• Business

    ΕΔΕΥΕΠ: Πλωτά αιολικά, αποθήκευση άνθρακα και φυσικού αερίου και υδρογονάνθρακες

    Ο Αριστοφάνης Στεφάτος  Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥΕΠ

    Αριστοφάνης Στεφάτος  Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥΕΠ


    Σήμερα παρουσιάζεται η νέα ταυτότητα της ΕΔΥΕΠ -πρώην ΕΔΕΥ- και ο νέος ευρύτερος ρόλος ομπρέλα στο χώρο της ανάπτυξης των κρατικών περιουσιακών στοιχείων στην ενεργειακή μετάβαση.

    Πλέον ως Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε στις αρμοδιότητές της περιλαμβάνει όχι μόνο την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων αλλά και τις αποθήκες δέσμευσης άνθρακα, τα πλωτά αιολικά, τις αποθήκες φυσικού  αερίου αλλά και τα μεγάλα γεωπολιτικά έργα που ανήκουν στη  ΔΕΠΑ International της οποίας κατέχει το 65%. Με το νέοι ευρύ ρόλο της, στόχος είναι να διευκολύνει τους διεθνείς επενδυτές που θέλουν να επενδύσουν σε νέα ενεργειακά έργα στους αναδυόμενους τομείς της ενεργειακής μετάβασης. Λειτουργώντας ως one stop energy shop, η ΕΔΕΥΕΠ θα αποτελεί το μοναδικό συνομιλητή διεθνών επενδυτών που θα μπορούν να αδειοδοτηθούν για όλες τις παραπάνω δραστηριότητες που εποπτεύει.

    Η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων Α.Ε. (ΕΔΕΥ Α.Ε.) ιδρύθηκε το 2011 και εδρεύει στην Αθήνα. Πλέον μετονομάζεται σε  ΕΔΕΥΕΠ έχει ως μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο (100%) και διαχειρίζεται τα δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου σχετικά με την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων ανά την Ελληνική Επικράτεια αλλά και γενικότερα των Ενεργειακών Πόρων. Έχει τη νομική μορφή Ανώνυμης Εταιρείας (Α.Ε.) και λειτουργεί με βάση τα εταιρικά πρότυπα του ιδιωτικού τομέα.

    Η ΕΔΕΥΕΠ   έχει πλέον είναι ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων: παραχωρήσεις έρευνας και παραγωγής, παρακολούθηση συμβάσεων, ασφάλεια υπερακτίων δραστηριοτήτων και ενεργή προώθηση της χώρας ως έναν ελκυστικό διεθνή προορισμό επενδύσεων στον τομέα των υδρογονανθράκων και των ενεργειακών πόρων.

    Η ΕΔΕΥ είναι, από τις 15 Απριλίου, η αρμόδια εθνική αρχή για την αδειοδότηση και την παρακολούθηση έργων αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCS) καθώς και έργων αποθήκευσης άλλων αερίων και υγρών στοιχείων. Αυτό προβλέπει η τροπολογία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που ψηφίστηκε στη Βουλή. Ειδικότερα, με το νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών (Νόμος υπ’ αριθμ. 4920/2022, ΦΕΚ Α’ 74/ 15.04.2002), ψηφίστηκε στη Βουλή τροπολογία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Κεφάλαιο Β’, άρθρο 228), με την οποία διευρύνεται ο σκοπός της ΕΔΕΥ Α.Ε. και αλλάζει ο ιδρυτικός της νόμος.

    Αποθήκες Δέσμευσης Άνθρακα

    Όπως αναφέρεται στην εν λόγω διάταξη, η ΕΔΕΥ Α.Ε. ορίζεται ως η αρμόδια αρχή «για την χορήγηση αδειών εξερεύνησης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και την εν γένει διαχείριση των δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου σχετικά με την εκμετάλλευση γεωλογικών σχηματισμών για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων ή υγρών στοιχείων και ενώσεων, συμπεριλαμβανομένης της σύναψης και της παρακολούθησης της εκτέλεσης των σχετικών συμβάσεων». Στους σκοπούς της ΕΔΕΥ προστίθεται η παρακολούθηση της ασφαλούς λειτουργίας των σχετικών έργων, καθώς και η εισήγηση προς τους αρμόδιους Υπουργούς για την έκδοση των προβλεπόμενων κανονιστικών διατάξεων.

