• Πολιτισμός

    Η Ελισάβετ και το αιματοβαμμένο διαμάντι του στέμματος

    Το βασιλικό στέμμα με το διαμάντι Κοχινούρ

    Το βασιλικό στέμμα με το διαμάντι Κοχινούρ


    Είναι ένα έπος σαν το Game of Thrones. Όλος ο ρομαντισμός, όλο το αίμα, όλο το θράσος, όλη φανταχτερή επίδειξη! Είναι η ιστορία του Κοχινούρ ( Koh-i-Noor), που αποτελεί το διαμάντι του στέμματος –κυριολεκτικά– της Βρετανίας, ένα από τα μεγαλύτερα κομμένα διαμάντια στον κόσμο, με βάρος σήμερα 105,6 καράτια.

    Μόνο που είναι κλεμμένο. Αυτό ισχυρίζεται χρόνια τώρα η κυβέρνηση της Ινδίας, που από το 1947 όταν κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη Βρετανία έχει ζητήσει να της επιστραφεί αλλά το αίτημα έχει πέσει στο κενό.

    Αντίθετα ο περίφημος πολύτιμος λίθος, που στα περσικά η ονομασία του σημαίνει «Βουνό του Φωτός», από τότε που έφθασε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1850 και παρουσιάστηκε στη βασίλισσα Βικτωρία αποτελεί ένα από τα πλέον πολύτιμα κομμάτια της βρετανικής βασιλικής συλλογής κοσμημάτων, που φυλάσσεται στον Πύργο του Λονδίνου. Κληρονομιά κι αυτό της βασίλισσας Ελισάβετ, μεταξύ πολλών άλλων.

    Η βασίλισσα Βικτωρία με το διαμάντι ως καρφίτσα
    Η βασίλισσα Βικτωρία με το διαμάντι ως καρφίτσα

    Το Κοχινούρ  το φόρεσε η Βικτώρια ως καρφίτσα στο πέτο κι όταν πέθανε τοποθετήθηκε στο στέμμα της βασίλισσας Αλεξάνδρας, συζύγου του Εδουάρδου Ζ΄. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο στέμμα της βασίλισσας Μαρίας το 1911 και ύστερα στο στέμμα της βασίλισσας Ελισάβετ, που έμεινε γνωστή ως «βασίλισσα μητέρα», καθ΄ότι μητέρα της Ελισάβετ Β΄. Πάντα δηλαδή σε βασίλισσες.  Η ιστορία του διαμαντιού όμως είναι τεράστια και δεν είναι αγγλική.

    Η βασιλομήτωρ και η Ελισάβετ
    Η βασιλομήτωρ και η Ελισάβετ

    Στο βιβλίο τους «Koh-i-Noor: The History of the World’s Most Infamous Diamond» οι ιστορικοί Ανίτα Ανάντ –ινδικής καταγωγής– και Ουίλιαμ Ντάλρυμπλ, «ανασκάπτοντας» περισσότερους από τέσσερις αιώνες ινδικής ιστορίας κατέληξαν να μάθουν και να γράψουν την αλήθεια γι΄ αυτόν τον πολύτιμο λίθο, με τον ίδιο τρόπο που «οι Ινδοί που κοσκινίζουν την άμμο του ποταμού για διαμάντια», σύμφωνα με την περιγραφή τους.

    Οι ιστορικοί Ανίτα Ανάντ και Ουίλιαμ Ντάλρυμπλ
    Οι ιστορικοί Ανίτα Ανάντ και Ουίλιαμ Ντάλρυμπλ

    Η χώρα των διαμαντιών

    Το διαμάντι προήλθε από τα αλλουβιακά ορυχεία της Ινδίας πριν από χιλιάδες χρόνια και σύμφωνα με τις ινδουιστικές πεποιθήσεις ήταν σεβαστό από θεούς, όπως ο Κρίσνα, παρ΄όλο που φαινόταν να φέρει κατάρα.  Μέσα στους αιώνες όμως, πέρασε από πολλά χέρια και από όλες τις φοβερές ίντριγκες της ινδικής αυλής προτού τελικά καταλήξει στα βρετανικά κοσμήματα του Στέμματος.

