ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Επιμέλεια: Μαρία Θερμού
Ποιες ήταν οι εορταστικές τελετουργίες στην αυλή του βυζαντινού αυτοκράτορα; Ποια η πορεία του από τα ανάκτορα προς την Αγία Σοφία; Και ποια η επίσημη ενδυμασία του; Πώς ήταν το επίσημο αυτοκρατορικό τραπέζι με τα πολυτελή σκεύη; Πότε και πώς καθιερώθηκαν οι χριστιανικές γιορτές και ποια ήταν τα έθιμα του Δωδεκαημέρου;
Αρχαιολόγοι, ιστορικοί της τέχνης, ειδικοί επιστήμονες στην ιστορία και τον πολιτισμό του Βυζαντίου απαντούν με κείμενά τους στο επετειακό αφιέρωμα του mononews για τις Γιορτές των Χριστουγέννων.

Βασιλέων ἐστὶν ἡ πολιτικὴ εὐταξία
Ἰωάνν. Δαμασκηνός, Or. de Imag. II, 12
Περί τα μέσα του 10ου αιώνα, σε μια εποχή αξιοσημείωτης ανάπτυξης των γραμμάτων και των τεχνών, ο λόγιος βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (905–959) εξέδωσε την πραγματεία Περὶ Βασιλείου Τάξεως. Βασισμένο σε παλαιότερες γραπτές πηγές και σε σύγχρονες πρακτικές, το έργο αυτό, σε δύο βιβλία, συγκεντρώνει και κωδικοποιεί με εντυπωσιακή λεπτομέρεια το πρωτόκολλο των τελετουργιών της βυζαντινής αυτοκρατορικής Αυλής. Έτσι, η εθιμοτυπία αυτή, «ἡ ἐπαινετὴ τάξις», προβάλλεται ως σημαντικό στοιχείο της δημόσιας εικόνας του αυτοκράτορα, της σχέσης Κράτους και Εκκλησίας, αλλά κυρίως της εύρυθμης λειτουργίας της κρατικής μηχανής.
Το Περὶ Βασιλείου Τάξεως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και στην αυτοκρατορική συμμετοχή στον εορτασμό των Χριστουγέννων, μιας από τις μεγαλύτερες δεσποτικές εορτές.
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή τελετουργία η οποία περιλάμβανε πομπή του αυτοκράτορα και της ακολουθίας του μέσα στο πελώριο συγκρότημα των ανακτόρων, το Ιερόν ή Μέγα Παλάτιον, με στάσεις σε προκαθορισμένα σημεία του, πορεία από τα ανάκτορα προς την Αγία Σοφία –τον καθεδρικό ναό της βυζαντινής πρωτεύουσας–, συμμετοχή του αυτοκράτορα στη θεία λειτουργία, πρωτοστατούντος του πατριάρχη, και, μετά το πέρας της, επιστροφή στα βασιλικά διαμερίσματα.
Η ακριβής ιχνηλάτηση του συνόλου της πορείας και των στάσεων της πομπής μέσα στα ανάκτορα δεν είναι απόλυτα εφικτή, καθώς από το λαμπρό αυτό σύνολο διατηρούνται σήμερα ελάχιστα υλικά κατάλοιπα και η ανασύνθεσή του, παρά την πρόοδο της έρευνας, παραμένει εν πολλοίς υποθετική.
Στο εξής θα ακολουθήσουμε τον βυζαντινό ηγεμόνα στη διαδρομή του από τα διαμερίσματά του στην Αγία Σοφία για τη χριστουγεννιάτικη θεία λειτουργία – στη μετάβασή του από την κοσμική στην πνευματική σφαίρα.
