array(0) {
}
        
    
Menu
0.13%
Τζίρος: 144.31 εκατ.

Συντάξεις: Το 41% των συνταξιούχων παίρνει πάνω από 1.000 ευρώ – Οι ανισότητες δημοσίου και ιδιωτικού τομέα 

Αφιέρωμα - Γυναίκα

Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στο Βυζάντιο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης: Γράφει η δρ Ευαγγελία Αγγέλκου

Επιμέλεια: Μαρία Θερμού

Το mononews κάλεσε διευθυντές, επιμελητές και προϊσταμένους Μουσείων και Εφορειών Αρχαιοτήτων της χώρας να γνωρίσουν στο κοινό εκθέματα των συλλογών τους, που σχετίζονται με τον κόσμο της γυναίκας στην αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Αντικείμενα που αναφέρονται στην γυναίκα ως σύζυγο, μητέρα και κόρη ως ιέρεια, ποιήτρια, εταίρα, ιερόδουλη, δούλη.

Βασικός στόχος να διευρυνθεί η γνώση για τον ρόλο της γυναίκας στην Ελλάδα πριν από αιώνες και ταυτόχρονα να αναδειχθεί ο πλούτος κάθε μουσείου.

1

 

Ακολουθεί το κείμενο της δρος Ευαγγελίας Αγγέλκου, Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Συλλογών και Εκθέσεων του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού

 

Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης έργο του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου
Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης έργο του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου

Βγαίνοντας από τα όρια της βυζαντινής Θεσσαλονίκης, πέρα από τα νοτιοανατολικά τείχη και παίρνοντας τον δρόμο για την παλιά συνοικία των Εξοχών μέσω της Λεωφόρου Στρατού, απέναντι από τον παλιό οθωμανικό στρατώνα, που σχεδίασε ο εμβληματικός για τη Θεσσαλονίκη αρχιτέκτονας Βιταλιάνο Ποζέλι, και σήμερα στεγάζει το Γ’ Σώμα Στρατού, ο περιπατητής αντικρίζει το κτήριο του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού με τα χαρακτηριστικά κόκκινα τούβλα και το εμφανές μπετόν, που σχεδίασε ο χαρισματικός Κυριάκος Κρόκος.

Το μουσείο, που άνοιξε πρώτη φορά για το κοινό το 1994, φιλοξενεί πάνω από 46.000 αντικείμενα που χρονολογούνται από τον 2ο έως και τον 21ο αιώνα προερχόμενα κυρίως από τη συλλογή της πρώην 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Η πρωτοπόρα παρουσίαση των εκθεμάτων της μόνιμης έκθεσης και ο τρόπος που προσεγγίζει τον βυζαντινό πολιτισμό οδήγησαν το 2005 στη βράβευσή του από το Συμβούλιο της Ευρώπης ως «Ευρωπαϊκό Μουσείο της χρονιάς», διάκριση που δόθηκε για πρώτη φορά σε ελληνικό μουσείο.

Άποψη της έκθεσης «Από την Εικονομαχία στην Λάμψη των Μακεδόνων και των Κομνηνών»
Άποψη της έκθεσης «Από την Εικονομαχία στην Λάμψη των Μακεδόνων και των Κομνηνών»

Μολονότι η γυναίκα σύμφωνα με την διδασκαλία του αποστόλου Παύλου θεωρήθηκε ίση με τον άνδρα και η θέση της χάρη στην χριστιανική θρησκεία αναβαθμίστηκε, στο Βυζάντιο η γέννηση κοριτσιού δεν έφερνε χαρά στην οικογένεια. Το κορίτσι μεγάλωνε στο σπίτι, σπάνια μάθαινε γράμματα, εκτός αν είχε μορφωμένους γονείς και αποκτούσε κάποιες ελευθερίες μόνον μετά τον γάμο του.

Τα κορίτσια παντρεύονταν σε μικρή ηλικία συνήθως στα 13 ή 14 χρόνια τους και τα αγόρια στα 15, μετά από συνοικέσιο που αποφάσιζαν οι γονείς, το οποίο περιλάμβανε και συμφωνία για την προίκα. Με τον γάμο, η γυναίκα μπορούσε να είναι υπεύθυνη για την διαχείριση του σπιτιού και την ανατροφή των παιδιών, να δίνει εντολές στους υπηρέτες, αν είχε, και να κυκλοφορεί ελεύθερα για να πάει στην εκκλησία, στα δημόσια λουτρά ή να επισκεφθεί τους συγγενείς της, κάτι που απαγορευόταν όσο ήταν ανύπανδρη.

Συνήθως περνούσε τον καιρό της στο σπίτι, με κύρια ασχολία τις οικιακές εργασίες, γνέσιμο, ύφανση ρούχων και σκεπασμάτων, ράψιμο, κέντημα, πλύσιμο ρούχων, προετοιμασία του φαγητού και ανατροφή των παιδιών. Διαφορετικός βέβαια ήταν ο τρόπος ζωής των γυναικών της υπαίθρου, οι οποίες, λόγω της απασχόλησής τους μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια στις αγροτικές εργασίες απολάμβαναν μεγαλύτερες ελευθερίες, χωρίς όμως να απαλλάσσονται από τις δουλειές του σπιτιού.

