• Πολιτισμός

    Η Αθήνα στο κάδρο – Εικαστικά και κινηματογράφος αποτυπώνουν τη σύγχρονη ιστορία

    Σπύρος Βασιλείου «Ο μικρόκοσμος της οδού Γουέμπστερ», 1975

    Σπύρος Βασιλείου «Ο μικρόκοσμος της οδού Γουέμπστερ», 1975


    Ο Γιάννης Μιγάδης βλέπει την πίσω όψη των πολυκατοικιών κι ο Σπύρος Βασιλείου τα ενδότερα του σπιτιού στην οδό Γουέμπστερ, πάντα με φόντο την Ακρόπολη. Στα μάτια του Αλέκου Κοντόπουλου η Αθήνα του 1954 είναι μία μείξη, σύγχρονη και αρχαία. Η Μαρία Χρουσάκη φωτογραφίζει αστικά Χριστούγεννα του 1951. Κι ο Παναγιώτης Τέτσης αποτυπώνει στον καμβά την κρίσιμη στιγμή, που ο τερματοφύλακας δέχεται γκολ.

    Στις δεκαετίες του ΄50, του ΄60 η Αθήνα  διασκεδάζει με το «Κυριακάτικο ξύπνημα» του Κακογιάννη, τη «Θεία από το Σικάγο» του Σακελλάριου και με το «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα» του Γιώργου Τζαβέλλα. Ενώ στη συλλογική συνείδηση καταγράφονται η «Μαγική πόλη» του Κούνδουρου, η «Στέλλα» του Κακογιάννη, η «Συνοικία το όνειρο» του Αλέκου Αλεξανδράκη.

    Γιάννης Μιγάδης «Πίσω όψη πολυκατοικιών»
    Γιάννης Μιγάδης «Πίσω όψη πολυκατοικιών»

    Στιγμές, εικόνες της Αθήνας στην εποχή του ραγδαίου μετασχηματισμού της μεταπολεμικής Ελλάδας μέσα από το οξυμμένο βλέμμα των καλλιτεχνών, που συναντώνται με τα έργα τους στην έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης «Αστυγραφία / Urbanography. Η ζωή της πόλης τις δεκαετίες 1950-1970».

    Με 202 εικαστικά έργα και 22 ταινίες από 78 δημιουργούς αυτή  η  έκθεση, που εγκαινιάζεται  την Τετάρτη 21 Ιουνίου επιχειρεί να χαρτογραφήσει το συνολικό εύρος της έννοιας «αστικό βίωμα», με τους καλλιτέχνες «να ερμηνεύουν την πόλη, όχι μόνο ως δομημένο περιβάλλον που τους εμπεριέχει, αλλά και ως καθημερινό βίωμα, ένα πλαίσιο με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι είτε με όρους αναγνώρισης, ασφάλειας και αποδοχής είτε με όρους ανίχνευσης, διαπραγμάτευσης και σύγκρουσης», όπως εξηγεί η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης και επιμελήτρια της έκθεσης Συραγώ Τσιάρα.

    Ρένα Παπασπύρου «Επεισόδια στην ύλη», 1980-81
    Ρένα Παπασπύρου «Επεισόδια στην ύλη», 1980-81

    Η πόλη ως εμπειρία

    Η σύλληψη της έκθεσης αντιμετωπίζει την πόλη ως εμπειρία, εξετάζει την αστικοποίηση, την ανοικοδόμηση και τη μετανάστευση στο πλαίσιο των ραγδαίων αλλαγών που συνέβησαν μεταπολεμικά στην ελληνική κοινωνία. Ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική, εγκαταστάσεις, φωτογραφία, σχέδια και αφίσες αλλά και ο ελληνικός κινηματογράφος παρατηρούν και σχολιάζουν την πόλην που διαρκώς αλλάζει, μαζί και οι άνθρωποι. Γίνεται πεδίο συγκρότησης νέων ταυτοτήτων για εσωτερικούς και εξωτερικούς μετανάστες, αγκαλιά και καταφύγιο, τόπος συνάντησης και επιθυμίας, αλλά και μηχανισμός αποξένωσης, απόρριψης, μαζικοποίησης και περιθωριοποίησης.

    Αλέκος Κοντόπουλος «Αθήνα», 1954
    Αλέκος Κοντόπουλος «Αθήνα», 1954

    «Επίκεντρο είναι πάντα η αστικοποίηση και ο τρόπος, που ο άνθρωπος συμμετέχει ή αντιστέκεται στη νέα συνθήκη, που του υπαγορεύει το ολοένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον του», σημειώνει η κυρία Τσιάρα. Αναφερόμενη μάλιστα στον κινηματογράφο της ηθογραφίας, που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες ως δημοφιλές και φθηνό μέσο διασκέδασης αντικρούει την αρνητική κριτική για τις ελληνικές ταινίες του ’50 και του ’60.