Την παραμονή της εορτής

Η τελετή των Χριστουγέννων, η οποία περιγράφεται στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου του Πορφυρογεννήτου με το γενικό πρωτόκολλο πέντε μεγάλων εορτών, προετοιμαζόταν από την παραμονή. Την ημέρα εκείνη εισερχόταν ο πραιπόσιτος (ευνούχος, προϊστάμενος της προσωπικής υπηρεσίας του αυτοκράτορα και υπεύθυνος για την προετοιμασία των τελετών) στον Χρυσοτρίκλινο, την αίθουσα του θρόνου.
Ο χώρος αυτός ήταν ο κεντρικός και πλέον επίσημος του νεότερου τμήματος του ανακτόρου, που χρησιμοποιούσαν οι αυτοκράτορες της Μακεδονικής δυναστείας (867–1057). Ο πραιπόσιτος υπενθύμιζε στον αυτοκράτορα την εορτή και λάμβανε την εντολή να οργανώσει την πομπή της επόμενης ημέρας. Ακολούθως, έδινε οδηγίες σε όλες τις υπηρεσίες του παλατιού για τον ρόλο τους σε αυτή τη σπουδαία δημόσια εμφάνιση του αυτοκράτορα.
Ειδοποιούσε επίσης τον έπαρχο (διοικητή) της πόλης να καθαρίσει τους δρόμους, από τους οποίους θα περνούσε ο αυτοκράτορας, και να τους στολίσει με κισσό, δάφνη, μυρτιά, δεντρολίβανο και αρωματικά άνθη της εποχής.
Μέσα στα ανάκτορα

Το πρωί της εορτής, ο αυτοκράτορας, φορώντας το σκαραμάγκιον, ένα μακρύ και στενό χειριδωτό χιτώνα, άφηνε τα βασιλικά διαμερίσματα και πήγαινε να προσευχηθεί στην ψηφιδωτή παράσταση του ένθρονου Χριστού, που κοσμούσε την κόγχη του Χρυσοτρικλίνου. Σε λίγο εισερχόταν στην αίθουσα ο πραιπόσιτος και προσκυνούσε τον αυτοκράτορα.
Ο δεσπότης φορούσε ένα χρυσοποίκιλτο εξωτερικό ένδυμα, το σαγίον, και δια μέσου του χώρου του Φύλακος –του θησαυροφυλακίου βορειανατολικά του Χρυσοτρικλίνου– κατευθυνόταν στον πρώτο σταθμό της διαδρομής του, το Σίγμα του Τρικόγχου, μια ημικυκλική κιονοστοιχία. Εκεί τον υποδέχονταν ανώτατοι στρατιωτικοί και πολιτικοί αξιωματούχοι: το μαγλάβιον (σωματοφύλακες), η εταιρεία (σώμα ξένων μισθοφόρων για την ασφάλεια του παλατιού), ο λογοθέτης (αντίστοιχος πρωθυπουργού), ο πρωτοασηκρήτις (προϊστάμενος του αυτοκρατορικού δικαστηρίου) και ο πρωτονοτάριος (υψηλός διοικητικός αξιωματούχος). Του έδιναν ευχές και τον συνόδευαν.
Από το Σίγμα ο αυτοκράτορας άφηνε το νέο παλάτι και περνούσε στο παλαιό, το λεγόμενο Παλάτι της Δάφνης, το οποίο βρισκόταν βορειότερα και σε υψηλότερα επίπεδα. Η οικοδόμησή του αναγόταν στον 4ο αιώνα, στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στη Δάφνη η πομπή με τον αυτοκράτορα πραγματοποιούσε μία σειρά τελετουργικών στάσεων και προσκυνήσεων, οι οποίες είχαν καθοριστεί από το τυπικό, που είχε διαμορφωθεί μέσα στον χρόνο.
