Γνωστός στη ναυτιλιακή βιομηχανία ως «Big Wolf», ο μεγιστάνας Τζον Φρέντρικσεν αποτελεί μια από τις πιο εμβληματικές και αμφιλεγόμενες μορφές της παγκόσμιας ναυτιλίας.

Ο αυτοδημιούργητος δισεκατομμυριούχος άνθισε μέσα από πολέμους, οικονομικές κρίσεις και πτωχεύσεις, έχοντας την τόλμη να ρισκάρει και την ικανότητα να βλέπει ευκαιρίες εκεί που οι άλλοι έβλεπαν μόνο καταστροφή. Τα δεξαμενόπλοια αποτέλεσαν το θεμέλιο του τεράστιου πλούτου του.

1

Δεινός διαπραγματευτής και trader, απέφυγε τη χρεοκοπία περισσότερες από μία φορές και πέρασε ένα σύντομο διάστημα στη φυλακή, κατηγορούμενος για απάτη σχετικά με καύσιμα – για την οποία ουδέποτε παραδέχθηκε την ενοχή του.

Γεννήθηκε το 1944 στο Όσλο της Νορβηγίας σε μια εργατική οικογένεια. Γιος συγκολλητή, μεγάλωσε στη Βαλέρενγκα, μια γειτονιά κοντά στο λιμάνι της πρωτεύουσας. Τα παιδικά του χρόνια σημαδεύτηκαν από οικονομικές δυσκολίες, στοιχεία που διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα και την προσήλωσή του στη σκληρή δουλειά.

Παρά την απουσία ακαδημαϊκής εκπαίδευσης στον τομέα των επιχειρήσεων, ο Φρέντρικσεν από νωρίς ανέπτυξε έντονο ένστικτο για το εμπόριο και τη ναυτιλία.

Το 1960, εργάστηκε ως διανομέας εγγράφων σε μια τοπική ναυλομεσιτική εταιρεία στο Όσλο και πήγε σε νυχτερινό σχολείο για να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του.

Ωστόσο, γρήγορα διαπίστωσε ότι το τέλεξ στο χώρο εργασίας του αποτελούσε μία πιο ενδιαφέρουσα πηγή γνώσης. Αποκωδικοποιούσε μηνύματα που αποκάλυπταν τις τάσεις του εμπορίου και τις ανάγκες των εφοπλιστών. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος: «Βλέποντας τη ροή της πληροφορίας, ήξερα ότι αν είχα τις σωστές πληροφορίες, θα μπορούσα να κάνω πράγματα».

Η επιθυμία του για νέες ευκαιρίες τον οδήγησε εκτός Νορβηγίας και εργάστηκε ως ναυλομεσίτης σε μεγάλες ναυτιλιακές αγορές όπως η Νέα Υόρκη και η Σιγκαπούρη.

Το 1973 πραγματοποίησε το πρώτο μεγάλο βήμα στη ναυτιλία, αγοράζοντας το φορτηγό πλοίο Caricom. Παρά την αρχική του επένδυση ύψους 700.000 δολαρίων, η μηχανή του πλοίου παρουσίασε βλάβη στην Καραϊβική, με αποτέλεσμα να χάσει τα χρήματα του. Ωστόσο, αυτή η αποτυχία δεν τον σταμάτησε.

Η πορεία προς την επιτυχία

Το 1973, ο ΟΠΕΚ πραγματοποίησε εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, ως αντίποινα για τη στήριξη της κυβέρνησης Νίξον στο Ισραήλ κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Γιομ Κιπούρ. Από το 1973 έως το 1977, τα μακροπρόθεσμα ναύλα για δεξαμενόπλοια υποχώρησαν δραματικά και o Φρεντρικσεν άδραξε την ευκαιρία να εξασφαλίσει συμβόλαια ναύλωσης.

Όταν οι τιμές ανέκαμψαν το 1978, ναύλωσε τα πλοία του στη spot αγορά σε τιμές πολλαπλάσιες από εκείνες που είχε πληρώσει αρχικά. Αυτή η εμπορική κίνηση τού απέφερε 40 εκατομμύρια δολάρια εκείνη τη χρονιά και αποτέλεσε την πρώτη του μεγάλη οικονομική επιτυχία.

Η περιουσία του γιγαντώθηκε την εποχή των πολέμων Ιράν-Ιράκ τη δεκαετία του 1980, όταν τα δεξαμενόπλοιά του μετέφεραν πετρέλαιο από την περιοχή του Περσικού Κόλπου, την στιγμή που άλλοι πλοιοκτήτες τα απέσυραν λόγω κινδύνου. Τα πλοία του έγιναν συχνά στόχος επιθέσεων, αλλά οι απολαβές του ήταν τεράστιες.

