• Business

    Prada, Armani, Dolce & Gabbana: Το δαχτυλίδι της διαδοχής και τα σενάρια εξαγοράς από τους Γάλλους κολοσσούς

    Patrizio Bertelli, CEO Prada

    Patrizio Bertelli, CEO Prada


    Οι ιταλικοί οίκοι πολυτελείας βρίσκονται σε μία δύσκολη θέση τα τελευταία χρόνια. Όσοι, λίγοι έχουν αντέξει στις πιέσεις εξαγορών από τους αντιπάλους τους, θυμίζουν τον Δαυίδ απέναντι στον Γολιάθ των γαλλικών κολοσσών που έχουν σαρώσει τον κλάδο πολυτελείας.

    Η Prada ανακοίνωσε φέτος ότι ο πρωτότοκος γιος Lorenzo Bertelli πρόκειται να αναλάβει τα ηνία του οίκου πολυτελείας στο άμεσο μέλλον και προετοιμάζεται για τη μετάβαση. Οι οίκοι των Armani και Dolce & Gabbana, τα μοναδικά brands του Μιλάνου τα οποία δεν είναι εισηγμένα στο χρηματιστήριο προς το παρόν επιβιώνουν χωρίς να ανησυχούν ακόμα για την επόμενη ημέρα της διαδοχής.

    H επόμενη ημέρα

    Οι ιδρυτές της πρώτης γενιάς που έχτισαν μια επιχείρηση από την αρχή κι έδωσαν το δικό τους καλλιτεχνικό στίγμα στον χώρο της μόδας, συνειδητοποιούν, σύμφωνα με τους FT, ότι σταδιακά θα πρέπει να φροντίσουν για την κληρονομιά τους και την επιτυχημένη πορεία των εταιρειών τους ακόμα κι όταν αυτοί δεν θα βρίσκονται στο τιμόνι.

    Ένα στοίχημα ιδιαίτερα δύσκολο για προσωπικότητες όπως ο Giorgio Armani, η Miuccia Prada και ο σύζυγός της Patrizio Bertelli, καθώς και οι Domenico Dolce και Stefano Gabbana, χωρίς την αισθητική των οποίων τα brands τους δεν θα είχαν την ίδια διαδρομή.

    Σε όλα αυτά η ανάπτυξη της εταιρείας τους αποτελεί ένα παιχνίδι επιβίωσης, υπό την συνεχή απειλή και πολιορκία των Γάλλων ανταγωνιστών τους και πολύ μεγαλύτερων εταιρειών, που έχουν γιγαντωθεί χάρη σε δεκάδες εξαγορές, LVMH και η Kering. Η διαφορετική νοοτροπία μεταξύ των δύο χωρών είναι κι αυτή που έχει οδηγήσει σε δύο πολύ διαφορετικά σχήματα.

    Η Ιταλία είναι διάσημη για τους ταλαντούχους ράφτες της, όχι όμως για το θερμό ενδιαφέρον των Ιταλών επενδυτών ή του κράτους να στηρίξουν μία σύμπραξη των brands της ή την ενίσχυση τους. Το μικρό είναι πιο όμορφο για τους Ιταλούς, σε αντίθεση με τους Γάλλους που έχουν σαρώσει τις εξαγορές, μεταξύ αυτών και τη Gucci, ύστερα από μία αποτυχημένη μετάβαση της εταιρείας στην επόμενη γενιά.

    Τώρα, σύμφωνα με αναλυτές και γνώστες, η μεγαλύτερη απειλή για την ιταλική υψηλή μόδα είναι ότι τα εναπομείναντα κοσμήματα της θα μπορούσαν να απορροφηθούν από γαλλικούς γίγαντες όπως η Kering και  LVMH.

    Διαφορετικά μεγέθη

    Η LVMH  κατέχει περισσότερα από 70 πολυτελή brands, μεταξύ αυτών  στο χαρτοφυλάκιό της πολλές ιταλικές εταιρείες, όπως η Fendi με έδρα τη Ρώμη, η Loro Piana, διάσημη για τη χρήση σπάνιων πρώτων υλών για τα ενδύματά της, και το κοσμηματοπωλείο υψηλής ποιότητας Bulgari.

    Η ιδιοκτήτρια της Gucci, η Kering, βρίσκεται σε παρόμοια διαδρομή. Το 2001 απέκτησε την εταιρεία κατασκευής αξεσουάρ Bottega Veneta, γνωστή για τα υφαντά δερμάτινα σχέδιά της, και αργότερα αγόρασε τον όμιλο ανδρικών ενδυμάτων Brioni και την Pomellato, μια εταιρεία πολυτελών κοσμημάτων.

    Και τα νούμερα υπογραμμίζουν τη διαφορετική προσέγγιση. Η LVMH έχει χρηματιστηριακή αξία άνω των 420 δις ευρώ. Η Kering αποτιμάται στα 63 δις ευρώ.

    Αντίθετα, η Prada και η Moncler, οι δύο μεγαλύτεροι όμιλοι πολυτελείας της Ιταλίας, αξίζουν ο καθένας μεταξύ 18 και 19 δισ. ευρώ.

    Βέβαια η μόδα για την Ιταλία είναι μια πολύ σημαντική υπόθεση για την οικονομία της και ένα κομμάτι της ιστορίας της.

    Το 78% της παγκόσμιας μόδας πολυτελείας κατασκευάζεται στην Ιταλία, σύμφωνα με έκθεση της Pambianco-PwC. Το 2021, παρά την πανδημία, η ιταλική βιομηχανία μόδας και κλωστοϋφαντουργίας είχε συνολικό κύκλο εργασιών 93 δισ. ευρώ. Ο τομέας στη χώρα αποτελείται από περισσότερες από 60.000 μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σύμφωνα με τον εμπορικό οργανισμό Confindustria Moda.

    Διαβάστε επίσης:

    Principote – Μύκονος: Πώς φτάσαμε στο πρόστιμο – μαμούθ των 13,1 εκατ. ευρώ

    Έλληνες εφοπλιστές: Συμφωνίες για την κατασκευή 107 πλοίων το πρώτο εξάμηνο του έτους

    REDS: Εγκρίθηκε η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου



    ΣΧΟΛΙΑ