• Τράπεζες

    Οι… Black Days των τραπεζικών μετοχών, τι κρύβουν οι γιγαντιαίες απώλειες των 6,4 δισ. και ο «γρίφος» της επόμενης μέρας


    «Διατίθεται απόγνωσις εις αρίστην κατάστασιν και ευρύχωρον αδιέδοξον. Σε τιμές ευκαιρίας…» Μπορεί οι στοίχοι αυτοί και με τη συγκεκριμένη ορθογραφία να γράφτηκαν αρκετά χρόνια πριν, από την ευρηματική ποιήτρια και ακαδημαϊκό Κική Δημουλά, αλλά παρά ταύτα είναι σε θέση να απεικονίσουν παραστατικά το… χρηματιστηριακό δράμα που βιώνουν οι τράπεζες. Οι διαδοχικές… Black Days και το ανελέητο σφυροκόπημα των πωλητών στις τραπεζικές μετοχές τείνουν να μετατραπούν σε συστημικό κίνδυνο με αχαρτογράφητες συνέπειες.

    Τρεις μήνες μετά από την «περήφανη έξοδο από τα μνημόνια», όπως βερμπαλιστικά προπαγανδίστηκε από την κυβέρνηση, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν χάσει το 43,4% της χρηματιστηριακής τους αξίας. Γεγονός που μεταφράζεται σε ζημιές 3 δισ. ευρώ, στις οποίες έρχονται να προστεθούν κι άλλα 3,4 δισ. που έχασαν τα τραπεζικά «χαρτιά» από τα τέλη του περασμένου Απριλίου έως τις 21 Αυγούστου. Ανεβάζοντας έτσι το «κοντέρ» των απωλειών στα 6,4 δισ. ευρώ…

    Πλέον και μετά από την ολοκλήρωση της χθεσινής συνεδρίασης στο «ναό του χρήματος», η Alpha Bank, η Eurobank, η Εθνική και η Πειραιώς αποτιμώνται εν συνόλω στα 3,95 δισ., όταν την ημέρα της «απελευθέρωσης από τα μνημόνια» ήταν στα 6,98 δισ. και προ επταμήνου είχαν βρεθεί στα επίπεδα των 10,37 δισ. ευρώ.

    Αν ληφθεί υπόψη ότι ο παράγοντας τράπεζες είναι ο πιο ευαίσθητος κρίκος στην αλυσίδα της οικονομίας, τότε η συνεχιζόμενη επενδυτική τους αμφισβήτηση μπορεί να «γεννήσει» και άλλου είδους παράπλευρα προβλήματα. Δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο την προσπάθεια της βιώσιμης ,οικονομικής ανάταξης της χώρας.

    Παρά το γεγονός ότι οι τραπεζικές μετοχές βρίσκονται σε υπερπουλημένα επίπεδα τιμών, τα οποία μάλιστα αρκετοί από τους επαγγελματίες της αγοράς τα χαρακτηρίζουν «ακραία υποτιμημένα», εν τούτοις συνεχίζουν να υποχωρούν.

    Η απουσία αγοραστικού ενδιαφέροντος έχει γίνει το μεγαλύτερο βαρίδι. Όπως όλα δείχνουν, οι ξένοι «παίκτες» θεωρούν ότι για το μείζον ζήτημα της αντιμετώπισης των «κόκκινων», είτε με την ακολουθούμενη πολιτική των τραπεζών, είτε με τη συνδρομή των σχεδίων της Τραπέζης της Ελλάδος και του ΤΧΣ, κάποιοι θα χρειαστεί να πληρώσουν «το μάρμαρο». Αυτοί μπορεί να είναι οι μέτοχοι των τραπεζών ή οι φορολογούμενοι, ή και οι δύο πλευρές μαζί. Με το σκεπτικό αυτό πυροδοτούνται συνεχείς πωλήσεις και καθώς δεν υπάρχει ένα «αγοραστικό δίχτυ ασφαλείας, οι τιμές κατρακυλούν ακατάπαυστα.

    Την ίδια στιγμή, η έξοδος από τον βασικό Δείκτη της Morgan Stanley των τριών τραπεζικών μετοχών (Εθνικής, Πειραιώς, Eurobank) ήρθε να επιτείνει το αρνητικό κλίμα, εξ αιτίας της φυγής των χαρτοφυλακίων που ακολουθούν το συγκεκριμένο Δείκτη.

