ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Μια ιστορία εξουσίας, πάθους και μοναξιάς, που απέδειξε πως ακόμα και οι πιο λαμπερές ζωές μπορούν να είναι βαθιά θλιμμένες.
Η ζωή της είχε ήδη γίνει μύθος πριν κλείσει τα τριάντα πέντε.
Η Ζακλίν Μπουβιέ Κένεντι, με τα μαργαριτάρια, το στιλ της και το βλέμμα που δεν μαρτυρούσε ποτέ τα συναισθήματά της, ήταν για την Αμερική το πιο τέλειο σύμβολο που μπορούσε να εφεύρει: ο συνδυασμός της δύναμης και της χάρης.
Όμως, πίσω από το ήρεμο πρόσωπο, κρυβόταν ένα κορίτσι που είχε μάθει από μικρή να χαμογελά όταν πονάει.
Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί, τη μέρα που βάδιζε στο πλευρό του Τζον Φ. Κένεντι προς τον Λευκό Οίκο, ότι λίγα χρόνια μετά θα καθόταν πλάι σ’ έναν άλλον άνδρα, πολύ διαφορετικό, πάνω στη θαλαμηγό του στο Αιγαίο, προσπαθώντας να ξεχάσει.
Η γυναίκα που δεν της επιτρεπόταν να θρηνήσει

Στις 22 Νοεμβρίου του 1963, ο κόσμος πάγωσε. Στο Ντάλας, μέσα σε μια ανοιχτή λιμουζίνα, ο Τζον Κένεντι δολοφονήθηκε, κι η γυναίκα του, με το ροζ ταγέρ που βάφτηκε στο αίμα, έμεινε να κρατάει το κεφάλι του, προσπαθώντας να τον επαναφέρει.
Από εκείνη τη στιγμή, η ζωή της σταμάτησε να της ανήκει. Η εικόνα της έγινε το απόλυτο σύμβολο της απώλειας. Ολόκληρος ο πλανήτης παρακολουθούσε τη σιωπηλή της πορεία πίσω από το φέρετρο, κρατώντας τα χέρια των παιδιών της. Η Αμερική δεν της επέτρεψε να είναι άνθρωπος· την ήθελε άγαλμα. Κι εκείνη, υπάκουσε. Τα επόμενα χρόνια, το πένθος της έγινε φυλακή.
Κάθε δημόσια εμφάνιση, κάθε βλέμμα, κάθε άρθρο, τη θύμιζε ότι ανήκε πια στην Ιστορία, όχι στη ζωή. Η Τζάκι δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Στην ησυχία του διαμερίσματός της στο Fifth Avenue, τα βράδια ξυπνούσε ιδρωμένη, ακούγοντας ξανά τον πυροβολισμό στο μυαλό της. Κανένας άνδρας δεν την πλησίαζε χωρίς φόβο. Ήταν πολύ ιερή, πολύ απρόσιτη, πολύ πληγωμένη. Μέχρι που ένας Έλληνας τόλμησε να τη δει αλλιώς.
Ο άνδρας που ήθελε να κατακτήσει τα πάντα
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης είχε γεννηθεί για να σπάει κανόνες. Ήξερε να αναγνωρίζει τους ισχυρούς και να γίνεται μέρος της ζωής τους. Η σχέση του με τη Μαρία Κάλλας είχε κάνει τον κόσμο να μιλά· ήταν πάθος, φλόγα, σύγκρουση. Μα αυτός ο άντρας, που δεν σεβόταν τίποτα εκτός από τη δύναμή του, είδε στην Τζάκι κάτι διαφορετικό.
Τη γνώρισε σε κοινωνικές εκδηλώσεις, μέσω κοινών φίλων, και αμέσως κατάλαβε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να γίνει “αθάνατος” παρά να συνδεθεί με εκείνη. Εκείνη, από την πλευρά της, ένιωθε πως ίσως αυτός ο άνθρωπος μπορούσε να της προσφέρει ένα πράγμα που κανείς δεν μπορούσε: ασφάλεια. Η ασφάλεια δεν είναι πάντα συνώνυμη της αγάπης.Είναι όμως αναγκαία για όσους έχουν δει τον κόσμο τους να καταρρέει.
