• Άρθρα

    Θα εκμεταλλευτεί ο Μακρόν το μεγάλο δώρο του Μπάιντεν;

    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Οι τίτλοι και τα άρθρα που μιλούν για την ενόχληση της Ευρώπης με τις ΗΠΑ και το Η.Β. παραβλέπουν έναν σημαντικό παράγοντα: οι ΗΠΑ είναι αυτές που είναι ενοχλημένες με την Ευρώπη και ειδικά με την Γερμανία εδώ και καιρό. Διότι, η Γερμανική Ευρώπη και θέλει την ανεξαρτησία της και περιμένει από τις ΗΠΑ να της διασφαλίσουν την ασφάλεια της.

    Ο πρώην πρόεδρος Τραμπ μπορεί να εκφραζόταν με αλαζονεία και αγένεια αλλά όταν εγκαλούσε την Ευρώπη που δεν αύξανε τις αμυντικές της δαπάνες, εξέφραζε μία πάγια θέση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ: την διαμαρτυρία για την μην τήρηση των μεταξύ τους συμφωνιών.

    Επιπλέον, η αντίδραση των ΗΠΑ τόσο στην ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας και γενικότερα της Ευρώπης από το Ρωσικό αέριο όσο και στις εκτεταμένες εμπορικές σχέσεις πρώτα της Γερμανίας και γενικότερα της Ευρώπης με την Κίνα, δεν εφευρέθηκε το 2016. Αποτελούσε πάγια θέση των ΗΠΑ ήδη από το 2012.

    Από τις αρχές του 21ου αιώνα, ο στρατηγικός προσανατολισμός των ΗΠΑ σταδιακά μεταστρέφεται. Κατά μία έννοια το έναυσμα δόθηκε με την πτώση του Τοίχους – ήταν το σημάδι ότι ο Ψυχρός Πόλεμος που είχε ως επίκεντρο την Ευρώπη είχε κερδηθεί. Αυτό μερικώς εξηγεί την ευκολία με την οποία ο πρόεδρος Μπους στράφηκε προς την Μέση και την Άπω Ανατολή, όπως και την σχετική αδιαφορία που επέδειξε ο πρόεδρος Ομπάμα απέναντι στην Ευρώπη.

    Το τριπλό πρόβλημα

    Το πρόβλημα είναι τριπλό:

    Καταρχάς, η Γερμανική ηγεμονία σε συνδυασμό με την αδυναμία των ευρωπαϊκών θεσμών να αντισταθμίσουν την γερμανική επιρροή και η έλλειψη στρατιωτικής ισχύος, κάνει την Ευρώπη έναν λιγότερο έμπιστο σύμμαχο σε σύγκριση με το παρελθόν.

    Δεύτερο, για σχεδόν μισό αιώνα οι ΗΠΑ πλήρωναν για την ασφάλεια της Ευρώπης. Ήταν και δικό τους συμφέρον, βέβαια. Τώρα όμως, η Ευρώπη είναι μία ισχυρότατη οικονομική δύναμη που μπορεί κάλλιστα να σηκώσει μεγαλύτερο αμυντικό βάρος και να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση της Ρωσίας, η οποία ξαφνικά προβάλει ξανά ως αντίπαλος και μάλιστα διόλου ευκαταφρόνητος. Στο πλαίσιο αυτό, η ξαφνική επάνοδος της Ρωσίας, προβλημάτισε ιδιαίτερα τις ΗΠΑ που θεωρούν ότι η Ευρώπη έχει καλομάθει και αρνείται να ξεπεράσει τις συνήθειες της – όπως αναφέρεται δεν θέλει να βγει από την δική της comfort zone—και να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν.

    Τρίτο, η στρατηγική στροφή των ΗΠΑ ήταν αναπόφευκτη. Ήδη από τα μέσα του 20ου αιώνα ορισμένα think tanks και ιδιαίτερα το τότε σημαντικό Hudson Institute είχαν προβλέψει την επερχόμενη σύγκρουση με την Ανατολή. Η προσοχή τους, βέβαια, ήταν στραμμένη στην Ιαπωνία και επικεντρωμένη στην οικονομία. Η αλλαγή βάρους, όμως (pivot) ήταν δεδομένη, άσχετα αν την θέση της καθηλωμένης σήμερα Ιαπωνίας, πήρε η Κίνα. Εξάλλου, μόλις πριν από 25 χρόνια ο S. Huntington είχε προβλέψει ότι στην σύγκρουση πολιτισμών, οι ΗΠΑ θα έπαιζαν πρωτεύοντα ρόλο στην Άπω Ανατολή.

