ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στο Ζάππειο, εκεί όπου το Art Athina 2025 συγκέντρωσε το βλέμμα της διεθνούς καλλιτεχνικής σκηνής, συνάντησα τον Γιάννη Μπουρνιά. Στην αίθουσα της γκαλερί του Galleria Giampaolo Abbondio, τα έργα του δέσποζαν σε μεγάλα κάδρα, τοποθετημένα με ακρίβεια. Ο ίδιος στεκόταν ανάμεσά τους διακριτικός, περισσότερο σαν παρατηρητής παρά σαν εκθέτης, αφήνοντας τις φωτογραφίες να μιλήσουν πριν από τον ίδιο.
Ο τίτλος του νέου του έργου: November 2024 – March 2025 / A Manual for Solitude.
Η ενότητα αυτή δεν είναι μια απλή σειρά φωτογραφιών. Είναι μια αφήγηση γύρω από την εύθραυστη ισορροπία της αστικής εμπειρίας, που απλώνεται ανάμεσα στον δημόσιο χώρο και τις ιδιωτικές, εσωτερικές του όψεις.
Στην είσοδο, ο θεατής συναντά την εικόνα μιας πόλης παγωμένης στο αποτύπωμα μιας έκρηξης. Από εκεί ξεκινά και εκεί επιστρέφει η αφήγηση. Στο ενδιάμεσο, αντικείμενα αιωρούνται στον αέρα: ένα τσαλακωμένο ποτήρι, ένα τραπουλόχαρτο, ένα CD που αντανακλά το φως. Θραύσματα προηγούμενων χρήσεων, κομμάτια ζωής που αποδομούνται και επανασχηματίζονται.
Ο Μπουρνιάς μάς τοποθετεί σε μια πραγματικότητα που εκκρεμεί ανάμεσα στη διάλυση και την ανασύνταξη. «Η ενότητα αφορά και εξερευνά την ευθραστότητα της ζωής, την ευθραστότητα του αστικού βίου», εξηγεί. Κάθε εικόνα μοιάζει με θραύσμα μιας σιωπηλής ιστορίας, όπου η στιγμή ακροβατεί μεταξύ φθαρτού και άφθαρτου.

Η ευθραστότητα του αστικού βίου
Γεννημένος στην Αθήνα το 1971, με σπουδές στο University of the Arts στο Λονδίνο, ο Γιάννης Μπουρνιάς ξεκίνησε την καριέρα του στον χώρο της μόδας και του editorial. Συνεργάστηκε με διεθνή περιοδικά όπως η Vogue, το L’Officiel και το Wallpaper. Όμως, όπως συμβαίνει με καλλιτέχνες που αναζητούν μια βαθύτερη αλήθεια, γρήγορα ένιωσε την ανάγκη να στραφεί σε πιο προσωπικά projects.
Το 2011 συμμετείχε στην Αθηναϊκή Μπιενάλε «Monodrome», ενώ το 2014 δημιούργησε το περιοδικό NOMAS, αφιερωμένο στον νομαδισμό, το οποίο μέχρι σήμερα έχει κυκλοφορήσει δώδεκα τεύχη. Μέσα από αυτά τα βήματα, ο Μπουρνιάς άρχισε να χαρτογραφεί τον δικό του κόσμο, εκεί όπου το φθαρτό αποκτά ανθεκτικότητα μέσα από την εικόνα και το φως γίνεται το όχημα για την αναζήτηση νοήματος.
Το στήσιμο ως αφήγηση
Η έκθεση στο Ζάππειο δεν ήταν μια παράθεση μεμονωμένων φωτογραφιών, αλλά μια αφήγηση με αρχή, μέση και τέλος.
«Όλες οι φωτογραφίες έχουν ένα ειδικό βάρος. Υπάρχει μια αφήγηση μεταξύ τους. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στο στήσιμο. Από την πρώτη ως την τελευταία εικόνα», σημειώνει.
Η πορεία του θεατή μοιάζει με ταξίδι: κάθε εικόνα συνδέεται με την επόμενη, δημιουργώντας ένα συνεχές νήμα. Είναι σαν να παρακολουθεί κανείς μια ταινία χωρίς διάλογο, όπου μόνο οι εικόνες μιλούν.
Η παρατήρηση ως αναγκαιότητα

Για τον Μπουρνιά, η παρατήρηση δεν είναι απλώς πηγή έμπνευσης· είναι προϋπόθεση για τη δημιουργία.
«Με εμπνέει η παρατήρηση. Βασικά η παρατήρηση είναι απαραίτητη για να μπορώ να κάνω κάτι. Δεν με εμπνέει απλά. Το ταξίδι, το φως, η νύχτα. Με βλέπουν πολλά πράγματα», λέει.
Η φωτογραφία, επομένως, δεν ξεκινά από μια ιδέα αλλά από μια ανάγκη. Την ανάγκη να δει και να αφήσει τον κόσμο να τον δει πίσω. Μια αμφίδρομη διαδικασία που καθορίζει το βλέμμα του.
Η μαγεία και το αμφιλεγόμενο της νύχτας

Αν υπάρχει ένα στοιχείο που διαπερνά το έργο του, αυτό είναι η νύχτα.
«Η νύχτα είναι πολύ προτρεπτική. Είναι μαγική. Η νύχτα από μόνη της μπορεί να οδηγήσει σε μια περιπέτεια, η οποία τα όριά της καμιά φορά είναι λίγο αμφιλεγόμενα· και οτιδήποτε είναι αμφιλεγόμενο με γοητεύει πολύ», εξηγεί.
Η νύχτα για τον Γιάννη Μπουρνιά δεν είναι μόνο σκηνικό. Είναι εμπειρία, είναι έναυσμα, είναι περιπέτεια. Στις φωτογραφίες του, τα παράθυρα φωτίζονται, οι σκιές βαθαίνουν, οι δρόμοι φορτίζονται με μια υποδόρια απειλή. Όπως στα φιλμ του David Lynch, το γνώριμο αποκτά μια αλλόκοτη διάσταση.
Το «Λίχνισμα»

