• Πολιτισμός

    Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Γιατί δίνουμε υποσχέσεις;

    Βαγγέλης Ραπτόπουλος

    Βαγγέλης Ραπτόπουλος


    «Αν δεν μπορούμε να προκαθορίσουμε το μέλλον, γιατί δίνουμε υποσχέσεις;», αναρωτιέται ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος στο πρώτο διήγημα από τη συλλογή Έρωτες, έρωτες, έρωτες (εκδόσεις Κέδρος, 2023).

    Βαγγέλης Ραπτόπουλος: Γιατί δίνουμε υποσχέσεις;«Μόνο ο θάνατος θα μας χωρίσει, μωρό μου, μόνο ο θάνατος!» βάζει την Hρώ να δηλώνει στο πρώτο αυτό διήγημα. Η Ηρώ επαναλαμβάνει τα λόγια του Μανώλη της και τον σφίγγει στην αγκαλιά της.

    Με αψύ βλέμμα

    Έχουν περάσει αρκετοί μήνες από την πρώτη έκδοση, αλλά έχει σημασία η μνεία σε αυτήν την ιδιότυπη συλλογή. Και όχι μόνο γιατί αποτελεί μία από τις σπάνιες απόπειρες του Βαγγέλη Ραπτόπουλου στη μικρή φόρμα, ύστερα από τις Ιστορίες της λίμνης (που όμως περιλάμβανε ιστορίες που στο παρελθόν είχαν εκδοθεί αυτούσιες).

    Δώδεκα καθημερινές ερωτικές περιπέτειες, που αναπαράγουν με αψύ βλέμμα γνώριμους μύθους. Ώριμη γυναίκα με νεότερό της, μαθητής με μητέρα φίλου του, απιστίες, ματαιώσεις, ξεκατινιάσματα, αναπάντεχες συμπτώσεις και αυταπάτες… Ανάμεσά τους και δύο αλληγορίες με πρωταγωνιστές ζώα.

    Τρία σε ένα

    Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος δημιουργεί σύλληψη πρωτότυπης και σπονδυλωτής μορφής. Αυτές οι διαφορετικές ιστορίες περί έρωτος συμπυκνώνονται τελικά στο τελευταίο διήγημα με τον κεντρικό τίτλο Έρωτες, έρωτες, έρωτες. 

    Πρόκειται για διήγημα σε έκταση νουβέλας που αφορά τον έρωτα του αφηγητή με τη μητέρα του καλύτερου του φίλου, τη Θάλεια.

    Ως κομίστας, ο αφηγητής αποφασίζει να αναπαραστήσει σε κόμικ τις διάφορες εκφάνσεις της ερωτικής ζωής του. Αυτά τα επεισόδια αποθησαυρίζουν επαναλαμβάνοντας όλες τις προηγούμενες έντεκα ιστορίες που προηγήθηκαν. Συνθέτουν υποτίθεται τη ζωή του συγγραφέα των υπόλοιπων έντεκα ιστοριών.

    Στο Έρωτες έρωτες έρωτες ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος συγκεντρώνει τρία λογοτεχνικά είδη, το διήγημα, τη νουβέλα και en masse το μυθιστόρημα.

    Απόσταση και ειρωνία

    Δημιουργεί έτσι μια αίσθηση απόστασης και ειρωνίας α λα Μπέρτολτ Μπρεχτ εφόσον με αυτήν την ψευδεπίγραφη αυτοβιογραφία ακυρώνει την ταύτιση του αναγνώστη που έχει προηγηθεί στα πρώτα διηγήματα.

    Σε κάθε ιστορία, οι ήρωες καλούνται να ξεπεράσουν τα όριά τους και να καθυποτάξουν τους δαίμονες του έρωτά τους.