    Αν σε αυτά προστεθούν το σταθερά αυξημένο ρίσκο της χώρας, όπως επιμένουν να δείχνουν οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, οι παλινδρομήσεις της κυβέρνησης στο δημοσιονομικό πεδίο, η είσοδος της Ελλάδος σε μακρά προεκλογική περίοδο, χαρακτηριζόμενη από τη στασιμότητα στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων, αλλά και οι δυσμενείς συγκυρίες για τις μεγάλες διεθνείς αγορές, τότε το «εκρηκτικό κοκτέιλ» φαντάζει αυταπόδεικτο. Και φυσικά μοιάζει να είναι «βούτυρο στο ψωμί» εκείνων που εξακολουθούν να «σορτάρουν» τις τραπεζικές μετοχές, ποντάροντας σε κέρδη από την περαιτέρω πτώση τους.

    Οι καταλύτες του Νοεμβρίου και η ελληνική μειοψηφία

    Εκ των πραγμάτων, στα τέλη του Νοεμβρίου, όταν θα συντελεστεί η αναδιάρθρωση του Δείκτη MSCI και θα δημοσιοποιηθούν τα αποτελέσματα 9μηνου των τραπεζών, θα επαναξιολογηθεί εκ νέου η κατάσταση στις τράπεζες από πλευράς των διεθνών Funds. Tότε αναμένεται να υπάρξουν πιο σαφή δείγματα γραφής για τις τραπεζικές μετοχές και το αν αυτές θα μπορέσουν να μπουν σε τροχιά ανάκαμψης, η θα παραμείνουν στη γκρίζα ζώνη της επενδυτικής αμφισβήτησης. Μέχρι τότε, η έντονη μεταβλητότητα εκτιμάται ότι θα είναι «μέρος του παιχνιδιού».

    Η περιθωριοποίηση του ελληνικού χρηματιστηρίου και η συγκριτικά πολύ περιορισμένη έκθεση των Ελλήνων επενδυτών στις τράπεζες (στις οποίες κατέχουν μόλις το 7,5% της συνολικής τους κεφαλαιοποίησης) είναι οι λόγοι που δεν διαχυθεί ευρύτερα οι επιπτώσεις της σοβούσας κρίσης. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον. Από τη άλλη πλευρά τα διεθνή χαρτοφυλάκια που ελέγχουν το 75,5% των τραπεζών (το υπόλοιπο 17% είναι στο ΤΧΣ) είναι εκείνα που καθορίζουν τις εξελίξεις στο χρηματιστηριακό περιβάλλον. Έστω και με μικρές συναλλαγές, που πολλαπλασιάζουν τις «ανορθογραφίες».

    Είναι χαρακτηριστικό ότι χθες οι τέσσερις συστημικές τράπεζες είχαν απώλειες σε χρηματιστηριακή αξία (257 εκατ. ευρώ) οι οποίες ήταν 15,2 φορές περισσότερες από το συναλλακτικό τους τζίρο (16,9 εκατ. ευρώ). Προχθές, οι απώλειες ήταν 11 φορές μεγαλύτερες από τη συναλλακτική αξία…

    Στην παρούσα φάση η μετοχή της Alpha Bank που βρίσκεται στα 1,07 ευρώ, καταγράφει απώλειες 46,5% από την τιμή διάθεσης των νέων μετοχών, στην ανακεφαλαιοποίηση του 2015. Από τις τιμές της τελευταίας αυτής ανακεφαλαιοποίησης, η Eurobank (στα 0,447 ευρώ τώρα) είναι 55,3% πιο κάτω, η Εθνική (στα 1,002 ευρώ) χάνει 66,6%, ενώ η Πειραιώς (στα 0,94 ευρώ σήμερα) είναι 84,3% χαμηλότερα. Κι όλα αυτά αν αναλογιστεί κανείς ότι η τελευταία κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών με 13,7 δισ. ευρώ έγινε σε τιμές πού έφτασαν να είναι μέχρι… 99% χαμηλότερες από αυτές των αμέσως προηγούμενων αυξήσεων κεφαλαίου, της Άνοιξης του 2014….

    Συνολικά στους τρεις «γύρους» κεφαλαιακών αυξήσεων, οι συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν πάρει 19,7 δισ. από ιδιώτες και άλλα 28,8 δισ. από το ΤΧΣ. Εξ αυτών έχει απομείνει ως τρέχουσα χρηματιστηριακή αξία μόλις το 8,1%…



    ΣΧΟΛΙΑ