• Πολιτισμός

    Τα ρολόγια των Αγωνιστών του ΄21 και ο χρόνος της Επανάστασης – Ημερολόγιο του Εθνικού και Ιστορικού Μουσείου

    Το ρολόι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, δώρο από τον Ιωάννη Καποδίστρια, παραγγελία σε Ελβετό ωρολογοποιό


    Το ρολόι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, δώρο του Ιωάννη Καποδίστρια προς τον αρχιστράτηγο της Επανάστασης είχε παραγγελθεί σε Ελβετό ωρολογοποιό τον Jean François Bautte στη Γενεύη και είχε επισμαλτωμένη θήκη με εγχάρακτη την απεικόνιση του συμβόλου της Αναγέννησης της Ελλάδος, τον μυθικό φοίνικα, με τη χρονολογία 1821 και τα αρχικά του δωρητή: ΙΑΚ. Ο Λάζαρος Κουντουριώτης είχε ρολόι εγγλέζικο με διπλή θήκη από ασήμι και ταρταρούγα και με πλούσιο διάκοσμο. Λεπτό σε πάχος, με λιτή και απέριττη εξωτερική εμφάνιση αλλά με σύνθετες για την εποχή λειτουργίες ήταν το ρολόι του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου…

    Τα ρολόγια των αγωνιστών της Επανάστασης, ρολόγια τσέπης βεβαίως, πολύτιμα προσωπικά αντικείμενα αλλά και συνδεδεμένα με τις ιστορικές στιγμές που έζησαν οι κάτοχοί τους έρχονται, με το 2020 να κοσμήσουν το ημερολόγιο του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου από τις συλλογές του οποίου  προέρχονται. Ένα μοναδικό σύνολο, που αποκτήθηκε από την προσφορά εθνικών ιδρυμάτων και απογόνων των ηρώων της Εθνικής Επανάστασης  μαζί με άλλα προσωπικά τους αντικείμενα και κειμήλια.

    Δεκαέξι τον αριθμό αυτά τα ιστορικά αντικείμενα, που χρησιμοποιήθηκαν για να μετρήσουν τις κρίσιμες ώρες του Αγώνα για την ελευθερία αποκτούν  εξάλλου, ένα επιπλέον συμβολικό νόημα τώρα ,που πλησιάζουν τα 200 χρόνια της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. «Αυτός ο εσωτερικός χρόνος των Αγωνιστών του 1821 ήταν ανοικτός χρόνος σε μια νέα εποχή. Δεν ήταν παγιδευμένος στο παρελθόν της σκλαβιάς. Ταρακούνησε τα βαλτωμένα νερά της σκοτεινής αυτής περιόδου και η υγιής προσωπική σχέση των αγωνιστών με τον εσωτερικό τους χρόνο έδωσε νόημα σε όλες τις ηρωικές τους πράξεις», όπως σημειώνει ο γενικός γραμματέας της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος κ. Θεμιστοκλής Π. Κοντογούρης.

    «Λόγιοι, στρατιωτικοί και διπλωμάτες, κληρικοί και φαναριώτες, έμποροι και καραβοκύρηδες, αστοί και γαιοκτήμονες, απλοί τεχνίτες και αγρότες ένωσαν τις δυνάμεις τους γι΄αυτόν τον Αγώνα», όπως λέει η ιστορικός κυρία Νικολέττα Ζυγούρη, επιμελήτρια της Συλλογής Ρολογιών του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.  Αρχίζοντας από τον 18ο αιώνα ήδη με τη συμμετοχή τους στα προεπαναστατικά κινήματα, από τον Ρήγα Βελεστινλή και τη  Χάρτα της Ελλάδος, από τα οράματα των λόγιων Ελλήνων και φιλελλήνων, που ασπάζονται τις νέες ιδέες της Εποχής του Διαφωτισμού για να φθάσουμε ασφαλώς στην Φιλική Εταιρεία και τον άρρηκτο δεσμό, που αναπτύχθηκε ανάμεσα στα μέλη της, προάγγελο επαναστατικής ορμής.

    Κατασκευασμένα στη Δύση φυσικά, και σε μαζική παραγωγή στην εποχή της Βιομηχανικής επανάστασης τα ρολόγια έφθασαν  στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις αρχές του 18ου αιώνα. Μία απόδειξη της ζήτησής τους άλλωστε υπήρξε η περίπτωση του   πατέρα του φιλόσοφου του Διαφωτισμού Jean Jacques Rousseau, του Isaac Rousseau, ωρολογοποιού και τεχνίτη, που εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στις αρχές του 18ου αιώνα στην ευρωπαϊκή συνοικία των ακτών του Βοσπόρου, όπου διέμεναν και άλλοι Ελβετοί ομότεχνοί του και έμποροι. Να σημειωθεί μάλιστα, ότι στα τέλη του 18ου αιώνα υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη 180 ωρολογοποιοί.