Άποψη της έκθεσης «Παλαιοχριστιανική πόλη και κατοικία», όπου εκτίθενται μαγειρικά σκεύη, πιάτα και διάφορα άλλα σκεύη του σπιτιού
Άποψη της έκθεσης «Παλαιοχριστιανική πόλη και κατοικία», όπου εκτίθενται μαγειρικά σκεύη, πιάτα και διάφορα άλλα σκεύη του σπιτιού

Αν και η γυναίκα του βυζαντινού κόσμου ζούσε περιορισμένη στο σπίτι, οι πηγές και τα ανασκαφικά ευρήματα προσφέρουν αρκετά στοιχεία, που επιβεβαιώνουν την ανάληψη πρωτοβουλιών εκ μέρους των γυναικών σε θέματα αυτοδιαχείρισης της περιουσίας και επαγγελματικής δραστηριότητας. Διάφορες αιτίες και περιστάσεις, όπως η χηρεία, η έλλειψη άρρενα απογόνου, η ανάγκη προσφοράς βοήθειας στον σύζυγο ή τον πατέρα αλλά και η προσωπικότητα και ικανότητα κάποιων γυναικών οδήγησαν κάποιες φορές στην υπέρβαση των κοινωνικών περιορισμών και στην ανάδειξη της γυναίκας σε θέση δυναμικού επαγγελματία ή ακόμα και κοινωνικού ευεργέτη.

Μία από τις πιο μορφωμένες και διακεκριμένες γυναίκες του Βυζαντίου ήταν η πρώτη γυναίκα ιστορικός Άννα Κομνηνή, κόρη του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού, η οποία στο έργο της «Αλεξιάς» τονίζει με πικρία, ότι ζει σε μια κοινωνία, που δεν της επιτρέπει να αναδειχθεί σε ρόλους πέρα από τους παραδοσιακά γυναικείους. Δεν διστάζει να αναφερθεί μάλιστα και στην ανατομική διαφορά, που την κάνει να μειονεκτεί απέναντι στους άνδρες: «Ἀλλ’ ἐγὼ γυνὴ γεννηθεῖσα καὶ φύσιν τρυπίαν ἔχουσα ἀντὶ τοῦ κρεμαμένου, οὐκ ἠδυνήθην ὡς οἱ ἄρρενες στρατηγὸς γενέσθαι καὶ μάχην ἡγεῖσθαι».

Άποψη της έκθεσης «Το Βυζαντινό Κάστρο»
Άποψη της έκθεσης «Το Βυζαντινό Κάστρο»

Στην συλλογή του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού περιλαμβάνονται πολλά αντικείμενα, που συνδέονται με τις καθημερινές γυναικείες ασχολίες στο σπίτι, όπως μαγειρικά σκεύη και αγνύθες αργαλειού. Για την εμφάνιση και ενδυμασία των γυναικών αντλούμε πληροφορίες από τις ταφικές τοιχογραφίες αλλά και τις φορητές εικόνες.

Για τον καλλωπισμό, πολύτιμα στοιχεία μας προσφέρουν ανασκαφικά ευρήματα από την πόλη και τα νεκροταφεία της Θεσσαλονίκης, όπως χτένες, μυροδοχεία και ωτογλυφίδες για την εφαρμογή καλλυντικών αλλά και κοσμήματα, σκουλαρίκια, βραχιόλια, δαχτυλίδια και περιδέραια.

Σύμβολο παρηγοριάς και ελπίδας και πρότυπο για κάθε γυναίκα του βυζαντινού κόσμου είναι η Παναγία, η μητέρα του Χριστού. Η Παναγία ως η εξοχότερη των γυναικών εξύψωσε και αναβάθμισε τη γυναίκα. Είναι η Πάντων Χαρά, η Οδηγήτρια, η Ελεούσα, η Πλατυτέρα, η Γλυκοφιλούσα. Η εικόνα της Παναγίας Γαλακτοτροφούσας απεικονίζει τη μητρότητα στην ανθρώπινή της διάσταση.

Άποψη της έκθεσης «Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο»
Άποψη της έκθεσης «Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο»

 

Η γυναίκα στην βυζαντινή κοινωνία μέσα από αντικείμενα του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού

Η χύτρα για το καθημερινό φαγητό

Πήλινο μαγειρικό σκεύος (χύτρα) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας, 6ος – 7ος αιώνας
Πήλινο μαγειρικό σκεύος (χύτρα) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας, 6ος – 7ος αιώνας

Η μικρή αυτή χύτρα με δύο λαβές είναι κατασκευασμένη στον κεραμικό τροχό από πηλό με προσμείξεις χαλαζία, γεγονός που την καθιστά πυρίμαχη και κατάλληλη για το μαγείρεμα στη φωτιά. Έχει ευρύ στόμιο για να διευκολύνεται η παρασκευή του φαγητού, φουσκωτή κοιλιά και αποστρογγυλεμένη βάση, ώστε να τοποθετείται εύκολα σε μεταλλική πυροστιά. Ήταν ένα σκεύος, που δεν έλειπε από κανένα σπίτι, και το βρίσκουμε σε διάφορα μεγέθη, ανάλογα με τον αριθμό των μελών της οικογένειας. Η συγκεκριμένη χύτρα είναι για δύο μερίδες φαγητό.