Η έναρξη γινόταν στον πρωτόκτιστο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου, στο ευκτήριο της Αγίας Τριάδος και στο Στενόν, ένα χώρο όπου φυλάσσονταν ιερά κειμήλια, για να ακολουθήσουν ο Βαπτιστήρας, όπου βρίσκονταν τρεις μεγάλοι και περικαλλείς σταυροί και ο Τρίκλινος του Αυγουστέως, μία αίθουσα επίσημων υποδοχών, στην οποία την πομπή υποδέχονταν οι αξιωματούχοι του Χρυσοτρικλίνου και άνθρωποι του αυτοκράτορα και, μαζί με τους μαγλαβίτες και τα μέλη της εταιρείας, του απεύθυναν ευχές.

Επόμενη στάση, στο Οκτάγωνο κουβούκλειο, όπου οι θαλαμηπόλοι, οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με τη φρούρηση και επιτήρηση του αυτοκρατορικού κοιτώνα, περίμεναν παρατεταγμένοι τον μονάρχη και του έδιναν ευχές. Αμέσως μετά ο αυτοκράτορας με την συνοδεία του εισερχόταν στον ναό του Αγίου Στεφάνου, την κύρια εκκλησία του ανακτόρου, και εκεί προσκυνούσε τον μεγάλο, περικαλλή και πολυτίμητο σταυρό του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Ακολουθούσε ο Κοιτώνας της Δάφνης, αίθουσα ανάπαυσης, όπου ο αυτοκράτορας περίμενε τον ρεφερενδάριο (υψηλό εκκλησιαστικό αξιωματούχο), για να του φέρει μήνυμα από τον πατριάρχη αναφορικά με το πώς εξελίσσεται η τελετή στην εκκλησία, και στη συνέχεια η επιστροφή στο Οκτάγωνο κουβούκλειο. Εκεί οι βεστήτορες (επιφορτισμένοι με την αυτοκρατορική ένδυση) φορούσαν στον δεσπότη τη λαμπρή χλαμύδα, που ταίριαζε στην εορτή, και ο πραιπόσιτος του φορούσε το στέμμα.
Με την επίσημη ενδυμασία του πλέον και με το στέμμα, ο αυτοκράτορας εισερχόταν στη Χρυσή Χείρα, τη στοά του Αυγουστέως. Εκεί παρίσταντο και οι αξιωματούχοι του Χρυσοτρικλίνου, ενώ ο οστιάριος (ευνούχος με καθήκοντα θυρωρού) εισήγαγε τους μαγίστρους, τους ανθυπάτους, τους πατρικίους, τους στρατηγούς, τους οφφικιαλίους και τους κλεισουράρχας (υψηλούς διοικητικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους). Προσκυνούσαν τον αυτοκράτορα κατά την τάξη τους και, με νεύμα του, ο πραιπόσιτος αναφωνούσε: «Διατάξτε».
Η αυτοκρατορική πομπή εισερχόταν ακολούθως στο Ονοπόδιο, τον μεγάλο προθάλαμο της Δάφνης, όπου τον αυτοκράτορα προσκυνούσαν ο δρουγγάριος της βίγλης (διοικητής στρατιωτικού σώματος της ανακτορικής φρουράς), ο δρουγγάριος του πλωΐμου (αρχηγός του στόλου που στάθμευε στην Κωνσταντινούπολη), οι βασιλικοί σπαθάριοι (σωματοφύλακες), κρατώντας τα βασιλικά άρματα, και οι μάγιστροι (ανώτατοι αξιωματούχοι).
Ακολουθούσε η σημαντική στάση στο Κονσιστώριο, την αίθουσα του θρόνου του παλαιού ανακτόρου, όπου βρίσκονταν ο σταυρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου και η ράβδος του Μωυσέως. Εκεί, ανάμεσα σε όλους τους αξιωματούχους, ο σιλεντιάριος (επιφορτισμένος με τη ρύθμιση της τάξης και της ησυχίας γύρω από τον αυτοκράτορα, όταν η περίσταση το απαιτούσε), με ένα νεύμα του πραιποσίτου, έλεγε κι αυτός δυνατά στον αυτοκράτορα: «Διατάξτε».