Το ταξίδι στη Μεσόγειο
Το 1963, λίγους μήνες πριν τον φόνο του Τζον, ο Ωνάσης την προσκάλεσε στη θαλαμηγό του Christina O. για ένα ταξίδι στην Ελλάδα. Ήταν μια πρόταση παράτολμη διότι ο Κένεντι είχε αντιρρήσεις για εκείνο το ταξίδι. Ωστόσο, εκείνη την αποδέχθηκε. Οι φωτογραφίες εκείνων των ημερών κάνουν τον γύρο του κόσμου.
Η Τζάκι, χαμογελαστή, με μαύρα γυαλιά, καθισμένη στο κατάστρωμα, με φόντο το απέραντο γαλάζιο. Ο Ωνάσης ήξερε να την κάνει να γελά. Μιλούσε για τον Ομήρο, για τα ταξίδια του, για τη Μύκονο “πριν γίνει μόδα”. Εκείνη τον κοιτούσε με ένα βλέμμα ανάμεσα στη δυσπιστία και τη γοητεία. Λένε πως ένα βράδυ, κάπου στο κατάστρωμα της «Χριστίνας», εκείνη γύρισε και τον ρώτησε με μια σχεδόν παιδική αφέλεια:
«Δεν φοβάσαι ποτέ;» Εκείνος την κοίταξε για λίγο σιωπηλός, με το βλέμμα του χαμένο στο σκοτάδι της θάλασσας. Έπειτα, μ’ εκείνο το χαμόγελο που συνήθιζε να φορά όταν ήθελε να κρύψει κάτι πιο βαθύ, απάντησε:
«Μόνο όταν χάνω».
Κανείς δεν ξέρει αν τα λόγια αυτά ειπώθηκαν ποτέ στ’ αλήθεια. Όμως θα μπορούσαν να είχαν ειπωθεί — γιατί ταιριάζουν και στους δύο. Σ’ εκείνον που έκανε τον φόβο του κινητήρα της επιτυχίας. Και σ’ εκείνη που έμαθε πως η αγάπη, όπως και η εξουσία, έχει πάντα τίμημα.
Ο γάμος του αιώνα

(φωτογραφία αρχείου)
Το 1968, στο μικρό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στον Σκορπιό, η Τζάκι είπε ξανά “ναι”. Ήταν ο πιο απρόβλεπτος γάμος του 20ού αιώνα. Οι φωτογραφίες έκαναν τον γύρο του κόσμου: η χήρα του αμερικανού Προέδρου στο πλευρό ενός Έλληνα δισεκατομμυριούχου, της ενσάρκωσης του πλούτου.
Η Αμερική σοκαρίστηκε. Τα πρωτοσέλιδα έγραφαν “Jackie’s betrayal”. Η Καθολική Εκκλησία την κατηγόρησε για ασέβεια. Η κοινή γνώμη τη γύρισε εναντίον της. Μα εκείνη χαμογελούσε. Η Τζάκι ήξερε ότι δεν χρωστούσε πια τίποτα σε κανέναν. Ο Ωνάσης της πρόσφερε μια ζωή μακριά από τον φακό, σε κλειστές βίλες και θαλαμηγούς. Εκείνη πίστεψε πως βρήκε επιτέλους έναν τόπο όπου θα μπορούσε να σωπάσει χωρίς να την κοιτούν.
Η χρυσή φυλακή
Στον Σκορπιό, τα καλοκαίρια μύριζαν γιασεμί και αλμύρα. Ο ήλιος έδυε αργά, κι ο αέρας έφερνε τη φωνή των τζιτζικιών ως τα μάρμαρα του σπιτιού.
Η Τζάκι καθόταν συχνά στο μπαλκόνι, με ένα ποτήρι κρασί, παρακολουθώντας τη θάλασσα να αλλάζει χρώματα. Ήταν όμορφα — αλλά ήταν μόνη. Ο Ωνάσης δούλευε ασταμάτητα.