    Μαρία Χρουσάκη, Χριστούγεννα 1951, Αθήνα
    Μαρία Χρουσάκη, Χριστούγεννα 1951, Αθήνα

    Ο εμπορικός κινηματογράφος

    «Αν και κατακρίθηκαν», όπως αναφέρει «για στερεοτυπική αφέλεια, προσκόλληση στα πάθη του ιδιωτικού βίου και απουσία κριτικής εμβάθυνσης, ακριβώς λόγω της αποδοχής και της διείσδυσης που είχαν στην κοινωνία,  λειτούργησαν ιστορικά ως επιδραστικοί δίαυλοι εκσυγχρονισμού. Εισήγαγαν και διέδωσαν νέες αντιλήψεις για τις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα, την οικογένεια και την κοινωνία, επηρέασαν καταναλωτικά πρότυπα, ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές, σκιαγράφησαν τους όρους συμβίωσης στο κέντρο, τη γειτονιά και την πολυκατοικία».

    Καταλήγοντας,  ότι αυτή η οπτική του λαϊκού ή εμπορικού κινηματογράφου στο αστικό βίωμα «διεμβολίζει το αιχμηρό βλέμμα δημιουργών που πειραματίζονται με τον κριτικό ρεαλισμό, ένα βλέμμα εναλλακτικό και έκκεντρο που ασχολείται με λιγότερο δημοφιλείς και εύπεπτες ιστορίες της πόλης».

    Στην οργάνωση της εκθεσιακής αφήγησης επιχειρείται μια διαρκής μετακίνηση από τη μεγάλη στη μικρή κλίμακα, από την πανοραμική λήψη στο κοντινό πλάνο. Η πόλη, η πλατεία, ο δρόμος, το σοκάκι, η πολυκατοικία, η βεράντα, η βιτρίνα, το διαμέρισμα, ο δημόσιος και ο ιδιωτικός βίος αποτυπώνουν πτυχές της αστικής συνύπαρξης, των κραδασμών και των μετασχηματισμών που χαρακτηρίζουν τη ζωή της πόλης.

    Οι καλλιτέχνες ερμηνεύουν

    Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο οι καλλιτέχνες ερμηνεύουν τις αλλαγές που συμβαίνουν στο αστικό τοπίο, την ανθρωπογεωγραφία και τη διασύνδεση υλικού και έμψυχου περιβάλλοντος, παρελθόντος και παρόντος. Στα πρώτα χρόνια κυριαρχούν η νοσταλγία και οι στερεοτυπικές ή εξιδανικευτικές αφηγήσεις μιας ιδιαίτερης αστικής ταυτότητας, που αλλοιώνεται μαζί με τα νεοκλασικά σπίτια που εξαφανίζονται από τις νέες οι οικοδομές την ίδια στιγμή που η τέχνη προσπαθεί να διασώσει την πόλη που εξαφανίζεται.

    Αλέκος Φασιανός «Ο φέρων την πόλη του»
    Αλέκος Φασιανός «Ο φέρων την πόλη του»

    Αν ορισμένοι όμως επικεντρώνονται στην ειδυλλιακή αναπόληση της επιθυμητής πόλης, το βλέμμα άλλων στρέφεται στο θελκτικό και πολύβουο μητροπολιτικό κέντρο. Οι γειτονιές, οι προσφυγικοί συνοικισμοί, η ιδιοκατασκευή, η ανοικοδόμηση και η αντιπαροχή διευρύνουν το κάδρο. Η ανάδυση της αστικής κουλτούρας και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου διαμορφώνουν την κοινωνία του θεάματος, της ψυχαγωγίας και της κατανάλωσης.

    Και καθώς οι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις του αστικού μετασχηματισμού συλλαμβάνουν ένα νοερό παλίμψηστο εμπειριών και συναισθημάτων σε μια φαντασιακή συνύπαρξη διαφορετικών εποχών, το έργο τέχνης αποκτά σκηνογραφική διάσταση.  Η πόλη επινοείται ως σκηνικό, οι δημιουργοί επιλέγουν την οπτική γωνία και συνθέτουν το κάδρο αντλώντας αναφορές από την πραγματικότητα, τη μνήμη και την επιθυμία.

    Ιδιωτικό και δημόσιο

    Τώρα, το γιαπί συνοψίζει την κομβική εικόνα της αλλαγής στην πόλη. Η καθ’ ύψος ανάπτυξη αλλάζει το τοπίο, την κλίμακα, τη σχέση του κατοίκου και του διαβάτη με το δομημένο περιβάλλον, ενώ η εργολαβία και η αντιπαροχή σφραγίζουν την ιστορία της αστικής ανάπτυξης.