    Η τροποποίηση αυτή στο συστατικό νόμο της ΕΔΕΥ Α.Ε. αποτελεί ορόσημο για τη λειτουργία της εταιρείας και ενισχύει το ρόλο της στην επίτευξη των στόχων της Ελλάδας για την ενεργειακή μετάβαση. Ο κος Αριστοφάνης Στεφάτος, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΔΕΥ, είχε πει σχετικά:  «Η αποθήκευση CO2 είναι ένα αναγνωρισμένο βασικό στοιχείο για την επιτυχή μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικού άνθρακα και η βιομηχανία των υδρογονανθράκων είναι πρωτοπόρος αναπτύσσοντας τη σχετική τεχνολογία CCS από τη δεκαετία του 1970, ενώ παράλληλα διαθέτει και σημαντική εμπειρία από τη λειτουργία σχετικών υποδομών», ενώ πρόσθεσε «Το CCS εισάγει πρακτικές βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες λύσεις για τις εγχώριες βιομηχανίες που χρειάζεται να μειώσουν το ανθρακικό τους αποτύπωμα, πράγμα το οποίο τις καθιστά παράλληλα ανταγωνιστικές τόσο στην εγχώρια όσα και στη διεθνή αγορά.»

    Η αποθήκευση CO2 είναι μια τεχνολογία μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, καθώς επιτρέπει τη μείωση των εκπομπών CO2 και πρόκειται να διαδραματίσει βασικό ρόλο στην αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Το CCS περιλαμβάνει μια διαδικασία τριών σταδίων: (1) δέσμευση CO2 από βιομηχανικές δραστηριότητες όπως η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η παραγωγή τσιμέντου, χάλυβα και αλουμινίου, πετροχημικών, κ.α., (2) μεταφορά του δεσμευμένου CO2 μέσω πλοίου ή αγωγού σε καθορισμένη περιοχή αποθήκευσης και (3) τη μόνιμη αποθήκευση του CO2 σε συγκεκριμένους γεωλογικούς σχηματισμούς. Οι τεχνολογίες CCS μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν την απομάκρυνση του υπάρχοντος CO2 από την ατμόσφαιρα.

    Αποθήκες Φυσικού Αερίου

    Η ΕΔΕΥΕΠ θα είναι η αρμόδια Εθνική Αρχή και για τις Αποθήκες Φυσικού Αερίου. Ο ρόλος της θα είναι σε συνεργασία με το ΥΠΕΝ να εντοπίζει στην Ελλάδα τους κατάλληλους σχηματισμούς που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για αποθήκευση φυσικού αερίου. H αναζήτηση άλλων φυσικών αποθηκών αερίου, όπως οι αποθήκες Νοτίου Καβάλας σε όλη τη χώρα είναι αρμοδιότητα του ΕΑΓΜΕ (Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλευτικών Ερευνών). Έχουν εντοπιστεί ενδεχόμενες φυσικές αποθήκες, σύμφωνα με πληροφορίες, στον υδροφόρο ορίζοντα της Θεσσαλονίκης και στα πετρώματα γύψου  και εβαποριτών στα Ιωάννινα.

    Η υπόγεια αποθήκευση μπορεί να γίνει σε πολύ διαφορετικούς γεωλογικούς σχηματισμούς και απαιτεί διαφορετικές προδιαγραφές και τεχνική η αποθήκευση υδρογόνου, από την αποθήκευση φυσικού αερίου και διοξειδίου του άνθρακα. Αναζητούνται οι περιοχές σε πρώτη φάση, και θα ακολουθήσουν επόμενα στάδια έρευνας που θα επιβεβαιώσουν την καταλληλότητα και τη χωρητικότητά τους. Σε προτεραιότητα, αναφέρουν οι πληροφορίες, είναι αυτή τη στιγμή, ο εντοπισμός κατάλληλων φυσικών αποθηκών για υδρογόνο.

    Υδρογονάνθρακες

    Η ΕΔΕΥΕΠ προσφέρει στους ενδιαφερομένους επενδυτές τη δυνατότητα να επισκεφθούν τα γραφεία της τόσο για να μελετήσουν το αρχείο της, που περιλαμβάνει γεωφυσικά δεδομένα (παλαιότερα και σύγχρονα, υψηλής ποιότητος), όσο και να πληροφορηθούν αναλυτικά σε ό,τι αφορά στις αδειοδοτήσεις και το νομικό και φορολογικό πλαίσιο της χώρας που διέπει τις δραστηριότητες στο χώρο της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων.