Εγκαταλείποντας το Κονσιστώριο, η αυτοκρατορική πομπή εισερχόταν στα στρατιωτικά συγκροτήματα του παλαιού παλατιού. Αρχικά στον Τρίκλινο των Κανδιδάτων, όπου τον περίμενε ο κλήρος του Κυρίου και εκεί ο αυτοκράτορας ασπαζόταν τον σταυρό του Κυρίου. Στη συνέχεια στον Οκτακιόνιο Θόλο, όπου προσκυνούσε έναν πολύ ωραίο αργυρό σταυρό, και στον Τρίκλινο των Εξκουβίτων, όπου οι συντεταγμένες τάξεις των αυτοκρατορικών υπαλλήλων επευφημούσαν τον δεσπότη.

Από τα στρατιωτικά συγκροτήματα της Δάφνης η πομπή εισερχόταν στους Λύχνους, κυκλικό τρουλαίο κτήριο. Η ονομασία του προέρχεται από τους «πολυελαίους» που ανάβονταν εκεί κατά την επίσκεψη του αυτοκράτορα. Στο κτήριο αυτό γινόταν η πρώτη δοχή (υποδοχή) του αυτοκράτορα από τον δημοκράτη των Βενέτων, δηλαδή τον δομέστικο των Σχολών, και τον περατικό δήμο των Βενέτων, ενώ στον γειτονικό ανοιχτό χώρο του Τριβουναλίου είχε μαζευτεί πλήθος κόσμου. Αξίζει να διευκρινίσουμε ότι οι τέσσερις δήμοι της Κωνσταντινούπολης ήταν αθλητικά σωματεία που συνδέονταν με τις αρματοδρομίες του Ιπποδρόμου και είχαν λάβει το όνομά τους από το χρώμα του εξοπλισμού των ηνιόχων τους.
Εξελίχθηκαν, πάντως, και σε ισχυρές πολιτικές παρατάξεις, καθώς στον Ιππόδρομο εκδηλώνονταν οι πολιτικές τάσεις και πεποιθήσεις του λαού της Κωνσταντινούπολης, τον οποίο εκπροσωπούσαν. Οι δύο κυριότεροι δήμοι, οι Πράσινοι και οι Βένετοι (γαλάζιοι), αποκαλούνταν περατικοί (δηλαδή του εξωτερικού της πόλης) και είχαν επικεφαλής τους από έναν δημοκράτη. Οι άλλοι δύο, οι Ρούσιοι (κόκκινοι) και οι Λευκοί, που τους έλεγαν πολιτικούς (δηλαδή της πόλης), ήταν δευτερεύοντες και διοικούνταν από δύο δημάρχους αντιστοίχως.
Στην πρώτη αυτή δοχή του αυτοκράτορα από τον δήμο των Βενέτων, ο δημοκράτης τους επέδιδε στον αυτοκράτορα ένα λιβελλάριν (ειλητάριο όπου αναγράφονταν τροπάρια και επευφημίες της εορτής) και εκείνος το έδινε στον πραιπόσιτο. Ο δήμος επευφημούσε τον μονάρχη, με πρώτους τους κράκτας (υμνωδούς) να λένε: «Πολλά, πολλά, πολλά…». Στη συνέχεια αναφωνούσε ο λαός: «Πολλὰ ἔτη εἰς πολλά». Και ύστερα πάλι οι κράκται: «Πολλοὶ ἡμῖν χρόνοι, ἡ ἔνθεος βασιλεία». Και οι επευφημίες συνεχίζονταν.
