Παρά το εντυπωσιακό ράλι που έχει καταγράψει από την αρχή του έτους, η ελληνική αγορά εξακολουθεί να συγκαταλέγεται –σύμφωνα με τους δείκτες της MSCI– στις πιο φθηνές διεθνώς. Ο δείκτης MSCI Greece σημειώνει έως τα τέλη Ιουλίου 2025 άνοδο 70,6% από την αρχή του έτους (YTD) και σχεδόν 61% σε ετήσια βάση, υπερ-αποδίδοντας συντριπτικά τόσο έναντι των αναδυόμενων αγορών (MSCI Emerging Markets +17,5% YTD) όσο και του παγκόσμιου δείκτη MSCI ACWI (+11,5% YTD).

Παρά τη θεαματική αυτή επίδοση, η αποτίμηση της ελληνικής αγοράς παραμένει ελκυστική. Ο δείκτης διαπραγματεύεται με δείκτη τιμής προς λογιστική αξία (P/BV) μόλις 1,40, σημαντικά χαμηλότερα από τον MSCI Emerging Markets (1,94) και πολύ κάτω από τον παγκόσμιο μέσο όρο (MSCI ACWI: 3,37). Ταυτόχρονα, οι μερισματικές αποδόσεις φθάνουν το 3,49%, έναντι 2,54% και 1,78% για τις αναδυόμενες και τις παγκόσμιες αγορές αντίστοιχα.

1

Εξίσου ενδεικτικά είναι και τα στοιχεία για τις πολλαπλασιαστές κερδοφορίας. Το P/E του MSCI Greece βρίσκεται στο 9,96, ενώ το forward P/E ακόμη χαμηλότερα, στο 9,22. Πρόκειται για επίπεδα σχεδόν κατά το ήμισυ χαμηλότερα από τους δείκτες των αναδυόμενων (15,48 και 13,04 αντίστοιχα) και πολύ κάτω από τα αντίστοιχα του MSCI ACWI (22,44 και 18,88). Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική αγορά παραμένει σε σημαντική «έκπτωση» σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, παρά την ισχυρή της πορεία.

Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν την εικόνα ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών, παρά την εκρηκτική άνοδο των τελευταίων μηνών, συνεχίζει να αποτελεί την πιο φθηνή –και υψηλής μερισματικής απόδοσης– αγορά στο διεθνές επενδυτικό στερέωμα, προσελκύοντας το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών που αναζητούν αξία.

Την ίδια ώρα, όπως έχει αναφέρει το mononews, ξένα χαρτοφυλάκια εξακολουθούν να παίρνουν θέση ενόψει αναβάθμισης του ΧΑ και επιστροφής του στις ώριμες αγορές, όπως είναι σε θέση να γνωρίζουν επαγγελματίες διαχειριστές κεφαλαίων. Κάτι άλλωστε, που επιβεβαιώνεται από την έκρηξη της συναλλακτικής δραστηριότητας καίτοι βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού που οι συναλλαγές, υποτίθεται, περιορίζονται σημαντικά.

Είναι χαρακτηριστικό πως ο τζίρος παραμένει καθημερνά, ακόμα και στα μέσα του Αυγούστου. στο επίπεδο των 200 εκατ. ευρώ, πράγμα που δεν έχει ξαναπαρατηρηθεί στο πρόσφατο παρελθόν.

Οι ίδιοι επισημαίνουν ότι ο κομβικός αριθμός είναι το «7», δηλαδή, blue chips με κεφαλαιοποίηση άνω των 7 δισ. ευρώ, αν και αυτό μπορεί να αλλάξει για εταιρείες που ενώ βρίσκονται ήδη στον MSCI και η χρηματιστηριακή τους αξία διαμορφώνεται κάτω των 7 δισ. Ευρώ. Σπεύδουν πάντως να διευκρινίσουν ότι τίποτα δεν είναι οριστικό και η αγορά είναι αυτή τελικά που θα κρίνει το ποιες μετοχές θα μπορούσαν να ενταχθούν στον ελληνικό MSCI των αναπτυγμένων αγορών (developed) και όχι των αναδυόμενων (emerging).

Μάλιστα, δεν αποκλείουν το επόμενο διάστημα να υπάρχει «ανταγωνισμός» με στόχο την είσοδο κάποιων μετοχών στον MSCI Developed Greece, μεταξύ των blue chips που απαρτίζουν τον MSCI Emerging Greece. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο MSCI λαμβάνει υπόψη τη συνολική κεφαλαιοποίηση, ανεξαρτήτως συμμετοχής στρατηγικών μετόχων, κάτι που διαφοροποιείται από τον τρόπο που συνθέτει τους δείκτες του.