    Τα ρολόγια του Σπύρου Μήλιου και του Μάρκου Μπότσαρη, το πρώτο λεπτό σε πάχος και με λιτή εξωτερική εμφάνιση και το δεύτερο με πολλές θήκες

    Δεν επρόκειτο όμως μόνον για ιδιωτική επιχειρηματικότητα, αφού όπως επισημαίνει η κυρία Ζυγούρη «Η εγκατάσταση ωρολογοποιών και εκπροσώπων των δυτικών εμπορικών οίκων στην Κωνσταντινούπολη αποτελούσε διπλωματική υπόθεση, καθώς συνέβαλε στη θεμελίωση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δυτικών αυτοκρατοριών και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας». Επιπλέον τόσο τα ρολόγια τσέπης όσο και τα πολυτελή επιτραπέζια ρολόγια ήταν τα κυριότερα δώρα, που προσφέρονταν από τους πρεσβευτές της Γαλλίας και της Αγγλίας κυρίως,  προς τον Σουλτάνο, τον Βεζύρη και άλλους αξιωματούχους της Υψηλής Πύλης σε κρίσιμες πολιτικές περιόδους, όπως ήταν για παράδειγμα η εποχή υπογραφής των διομολογήσεων.

    Ενδιαφέρον όμως είναι, ότι και πολλοί Έλληνες ασχολήθηκαν με το επάγγελμα του ωρολογοποιού, καθώς ήταν ιδιαιτέρως επικερδές, όπως αποδεικνύεται και από την περίπτωση ενός Φιλικού και Αγωνιστή του ’21 του Στέφανου Στεφανόπουλου, που ήταν έμπορος και τεχνίτης ρολογιών, δεύτερης γενιάς στην Τρίπολη από τις αρχές του 19ου αιώνα. Όπως έγραψε στα Απομνημονεύματά του «Πολύ πριν της επαναστάσεως του 1821 ο πατήρ μου παραλαβών εκ Ζακύνθου την οικογένειά του ήλθε και εκατοίκησεν εις Τρίπολιν, την πρωτεύουσα της Πελοποννήσου, δια να εξασκήση μεν την τέχνη του ωρολογοποιού, ιδίως όμως δια να συντελέση και αυτός το κατά δύναμιν εις την διάχυσιν, δια των φώτων του, (διότι κατά τους τότε χρόνους, ήτον εις των λογιωτέρων της Τριπόλεως), των της ελευθερίας και των γραμμάτων σπερμάτων εις τας καρδίας των αδελφών του. Δυστυχώς όμως ο πατήρ μου δεν επέζησε δια να είδη την ελευθερία των Ελλήνων. Το 1810 απεβίωσεν ενταύθα, εντολήν αφήσας τοις οικιακοίς του την ελευθερίαν, ή τον θάνατον».

    Επιχρυσωμένος μηχανισμός για το ρολόι του Ιουνίου, περίτεχνα διακοσμημένος με ανάγλυφη γλάστρα με άνθη. Είναι εν λειτουργία και συνοδεύεται από το κουρδιστήρι του

    Και πράγματι ο Στέφανος Στεφανόπουλος παίρνοντας από τον πατέρα του την εντολή να αγωνιστεί για την ελευθερία του γένους του μυήθηκε  το 1818 στη Φιλική Εταιρεία από τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, συμμετείχε στην προετοιμασία του Αγώνα στην Αρκαδία προεπαναστατικά και όπως αποκαλύπτει, χρησιμοποίησε την ιδιότητά του ως εμπόρου ρολογιών για να αγοράσει και να διανείμει όπλα στους συμπατριώτες του, ξεγελώντας την τουρκική διοίκηση της Τρίπολης, αφού τα ρολόγια αλλά και τα όπλα διακινούνταν κάποιες φορές στην αγορά από τον ίδιο έμπορο. Στο πλαίσιο αυτό εξάλλου επιδιόρθωνε τα ρολόγια των Τούρκων στο εργαστήρι του και τους δίδασκε την ευγενή τέχνη του «ηρτιφά», δηλαδή το παραδοσιακό μέτρημα του χρόνου από το ανέβασμα του ήλιου.