Ακολουθούσε η δεύτερη δοχή με επευφημίες του αυτοκράτορα, αυτή τη φορά μπροστά από το προπύλαιο των Αγίων Αποστόλων, στις Σχολές (στρατιωτικά τετράγωνα του παλαιού ανακτόρου), από τον δημοκράτη των Πρασίνων, δηλαδή τον Εξκούβιτο, και τον περατικό δήμο των Πρασίνων. Η τρίτη δοχή λάμβανε χώρα στη Χαλκή πύλη, ένα ορθογώνιο τρουλαίο οικοδόμημα με μνημειακή εμφάνιση, το οποίο αποτελούσε τον κύριο προθάλαμο του βυζαντινού ανακτόρου.
Και εδώ τον αυτοκράτορα υποδέχονταν, ο δομέστικος των σχολών και ο περατικός δήμος των Βενέτων, ενώ κάτω από τον θόλο της Χαλκής ήταν παρατεταγμένοι στα δεξιά το σώμα των ιατρών και στα αριστερά οι της παλαίστρας (γυμναστές). Όλοι επευφημούσαν τον αυτοκράτορα, λέγοντας μεταξύ άλλων: «Εἰς πολλοὺς χρόνους καὶ ἀγαθοὺς ὁ Θεὸς ἀγάγοι…».
Στην πόλη

Έξω από τη Χαλκή, όπου τον αυτοκράτορα επευφημούσαν οι «οργανάριοι» (οργανοπαίκτες), παρατεταγμένοι δεξιά και αριστερά, λάμβανε χώρα μια τέταρτη δοχή από τον δήμαρχο των Βενέτων και τον δήμο των Λευκών. Συνεχίζοντας τη διαδρομή της, η αυτοκρατορική πομπή βάδιζε στη Ρηγία, το ανατολικό τμήμα της Μέσης –της μεγάλης λεωφόρου της Κωνσταντινούπολης–, και έφθανε στην πύλη του Αυγουσταίου –της μεγάλης περίκλειστης πλατείας που εκτεινόταν στα νότια της Αγίας Σοφίας.
Εκεί ο δήμαρχος των Πρασίνων και ο δήμος των Ρουσίων επεφύλασσαν στον αυτοκράτορα μια ακόμη δοχή, ενώ η έκτη και τελευταία δοχή της πομπής, από τον δήμαρχο των Βενέτων και τον δήμο των Λευκών, λάμβανε χώρα στο Ωρολόγιον της Αγίας Σοφίας –έναν πύργο νοτιοδυτικά του ναού. Είχε είκοσι τέσσερις θύρες που άνοιγαν και έκλειναν αυτόματα με την εναλλαγή των ωρών.
Η είσοδος του αυτοκράτορα στον καθεδρικό ναό γινόταν από την Ωραία Πύλη στον προθάλαμο νότια του νάρθηκα. Εκεί ο πραιπόσιτος έπαιρνε το στέμμα από την κεφαλή του δεσπότη. Στην είσοδο του νάρθηκα τον περίμενε ο πατριάρχης με τον πατριαρχικό κλήρο και μητροπολίτες. Ο αυτοκράτορας προσκυνούσε το άγιο ευαγγέλιο, το οποίο κρατούσε ο αρχιδιάκονος, χαιρετούσε και ασπαζόταν τον προκαθήμενο της Εκκλησίας και εισερχόταν στον ναό από τις Βασιλικές Πύλες, για να παρακολουθήσει τη θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων, όπως ορίζει το τελετουργικό τυπικό.
Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας και αφού είχε λάβει τη θεία κοινωνία, ο δεσπότης φορούσε τη χλαμύδα του με τη βοήθεια του πραιποσίτου, προσέφερε χρηματικά δώρα σε όσους προέβλεπε το τυπικό της εορτής και εγκατέλειπε την Αγία Σοφία. Σε αντίθεση με την είσοδό του, η έξοδος γινόταν από τα ανατολικά και δη από το Άγιον Φρέαρ, ένα κτίσμα στο οποίο φυλασσόταν ένα ιερό κειμήλιο: το στόμιο του πηγαδιού όπου, σύμφωνα με την παράδοση, είχε ακουμπίσει ο Χριστός κατά τη συνομιλία του με τη Σαμαρείτιδα.