Ήταν απρόβλεπτος, νευρικός, συχνά απόμακρος. Στις κοινωνικές συγκεντρώσεις τη φερόταν με σεβασμό, αλλά στο σπίτι όλα πάγωναν. Εκείνη είχε μάθει να σωπαίνει. Η Τζάκι δεν ήταν γυναίκα που θα φώναζε. Η σιωπή της ήταν το όπλο της.
Μα όσο πιο σιωπηλή γινόταν, τόσο πιο πολύ απομακρυνόταν από τον άντρα που της υποσχέθηκε ηρεμία. Οι νύχτες στον Σκορπιό ήταν βαριές. Ο Ωνάσης κάπνιζε στον κήπο, εκείνη διάβαζε στο κρεβάτι. Στα γράμματά της προς φίλες της, μιλούσε για “έναν άνθρωπο σπουδαίο αλλά δύσκολο”, για “ένα νησί πανέμορφο αλλά σιωπηλό”.
Η σκιά της Μαρίας Κάλλας

Στο Παρίσι, η Μαρία Κάλλας έπινε το βράδυ το κονιάκ της,και κάθε τόσο γύριζε στη σκέψη του.
Δεν μπορούσε να ξεχάσει τον Αρί.Είχε τον έρωτα του αιώνα — και τον έχασε μέσα σε μια τελετή 20 λεπτών. Οι δημοσιογράφοι μιλούσαν για τηλεφωνήματα, για συναντήσεις στα κρυφά.
Η Τζάκι ήξερε.Και το χειρότερο: δεν τη σόκαρε πια.Ίσως γιατί είχε μάθει ότι ο έρωτας δεν είναι ιδιοκτησία.Ίσως γιατί μέσα της ήξερε ότι ο Ωνάσης δεν είχε χώρο για κανέναν πραγματικά.
Η απώλεια που έσβησε τα πάντα

Το 1973, ο Αλέξανδρος Ωνάσης σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα.Η είδηση βύθισε τον πατέρα του στην απόγνωση. Ο άνθρωπος που είχε χτίσει αυτοκρατορίες λύγισε. Η Τζάκι, σοκαρισμένη, προσπάθησε να σταθεί δίπλα του. Μα δεν υπήρχε πια τίποτα που να μπορεί να τον συνεφέρει. Ο Ωνάσης αποσύρθηκε στο Παρίσι, στο νοσοκομείο Αμερικαν,με το βλέμμα άδειο. Η Τζάκι περνούσε πια ελάχιστο χρόνο μαζί του. Οι δημοσιογράφοι την έκριναν ξανά: “Η Τζάκι εγκατέλειψε τον άντρα της”.Αλλά εκείνη δεν έφυγε από αδιαφορία — έφυγε για να επιβιώσει.
Η γυναίκα που ξαναγεννήθηκε

Η Τζάκι Κένεντι Ωνάση παρευρέθηκε στην κηδεία του Αριστοτέλη Ωνάση. Η κηδεία πραγματοποιήθηκε στις 18 Μαρτίου 1975 στο νησί Σκορπιός στην Ελλάδα, και η Τζάκι ήταν παρούσα μαζί με τα δύο παιδιά της, την Καρολάιν και τον Τζον Τζούνιορ, καθώς και με τον αδελφό της, γερουσιαστή Εντουαρντ Κένεντι. Φωτογραφίες της περιόδου δείχνουν την Τζάκι να συμμετέχει στην τελετή, περπατώντας δίπλα στην κόρη του Ωνάση, Χριστίνα, και άλλους συγγενείς.
Αν και υπήρχαν φήμες για αποξένωση μεταξύ τους, η Τζάκι παρέμεινε στο πλευρό του Ωνάση μέχρι το τέλος της ζωής του. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στο νησί Σκορπιός στην Ελλάδα, και η Τζάκι ήταν παρούσα μαζί με τα δύο παιδιά της, την Καρολάιν και τον Τζον Τζούνιορ, καθώς και με τον αδελφό της, γερουσιαστή Εντουαρντ Κένεντι.
Για δεύτερη φορά στη ζωή της, έπρεπε να σταθεί όρθια.