    «Μέσα από τις αναφορές του αυτές, έχουμε μια πλήρη εικόνα της μεταβατικής αυτής εποχής, κατά την οποία η κοινωνία αλλά και ο τρόπος μέτρησης του χρόνου αλλάζουν, αφού συμβαδίζουν η δυτική σύγχρονη τεχνογνωσία με την παραδοσιακή ανατολίτικη, ενώ παράλληλα ετοιμάζεται με μυστικότητα η μεγάλη αλλαγή που έφερε ο Αγώνας των Ελλήνων για Ανεξαρτησία στην οθωμανική κοινωνία», λέει η κυρία Ζυγούρη. «Σε αυτό λοιπόν το ιστορικό και χρονικό μεταίχμιο, επιβεβαιώνεται και από τη μαρτυρία ενός Έλληνα ωρολογοποιού, ότι τα ρολόγια ως προσωπικά αντικείμενα που προσέδιδαν κύρος στον κάτοχό τους, κέρδιζαν ολοένα και περισσότερο έδαφος στην καθημερινότητα των ανδρών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».

    Ο μήνας Απρίλιος με ένα ρολόι «κρεμμύδι» κατασκευασμένο από ασήμι και ταρταρούγα. Συνοδεύεται από την ασημένια αλυσίδα του και το κλειδί του

    Γεγονός είναι, ότι στα προεπαναστατικά χρόνια οι Έλληνες έμποροι, λόγιοι και κληρικοί που ζούσαν στα μεγάλα αστικά κέντρα, εντός και εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποκτούσαν ρολόγια συνειδητοποιώντας την αναγκαιότητα της διαχείρισης του χρόνου μετρημένου με ακρίβεια αλλά και για να επιδείξουν τον πλούτο τους και να ενισχύσουν το κύρος τους.

    «Το τουφέκι μου και τα άτια μου να πάνε των παιδιών μου κι ώρα μου», σημείωσε ωστόσο στην διαθήκη του, πεθαίνοντας πάμπτωχος το 1827 ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, που μόνη περιουσία του ήταν το τουφέκι, τ΄ άλογά του και το ρολόι του. Αλλά και ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, Φιλικός και Αγωνιστής, προεστός των Πατρών, κλεισμένος στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι, γράφει σε επιστολή του προς τη γυναίκα του, μεταξύ άλλων, να φροντίσει να αποκτήσουν τα μεγάλα παιδιά τους ρολόι, για να είναι συνεπή στις υποχρεώσεις τους.

    Ρολόι του Ιωάννη Καποδίστρια, απλό, χρυσό, με διπλή θήκη

    Τα ρολόγια των Αγωνιστών του ’21 που βρίσκονται στη συλλογή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα, το μοναδικό που διασώζεται στην Ελλάδα από ρολόγια τσέπης ιστορικών προσωπικοτήτων των αρχών του 19ου αιώνα. Στο ημερολόγιο συγκεκριμένα παρουσιάζονται τα ρολόγια των Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Μάρκου Μπότσαρη, Κανέλλου Δηλιγιάννη, Σπύρου Μήλιου, Γεώργιου Δαγκλή, Γιάννη Μακρυγιάννης, Καλλίνικου Καστόρχη, Θεόκλητου Φαρμακίδη, Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, Ιωάννη Καρατζά, Λάζαρου Κουντουριώτη, Ανδρέα Μιαούλη, Ανδρέα Χατζηαναργύρου και βεβαίως του Ιωάννη Καποδίστρια.

    Κατασκευασμένα από τους σημαντικούς οίκους ωρολογοποιίας αγγλικής, γαλλικής, ελβετικής και αυστριακής προέλευσης, George Prior, Edward Prior, George-Charle, Markwick Marcham, Jean-Louis Moré, Jean François Bautte, Bautte et Moynier, DuΒois et fils, Brequet et fils, Le Roy, Levasseur, Gottlieb Müller, φέρουν το καθένα τη σφραγίδα των τεχνολογικών επιτευγμάτων της εποχής τους και προβάλλοντας ταυτόχρονα τις αισθητικές αξίες και τις κοινωνικές σχέσεις του κατόχου τους.

    Το δώρο του Ιωάννη Καποδίστρια στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη με επισμαλτωμένη θήκη που φέρει εγχάρακτη την απεικόνιση του συμβόλου της Αναγέννησης της Ελλάδος, τον μυθικό φοίνικα, με τη χρονολογία 1821 και τα αρχικά του δωρητή: ΙΑΚ.