Το μαγείρεμα ήταν μία από τις καθημερινές ασχολίες των γυναικών. Η διατροφή των βυζαντινών βασιζόταν κυρίως στο ψωμί, το λάδι, το κρασί, τα όσπρια, τα λαχανικά, τα φρούτα και τα ψάρια. Δεν έλειπαν και τα γαλακτοκομικά, όπως τυριά και γιαούρτι. Κρέας έτρωγαν σπάνια, κυρίως στις μεγάλες γιορτές. Συνηθισμένο φαγητό ήταν και το σφογγάτο, ένα είδος ομελέτας με κρεμμύδι. Η παλατιανή κουζίνα καθώς και η κουζίνα των ανώτερων τάξεων ήταν διαφορετική και ιδιαίτερα πλούσια. Περιελάμβανε ορεκτικά όπως χαβιάρι και αυγοτάραχο, άγρια κυνήγια και πουλερικά γεμιστά με αμύγδαλα και σάλτσα ρόδι.

 

Όρθιος αργαλειός, βασικός εξοπλισμός του σπιτιού

Αφαιρετική απόδοση όρθιου αργαλειού με υφαντικά βάρη (αγνύθες) των παλαιοχριστιανικών χρόνων
Αφαιρετική απόδοση όρθιου αργαλειού με υφαντικά βάρη (αγνύθες) των παλαιοχριστιανικών χρόνων

Οι πήλινες αγνύθες είναι συνηθισμένο ανασκαφικό εύρημα και αποτελούν τους μόνους μάρτυρες της παρουσίας του κάθετου αργαλειού με βάρη. Πρόκειται για υφαντικά βάρη, σκοπός των οποίων ήταν να κρατούν τα νήματα του αργαλειού τεντωμένα, ώστε να διευκολύνεται η διαδικασία της ύφανσης. Δένονταν στα κάτω άκρα των στημονιών, όχι όμως απ’ ευθείας σε αυτά, αλλά σε ένα μικρό ξυλάκι ή έναν μεταλλικό κρίκο, που περνούσε από την οπή τους. Σε κάθε αγνύθα δένονταν όχι ένα, αλλά πολλά στημόνια.

Ο κάθετος αργαλειός αποτελείται από δύο κάθετα δοκάρια και από ένα οριζόντιο, το οποίο ενώνεται με τα δύο κάθετα στην επάνω άκρη τους. Στο οριζόντιο δοκάρι, που λέγεται κανόνας στερεώνονται τα στημόνια, που τεντώνονται δια του βάρους τους με μία σειρά από αγνύθες, δεμένες στις κάτω άκρες τους. Τα στημόνια χωρίζονται σε δύο σειρές ανά ένα.

Η μία σειρά μένει με τη βοήθεια του κανόνα ακίνητη, ενώ η δεύτερη σειρά των στημονιών μετακινείται μπρος και πίσω προσαρμοσμένη σε έναν δεύτερο κανόνα ώστε να σχηματίζεται κάθε φορά άνοιγμα για να περνάει η κλωστή. Οι αγνύθες που χρησιμοποιούνται σε έναν αργαλειό πρέπει να έχουν το ίδιο βάρος, ώστε να ασκείται η ίδια τάση σε όλα τα στημόνια και να γίνει το ύφασμα ομοιόμορφο. Διαφορετικού βάρους αγνύθες χρησιμοποιούσαν για τα μάλλινα και τα βαμβακερά υφάσματα και άλλες για τα μεταξωτά.

Ο αργαλειός – το εργαλείο χωρίς όνομα- αποτελούσε βασικό εξοπλισμό του σπιτιού και πολύ σημαντική ενασχόληση για τις γυναίκες. Σε αυτόν ύφαιναν τα ρούχα της οικογένειας αλλά και τα διάφορα άλλα υφάσματα, όπως τα στρωσίδια του κρεβατιού.

Χτένι για την γυναικεία κόμμωση

Οστέινο χτένι (5ος – 6ος αιώνας) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας
Οστέινο χτένι (5ος – 6ος αιώνας) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας

Οστέινο χτένι, που φέρει στις δύο μακριές πλευρές του από μία σειρά δοντιών, μία με λεπτότερα πυκνά και μία με χοντρότερα και πιο αραιά δόντια και διαμορφώνει κυματοειδείς απολήξεις στις στενές. Στα χτένια αυτού του τύπου η σειρά με τα χοντρά και αραιά δόντια χρησιμεύει για το ξέπλεγμα των μαλλιών ενώ η σειρά με τα λεπτά και πυκνά για τον καθαρισμό και το γυάλισμα τους. Καθώς τα μακριά μαλλιά ήταν απαραίτητο στοιχείο της γυναικείας ομορφιάς, οι κομμώσεις των πρώτων βυζαντινών χρόνων συνίσταντο σε τρόπους προσαρμογής της μακριάς κόμης στο κεφάλι.

