• Business

    ΣτΕ για Ελληνικό: «Πράσινο φως» για τους ουρανοξύστες

    • Ρεγγίνα Σπυράτου
    Ελληνικό

    Ο σχεδιασμός του Ελληνικού


    Οι ουρανοξύστες των 200 μέτρων τελικά δεν μπλόκαραν την επένδυση των 6 δισεκατομμυρίων στο Ελληνικό. Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά πλειοψηφία, απέρριψε τις προσφυγές κατοίκων και φορέων, “ανάβοντας” ξανά το πράσινο φως για την υλοποίηση του έργου από επενδυτικό σχήμα υπό την εταιρεία Lamda Development, συμφερόντων του Ομίλου Λάτση.

    Με τις υπ’ αριθμόν 1305 και 1306/2019 αποφάσεις της, αλλά και με ισχυρή μειοψηφία (9 ή 10 μελών της) σε επιμέρους θέματα, η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε τους λόγους που επικαλούνταν οι προσφεύγοντες, ζητώντας την ακύρωση αφενός του από 28.2.2018 προεδρικού διατάγματος “Έγκριση του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης (ΣΟΑ) του Μητροπολιτικού Πόλου Ελληνικού – Αγίου Κοσμά Περιφέρειας Αττικής”, συνολικής εκτάσεως 6.008.076,24 τ.μ. και αφετέρου, την απόφασή αποχαρακτηρισμού του Δασάρχης Πειραιά.

    Στο Π.Δ. προβλέπονται οι όροι δόμησης και, μεταξύ άλλων, η κατασκευή 6 ουρανοξυστών, ειδικής αρχιτεκτονικής σχεδίασης, μέγιστου ύψους 200 μέτρων ο καθένας (ο ένας προορίζεται για καζίνο 15.000 τ.μ.).  «Οι ουρανοξύστες δεν μπορεί να ξεπερνούν το ύψος της Ακρόπολης και να κρύβουν τη θέα προς τη θάλασσα» , υποστήριζαν κάτοικοι και φορείς, ζητώντας οι κατασκευές των κτιρίων να εναρμονίζονται με το Αττικό τοπίο.

    Με πρόεδρο την κα Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και εισηγητή τον κ. Χρ. Ντουχάνης, η Ολομέλεια έκρινε, αφενός, ότι ο αριθμός των 6 ειδικών κτιρίων είναι εύλογος προκειμένου αυτά να επιτελέσουν την αρχιτεκτονική τους λειτουργία ως τοποσήμων και, αφετέρου, ότι από τις συνοδευτικές του σχεδίου αρχιτεκτονικές μελέτες θα εξαρτηθεί αν θα εξαντληθεί το μέγιστο προβλεπόμενο ύψος των 200 μέτρων.

    Επίσης κρίθηκε ότι καμία από τις νομοθετικές διατάξεις με τις οποίες κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Φλωρεντίας για το τοπίο, και το άρθρο 22 του ν. 4277/2014 (ν. ΡΣΑ), δεν υπάγει στην αρμοδιότητα της αρχαιολογικής αρχής την έγκριση χωρικού σχεδίου για λόγους προστασίας του τοπίου.

    Συνεπώς, αποφάνθηκαν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «είναι απορριπτέοι οι λόγοι ακυρώσεως, σύμφωνα με τους οποίους η πρόβλεψη των συγκεκριμένων υψών κτιρίων είναι αντίθετη με τη συνταγματική επιταγή(άρθρο 24 παρ. 1 Συντ.) της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, μέρος του οποίου αποτελεί το τοπίο και, εν προκειμένω, το αττικό, καθώς και ο λόγος ότι μη νομίμως εκδόθηκε το διάταγμα χωρίς την έγκριση της ΥΠΠΟ».

    Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι το σχέδιο δεν επιφέρει υποβάθμιση του περιβάλλοντος και επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης στις όμορες περιοχές.