    Καθώς χτίζονται οι πολυκατοικίες, οι καλλιτέχνες ανακαλύπτουν ένα νέο εικαστικό πεδίο για τη μελέτη της σύνθεσης, την επεξεργασία του χώρου και της ανθρώπινης μορφής. Ο φακός στρέφεται από τη μεγάλη εικόνα στις καθημερινές ιστορίες των εργατών της οικοδομής δημιουργώντας νέες αφηγήσεις για τις συναντήσεις των σωμάτων στον χώρο και τον χρόνο.

    Χρύσα Ρωμανού «Reportaz», 1965
    Χρύσα Ρωμανού «Reportaz», 1965

    Αλλά και ο μικρόκοσμος της καθημερινής ζωής, η οργάνωση του ιδιωτικού χώρου, η σχέση του μέσα με το έξω αποτελούν προνομιακά πεδία για μια θεματογραφία που εξελίσσεται, ενώ η πόλη αλλάζει. Ο ρυθμός της προσωπικής ζωής επηρεάζεται από τις μετακινήσεις προς το αστικό κέντρο, αλλά και από τις απαιτήσεις της ζωής της πόλης. Τόσο εκείνοι που φεύγουν για το εξωτερικό όσο και εκείνοι που μεταναστεύουν από την επαρχία στα αστικά κέντρα συμβάλλουν με τον τρόπο τους στο βίωμα της πόλης.

    Παράλληλα, τόποι μαζικής συνάθροισης, όπως το γήπεδο, αποκτούν σημασία όχι μόνο στην κουλτούρα της διάθεσης του ελεύθερου χρόνου, αλλά και στο αίσθημα του συνανήκειν. Οι τρόποι διασκέδασης, τα θεάματα και οι καταναλωτικές συμπεριφορές εμπλουτίζονται και διαφοροποιούνται. Μέσα από την απεικόνιση σκηνών εργασίας, διακοπών και διασκέδασης έχουμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε την κοινωνική διάσταση της θεματογραφίας που ο κάθε καλλιτέχνης επιλέγει να μελετήσει, αλλά και τη χορογραφία των ανθρώπινων κινήσεων στον δημόσιο χώρο. Τα θέλγητρα της πόλης επιφέρουν αλλαγές στα πρότυπα και επηρεάζουν την εικόνα του σώματος.

    Οι αντιθέσεις

    Κατά τη δεκαετία του 1960 αναδεικνύεται η ρεαλιστική πρόθεση ορισμένων δημιουργών να επισημάνουν τα προβλήματα και τις αντιθέσεις της καθημερινής ζωής στη μεγαλούπολη με κριτική ματιά. Εξαιρετικό εικαστικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εκδοχές απεικόνισης των ενδιάμεσων χώρων ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό, όπως είναι η βεράντα, το κατώφλι, η οπίσθια όψη των οικοδομών, η σκάλα, η θέα από το παράθυρο,  εκεί που συναντιούνται το μέσα με το έξω, για να μας αποκαλύψουν το πώς βιώνεται η πόλη από άτομα και ομάδες διαφορετικού φύλου και κοινωνικής προέλευσης.

    Προς το τέλος, η υλικότητα αποκτά καινούργιο νόημα στο έργο καλλιτεχνών που εξετάζουν εννοιολογικά τη διάσταση του αστικού βιώματος. Κατά τη δεκαετία του 1970 η υλικότητα αποκτά καινούργιο νόημα στο έργο καλλιτεχνών που πραγματεύονται την εννοιολογική πτυχή του αστικού βιώματος. Οι προσδοκίες, οι διαψεύσεις, οι συγκρούσεις και οι διεκδικήσεις έχουν υλικό βάρος, αφήνουν το ίχνος τους όχι μόνο στον δρόμο αλλά και στην επιφάνεια του καμβά, αιχμαλωτίζονται από τον φακό, χαράσσονται στο ξύλο, σχεδιάζονται ή τυπώνονται στο χαρτί, αναπτύσσονται στον χώρο, τροφοδοτούν τα όνειρα, τις διεκδικήσεις και τη φαντασία μας.

    Παναγιώτης Τέτσης «Φουτ-μπολ Ι», 1960
    Παναγιώτης Τέτσης «Φουτ-μπολ Ι», 1960

    Info:

    Εθνική Πινακοθήκη: Βασ. Κωνσταντίνου 50, www.nationalgallery.gr

    Έκθεση: Αστυγραφία / Urbanography. Η ζωή της πόλης τις δεκαετίες 1950-1970».

    Διάρκεια: 21 Ιουνίου 2023 – 3 Μαρτίου 2024

    Διαβάστε επίσης:

    Ο Ρούμπενς κι ένας πίνακας χωρίς ταυτότητα για 300 χρόνια

    Νίκος Σταμπολίδης: «Αυτά τα μάρμαρα λάμπουν στον ήλιο μόνον εδώ» – Επέτειος Μουσείου Ακρόπολης

    Εκατομμύρια δολάρια για κόμικ με τον Σούπερμαν

    ──────────────────

    Εκλογές 2023



    ΣΧΟΛΙΑ