Από τον 4ο μέχρι τον 6ο αιώνα παρατηρούνται τρεις τύποι γυναικείας κόμμωσης σε διάφορες παραλλαγές. Στον πρώτο, τα μαλλιά κάνουν χωρίστρα στη μέση – μερικές φορές χωρίζονται σε δύο κοτσίδες- και είτε μαζεύονται στη βάση του λαιμού είτε στερεώνονται στην κορυφή του κεφαλιού. Στον δεύτερο τύπο τα μαλλιά χωρίζουν στη μέση και πλέκονται με δύο βαριές πλεξίδες, που γυρίζουν και στεφανώνουν το κεφάλι σαν στέμμα ενώ ο τρίτος είναι ο γνωστός από την κλασική αρχαιότητα κότσος (κρήδεμνον) με τα μαλλιά μαζεμένα γύρω από τον αυχένα.

Προθήκη με αντικείμενα καλλωπισμού
Προθήκη με αντικείμενα καλλωπισμού

Οι πηγές αναφέρουν και «πλοκάμων ενουλισμούς», την μετατροπή δηλαδή, των ίσιων μαλλιών σε σπαστά με τη χρήση μασιάς. Αναφέρονται επίσης και νόθοι πλόκαμοι (προσθετική μαλλιών, extension) αλλά και πλόκαμοι σφιγγόμενοι χρυσώ.

Οι περόνες συγκρατούσαν τα μαλλιά στον αυχένα κατά το σεμνόν έθος ενώ όμως, ο στολισμός της κεφαλής με πολλές περόνες, που ήταν κατασκευασμένες από ελεφαντόδοντο, κέλυφος χελώνας και μερικές φορές κοσμούνταν με μαργαριτάρια ψέγεται από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Οι πηγές μας πληροφορούν ακόμη και για τη συνήθεια της βαφής των μαλλιών με κιγχόνα (φλοιός δέντρου) ή μαύρο χρώμα.

Η χορεύτρια από την Αίγυπτο

Οστέινο πλακίδιο (3ος αιώνας) από την Αίγυπτο. Μακροχρόνιο δάνειο από το Μουσείο Μπενάκη
Οστέινο πλακίδιο (3ος αιώνας) από την Αίγυπτο. Μακροχρόνιο δάνειο από το Μουσείο Μπενάκη

Οστέινο κυρτό πλακίδιο από την Αίγυπτο, που χρησίμευε για την επένδυση ξύλινων επίπλων. Εικονίζεται μία νεαρή κοπέλα, που χορεύει με έντονες κινήσεις κρατώντας στο δεξί υψωμένο της χέρι ένα τύμπανο ενώ το αριστερό είναι λυγισμένο μπροστά στο σώμα της. Φορά χιτώνα και έχει τα μαλλιά της στολισμένα με κορδέλα.

Στις πηγές αναφέρεται, ότι υπήρχαν γυναίκες, που εργάζονταν στον χώρο του θεάματος ως επαγγελματίες ηθοποιοί, μουσικοί, χορεύτριες, αυλητρίδες και κροταλίδες. Υπέγραφαν μάλιστα και συμβόλαια για τις υπηρεσίες τους, όπου αναφέρονταν οι ημέρες εργασίας, η υποχρέωση διαφύλαξης των ενδυμάτων τους από εκείνον που τους προσέλαβε και η αμοιβή τους σε χρήμα και τρόφιμα (δηλαδή «άρτους, κεράμια οίνου και όξους, αρτάβες -μέτρο βάρους- κριθής»).

Στην Αίγυπτο συνήθιζαν να προσλαμβάνουν τον 4ο -5ο αιώνα αυλητρίδες για να συνοδεύουν με τη μουσική τους τον τρύγο και τη ληνοβασία. Θεατρίνα του ιπποδρόμου ήταν και η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, πριν γίνει σύζυγος του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α΄ (527-565). Μάλιστα στις πηγές περιγράφονται λεπτομερώς τα τολμηρά θεάματα στα οποία συμμετείχε.

Φρύδια λεπτά και μαύρα

Μπρούντζινη λαβίδα (6ος αιώνας) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας
Μπρούντζινη λαβίδα (6ος αιώνας) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας

Μπρούντζινη λαβίδα καλλωπισμού (τσιμπιδάκι για τα φρύδια). Το σχήμα του είναι παρόμοιο με τα σημερινά τσιμπιδάκια που χρησιμοποιούν οι γυναίκες για να βγάζουν τα φρύδια τους.

Η αισθητική της εποχής ήθελε τα φρύδια λεπτά, γι’ αυτό και οι γυναίκες τα αφαιρούσαν τακτικά. Συχνά μάλιστα τα έβαφαν και με ασβόλη για να δείχνουν μαύρα. Η ασβόλη είναι η μαύρη σκόνη, που σχηματίζεται από την καύση διαφόρων υλικών, κυρίως φυτών, την οποία συνέλλεγαν σε μικρά σκεύη και την εφάρμοζαν στα φρύδια και στα βλέφαρα με τη βοήθεια ειδικού μεταλλικού εργαλείου, της ωτογλυφίδας.