    Η Ελισάβετ Β΄ και ο Φίλιππος μετά την στέψη της με το στέμμα
    Η Ελισάβετ Β΄ και ο Φίλιππος μετά την στέψη της με το στέμμα

    Για αιώνες, η Ινδία ήταν η μόνη πηγή διαμαντιών στον κόσμο, συγκεκριμένα ως το 1725,  όταν ανακαλύφθηκαν  τα ορυχεία διαμαντιών στη Βραζιλία. «Σε πολλές αρχαίες ινδικές αυλές, τα κοσμήματα και όχι τα ρούχα ήταν η κύρια μορφή στολισμού και ένα ορατό σημάδι της ιεραρχίας των δικαστηρίων με αυστηρούς κανόνες, που θεσπίστηκαν για να καθοριστεί ποιος βαθμός αυλικού μπορούσε να φορέσει ποιο στολίδι σε ποιο περιβάλλον», γράφουν οι Ντάλρυμπλ και Ανάντ στο βιβλίο τους.

    Τα παλαιότερα κείμενα στον κόσμο για τη γεμολογία προέρχονται άλλωστε, επίσης από την Ινδία και περιλαμβάνουν εξελιγμένα συστήματα ταξινόμησης για διαφορετικά είδη λίθων.

    Ο Γεώργιος ΣΤ και η Ελισάβετ, γονείς της Ελισάβετ Β΄
    Ο Γεώργιος ΣΤ και η Ελισάβετ, γονείς της Ελισάβετ Β΄

    Στα χέρια των Μογγόλων

    Το 1526  ο τουρκομογγόλος ηγέτης Ζαχίρ-ουντ-ντιν Βαμπούρ πέρασε από την Κεντρική Ασία και εισέβαλε στην Ινδία εγκαθιστώντας την ισλαμική δυναστεία των Μογγόλων και μια νέα εποχή μανίας με τους πολύτιμους λίθους.

    Οι Μογγόλοι θα κυβερνούσαν τη βόρεια Ινδία για 330 χρόνια, επεκτείνοντας την επικράτειά τους στη συνέχεια σε ολόκληρη σχεδόν τη σημερινή Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και το ανατολικό Αφγανιστάν, ενώ λεηλατούσαν τους πολύτιμους λίθους των περιοχών αυτών.

    Αν και είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ακριβώς από πού προήλθε το Κοχινούρ και πότε ήρθε για πρώτη φορά στην κατοχή των Μογγόλων υπάρχει μια αναφορά σε γραπτή πηγή που δίνει ένα στίγμα.

    Συγκεκριμένα το 1628 ο ηγεμόνας των Μογγόλων Σαχ Τζαχάν ζήτησε την κατασκευή ενός λαμπρού θρόνου, επικαλυμμένο με πολύτιμους λίθους. Η διακόσμηση μάλιστα θεωρείται, ότι εμπνεύστηκε από τον μυθικό θρόνο του Σολομώντα, που παρ΄ότι  εβραίος εμφανίζεται και στις ιστορίες του Ισλάμ, του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού.

    Ο Θρόνος του Παγωνιού

    Ο θρόνος του Σαχ Τζαχάν χρειάστηκε επτά χρόνια για να κατασκευαστεί, κοστίζοντας τέσσερις φορές περισσότερο από το Ταζ Μαχάλ, το οποίο ήταν επίσης υπό κατασκευή. Όπως γράφει ο χρονικογράφος της αυλής Αχμάντ Σαχ Λαχόρ στην αφήγηση του για τον θρόνο:

    «Το εξωτερικό του κουβούκλιου έπρεπε να είναι από σμάλτο στρωμένο με πολύτιμους λίθους, το εσωτερικό θα έπρεπε να είναι γεμάτο με ρουμπίνια, γρανάτες και άλλους λίθους και να στηρίζεται σε σμαραγδένιες στήλες. Πάνω από κάθε στήλη έπρεπε να υπάρχουν δύο παγώνια επίσης γεμάτα με πολύτιμους λίθους, και ανάμεσα σε καθένα από τα παγώνια ένα δέντρο με ρουμπίνια και διαμάντια, σμαράγδια και μαργαριτάρια».