Από το παρασκήνιο, ωστόσο, έρχονται κι άλλες εξελίξεις: η δημόσια πρόταση του Euronext για την ΕΧΑΕ έχει προσθέσει ταχύτητα στις διεργασίες, ενώ παράλληλα η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τη Moody’s λειτουργεί ως καταλύτης για την έλευση επιπλέον ρευστότητας.

Ήδη ο ημερήσιος τζίρος στο Χρηματιστήριο Αθηνών –παρά την εποχικά ήπια θερινή περίοδο– ξεπερνά τα 200 εκατομμύρια ευρώ, στοιχείο που αποτυπώνει το αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον.

Σε κάθε περίπτωση, ο επόμενος μεγάλος σταθμός, έρχεται τον Σεπτέμβριο, με τις ανακοινώσεις του FTSE να αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Στην πρόσφατη ενημέρωση των αναλυτών με αφορμή τα αποτελέσματα ά 6μήνου της ΕΧΑΕ ο κ. Γιάννος Κοντόπουλος είχε πει σχετικά με την αναβάθμιση της αγοράς μας από τον MSCI: «Δεν είναι ανάγκη η αναβάθμιση στα ώριμα χρηματιστήρια να έρθει του χρόνου τον Ιούνιο (κατά την καθιερωμένη αξιολόγηση του αμερικανικού οίκου)».

Σε κάθε περίπτωση, το ρολόι μετρά αντίστροφα για την επιστροφή του ελληνικού Χρηματιστηρίου στις ανεπτυγμένες αγορές του πλανήτη. Οι επόμενοι μήνες έως το φθινόπωρο του 2026 προδιαγράφονται κρίσιμοι, με χρηματιστηριακούς παράγοντες να προεξοφλούν μια από τις μεγαλύτερες μετακινήσεις κεφαλαίων στην ιστορία της ελληνικής αγοράς.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το Χ.Α. ετοιμάζεται να ενταχθεί σε μια δεξαμενή κεφαλαίων άνω των 15 τρισεκατομμυρίου δολ., αποκτώντας πρόσβαση σε διεθνή funds που τοποθετούνται αποκλειστικά σε ώριμες αγορές.

Ήδη καταγράφεται σταδιακή μετακίνηση επενδυτικών κεφαλαίων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον τραπεζικό κλάδο, όπου τα λεγόμενα «emerging market funds» υποχωρούν, παραχωρώντας τη θέση τους σε μακροπρόθεσμους θεσμικούς επενδυτές (long-only funds), με επενδυτικό ορίζοντα μεγαλύτερο της διετίας.

Η διαδικασία έχει ξεκινήσει αθόρυβα αλλά σταθερά, αμέσως μετά την ένταξη του Χ.Α. στη λίστα παρακολούθησης (watch list) του FTSE τον Νοέμβριο του 2024. Η εικόνα αλλάζει και μαζί της αλλάζει και το προφίλ των επενδυτών.

Όπως είχε αναφέρει στην τελευταία του συνάντηση με τους δημοσιογράφους ο επικεφαλής της ΕΧΑΕ, Γιάννος Κοντόπουλος, το 2025 θα είναι η χρονιά-ορόσημο.

Μετά από 15 χρόνια, αναμένεται το πρώτο «πράσινο φως» από διεθνή οίκο – συγκεκριμένα από τον FTSE Russell τον Σεπτέμβριο του 2025.

Ακολουθούν οι αναβαθμίσεις από τον S&P Dow Jones έναν χρόνο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2026, και από τον STOXX τον Απρίλιο του ίδιου έτους.

Ο MSCI, από την πλευρά του, διατηρεί ανοιχτό το ενδεχόμενο να κινηθεί ταχύτερα, παρότι έχει αυστηροποιήσει τη μεθοδολογία του: πλέον απαιτεί ελάχιστη κεφαλαιοποίηση 6 δισ. ευρώ και ελεύθερη διασπορά (free float) 3 δισ.

Διαβάστε επίσης

HSBC: Η Ελλάδα στα «ραντάρ» αλλά όχι στα «πορτοφόλια» των θεσμικών επενδυτών

UBS: Οι τράπεζες στο επίκεντρο – Νέες εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία

Χρηματιστήριο: Πού μπαίνουν τώρα τα λεφτά των ξένων