Ο καθρέφτης της φιλαρέσκειας

Χάλκινος καθρέπτης (3ος αιώνας) από την Θεσσαλονίκη
Χάλκινος καθρέπτης (3ος αιώνας) από την Θεσσαλονίκη

Χάλκινος δισκόμορφος καθρέπτης, ελαφρώς κυρτός. Είναι κατασκευασμένος από κράμα χαλκού, το οποίο γυαλιζόταν με επιμέλεια ώστε να αποκτήσει ανακλαστικές ιδιότητες και να μπορεί κάποιος να καθρεφτιστεί με ευκρίνεια. Όσο πιο γυαλισμένος ήταν ένας μεταλλικός καθρέπτης, τόσο καλύτερη ήταν η αντανάκλασή του. Οι καθρέπτες της εποχής ήταν φορητοί και συχνά έφεραν λαβή, που πολλές φορές είναι και διακοσμημένη.

Μερικοί μπορεί να φέρουν και μία μικρή βάση ώστε να μπορεί ο καθρέπτης να τοποθετηθεί όρθιος σε μία επίπεδη επιφάνεια, π.χ. τραπέζι, γεγονός που τον καθιστά πιο πρακτικό, γιατί έτσι ο χρήστης μπορεί να καθρεφτιστεί και ταυτόχρονα να χρησιμοποιεί και τα δύο του χέρια για τον καλλωπισμό του.

Ο καθρέπτης ήταν απαραίτητο εργαλείο για τη γυναικεία φροντίδα και κάθε γυναίκα είχε έναν στην κατοχή της για την καθημερινή της περιποίηση. Η χρήση του ήταν ίδια με τη σημερινή. Με τη βοήθειά του οι γυναίκες χτένιζαν τα μαλλιά τους, σχημάτιζαν τα φρύδια τους, εφάρμοζαν στο πρόσωπό τους τα καλλυντικά τους αλλά και τις διάφορες βαφές. Καθρέπτη δεν χρησιμοποιούσαν μόνο οι γυναίκες. Τον χρησιμοποιούσαν και οι άντρες όταν ξυρίζονταν, για να αποφεύγουν τα κοψίματα. Ο συγκεκριμένος καθρέπτης, που βρέθηκε σε ανασκαφή τάφου στο ανατολικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης συνόδευε την κάτοχό του στην τελευταία της κατοικία.

Τα μπουκαλάκια για τα αρώματα

Γυάλινο μυροδοχείο (αρχές 4ου αιώνα) από την Θεσσαλονίκη
Γυάλινο μυροδοχείο (αρχές 4ου αιώνα) από την Θεσσαλονίκη

Ακέραιο μυροδοχείο από ανοιχτό πράσινο γυαλί. Έχει σώμα σφαιρικό συμπιεσμένο, κυλινδρικό λαιμό και χείλος που ανοίγει ελαφρά προς τα έξω. Σημαντικό στοιχείο του γυναικείου καλλωπισμού αποτελούσαν και τα αρώματα, τα οποία είχαν ως βάση το έλαιο και όχι το οινόπνευμα, όπως τα σημερινά. Τα αρώματα (μύρα) ήταν, ανάλογα με τη σύνθεσή τους, βαριά ή ελαφρά, και πολλά είδη τους εισάγονταν από την Ανατολή (Ινδίες, Περσία, Αραβία, Αίγυπτο), αν και όπως μας παραδίδει ο Ιωάννης ο

Χρυσόστομος, πολλές φορές παρασκευάζονταν από τις ίδιες τις χρήστριες. Τα γνωστά αρώματα της αρχαιότητας ήταν το σούσινον μύρον (αιθέριο έλαιο κρίνου), το μύρσινο (από μύρτο και μύρρινα), η νάρδος, το ρόδον (αιθέριο έλαιο από πέταλα τριαντάφυλλου), η στακτή (από σμύρνα και κινάμωμον), το οινάνθιον (από άνθη άγριου σταφυλιού), το γάλαιον, η σμύρνα, το βηρύλλιον και ο μόσχος.

Η αίσθηση που άφηνε στο διάβα της μια αρωματισμένη γυναίκα περιγράφεται στο βίο της αγίας Πελαγίας, η οποία υπήρξε αρχικά διάσημη εταίρα, που έζησε στα μέσα του 4ου αιώνα και ονομαζόταν Μαργαριτώ: «Διελθοῦσα δι’ ἡμῶν τὸν ἀέρα ὅλον ἐπλήρωσεν τῆς εὐωδίας τοῦ μόσχου καὶ τῶν μύρων τῶν ἐπ’ αὐτῇ». Τα αρώματα τοποθετούνταν σε ειδικά φιαλίδια με ψηλό στενό λαιμό και πώμα, τα μυροδοχεία, που κατασκευάζονταν από γυαλί αλλά και πολλά από πολύτιμα μέταλλα.