    Η Ελισάβετ Β΄ με το περίφημο στέμμα με το διαμάντι
    Η Ελισάβετ Β΄ με το περίφημο στέμμα με το διαμάντι

    Μεταξύ όλων αυτών των πολλών πολύτιμων λίθων, δύο ήταν ιδιαίτερα τεράστιοι: το ρουμπίνι του Τιμούρ – πιο πολύτιμο για  τους Μογγόλους επειδή προτιμούσαν τις έγχρωμες πέτρες – και το διαμάντι Κοχινούρ. Το διαμάντι ήταν τοποθετημένο στην κορυφή του θρόνου, στο κεφάλι ενός αστραφτερού παγωνιού.

    Για έναν αιώνα μετά τη δημιουργία του Θρόνου του Παγωνιού, η αυτοκρατορία των Μογγόλων διατήρησε την υπεροχή της στην Ινδία και όχι μόνο. Ήταν το πλουσιότερο κράτος στην Ασία και το Δελχί, η πρωτεύουσα, φιλοξενούσε 2 εκατομμύρια ανθρώπους, περισσότερους από το Λονδίνο και το Παρίσι μαζί την εποχή εκείνη.

    Η Ελισάβετ Β΄ κατά την τελετή ενθρόνισής της
    Η Ελισάβετ Β΄ κατά την τελετή ενθρόνισής της

    Μάχες και λεηλασίες

    Αλλά αυτή η ευημερία τράβηξε την προσοχή άλλων ηγεμόνων στην Κεντρική Ασία, συμπεριλαμβανομένου του Πέρση Ναδέρ Σαχ. Όταν ο  Ναδέρ εισέβαλε στο Δελχί το 1739, η σφαγή που ακολούθησε στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους ενώ η πόλη έζησε την απόλυτη λεηλασία της. Αρκεί να ειπωθεί, πως όταν ο πέρσης ηγεμόνας έφυγε από το Δελχί  έφερνε μαζί του τόσο χρυσάφι και τόσους πολύτιμους λίθους,  που χρειάστηκαν 700 ελέφαντες, 4.000 καμήλες και 12.000 άλογα για να τα κουβαλήσουν.

    Η Ελισάβετ Β΄ με το στέμμα
    Η Ελισάβετ Β΄ με το στέμμα

    Μαζί φυσικά ο Ναδέρ πήρε και τον Θρόνο του Παγωνιού, απ΄ όπου αφαίρεσε  το ρουμπίνι Τιμούρ και το διαμάντι Koh-i-Noor για να τα φορέσει σε ένα περιβραχιόνιο. Το Κοχινούρ θα παρέμενε έτσι, μακριά από την Ινδία για 70 χρόνια, σε μια χώρα που θα γινόταν το Αφγανιστάν. Περνούσε έτσι, από το ένα χέρι ηγεμόνα στο άλλο κι από το ένα αιματοβαμμένο επεισόδιο μετά το άλλο, συμπεριλαμβανομένου ενός βασιλιά που τύφλωσε τον ίδιο του τον γιο και ενός έκπτωτου μονάρχη, του οποίου το ξυρισμένο κεφάλι καλύφθηκε με λιωμένο χρυσό…

    Ένα δαχτυλίδι για όλους

    Το διαμάντι είχε επιστρέψει τελικά στην Ινδία, μετά από δεκαετίες μάχης και το 1813 ήρθε στα χέρια του ηγεμόνα των Σιχ, Ραντζίτ Σιν, του οποίου η ιδιαίτερη αγάπη γι΄αυτόν τον λίθο σφράγισε τελικά την αύρα του κύρους και της ισχύος του.  «Το στολίδι φαίνεται να είχε πολύ μεγαλύτερο συμβολισμό γι ‘αυτόν», σημειώνουν οι δύο ιστορικοί. «Είχε επανακτήσει από την αφγανική δυναστεία Ντουράνι σχεδόν όλα τα ινδικά εδάφη, που είχαν καταληφθεί από την εποχή του Αχμάντ Σαχ, ο οποίος λεηλάτησε κι αυτός το Δελχί το 1761».