    Η παγίδα που έχει γίνει ο κόσμος

    Περιέργως, η συλλογή θυμίζει τη διαπίστωση του Μίλαν Κούντερα στην Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι: «Τα πρόσωπα του μυθιστορήματός μου είναι οι ίδιες μου οι δυνατότητες που δεν πραγματοποιήθηκαν. {…} Και τα μεν και τα δε έχουν διαβεί ένα όριο που εγώ δεν έκανα παρά να περιτριγυρίζω. Αυτό που με ελκύει είναι τούτο το σύνορο που έχουν περάσει (το σύνορο πέρα από το οποίο τελειώνει το εγώ μου) {…}

    Το μυθιστόρημα δεν είναι μια εξομολόγηση του συγγραφέα, αλλά μια εξερεύνηση αυτού που είναι η ανθρώπινη ζωή μέσα στην παγίδα που έχει γίνει ο κόσμος».

    Το γενικό μέσα από το ειδικό

    Περίπου όπως και ο Κούντερα (τηρουμένων των αναλογιών), ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος εξυφαίνει τη μελέτη του ανθρώπινου συναισθήματος με την μοίρα της χώρας του. Ξεκινάει από ορισμένα απλά δεδομένα που σταδιακά εμπλουτίζονται από γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας. Την άνοδο του Σύριζα και την αντιμνημονιακή αγωνία.

    Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος έχει εξηγήσει ότι η συλλογή διηγημάτων του άντλησε τον πνεύμα της από τον τίτλο του Ηλία Πετρόπουλου Πτώματα, πτώματα, πτώματα (1990). Ο έρωτας σε μηχανική επανάληψη, η υπερπροσφορά, εξασθενεί σε ένταση πράγμα που παραπέμπει στη σύγχρονη απομυθοποίησή του, τουλάχιστον όπως βιώνεται από τη νέα γενιά. Πολλοί μικροί έρωτες προ οικονομούν το θάνατο του μεγάλου έρωτα.

    Το χάος της ελληνικής κοινωνίας

    Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος, προσπάθησε να οργανώσει το χάος της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας και έτσι αποτελεί σήμερα έναν από τους πιο κοινωνικά ευαίσθητους και επίκαιρους σύγχρονους συγγραφείς. Αναδείχθηκε με την τριλογία Kομματάκια (1979), Διόδια (1982), Tα τζιτζίκια (1985), που κυκλοφόρησε το 2003 με τον γενικό τίτλο H γενιά μου.

    Εξακολουθούσε να εκφράζει τη φωνή της εποχής του στον Εργένη (Κέδρος, 1993), στις Έμμονες Ιδέες (Κέδρος, 1995), στη Λούλα (1997) μέχρι προσφάτως στη Λεσβία (2016). Ενώ πρόσφατα έφερε πάλι τον έρωτα στο προσκήνιο με την Ανέγγιχτη (Κέδρος, 2022).

    Η φωνή της εποχής του

    Ο Μένης Κουμανταρέας είχε συνοψίσει το πνεύμα του (το 1978), όπως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και σήμερα:

    «Πίσω από τον τρόμο ή τη γελοιότητα (που καμιά φορά ταυτίζονται) αιωρείται σαν μεγάλο γκρίζο σύννεφο η λύπη για τον ανώνυμο και απρόσωπο άνθρωπο των ημερών μας. Tον καθημερινό άνθρωπο, τον βυθισμένο στην πλήξη, τον στερημένο από αισθήματα».

    Πληροφορίες

    Έρωτες, έρωτες, έρωτες

    ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ

    Εκδόσεις Κέδρος, 2023

    ΣΕΛ.: 288

    Διαβάστε επίσης:

    Πολ Όστερ, Σεμπάστιαν Μπάρι: Στα υπό έκδοση βιβλία του 2024

    Θανάσης Χειμωνάς: Το γκρέμισμα των τειχών της σιγουριάς

    Μίμης Ανδρουλάκης: «Λυπούμαι που δεν είχα αστική ευγένεια…»



    ΣΧΟΛΙΑ