    Το μεγάλο ερώτημα δεν είναι αν η Ευρώπη είναι δυσαρεστημένη ή όχι, αλλά αν η Ευρώπη θα αποφασίσει να αναλάβει ένα νέο ρόλο που γεωπολιτικά της ανήκει: να αποτελέσει, δηλαδή, το αντίπαλο στρατόπεδο στη νέα Ρωσική επιρροή και επέκταση. Διότι, η Ρωσία με σαφήνεια επιδιώκει με όλα τα μέσα να κερδίσει ένα μεγάλο μέρος της επιρροής που έχασε η Σοβιετική Ένωση.
    Η συμμαχία ΗΠΑ – Η.Β. – Αυστραλία, καταρχάς επιβεβαιώνει ότι η κοινή κουλτούρα οδηγεί σε κοινά συμπεράσματα, κοινούς στόχους και κοινά μέσα για την επίτευξη τους.

    Κατά δεύτερο λόγο, η Γαλλική αντίδραση είναι σαν το μωρό που του πήραν το φαγητό από το στόμα. Αν η Γαλλική ηγεσία πράγματι πιστεύει στην Ευρώπη, τότε θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν της έκανε ένα μεγάλο δώρο. Της έδωσε την ευκαιρία να αλλάξει. Της έδωσε το έναυσμα, την αιτιολογία, το κίνητρο για να αλλάξει.

    Πολύ απλά, η στάση των ΗΠΑ ενισχύει την Γαλλική θέση υπέρ της ευρωπαϊκής ανεξαρτησίας και η αποχώρηση της Μέρκελ προσφέρει μία άριστη ευκαιρία στον Μακρόν να ανακτήσει την ηγεσία της Ευρώπης και να προωθήσει σταθερά και πιεστικά την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής ισχύος – κάτι στο οποίο αντιστεκόταν σθεναρά η Γερμανία.

    Στο πλαίσιο αυτό, η χρονική στιγμή είναι έτσι μοναδική για την Γαλλία. Διότι, πέρα από το κενό ηγεσίας που δημιουργείται και πέρα από την προοπτική που ανοίγεται για να αποκτήσει η Ευρώπη και δική της άμυνα, η Γαλλία έχει τώρα την δυνατότητα να ανοίξει διάπλατα την συζήτηση για το Σύμφωνο Σταθερότητας. Στην ουσία, η πρόκληση στην ιεροσύνη του Συμφώνου και η ανατροπή των επιστημονικά αβάσιμων περιορισμών του, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την αιχμή της Γαλλικής επίθεσης κατά της άκαμπτης Γερμανικής οικονομικής και γεωπολιτικής ορθοδοξίας.

    Μέχρι σήμερα η Ευρώπη ήταν η Ευρώπη της Γερμανίας.

    Και παρά τις επιτυχίες του εγχειρήματος της Ένωσης, στα τελευταία 30 χρόνια οι λαοί της Ευρώπης έχουν πληρώσει ακριβά αυτήν την επιρροή. Στην Γαλλία που έχει το όραμα και τα μέσα εναπόκειται να αλλάξει τα πράγματα.

    Γι’ αυτό, αντί να διαμαρτύρεται για την AUKUS ας δει πέρα από την στενή εικόνα της ακύρωσης της συμφωνίας για τα υποβρύχια και ας λειτουργήσει με βάση την ευρύτερη γεωπολιτική εικόνα και την τεράστια ευκαιρία που της έχει δοθεί.

    Άλλη, δύσκολα θα υπάρξει.

    Διαβάστε επίσης

    Ακόμη δεν την είδαμε … V την βαφτίσαμε

    Τσίπρας: Η πινακίδα με την επιγραφή 2027



    ΣΧΟΛΙΑ