    Το σκεπτικό του ΣτΕ

    Στο σκεπτικό τους οι ανώτατοι δικαστές αναφέρουν:

    «Ο συνταγματικός (άρθρο 24 παρ. 1 και 2) σκοπός της προστασίας του περιβάλλοντος και της εξασφάλισης των άριστων δυνατών όρων διαβίωσης του πληθυσμού είναι, καταρχήν, επιτεύξιμος, μέσω της σύνδεσης της προστασίας του περιβάλλοντος με την οικονομική ανάπτυξη, επίσης θαλπόμενη από το Σύνταγμα, η οποία, κατά το γράμμα της οικείας συνταγματικής διάταξης (άρθρο 106 παρ. 1) καταλαμβάνει όλους τους τομείς της οικονομίας και, επομένως, επηρεάζει όλες τις κρατικές αποστολές, και αυτήν της προστασίας του περιβάλλοντος, συνδιαμορφώνοντας το περιεχόμενό τους.

    Τούτο δε διότι ο σεβασμός του περιβάλλοντος ως συλλογικού αγαθού και η διατήρηση της ποιότητάς του όχι απλώς δεν αποκλείουν, αλλά προϋποθέτουν την οικονομική ανάπτυξη και διευκολύνονται από αυτή. Αντιστρόφως, όμως, η οικονομική ανάπτυξη, που επιτυγχάνεται, μεταξύ άλλων, μέσω της αξιοποίησης των φυσικών πόρων, δεν επιτρέπεται να επιδιώκεται χωρίς τα αρμόδια νομοθετικά και διοικητικά όργανα να μεριμνούν για την προστασία και διατήρηση του περιβάλλοντος, τούτο δε προκειμένου η οικονομική ανάπτυξη να καθίσταται βιώσιμη, οριοθετούμενη από την αρχή της αειφορίας,, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα. […] Εξάλλου, ούτε η έγκριση χωρικού σχεδίου, το οποίο προβλέπει και οργανώνει δραστηριότητες εν δυνάμει επιβαρυντικές του περιβάλλοντος (π.χ. βιομηχανικές, οικιστικές ή άλλες) σε περιοχές που δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο χωρικού σχεδιασμού, ούτε η μεταβολή καθεστώτος διαχείρισης του χώρου, που χαρακτηρίζεται από ασυνέχεια και ανορθολογισμό και, ιδίως, από δυσαρμονία μεταξύ των νομοθετημάτων που εκφράζουν τον ήδη ισχύοντα σχεδιασμό διαφόρων επιπέδων, μπορεί να νοηθεί ως υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος ή ως ανεπίτρεπτη επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των ανθρώπων.

    Εν προκειμένω, η διατήρηση του προϊσχύσαντος χωροταξικού καθεστώτος της έκτασης [από 22.2.2002 πρ. δ/μα, με το οποίο εγκρίθηκε το Ειδικό Σχέδιο Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Ολυμπιακού Κέντρου Ιστιοπλοΐας Αγίου Κοσμά, από 1.3.2004 πρ. δ/μα, με το οποίο θεσπίσθηκαν περιορισμοί χρήσεων γης και όροι δόμησης για την παραλιακή ζώνη από το Φαληρικό Όρμο μέχρι την Αγία Μαρίνα του Δήμου Κρωπίας, και ν. 3342/2005, με τα άρθρα 23 και 24 του οποίου ρυθμίστηκαν ζητήματα σχετικά με τη μεταολυμπιακή χρήση των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων του Ελληνικού και του Ολυμπιακού Κέντρου Ιστιοπλοΐας Αγίου Κοσμά], θα δημιουργούσε συνθήκες δυσαρμονίας μεταξύ των επιπέδων σχεδιασμού και θα καθιστούσε ανεφάρμοστο τον υπερκείμενο σχεδιασμό του ν. ΡΣΑ [ν. 4277/2014], η υλοποίηση του οποίου είναι, κατά πάγια νομολογία, υποχρεωτική […] Απορρίπτονται λόγοι κατά τους οποίους η το σχέδιο επιφέρει υποβάθμιση του περιβάλλοντος και επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης στις όμορες περιοχές. Διατυπώθηκε μειοψηφία δέκα συμβούλων ειδικώς ως προς το παράκτιο μέτωπο της ρυθμιζόμενης έκτασης.»



    ΣΧΟΛΙΑ