    Για την Ανάντ μάλιστα η ανύψωση του διαμαντιού από τον Σιν ήταν μια σημαντική καμπή στην ιστορία του. «Η μετάβαση είναι εκπληκτική, όταν το διαμάντι γίνεται σύμβολο ισχύος και όχι ομορφιάς», λέει η ίδια. «Γίνεται αυτός ο πολύτιμος λίθος σαν το δαχτυλίδι στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, ένα δαχτυλίδι για να κυβερνά τον κόσμο όλο».

    Οικογενειακή φωτογραφία στο μπαλκόνι του παλατιού
    Οικογενειακή φωτογραφία στο μπαλκόνι του παλατιού

    Νέοι κατακτητές

    Τέλος ανάμεσα στις διαρκείς μάχες, μεταξύ των φατριών της Κεντρικής Ασίας, ένα κενό εξουσίας αναπτύχθηκε στην Ινδία  και οι Βρετανοί σύντομα ήρθαν σύντομα να το εκμεταλλευτούν. Στις αρχές του 19ου αιώνα έτσι,  η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών επέκτεινε τον εδαφικό της έλεγχο από τις παράκτιες πόλεις στο εσωτερικό της χώρας. Όπως γράφουν οι Ντάλρυμπλ και Ανάντ για τις βρετανικές εκστρατείες «Αυτοί θα προσαρτούσαν τελικά περισσότερα εδάφη από όλες τις κατακτήσεις του Ναπολέοντα στην Ευρώπη».  Και εκτός από τη διεκδίκηση περισσότερων φυσικών πόρων και εμπορικών θέσεων, οι Βρετανοί έριξαν επίσης το βλέμμα τους και σε ένα κομμάτι ανεκτίμητου θησαυρού: το Koh-i-Noor.

    Για τους Βρετανούς, αυτό το σύμβολο κύρους και δύναμης ήταν ακαταμάχητο. Αν μπορούσαν να κατέχουν το κόσμημα της Ινδίας καθώς και της ίδιας της χώρας, θα συμβόλιζε τη δύναμή τους και την αποικιακή τους ανωτερότητα. Ήταν ένα διαμάντι για το οποίο αξίζει να πολεμήσεις και να σκοτώσεις τώρα, περισσότερο από ποτέ.  Όταν μάλιστα οι Βρετανοί έμαθαν για τον θάνατο του Ρανζίτ Σιν το 1839 και την πρόθεσή του να κληρονομήσει το διαμάντι και άλλα κοσμήματα σε μια αίρεση Ινδουιστών ιερέων, ο βρετανικός Τύπος εξερράγη από οργή.

    Η παράδοση του διαμαντιού  

    «Το πιο πλούσιο, το πιο ακριβό κόσμημα στον γνωστό κόσμο, θα παραχωρηθεί σε ένα βέβηλο, ειδωλολατρικό και μισθοφόρο ιερατείο»,  είχε γραφτεί σε ένα ανώνυμο άρθρο. Ο συντάκτης του παρότρυνε τη Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών να κάνει ό,τι μπορούσε για να αποκτηθεί το Κοχινούρ.  Και η ευκαιρία ήρθε όταν ακολούθησε στην Ινδία μία χαοτική περίοδος αλλαγής ηγεμόνων.

    Μετά το θάνατο του Ραντζίτ Σιν ο θρόνος πέρασε σε τέσσερις διαφορετικούς ηγεμόνες μέσα σε ισάριθμα χρόνια. Και στο τέλος αυτής της βίαιης περιόδου, οι μόνοι άνθρωποι που έμειναν στη σειρά για τον θρόνο ήταν ένα νεαρό αγόρι, ο Ντουλίπ Σιν και η μητέρα του Ρανί Τζιντάν. Έτσι το 1849, αφού φυλάκισαν την Τζιντάν, οι Βρετανοί ανάγκασαν τον Ντουλίπ να υπογράψει ένα νομικό έγγραφο που τροποποιούσε τη Συνθήκη της Λαχόρης, και απαιτούσε από τον ίδιο να παραχωρήσει το Κοχινούρ. Το αγόρι ήταν τότε, μόλις 10 ετών.