    Η ΕΔΕΥΕΠ κατέχει την τεχνική γνώση των κύριων πετρελαιοπιθανών περιοχών της Ελλάδας και δύναται να συνδράμει τους επενδυτές ώστε να λάβουν καλύτερες αποφάσεις βασιζόμενες σε περισσότερη πληροφόρηση. Είναι, δε, ο μοναδικός ιδιοκτήτης του αρχείου δεδομένων της χώρας. Το αρχείο αυτό περιλαμβάνει δεδομένα 179 γεωτρήσεων, σύγχρονα θαλάσσια γεωφυσικά δεδομένα δύο διαστάσεων, επανεπεξεργασμένα χερσαία και θαλάσσια γεωφυσικά δεδομένα δύο και τριών διαστάσεων παλαιοτέρων ετών, τόσο σε περιοχές αποδεδειγμένων πετρελαϊκών συστημάτων όσο και λιγότερο έως πρακτικώς ανεξερεύνητες.

    Πλωτά αιολικά

    Τον Ιούλιο ψηφίστηκε το νομοθετικό πλαίσιο για τα Υπεράκτια Αιολικά Πάρκα και η ΕΔΕΥΕΠ επελέγη ως αρμόδιος φορέας για την ωρίμανση των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, καθώς διαθέτει το απαραίτητο νομικό και τεχνικό υπόβαθρο για τα offshore . Το επενδυτικό ενδιαφέρον για τα Υπεράκτια Αιολικά στην Ελλάδα είναι δεδομένο και ισχυρό, όπως φαίνεται και από τις συμπράξεις ελληνικών και ξένων ομίλων (ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ-Ocean Winds, Mytilineos-CIP, ΗELLENiQ ENERGY- RWE κ.α.). Το πρώτο βήμα  ήταν ο νόμος, το δεύτερο θα είναι ο καθορισμός των περιοχών όπου θα αναπτυχθούν τα ΥΑΠ.

    Τα πρώτα θαλάσσια αιολικά πάρκα στην Ελλάδα αναμένεται να ξεκινήσουν να κατασκευάζονται από το 2028 και έπειτα, κι εφόσον υλοποιηθούν οι αναγκαίες θεσμικές παρεμβάσεις. Οι πρώτες υπεράκτιες παραχωρήσεις για την ανάπτυξη των πλωτών ή και σταθερής βάσης ανεμογεννητριών θα είναι στη Θράκη και την Κρήτη.

    Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα της  ΕΔΕΥΕΠ  τον Μάιο του 2023 αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, ενώ στο τρίτο τρίμηνο της ίδιας χρονιάς αναμένεται η υποβολή των τεχνικών μελετών για τον προσδιορισμό των οργανωμένων θαλάσσιων υπεράκτιων αιολικών πάρκων. Το πρώτο τρίμηνο του 2024 θα εκδοθεί το προεδρικό διάταγμα για τα οργανωμένα πάρκα.

    Στο πρώτο με δεύτερο τρίμηνο του ίδιου έτους αναμένεται η υποβολή και η αποδοχή των αιτήσεων υποψήφιων επενδυτών για τον πρώτο γύρο παραχωρήσεων και την έκδοση αδειών ερευνών. Από το τρίτο τρίμηνο του 2024 έως το τρίτο τρίμηνο του 2026 θα διεξαχθούν οι έρευνες των υποψήφιων επενδυτών στις θαλάσσιες παραχωρήσεις. Το τρίτο με τέταρτο τρίμηνο του 2026 θα ακολουθήσει η δημόσια διαβούλευση για τις περιοχές εγκατάστασης θαλάσσιων αιολικών πάρκων και στο τέλος της ίδιας χρονιάς θα αποσαφηνιστεί και θα προσδιοριστεί η μέγιστη δυναμικότητα ηλεκτροπαραγωγής

    Στο πρώτο τρίμηνο του 2027 θα ανακοινωθεί ο διαγωνισμός της ΡΑΕ για τις αποζημιώσεις των ηλεκτροπαραγωγών.



    ΣΧΟΛΙΑ