Ξεχωριστή θέση στο έργο του κατέχει η φωτογραφία με τίτλο «Λίχνισμα».
«Ναι, η φωτογραφία στο κέντρο. Το Λίχνισμα είναι η διαδικασία συγκομιδής του σιταριού, προκειμένου να γίνει το αλεύρι. Οπότε χρησιμοποιώ τον όρο μεταφορικά για την ύλη, την αστική· τα σκουπίδια ουσιαστικά. Και αυτή είναι μια σημαντική φωτογραφία για μένα, γιατί τραβήχθηκε σε μια ιδιαίτερη περίοδο της ζωής μου», παραδέχεται.
Το «Λίχνισμα» λειτουργεί ως αλληγορία. Όπως καθαρίζεται το σιτάρι για να μείνει η ουσία, έτσι και μέσα από τον φακό καθαρίζεται η αστική ύλη, αποκαλύπτοντας αυτό που αξίζει να μείνει.
Παρατηρητής ή συμμετέχων;

«Η δική μου ζωή σαν φωτογράφος συχνά είναι ένα παράθυρο προς τον άλλον. Δεν είναι απαραίτητα συνδεδεμένο με τη δική μου ζωή. Σε κάποιες υπήρξα κομμάτι του σκηνικού, σε κάποιες άλλες υπήρξα παρατηρητής», λέει με ειλικρίνεια.
Αυτή η διπλή θέση — άλλοτε παρατηρητής, άλλοτε συμμετέχων — συνοψίζει τη στάση του απέναντι στην τέχνη του. Υπάρχουν φορές που βυθίζεται πλήρως στη σκηνή που φωτογραφίζει και άλλες που επιλέγει να σταθεί απ’ έξω, αφήνοντας τον φακό να είναι το μοναδικό του αποτύπωμα.
Ο γιος και οι γονείς
Η πιο τρυφερή στιγμή ήρθε όταν η κουβέντα πήγε στα πρόσωπα που θα ήθελε να φωτογραφίσει. Η απάντησή του ήταν απολύτως προσωπική:
«Πάντα μου αρέσει να φωτογραφίζω τον γιο μου, γιατί είναι αγαπημένο μου πρόσωπο. Ο οποίος όμως δεν θέλει ποτέ να φωτογραφηθεί από εμένα» .
Και αμέσως μετά πρόσθεσε, με συγκίνηση: θα ήθελε να μπορούσε να φωτογραφίσει ξανά τους γονείς του. Δεν τα κατάφερε όσο ζούσαν και αυτή η απουσία έμεινε σαν ένα ανεκπλήρωτο όνειρο. Ένα βλέμμα που δεν πρόλαβε να κρατήσει στον φακό.
Αυτή η εξομολόγηση αποκάλυψε τον άνθρωπο πίσω από τον καλλιτέχνη: εκείνον που αναζητά μέσα από την εικόνα όχι μόνο την αισθητική αλλά και τη μνήμη, τη συνέχεια, τη ρίζα.
Το November 2024 – March 2025 / A Manual for Solitude δεν είναι απλώς μια σειρά φωτογραφιών με έντονο κινηματογραφικό ύφος. Είναι ένα ακόμη κεφάλαιο στη διαδρομή ενός φωτογράφου που ξεκίνησε από τις σελίδες της Vogue και του Wallpaper, για να φτάσει σήμερα να μιλά για τη ζωή και τον θάνατο, τη φθορά και την αντοχή, τη μνήμη και την απουσία.
Φεύγοντας από την αίθουσα, ο θεατής κουβαλά μαζί του εικόνες που λειτουργούν σαν καθρέφτες: τη νύχτα που γίνεται περιπέτεια, την παρατήρηση που είναι αναγκαιότητα, το «Λίχνισμα» που καθαρίζει το περιττό, τη μνήμη που μένει ζωντανή μέσα από την έλλειψη.
«Τα κάδρα, οι φωτογραφίες μιλούν από μόνες τους», λέει ο Γιάννης Μπουρνιάς. Και πράγματι, μίλησαν. Δυνατά, καθαρά, με μια σπάνια ειλικρίνεια.


Διαβάστε επίσης :
Ρεβέκκα Καμχή: Η γυναίκα που έκανε την Αθήνα να αγαπήσει ξανά την τέχνη
Iλεάνα Τούντα: Η γυναίκα που έφερε το φως στη σύγχρονη τέχνη
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Όμιλος ΑΝΤΕΝΝΑ: Ο Θοδωρής Κυριακού στο τιμόνι μια νέα διεθνούς συμμαχίας
- Το σημαντικό ραντεβού για τα F-35, η κίτρινη κάρτα στον Καράογλου, το βιβλίο του Αλεξ, τι θα γίνει με το καλώδιο κι ένα quiz για τον μαρτυριάρη βουλευτή
- Όμιλος Affidea: Η νέα επένδυση – ψήφος εμπιστοσύνης στην Ελλάδα, τα γενέθλια και η πρόσκληση του Ά. Γεωργιάδη
- ΕΥΔΑΠ: Tα φάουλ του Χάρη Σαχίνη, οι μεγάλες ζημιές και ο χαμός στο Δ.Σ. από τους εκπροσώπους της μειοψηφίας