    Στο βρετανικό στέμμα    

    Από εκεί και μετά το διαμάντι πέρασε στην κατοχή της βασίλισσας Βικτώριας και το 1851 παρουσιάστηκε στη Μεγάλη Έκθεση του Λονδίνου, απογοητεύοντας όμως το βρετανικό κοινό με την απλότητά του. «Πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να πιστέψουν από την εξωτερική του εμφάνιση, ότι δεν είναι παρά ένα κομμάτι κοινό γυαλί», έγραψαν οι Times τον Ιούνιο αυτού του χρόνου.

    Δεδομένης λοιπόν της απογοητευτικής υποδοχής του, ο πρίγκιπας Αλβέρτος, ο σύζυγος της βασίλισσας Βικτώριας έκανε την κοπή και τη στίλβωση της πέτρας,  μια διαδικασία που μείωσε το μέγεθός της στο μισό αλλά έκανε το φως να διαθλάται πιο λαμπρά από την επιφάνειά της.

    Τελικά το διαμάντι βρέθηκε στη σημερινή τιμητική του θέση το 1937, στο μπροστινό μέρος του στέμματος, που φορούσε η Βασίλισσα Μητέρα, σύζυγος του Γεωργίου Δ΄ και μητέρα της Ελισάβετ Β’. Το στέμμα έκανε την τελευταία του δημόσια εμφάνιση το 2002, ακουμπώντας πάνω από το φέρετρο της Βασίλισσας Μητέρας για την κηδεία της.

    Ο πέρσης ηγεμόνας Ναδέρ Σαχ καθήμενος στον Θρόνο του Παγωνιού
    Ο πέρσης ηγεμόνας Ναδέρ Σαχ καθήμενος στον Θρόνο του Παγωνιού

    Τα Γλυπτά του Παρθενώνα

    Αλλά κάτω από αυτήν την ιστορία του διαμαντιού υπάρχει ένα πιο σοβαρό ερώτημα που δεν έχει ακόμη σαφή απάντηση, όπως επισημαίνουν και οι δύο ιστορικοί: Πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν τα σύγχρονα έθνη μια αποικιακή κληρονομιά λεηλασίας; Με πολλές χώρες (συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, του Πακιστάν και των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν) να έχουν διεκδικήσει την ιδιοκτησία του Κοχινούρ, είναι ένα θέμα υπό έντονη συζήτηση.

    Άλλωστε το  Κοχινούρ δεν είναι ο μόνος αμφισβητούμενος θησαυρός που κατοικεί επί του παρόντος στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μεγαλύτερο και σοβαρότερο παράδειγμα  λεηλασίας αποτελούν ασφαλώς τα Γλυπτά του Παρθενώνα, που δημιουργήθηκαν πριν από 2500 χρόνια στην Αθήνα για να φθάσει να τα κλέψει  ο Έλγιν στις αρχές του 1800 προφασιζόμενος άδειες που δεν διέθετε και εκμεταλλευόμενος τις συνθήκες υποδούλωσης του ελληνικού λαού.

    Έτσι και όσον αφορά το διαμάντι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει διατηρήσει την κυριότητά του ανεξάρτητα από τις εκκλήσεις για επιστροφή. «Οι άνθρωποι διδάσκονται ότι αυτό ήταν ένα δώρο από την Ινδία στη Βρετανία. Θα ήθελα να μαθευτεί η αληθινή ιστορία», λέει η Αμάντ. Και παρ΄ότι η πολύτιμη πέτρα δεν είναι πιθανό να φύγει σύντομα από το Crown Jewels, οι δυο ιστορικοί ελπίζουν ότι η δουλειά τους θα διευκρινίσει την αληθινή διαδρομή που ακολούθησε το διαμάντι,  βοηθώντας τους ηγέτες να καταλήξουν στα δικά τους συμπεράσματα σχετικά με το τι θα κάνουν με αυτόν στη συνέχεια.

    Διαβάστε επίσης:

    Η συλλογή της Ελισάβετ και η κληρονομιά στον Κάρολο

    Ελισάβετ Β’: Δεν έγραψε απλώς ιστορία, ήταν η ίδια Ιστορία



    ΣΧΟΛΙΑ