Τα κουτιά για τα καλλυντικά

Μολύβδινη πυξίδα (3ος αιώνας) από την Θεσσαλονίκη
Μολύβδινη πυξίδα (3ος αιώνας) από την Θεσσαλονίκη

Μολύβδινη κυλινδρική πυξίδα για καλλυντικά με επίπεδο κάλυμμα. Η φροντίδα του προσώπου ήταν βασικό στοιχείο της γυναικείας περιποίησης. Δυστυχώς όμως, τις περισσότερες πληροφορίες για αυτήν τις παίρνουμε από άνδρες, κυρίως εκκλησιαστικούς συγγραφείς που ψέγουν τις γυναίκες για τις συνήθειές τους.

Ο Κλήμης από την Αλεξάνδρεια στο κεφάλαιο «Ότι ου χρή καλλωπίζεσθαι» του βιβλίου του «Παιδαγωγός» αλλά και ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας πληροφορούν, ότι για την εύχροια και στίλβωση του προσώπου συνηθισμένη ήταν η χρήση αποπατημάτων σαύρας ή «αφρών σηπεδόνων» (προϊόν σήψις) αλλά και τα καταπλάσματα (δηλαδή οι μάσκες προσώπου) με φυράματα, «χία γη» (κιμωλία) ή σικυώνειον έλαιον.

Για την βαφή και τον εξωραϊσμό του προσώπου συνηθιζόταν η χρήση επιτριμμάτων, όπως η κάλυψη με αραιωμένο ασβέστη (είδος make up) και το τρίψιμο στα μάγουλα της ρίζας «έγχουσας» ώστε να πάρουν κόκκινο χρώμα. Γι’ αυτό, όσες γυναίκες έβαζαν κοκκινάδι αποκαλούνταν εγχουσιζόμεναι. Επίσης το βάψιμο των φρυδιών γινόταν με ασβόλη για να δείχνουν μαύρα ενώ το κόκκινο της έγχουσας χρησιμοποιούνταν και για τα χείλη.

Το απόλυτο εργαλείο καλλωπισμού

Χάλκινη «ωτογλυφίδα» (5ος -6ος αιώνας) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας
Χάλκινη «ωτογλυφίδα» (5ος -6ος αιώνας) από τις Λουλουδιές Κίτρους Πιερίας

Χάλκινες ωτογλυφίδες από λεπτό στέλεχος κυκλικής διατομής με αιχμηρή απόληξη στο ένα άκρο και κάθετη κυκλική σπάτουλα στο άλλο. Με τις ωτογλυφίδες, που ήταν κατασκευασμένες από μέταλλο, συνήθως κάποιο κράμα του χαλκού, χωρίς να λείπουν και παραδείγματα από ασήμι και χρυσό, γινόταν από τις γυναίκες η εφαρμογή των βαφών, κυρίως στα μάτια.

Όπως πληροφορούμαστε από τις πηγές, για να γίνουν τα βλέφαρα γραπτά έβραζαν σε τσουκάλι φρέσκο καρύδι που στη συνέχεια το κοπανούσαν και παρασκεύαζαν με αυτό μια κρέμα με μέλι και λίπος από αγριοκάτσικο. Για το βάψιμο των ματιών (υπογραφάς οφθαλμών) έκαιγαν ξύλο δάφνης και ανακάτευαν τη στάχτη του με λάδι.

Επειδή οι γυναίκες οιστρηλατούνται «στιβιζόμεναι» και «χρωματιζόμεναι» προκαλούν την αγανάκτηση του Κοσμά Ιεροσολύμων. Το ρήμα στιβίζομαι προέρχεται από το στίμμι, το θειούχο αντιμόνιο, που αποκαλείται «ομματογράφος» ή «καλλιβλέφαρον» και χρησίμευε για τη βαφή των ματιών. Το στίμμι αναφέρεται στα κείμενα και ως «κόχλος», «χολάς», ή «λαχάς», και παρασκευαζόταν κατά τον Διοσκουρίδη «εκ λιγνύος ή στροβίλων πίτυος, ή υγράς πίσσης ή και αμπελίτιδος γης». Οι ωτογλυφίδες χρησιμοποιούνταν και στην ιατρική για την εφαρμογή φαρμάκων με ακρίβεια.

Μια γυναίκα της αστικής τάξης

Τοιχογραφία από τον δυτικό τοίχο καμαρωτού τάφου της Θεσσαλονίκη (320-340) με σκηνή νεκρικής λατρείας
Τοιχογραφία από τον δυτικό τοίχο καμαρωτού τάφου της Θεσσαλονίκη (320-340) με σκηνή νεκρικής λατρείας

Σκηνή οικογενειακής νεκρικής λατρείας στην οποία παρίστανται ζεύγος συζύγων και τα δύο παιδιά τους, ανάμεσα στα οποία υπάρχει τραπέζι με αγγείο για τις χοές. H οικογένεια τελεί μία επετειακή νεκρική τελετή με προσφορές, μπροστά από το στολισμένο με γιρλάντες τάφο προς τιμήν της μητέρας ενός από τους συζύγους, Αυρηλίας Πρόκλας, η οποία αποκαλείται «μητέρα πάντων» και εικονίζεται στον βόρειο τοίχο μέσα σε παραδείσιο τοπίο.