Τον Νοέμβριο του 1986, οι εισαγγελικές αρχές στο Όσλο κατηγόρησαν τον Φρέντρικσεν –μαζί με αρκετά υψηλόβαθμα στελέχη του– ότι διέταζε τα πληρώματά του να κλέβουν αργό πετρέλαιο από τα δεξαμενόπλοια και να το χρησιμοποιούν ως καύσιμο (bunker fuel) για την πρόωσή τους. Επιπλέον, κατηγορήθηκε για απάτη σε βάρος της ασφαλιστικής εταιρείας του φορτίου, Gard AS με έδρα το Όσλο, καθώς και για έκθεση των μελών του πληρώματος σε κίνδυνο, χρησιμοποιώντας αργό πετρέλαιο ως ναυτιλιακό καύσιμο. Ο ίδιος αρνήθηκε τις κατηγορίες.

Φυλακίστηκε για σχεδόν τέσσερις μήνες εν αναμονή της δίκης. Η υπόθεση διευθετήθηκε τελικά εξωδικαστικά πέντε χρόνια αργότερα, με τον εφοπλιστή να πληρώνει πρόστιμο 1,5 εκατ. κορώνων (περίπου 250.000 δολάρια). Ωστόσο, δεν παραδέχθηκε ποτέ την ενοχή του.

Το 1996 πραγματοποίησε μία από τις πιο καθοριστικές κινήσεις ισχυροποίησης της θέσης του στην παγκόσμια ναυτιλία. Απέκτησε, μέσω της εταιρείας του Hemen Holding Limited, τον έλεγχο της σουηδικής ναυτιλιακής δεξαμενόπλοιων Frontline, σε μια συμφωνία ύψους 462 εκατομμυρίων δολαρίων.

Στη συνέχεια μετέφερε την έδρα της από τη Σουηδία στις Βερμούδες και προχώρησε στην εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο του Όσλο τον Μάιο του 1997. Μέσα από μια σειρά εξαγορών νέων και μεταχειρισμένων δεξαμενόπλοιων, η Frontline εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη εταιρεία τάνκερ στον κόσμο. Τον Αύγουστο του 2001, οι μετοχές της άρχισαν να διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (NYSE).

Περιουσία 18 δισ. δολαρίων

Η αυτοκρατορία του Φρέντρικσεν περιλαμβάνει δεξαμενόπλοια πετρελαίου, φορτηγά πλοία μεταφοράς ξηρού φορτίου, LNG carriers και εξέδρες γεώτρησης βαθέων υδάτων, και αρκετές εταιρείες όπως οι Seadrill, Deep Sea Supply, Golar LNG κ.α.

Παράλληλα, κατέχει μεγάλο ποσοστό στην εταιρεία Marine Harvest, που μετονομάστηκε σε Mowi, η οποία αφού προχώρησε σε εξαγορές ανταγωνιστών της εξελίχθηκε στην μεγαλύτερη εταιρεία ιχθυοκαλλιέργειας στον κόσμο.

Σύμφωνα με το Forbes η αξία της περιουσίας του πλησιάζει τα 18 δισ. δολάρια.

Εκτός από τις επιχειρήσεις του, ο Φρέντρικσεν είναι μανιώδης συλλέκτης έργων τέχνης ενώ είναι γνωστός και για την φιλανθρωπική του δράση. Επίσης, έχει δωρίσει εκατοντάδες εκατομμύρια νορβηγικές κορώνες για ιατρικές έρευνες στη Νορβηγία.

Το 2009 ο μεγιστάνας απέκτησε κυπριακή υπηκοότητα προκειμένου να αποφύγει την υψηλή φορολογίας της γενέτειρας του. Ζούσε επί σειρά ετών στο Λονδίνο, ωστόσο πρόσφατα ακολούθησε το παράδειγμα πολλών άλλων υπερπλουσίων κατοίκων του Ηνωμένου Βασιλείου που εγκατέλειψαν τη χώρα λόγω της κατάργησης του καθεστώτος non-dom και των φορολογικών επιβαρύνσεων.

Μάλιστα, ο Νορβηγός δισεκατομμυριούχος έχει βάλει πωλητήριο στο εμβληματικό ιστορικό αρχοντικό που έχει στην κατοχή του και βρίσκεται στο Τσέλσι. Το είχε αγοράσει πριν από 24 χρόνια από τον Θόδωρο και Γιάννα Αγγελοπούλου, και εκτιμάται ότι η κίνηση αυτή θα του αποφέρει σημαντικά κέρδη.

Το πολυτελές ακίνητο, γνωστό ως The Old Rectory, κοστολογείται σήμερα στις £250 εκατ. (περίπου $337 εκατ.) σύμφωνα με το Forbes, γεγονός που το καθιστά ένα από τα πιο ακριβά σπίτια του Λονδίνου.

Ήταν παντρεμένος με την  Ίνγκερ Κάθριν Φρεντρίκσεν, η οποία απεβίωσε το 2006 και έχει δύο δίδυμες κόρες, την Σεσίλια και την Κάθριν, γεννημένες το 1983.

Σε διαδικασία διαδοχής

Τα τελευταία χρόνια, πληθαίνουν τα σενάρια που θέλουν τον εφοπλιστή να προχωρά σε στοχευμένες κινήσεις αναδιάρθρωσης των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, με φόντο τη μετάβαση στην «επόμενη ημέρα» και τη διαδοχή της ναυτιλιακής του αυτοκρατορίας.