    Κάποια από αυτά είχαν προσφερθεί ως πολύτιμα διπλωματικά δώρα, όπως το ρολόι του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια, από την πόλης της Γενεύης στον επίτιμο πολίτη της το 1827, για όλα όσα πρόσφερε σε διπλωματικό επίπεδο στο Συνέδριο της Βιέννης, για την ενοποίηση των καντονιών της Ελβετίας και τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελβετικού κράτους. Η αφιερωτική επιγραφή του μάλιστα στην εσωτερική πλευρά της θήκης είναι στα ελληνικά: «Τῷ τόν χρόνον καλῶς διοικοῦντι οἱ τόν χρόνον καλῶς μετροῦντες». Αλλά και ο ίδιος ο Καποδίστριας είχε προσφέρει τιμητικά δώρα προς  τους Αγωνιστές του ’21, όπως αυτό στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.

    Ιδιαίτερη ομάδα ρολογιών των Αγωνιστών ήταν αυτά με τις διπλές και τριπλές θήκες τύπου «κρεμμυδιού», ειδικά προσαρμοσμένα στα αισθητικά πρότυπα της οθωμανικής αγοράς. Προέρχονταν από τους αγγλικούς οίκους George Prior, Edward Prior, George-Charle και ξεχωρίζουν από τους οθωμανικούς αριθμούς στην πλάκα τους, τις περίτεχνες θήκες από ταρταρούγα και ασήμι, με εγχάρακτη και πικέ διακόσμηση. Επίσης, οι ασημένιες θήκες τους, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις και οι μηχανισμοί τους, έχουν περίτεχνο εγχάρακτο και διάτρητο διάκοσμο με φυτικά και σπειροειδή μοτίβα. Στην κατηγορία αυτών των ρολογιών ανήκουν τα ρολόγια του Μάρκου Μπότσαρη, του Θεόκλητου Φαρμακίδη, του Λαζάρου Κουντουριώτη και του Κανέλλου Δεληγιάννη ενώ ίδιου τύπου είναι και το ρολόι του Αγωνιστή Γεωργίου Αινιάνος, το οποίο ανήκει στον Ι.Κ. Μαζαράκη-Αινιάνα και επίσης περιλαμβάνεται στην έκδοση.

    Μια άλλη κατηγορία ρολογιών τσέπης, ήταν λεπτά σε πάχος, με λιτή εξωτερική εμφάνιση, αλλά  με πρωτότυπες για την εποχή τους σύνθετες λειτουργίες, όπως ο δευτερεύων δείκτης που δείχνει τη θερμοκρασία με διαβάθμιση από τους 35° μέχρι και τους 80° της κλίμακας C. Reaumur ή το ημερολόγιο με ξεχωριστό δείκτη μέτρησης ημερών του μήνα, στοιχεία που δείχνουν ότι κάποιοι από τους Αγωνιστές προτιμούσαν τα «σύγχρονα» ρολόγια ακριβείας και δυτικής αισθητικής. Όπως τα τα ρολόγια του Μπέη της Μάνης Πέτρου Μαυρομιχάλη, του Αρχιστράτηγου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, του Χειμαριώτη Αγωνιστή Σπύρου Σπυρομήλιου, των Φαναριωτών Ιωάννη Καρατζά και Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, του κληρικού Καλλίνικου Καστόρχη και των καραβοκυραίων Ανδρέα Μιαούλη και Ανδρέα Χατζηαναργύρου. Κατασκευαστές τους ήταν οι οίκοι Jean Louis Moré, Jean François Bautte, Bautte et Moynier, DuBois et fils, Brequet et fils, Le Roy, Levasseur και Gottlieb Müller, της Γενεύης, του Παρισιού και της Βιέννης, πόλεις που ήταν αρκετά γνώριμες στους έλληνες εμπόρους-καραβοκύρηδες, φαναριώτες και λογίους της εποχής τους.

    «Τα ρολόγια τσέπης αυτής της έκδοσης, ανάλογα με τον τρόπο και τις συνθήκες κτήσης τους, την απλή, πολύπλοκη ή και πολυτελή κατασκευή τους, μπορούν να μας οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα για την προσωπικότητα του κατόχου τους, τις σχέσεις του με τους δωρητές των ρολογιών κ.ά.», όμως αναφέρει ο κ. Κοντογούρης. Παρουσιάζονται άλλωστε μαζί με τις προσωπογραφίες των κατόχων τους Αγωνιστών ως συμπληρωματικό στοιχείο της εικόνας τους μέσα στο χρόνο.



    ΣΧΟΛΙΑ