Η απεικόνιση της συζύγου διασώζει την εικόνα μιας γυναίκας της ανώτερης αστικής τάξης της εποχής. Τα μαλλιά της, που είναι στολισμένα με μαργαριτάρια, είναι χτενισμένα με χωρίστρα στη μέση και σχηματίζουν δύο κοτσίδες, που στερεώνονται στην κορυφή του κεφαλιού σχηματίζοντας ένα στέμμα, σύμφωνα με τη μόδα της εποχής.

Το ένδυμά της είναι μακρύ, ωχροκίτρινου χρώματος με φαρδιά τριγωνικά μανίκια και ζώνεται κάτω από το στήθος με κόκκινη ζώνη. Διακοσμείται με δύο πλατιές, σκούρες κάθετες ταινίες με κροσσωτές άκρες ενώ ζεύγος ταινιών στολίζει τα μανίκια. Τα υποδήματά της είναι κόκκινα, διάτρητα και από μέσα φοράει κάλτσες. Στο λαιμό, φοράει περιδέραιο από μεγάλα μαργαριτάρια.

Στον βόρειο τοίχο, η ηλικιωμένη μητέρα φορά ανάλογο ένδυμα, λίγο πιο απλό αλλά έχει το κεφάλι καλυμμένο με «μαφόριο» ή «μαφόρτη» (μαντήλι), κάτω από το οποίο συγκρατούσαν τα μαλλιά με «μιτέλλα», ελαφρύ κάλυμμα σαν μαντήλι από μετάξι, τραχύ ή λεπτό λινό ύφασμα ή δίχτυ.

Τα ενώτια της ανώτερης τάξης

Ζεύγος χρυσών ενωτίων (10ος αιώνας) από την Θεσσαλονίκη
Ζεύγος χρυσών ενωτίων (10ος αιώνας) από την Θεσσαλονίκη

Χρυσά σκουλαρίκια που αποτελούνται από ανοιχτό κρίκο, ο οποίος διακοσμείται με χρυσές κουκκίδες και φέρει στο κάτω μέρος του τριπλή σειρά μαργαριταριών. Τέτοιου είδους βαριά σκουλαρίκια δεν έμπαιναν απ’ ευθείας στο αυτί αλλά τοποθετούνταν σε απλό κρίκο, που φορούσαν μόνιμα οι γυναίκες στο αυτί τους. Την εμφάνιση των γυναικών, συμπλήρωναν τα διάφορα κοσμήματα από χρυσό, ασήμι και πολύτιμους λίθους για τις γυναίκες των ανώτερων τάξεων και φθηνές απομιμήσεις από χαλκό, γυαλί, πηλό και οστό για τις φτωχότερες.

Τα χρυσά με πολύτιμες πέτρες ή μαργαριτάρια κοσμήματα (βραχιόλια, σκουλαρίκια, περιδέραια) φυλάσσονταν σε πολυτελείς ή απλούστερες πυξίδες, που κλείδωναν με ασφάλεια. Τα σκουλαρίκια αυτά αποτελούν έξοχο παράδειγμα της βυζαντινής κοσμηματοποιίας των μέσων βυζαντινών χρόνων.

Το μολυβδόβουλο μιας αυτοκράτειρας

Μολυβδόβουλλο της αυτοκράτειρας Ειρήνης Κομνηνής Δούκαινας Παλαιολογίνας (1273-1317), αγορά από τη συλλογή Ζάχου (α΄ όψη)
Μολυβδόβουλλο της αυτοκράτειρας Ειρήνης Κομνηνής Δούκαινας Παλαιολογίνας (1273-1317), αγορά από τη συλλογή Ζάχου (α΄ όψη)

Μολυβδόβουλλο, δηλαδή μολύβδινη σφραγίδα, που διασφάλιζε το απόρρητο της αλληλογραφίας, της αυτοκράτειρας Ειρήνης Κομνηνής Δούκαινας Παλαιολογίνας. Στην μία όψη εικονίζεται η Παναγία ένθρονη με τον Χριστό στα γονατά της στον τύπο της Πλατυτέρας. Στην πίσω όψη υπάρχει ολόσωμο πορτρέτο της αυτοκράτειρας Ειρήνης, η οποία φοράει αυτοκρατορικό ένδυμα και κρατά σκήπτρο με το δεξί της χέρι.

Τη συνοδεύει η επιγραφή «Ειρήνη, ευσεβεστάτη αυγούστα, Δούκαινα η Παλαιολογίνα». Η αυτοκράτειρα Ειρήνη ήταν η δεύτερη σύζυγος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου (1282-1328). Πρόκειται για τη Γιολάντα τη Μομφερατική, η οποία καταγόταν από τον οίκο του λατινικού βασιλείου της Θεσσαλονίκης (1204-1224), το οποίο ιδρύθηκε από τους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας.

