητικά συναισθήματα βλάπτουν το ανοσοποιητικό

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Καρδιαγγειακά: «Θερίζει» τους Ευρωπαίους η κακή διατροφή – Τι δεν πρέπει να λείπει απ’ το τραπέζι



    ΣΧΟΛΙΑ