Στον χώρο αυτόν ο πατριάρχης τοποθετούσε το στέμμα στην κεφαλή του δεσπότη, κίνηση με υψηλό συμβολισμό. Η επιστροφή της αυτοκρατορικής πομπής στα ανάκτορα, εξίσου λαμπρή και μεγαλοπρεπής με την πορεία προς τον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας, περιγράφεται και αυτή λεπτομερώς στο «Περὶ Βασιλείου Τάξεως».
Κλείνοντας

Η διαδρομή του αυτοκράτορα προς την Αγία Σοφία δεν ήταν απλώς μια πορεία από τα ανάκτορα προς τον καθεδρικό ναό της βυζαντινής πρωτεύουσας, ανήμερα των Χριστουγέννων. Ήταν η δημόσια εικόνα της σχέσης της εγκόσμιας τάξης με την ουράνια ιεραρχία, που νομιμοποιούσε το πρόσωπο του αυτοκράτορα.
Μέσα από πολυτελή υφάσματα, μνημειακά κτήρια, ιερά κειμήλια, προσκυνήσεις, ευχές και πλήθος αξιωματούχων και λαού, ο δεσπότης προβαλλόταν ως πιστὸς ἐν Χριστῷ βασιλεύς, εγγυητής της πολιτικής ορθότητας. Το τελετουργικό των Χριστουγέννων δεν σηματοδοτούσε μόνο τη Γέννηση του Θεανθρώπου, αλλά και την εξασφάλιση της πολιτικής ευταξίας που, κατά τον Ιωάννη Δαμασκηνό, ήταν έργο των βασιλέων.
Επιλογή Βιβλιογραφίας
- Bardill, J, «The Great Palace of the Byzantine emperors and the Walker Trust excavations», Journal of Roman Archaeology 12 (1999), 216–230.
- Dagron G., Flusin B., Feissel D., Constantin VII Porphyrogénète: Le livre des cérémonies [Corpus fontium historiae byzantinae 52/1–5], 5 τόμ. Παρίσι: Association des Amis du Centre d’Histoire et Civilisations de Byzance, 2020.
- Oikonomides N., Les Listes de préséance byzantines des IXe et Xe s. Introduction, texte, traduction et commentaire. Παρίσι: Éditions du Centre National de la Recherche Scientifique, 1972.
- The Oxford Dictionary of Byzantium, επιμ. A. P. Kazhdan, 3 τόμ., Νέα Υόρκη: Oxford Univesrity Press, 1991.

Βιογραφικό Σημείωμα
Η Τζένη Αλμπάνη είναι πτυχιούχος αρχιτέκτων μηχανικός του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και διδάκτωρ ιστορίας της τέχνης του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Εργάσθηκε στη Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού, όπου κυρίως, συντόνισε και επιμελήθηκε αρχαιολογικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Δίδαξε επίσης ιστορία της τέχνης, της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Οι δημοσιεύσεις της επικεντρώνονται σε θέματα ιστορίας της βυζαντινής τέχνης και της αρχιτεκτονικής, της εικονολογίας και της μουσειολογίας. Eίναι πρόεδρος του Σωματείου των Φίλων του Μουσείου Ηρακλειδών και αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Τμήματος του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM).
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Πέθανε ο ηθοποιός Πατ Φιν σε ηλικία 60 ετών – Γνωστός από τα Φιλαράκια και το Seinfeld
- Τροχαίο με μοτοσικλετιστή τα ξημερώματα των Χριστουγέννων στη Θεσσαλονίκη
- Εκκλήσεις για ειρήνη αναμένεται να απευθύνει στην πρώτη χριστουγεννιάτικη ευλογία του ο πάπας Λέων
- Ρωσικά βομβαρδιστικά έκαναν «προγραμματισμένη» πτήση βόρεια της Σκανδιναβίας