Την τελευταία διετία ο 81χρονος Νορβηγός δισεκατομμυριούχος έχει ήδη προχωρήσει σε σημαντικές αποεπενδύσεις αναζωπυρώνοντας τις φήμες για μια ευρύτερη στρατηγική αναδιοργάνωσης του ομίλου του.

Ήδη από το 2018 είχε δηλώσει στο TradeWinds, ότι οργανώνει τις εταιρείες του ώστε οι δίδυμες κόρες του, να αναλάβουν τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων, χωρίς να χρειάζεται να ασχολούνται καθημερινά με τη ναυτιλία και τις υπεράκτιες δραστηριότητες, όπως κάνει ο ίδιος.

«Η ναυτιλία απαιτεί να είσαι σε εγρήγορση 24/7. Για μένα, είναι τρόπος ζωής», είχε πει χαρακτηριστικά.

«Αλλά η Σεσίλια και η Κάθριν δεν πρέπει να αναλάβουν αυτόν τον ρόλο. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο ώστε να διαχειρίζονται την ιδιοκτησία τους, χωρίς να παρακολουθούν τις αγορές tankers, dry bulk και rigs κάθε ώρα, κάθε μέρα, κάθε χρόνο».

Είχε επίσης δηλώσει: «Για μένα, δεν είναι απαραίτητο να διατηρεί ο όμιλος τον πλήρη έλεγχο όλων των εταιρειών. Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο να είμαστε ένας από τους πολλούς μετόχους σε ακόμα μεγαλύτερες εταιρείες tankers ή bulkers. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή τη στιγμή δεν βλέπω ποια εταιρεία θα ήταν ο κατάλληλος συνεργάτης. Αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει».

«Είναι μεγάλη η διαφορά ανάμεσα στο να είσαι ένας σημαντικός μέτοχος μαζί με άλλους μεγάλους μετόχους και στο να είσαι ο μοναδικός υπεύθυνος που παίρνει όλες τις αποφάσεις».

Κινήσεις με ελληνικό άρωμα

Aίσθηση προκάλεσαν στη ναυτιλιακή αγορά οι φήμες που κυκλοφόρησαν την περασμένη εβδομάδα για διαπραγματεύσεις της ναυτιλιακής Thenamaris του εφοπλιστή Νικόλα Μαρτίνου με την Frontline -την ναυαρχίδα της αυτοκρατορίας του Φρέντρικσεν-, για την εξαγορά των 18 τάνκερ LR2 της τελευταίας.

Το ύψος της φημολογούμενης συμφωνίας εκτιμάται μεταξύ 1 δισ. και 1,2 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, ενώ με βάση τις εκτιμήσεις των Signal Ocean και VesselsValue, τα εν λόγω πλοία αποτιμώνται σε 967 εκατ. δολάρια ή 1,01 δισ. δολάρια, αντίστοιχα.

Αν επιβεβαιωθεί, το deal θα αποτελέσει την τρίτη σημαντική αποεπένδυση του μεγιστάνα από τον περασμένο καλοκαίρι.

Τον Αύγουστο του 2024, αποχώρησε από τα VLGC πουλώντας τον στόλο της εισηγμένης Avance Gas στην BW LPG, έναντι 1 δισ. δολαρίων. Η κίνηση αυτή σηματοδότησε την μετάβαση του Φρέντρικσεν από αγοραστή σε πωλητή, σύμφωνα με κύκλους της αγοράς.

Ακολούθησε φέτος η αιφνίδια και κάπως αμφιλεγόμενη έξοδος από την εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης εταιρεία ξηρού φορτίου, Golden Ocean, μέσω της πώλησης του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών του (40,8%) στην CMB.TECH της οικογένειας Saverys για 1,18 δισ. δολάρια.

Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ο Φρέντρικσεν επανεπένδυσε το κεφάλαιο αποκτώντας σημαντικό μερίδιο στη ναυτιλιακή Star Bulk του εφοπλιστή Πέτρου Παππά. Μερίδιο το οποίο πρόσφατα αύξησε σχεδόν στο 12%.

Στελέχη της αγοράς υποστηρίζουν ότι αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες κινήσεις καθώς ο μεγιστάνας επιδιώκει να αναδιοργανώσει την αυτοκρατορία του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρηθεί η κληρονομιά του μέσω ενός διαφορετικού μοντέλου διακυβέρνησης.

Διαβάστε επίσης:

Mαρτίνος-Φρέντρικσεν: Φήμες για mega deal μεταξύ Thenamaris και Frontline

Minoa Marine (Γιώργος Α. Βασιλάκης): Ναυπηγεί το πρώτο νεότευκτο της πλοίο – Πούλησε 4 πλοία και διαχειρίζεται 9

Ο Κωστής Ι. Φραγκούλης, νέος πρόεδρος του International Propeller Club