Γύρισε στη Νέα Υόρκη με τα παιδιά της και άρχισε να εργάζεται. Πρώτα ως επιμελήτρια στο Viking Press και έπειτα στο Doubleday. Για πρώτη φορά, δεν ήταν “η γυναίκα του” κανενός. Ήταν η Τζάκι, η γυναίκα που έμαθε να ξαναγράφει τον εαυτό της. Φορούσε ακόμα μαύρα γυαλιά, μα όχι για να κρύβεται. Τα φορούσε σαν υπενθύμιση πως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να κοιτάξει μέσα της αν δεν το επιλέξει η ίδια. Στους κύκλους της Νέας Υόρκης έλεγαν ότι είχε ξαναβρεί τη λάμψη της, όχι τη λάμψη της πολυτέλειας — τη λάμψη της ηρεμίας.
Η Τζάκι και ο χρόνος
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ζούσε πλέον απλά, σε ένα διαμέρισμα στη Fifth Avenue, γεμάτο βιβλία και φωτογραφίες.Η φωνή της ήταν ήρεμη, σταθερή. Μιλούσε με τα παιδιά της για τη ζωή, όχι για το παρελθόν. Δεν ήθελε να εξηγεί τίποτα. Όταν ρωτήθηκε κάποτε αν μετάνιωσε για τον γάμο της με τον Ωνάση, χαμογέλασε ήρεμα : Στις τελευταίες της μέρες, έλεγε στους φίλους της ότι δεν φοβάται πια. “Έχω ζήσει τρεις ζωές σε μία”, είπε. “Και ίσως αυτό να ήταν αρκετό.”
Η γυναίκα πίσω από τον μύθο
Η Τζάκι Κένεντι–Ωνάση δεν υπήρξε ποτέ πραγματικά “πρώτη κυρία”, “χήρα”, “σύζυγος”.
Ήταν μια γυναίκα που έζησε εγκλωβισμένη ανάμεσα στη δημόσια εικόνα και στην ιδιωτική της πληγή. Ο κόσμος τη λάτρευε γιατί δεν καταλάβαινε πόσο ανθρώπινη ήταν. Εκείνη, απλώς έμαθε να επιβιώνει μέσα στο βλέμμα των άλλων. Ο Ωνάσης της πρόσφερε ένα καταφύγιο — κι εκείνη του πρόσφερε κύρος. Η σχέση τους δεν ήταν ρομαντική· ήταν αναγκαστικά συμβιωτική. Αλλά μέσα σ’ αυτήν τη σύγκρουση, η Τζάκι βρήκε κάτι που δεν είχε ξαναβρεί: την ικανότητα να επιλέγει. Όταν πέθανε, το 1994, στο διαμέρισμά της στη Νέα Υόρκη, ο κόσμος θυμήθηκε ξανά τη γυναίκα με το ροζ ταγέρ, τη γυναίκα στη θαλαμηγό, τη γυναίκα στα μαύρα γυαλιά. Κανείς όμως δεν κατάλαβε ότι όλες αυτές ήταν η ίδια — μια γυναίκα που έμαθε να ζει με τη σιωπή, και να τη μετατρέπει σε δύναμη.
Η ιστορία της Τζάκι δεν ήταν παραμύθι. Ήταν καθρέφτης μιας εποχής όπου το χρήμα, η εξουσία και η δόξα μπλέχτηκαν με την ανθρώπινη ανάγκη για αγάπη. Ο γάμος της με τον Ωνάση δεν ήταν ούτε έρωτας ούτε λάθος. Ήταν ένας τρόπος να επιβιώσει. Η Τζάκι δεν κέρδισε τον κόσμο· τον άντεξε. Κι αυτό, για μια γυναίκα της εποχής της, ήταν ήδη ένας θρίαμβος.
Διαβάστε επίσης :
Ποιος… σκότωσε τον γιο του Αριστοτέλη Ωνάση;
Ωνάσης: Το deal που θα άλλαζε τον κόσμο και θα τον έκανε «αυτοκράτορα»
Το imperium του Ωνάση: O άνθρωπος που δίδαξε στον κόσμο πώς να χτίζει αυτοκρατορίες στη θάλασσα
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