Μολυβδόβουλλο της αυτοκράτειρας Ειρήνης Κομνηνής Δούκαινας Παλαιολογίνας (1273-1317), αγορά από τη συλλογή Ζάχου (β΄ όψη)
Μολυβδόβουλλο της αυτοκράτειρας Ειρήνης Κομνηνής Δούκαινας Παλαιολογίνας (1273-1317), αγορά από τη συλλογή Ζάχου (β΄ όψη)

Η Γιολάντα πήρε το όνομα Ειρήνη το 1285, όταν παντρεύτηκε τον Ανδρόνικο Β΄ μετά τον θάνατο της πρώτης του γυναίκας, Άννας της Ουγγαρίας. Όταν ο Ανδρόνικος θέλησε να συνάψει συμμαχία με τον ηγεμόνα των Σέρβων Στέφανο Ούρος Μιλούτιν του πρότεινε να παντρευτεί την αδελφή του Ευδοκία, που ήταν χήρα. Η Ευδοκία όμως αρνήθηκε και για να μην χαλάσει η συμφωνία, ο Ανδρόνικος πρότεινε την κόρη που είχε με την Ειρήνη, την Σιμωνίδα, η οποία όμως ήταν 4 χρονών, όταν ο γαμπρός ήταν 46.

Ο Μιλούτιν δέχτηκε και για να συγγενέψει με τον βυζαντινό αυτοκράτορα χώρισε την τρίτη του γυναίκα. Ο γάμος έγινε στη Θεσσαλονίκη, το 1299. Έκτοτε, η Ειρήνη-Γιολάντα παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη μέχρι τον θάνατό της, το 1317 και δεν επέστρεψε στον σύζυγό της στην Κωνσταντινούπολη. Όπως προκύπτει από τα ιστορικά γεγονότα, η Ειρήνη δεν συγχώρεσε ποτέ τον σύζυγό της για αυτόν τον αταίριαστο γάμο και παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη, σε κοντινή σχετικά απόσταση από τη Σιμωνίδα.

Άποψη της έκθεσης για την Παλαιοχριστιανική – Πρωτοβυζαντινή περίοδο
Άποψη της έκθεσης για την Παλαιοχριστιανική – Πρωτοβυζαντινή περίοδο

 

Βιογραφικό

Η Ευαγγελία Αγγέλκου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στην «Προστασία, συντήρηση και αποκατάσταση μνημείων Πολιτισμού» της Πολυτεχνικής Σχολής του ίδιου Πανεπιστημίου.

Επίσης, είναι διδάκτωρ Βυζαντινής Αρχαιολογίας του Πανεπιστήμιου Αθηνών με θέμα διατριβής «Εργαλεία και επαγγελματικές – εμπορικές δραστηριότητες στο επισκοπικό συγκρότημα στις Λουλουδιές Κίτρους. Η μαρτυρία των αρχαιολογικών ευρημάτων (5ος – 8ος αιώνας)».

Από το 1998 έως το 2004 εργάστηκε ως ωρομίσθια αρχαιολόγος στην πρώην 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Το 2005 διορίστηκε στο υπουργείο Πολιτισμού, ύστερα από γραπτό διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και σήμερα υπηρετεί στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού ως προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συλλογών και Εκθέσεων. Έχει γράψει άρθρα που αφορούν μικροτεχνία, λυχνάρια, εργαλεία, κοσμήματα, νομίσματα, κεραμική, την τοπογραφία της Θεσσαλονίκης μέσα από παλιές καρτ-ποστάλ αλλά και τη γυναίκα στη βυζαντινή κοινωνία.

Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης
Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης

 

Ανακαλύψτε το Αφιέρωμα «Η γυναίκα στο μουσείο»

Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας: Γράφει η δρ Ελένη Ανδρίκου
Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Μουσείο Μπενάκη: Γράφει ο δρ Γιώργης Μαγγίνης
Μυτιλήνη: Επιτέθηκε και τραυμάτισε άγνωστη του γυναίκα και αφέθηκε ελεύθερος
Ευχή στα ελληνικά σε βυζαντινό μοναστήρι στο Ισραήλ
Κρήτη-Ηράκλειο: Γυναίκα περιέλουσε το σπίτι της με εύφλεκτο υλικό για να το κάψει
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος «αυτοπροσώπως» – Σπουδαίο εύρημα στην Αιγιάλεια
Το Βυζάντιο στο Λούβρο – Ειδικό τμήμα για τη βυζαντινή και την ανατολική χριστιανική τέχνη
Ιράν: Πως «φιμώνει» αντιφρονούντες σε ψυχιατρικά νοσοκομεία – Τι καταγγέλλει το Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα
Η γυναίκα σε πρώτο πλάνο – Μεγάλη έκθεση από τη συλλογή έργων τέχνης της Alpha Bank
Ρέθυμνο: Γυναίκα βρέθηκε νεκρή σε παραλία – Δίπλα της ήταν ο μεθυσμένος σύντροφός της